
Εκτός ατζέντας Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ η ακρίβεια
Τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε μπαράζ κυβερνητικών ανακοινώσεων για νομοσχέδια που θα λύσουν διάφορα προβλήματα
Θα επιταχυνθεί η Δικαιοσύνη, θα λειτουργήσει το Κτηματολόγιο, θα ξεμπλοκάρει η οικοδομική δραστηριότητα από τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, θα διοικηθούν καλύτερα τα νοσοκομεία κ.λπ. Η κυβέρνηση ανακοινώνει δράσεις σε θέματα που αφορούν τους πολίτες διότι επηρεάζουν περισσότερο την καθημερινότητά τους από ό,τι τα θέματα με τα οποία κατατρίβονταν στις αρχές της δεύτερης θητείας της.
Υπάρχουν όμως δύο ζητήματα. Πρώτον, ότι δεν ασχολείται -και αν ασχολείται, δεν έχει καταφέρει τίποτα- με το φλέγον θέμα της ακρίβειας και τη συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος των φορολογουμένων και, δεύτερον, με ποια οπτική ασχολείται με τα ζητήματα, δηλαδή αν οι πολιτικές της εξυπηρετούν και ευνοούν τους πολίτες ή απλώς στρώνουν τον δρόμο για να πάρει η κυβέρνηση εύσημα από τους ξένους παρατηρητές.
Η ακρίβεια σε συνδυασμό με τα χαμηλά εισοδήματα είναι με μεγάλη διαφορά το μεγαλύτερο πρόβλημα των πολιτών - κι αυτό αποδεικνύεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις ανεξαιρέτως. Κι όμως, σε αυτό το μέτωπο η κυβέρνηση δεν έχει πετύχει τίποτα. Ολες οι τιμές ανεβαίνουν διαρκώς.
Τον Μάιο, όπου έχουμε τα τελευταία διαθέσιμα από την ΕΛΣΤΑΤ στοιχεία, ο πληθωρισμός έτρεχε με ρυθμό 2,5%. Οπως προκύπτει, αυξήσεις τιμών παρουσιάστηκαν σε όλα τα βασικά προϊόντα και στις υπηρεσίες. Οι αυξήσεις που ανακοινώθηκαν είναι 2,6% στα βασικά τρόφιμα (γάλα, κρέας, ψωμί κ.λπ.), 6,6% στα ρούχα και στα παπούτσια, 6% στη στέγαση, 1,8% στην Υγεία, 2,6% στην εκπαίδευση.
Ασταμάτητες λοιπόν οι αυξήσεις τιμών και αναποτελεσματική η προσπάθεια συγκράτησής τους από την κυβέρνηση. Και αυτό διότι είτε δεν θέλει να σπάσει αυγά, δηλαδή να τα βάλει με τα καρτέλ, είτε δεν μπορεί να ελέγξει την αγορά. Μεθαύριο θα πανηγυρίζει αν περιοριστεί ο ρυθμός ανόδου, δηλαδή αν τους επόμενους μήνες οι τιμές αυξηθούν σε μικρότερο ποσοστό.
Είναι φως φανάρι ότι η μείωση του πληθωρισμού, δηλαδή του ρυθμού αύξησης των τιμών, δεν σημαίνει μείωση τιμών, σημαίνει επιβράδυνση της αύξησης. Ο καταναλωτής θα συνεχίσει να αγοράζει προϊόντα ακριβότερα κάθε μήνα. Και εφόσον ήδη δεν του φτάνουν τα χρήματά του για να βγάλει τον μήνα, θα δυσκολεύεται ακόμη περισσότερο στο μέλλον.
Το να ελέγξει η κυβέρνηση τα καρτέλ και να επιβραδύνει την αύξηση των τιμών δεν είναι καν επιτυχία. Επιτυχία θα είναι να διασφαλίσει συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού, να διαμορφώσει ένα θετικό επιχειρηματικό περιβάλλον για να αυξηθεί η ελληνική παραγωγή και να αυξηθούν τα εισοδήματα. Είμαστε πολύ μακριά από αυτό.
Ισως μια αιτία της ανικανότητας ελέγχου της ακρίβειας να είναι το χάσμα μεταξύ του επιπέδου ζωής ενός υπουργού κι ενός πολίτη.
Για έναν υπουργό, που έχει υψηλότατο μισθό και πολλές παροχές, όπως οδηγούς, αυτοκίνητο και καύσιμα, πληρωμένα ταξίδια, μεγάλη γραμματειακή και κάθε άλλου είδους υποστήριξη, ίσως ο πληθωρισμός να μην είναι τόσο μεγάλο πρόβλημα.
Διότι κακά τα ψέματα -και αυτό είναι ένα γκρίζο σημείο της οικονομικής θεωρίας-, ο πληθωρισμός ναι μεν επηρεάζει τις τιμές των προϊόντων το ίδιο για όλους, αλλά για όσους το εισόδημά τους είναι πολύ μεγαλύτερο από το μέσο μηνιαίο η επίπτωση είναι μικρότερη. Γι’ αυτούς περιορίζεται η δυνατότητα αποταμίευσης του πλεονάζοντος εισοδήματος, ενώ για τους φτωχότερους γίνεται δύσκολη η αξιοπρεπής επιβίωση.
Ο πληθωρισμός για τους υπουργούς Οικονομικών είναι ένας αριθμός που πρέπει να συγκρατηθεί σε χαμηλό επίπεδο διότι αυτό είναι στα καθήκοντά τους, ενώ για τον μέσο Ελληνα καταναλωτή είναι ένα μισοάδειο καλάθι του σούπερ μάρκετ, ένα άδειο ρεζερβουάρ βενζίνης, απλήρωτα ενοίκια, απλήρωτοι λογαριασμοί ρεύματος, απλήρωτες δόσεις δανείων.
Αντίστοιχα, το δημοσιονομικό πλεόνασμα είναι για τον υπουργό Οικονομικών δείκτης επιτυχίας, ενώ για τον μέσο Ελληνα είναι βάρος. Αυτός το έχει πληρώσει με φόρους, αλλά δεν εισπράττει το αντίστοιχο, όπως δεν εισπράττει ό,τι του αναλογεί ούτε από τον ρυθμό ανάπτυξης για τον οποίο πανηγυρίζει ο υπουργός Ανάπτυξης. Για τον υπουργό η αύξηση των κερδών των τραπεζών και των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων αντικατοπτρίζει την επιτυχία της οικονομικής πολιτικής, για τον μέσο Eλληνα είναι το αποτέλεσμα της ληστείας που υφίσταται από τα άπληστα καρτέλ που νέμονται όλους τους κλάδους.
Υπάρχουν όμως δύο ζητήματα. Πρώτον, ότι δεν ασχολείται -και αν ασχολείται, δεν έχει καταφέρει τίποτα- με το φλέγον θέμα της ακρίβειας και τη συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος των φορολογουμένων και, δεύτερον, με ποια οπτική ασχολείται με τα ζητήματα, δηλαδή αν οι πολιτικές της εξυπηρετούν και ευνοούν τους πολίτες ή απλώς στρώνουν τον δρόμο για να πάρει η κυβέρνηση εύσημα από τους ξένους παρατηρητές.
Η ακρίβεια σε συνδυασμό με τα χαμηλά εισοδήματα είναι με μεγάλη διαφορά το μεγαλύτερο πρόβλημα των πολιτών - κι αυτό αποδεικνύεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις ανεξαιρέτως. Κι όμως, σε αυτό το μέτωπο η κυβέρνηση δεν έχει πετύχει τίποτα. Ολες οι τιμές ανεβαίνουν διαρκώς.
Τον Μάιο, όπου έχουμε τα τελευταία διαθέσιμα από την ΕΛΣΤΑΤ στοιχεία, ο πληθωρισμός έτρεχε με ρυθμό 2,5%. Οπως προκύπτει, αυξήσεις τιμών παρουσιάστηκαν σε όλα τα βασικά προϊόντα και στις υπηρεσίες. Οι αυξήσεις που ανακοινώθηκαν είναι 2,6% στα βασικά τρόφιμα (γάλα, κρέας, ψωμί κ.λπ.), 6,6% στα ρούχα και στα παπούτσια, 6% στη στέγαση, 1,8% στην Υγεία, 2,6% στην εκπαίδευση.
Ασταμάτητες λοιπόν οι αυξήσεις τιμών και αναποτελεσματική η προσπάθεια συγκράτησής τους από την κυβέρνηση. Και αυτό διότι είτε δεν θέλει να σπάσει αυγά, δηλαδή να τα βάλει με τα καρτέλ, είτε δεν μπορεί να ελέγξει την αγορά. Μεθαύριο θα πανηγυρίζει αν περιοριστεί ο ρυθμός ανόδου, δηλαδή αν τους επόμενους μήνες οι τιμές αυξηθούν σε μικρότερο ποσοστό.
Είναι φως φανάρι ότι η μείωση του πληθωρισμού, δηλαδή του ρυθμού αύξησης των τιμών, δεν σημαίνει μείωση τιμών, σημαίνει επιβράδυνση της αύξησης. Ο καταναλωτής θα συνεχίσει να αγοράζει προϊόντα ακριβότερα κάθε μήνα. Και εφόσον ήδη δεν του φτάνουν τα χρήματά του για να βγάλει τον μήνα, θα δυσκολεύεται ακόμη περισσότερο στο μέλλον.
Το να ελέγξει η κυβέρνηση τα καρτέλ και να επιβραδύνει την αύξηση των τιμών δεν είναι καν επιτυχία. Επιτυχία θα είναι να διασφαλίσει συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού, να διαμορφώσει ένα θετικό επιχειρηματικό περιβάλλον για να αυξηθεί η ελληνική παραγωγή και να αυξηθούν τα εισοδήματα. Είμαστε πολύ μακριά από αυτό.
Ισως μια αιτία της ανικανότητας ελέγχου της ακρίβειας να είναι το χάσμα μεταξύ του επιπέδου ζωής ενός υπουργού κι ενός πολίτη.
Για έναν υπουργό, που έχει υψηλότατο μισθό και πολλές παροχές, όπως οδηγούς, αυτοκίνητο και καύσιμα, πληρωμένα ταξίδια, μεγάλη γραμματειακή και κάθε άλλου είδους υποστήριξη, ίσως ο πληθωρισμός να μην είναι τόσο μεγάλο πρόβλημα.
Διότι κακά τα ψέματα -και αυτό είναι ένα γκρίζο σημείο της οικονομικής θεωρίας-, ο πληθωρισμός ναι μεν επηρεάζει τις τιμές των προϊόντων το ίδιο για όλους, αλλά για όσους το εισόδημά τους είναι πολύ μεγαλύτερο από το μέσο μηνιαίο η επίπτωση είναι μικρότερη. Γι’ αυτούς περιορίζεται η δυνατότητα αποταμίευσης του πλεονάζοντος εισοδήματος, ενώ για τους φτωχότερους γίνεται δύσκολη η αξιοπρεπής επιβίωση.
Ο πληθωρισμός για τους υπουργούς Οικονομικών είναι ένας αριθμός που πρέπει να συγκρατηθεί σε χαμηλό επίπεδο διότι αυτό είναι στα καθήκοντά τους, ενώ για τον μέσο Ελληνα καταναλωτή είναι ένα μισοάδειο καλάθι του σούπερ μάρκετ, ένα άδειο ρεζερβουάρ βενζίνης, απλήρωτα ενοίκια, απλήρωτοι λογαριασμοί ρεύματος, απλήρωτες δόσεις δανείων.
Αντίστοιχα, το δημοσιονομικό πλεόνασμα είναι για τον υπουργό Οικονομικών δείκτης επιτυχίας, ενώ για τον μέσο Ελληνα είναι βάρος. Αυτός το έχει πληρώσει με φόρους, αλλά δεν εισπράττει το αντίστοιχο, όπως δεν εισπράττει ό,τι του αναλογεί ούτε από τον ρυθμό ανάπτυξης για τον οποίο πανηγυρίζει ο υπουργός Ανάπτυξης. Για τον υπουργό η αύξηση των κερδών των τραπεζών και των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων αντικατοπτρίζει την επιτυχία της οικονομικής πολιτικής, για τον μέσο Eλληνα είναι το αποτέλεσμα της ληστείας που υφίσταται από τα άπληστα καρτέλ που νέμονται όλους τους κλάδους.
Ισως αυτοί να είναι τελικά κάποιοι από τους λόγους για τους οποίους οι υπουργοί μας βρίσκονται μακριά από τα καθημερινά μεγάλα προβλήματα των πολιτών. Και είναι βέβαιο ότι αυτή η απομάκρυνση, αυτό το χάσμα μεταξύ κυβερνητικών και πολιτών, οδηγεί τους ψηφοφόρους στα αντισυστημικά κόμματα και εδώ όπως και παγκοσμίως.
Το ότι η κυβέρνηση επιταχύνει την ατζέντα της το παρατηρούμε. Το ότι δεν ασχολείται με τα βασικά προβλήματα του κόσμου επίσης το παρατηρούμε. Το ίδιο ισχύει και με το ΠΑΣΟΚ, το οποίο μοιάζει εντελώς… αφηρημένο. Σε συνδυασμό αυτά τα δύο κόμματα, Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, είναι τα συστημικά κόμματα της Ελλάδας. Και το άθροισμα των ψήφων τους δεν πλησιάζει καν το 50%. Η πλειοψηφία των ψηφοφόρων έχει γίνει αντισυστημική. Και θα γίνουν όλοι αντισυστημικοί αν τα δύο συστημικά κόμματα δεν βάλουν τα συμφέροντα και την ευημερία των ψηφοφόρων στο επίκεντρο της πολιτικής τους.
Το ότι η κυβέρνηση επιταχύνει την ατζέντα της το παρατηρούμε. Το ότι δεν ασχολείται με τα βασικά προβλήματα του κόσμου επίσης το παρατηρούμε. Το ίδιο ισχύει και με το ΠΑΣΟΚ, το οποίο μοιάζει εντελώς… αφηρημένο. Σε συνδυασμό αυτά τα δύο κόμματα, Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, είναι τα συστημικά κόμματα της Ελλάδας. Και το άθροισμα των ψήφων τους δεν πλησιάζει καν το 50%. Η πλειοψηφία των ψηφοφόρων έχει γίνει αντισυστημική. Και θα γίνουν όλοι αντισυστημικοί αν τα δύο συστημικά κόμματα δεν βάλουν τα συμφέροντα και την ευημερία των ψηφοφόρων στο επίκεντρο της πολιτικής τους.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα