Πάλι οι τράπεζες στο επίκεντρο του προβλήματος
Nikolopoulos

Γρ. Νικολόπουλος

Πάλι οι τράπεζες στο επίκεντρο του προβλήματος

Για μία ακόμη φορά η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια κρίση -που προς το παρόν ευτυχώς μοιάζει ελεγχόμενη- του τραπεζικού συστήματος. Η κατάρρευση τριών αμερικανικών τραπεζών είχε περιορισμένες επιδράσεις επειδή αυτές οι τράπεζες ήταν σχετικά μικρές, με την έννοια ότι δεν είχαν πολλές δανειοδοτήσεις.

Χρηματοδοτούσαν κυρίως εταιρείες start-up και δεν είχαν μεγάλη συμμετοχή στη διατραπεζική αγορά. Τα πλεονάζοντα διαθέσιμά τους τα είχαν τοποθετήσει σε ομόλογα, τα επιτόκια των νέων ομολόγων ανέβηκαν εξαιτίας της πολιτικής της FED, με αποτέλεσμα τα παλιότερα ομόλογα να χάσουν την αξία τους και οι τράπεζες που είχαν επενδύσει σε αυτά να υποστούν ζημιές.

Η υπόθεση της Credit Suisse όμως είναι διαφορετική. Η ελβετική τράπεζα είναι ένας παγκόσμιος τραπεζικός παίκτης που έχει συναλλακτικές σχέσεις με τους πάντες. Με όλες τις εμπορικές τράπεζες, με όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις, με εκατομμύρια καταθέτες, είναι ενεργή στις χρηματαγορές και στις κεφαλαιαγορές, είναι βασικός συντελεστής της παγκόσμιας οικονομίας.

Η κατάρρευσή της δεν είναι αντιμετωπίσιμη. Θα προκαλούσε -αν αφηνόταν στη μοίρα της- τσουνάμι οικονομικών καταστροφών και πτωχεύσεων τραπεζών και επιχειρήσεων. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας ανακοίνωσε ότι θα της διαθέσει μέχρι 50 δισ. δολάρια για ενίσχυση. Η εμπιστοσύνη στο παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα θα κλονιζόταν αν κατέρρεε και αυτό θα ήταν καταστροφικό. Ας ελπίσουμε ότι με τη στήριξη αυτή, το πρόβλημα αντιμετωπίζεται.

Ωστόσο, αυτό που δεν αντιμετωπίζεται είναι τα αίτια του προβλήματος, τα οποία δεν αφορούν μόνο την Credit Suisse, αλλά εν δυνάμει όλες τις τράπεζες του κόσμου.
Το πρόβλημα σχετίζεται με την αντίθεση μεταξύ της νομισματικής πολιτικής που ακολουθούν οι κεντρικές τράπεζες και των μέτρων που χρειάζονται οι μεγάλες εμπορικές τράπεζες και οι μεγάλες επιχειρήσεις για να επιβιώνουν.

Οσο οι κεντρικές τράπεζες ακολουθούσαν μια πολιτική χαμηλών επιτοκίων, οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις δεν είχαν μεγάλα προβλήματα. Είχαν μάθει να λειτουργούν σε ένα σταθερό περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων. Τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι τράπεζες διέθεταν τεράστια ρευστότητα την οποία τοποθετούσαν στα «ασφαλή» κρατικά ομόλογα ή σε επίσης «ασφαλή» ομόλογα μεγάλων επιχειρήσεων. Οταν οι κεντρικές τράπεζες του Δυτικού κόσμου άλλαξαν τη νομισματική πολιτική και άρχισαν να ανεβάζουν με ταχύ ρυθμό τα επιτόκια, ξεκίνησαν και τα προβλήματα. Οι «παλιές» τοποθετήσεις έχασαν την αξία τους και οι ζημιές άρχισαν να συσσωρεύονται.

Κλείσιμο
Βεβαίως, από την άλλη μεριά, οι τράπεζες ενώ χάνουν λιγότερα από την υποχώρηση της αξίας των ομολόγων τους, τα κερδίζουν από την αύξηση των επιτοκίων χορηγήσεων. Αυτό όμως με τη σειρά του προκαλεί πρόβλημα στις επιχειρήσεις που έχουν μεγάλο δανεισμό και έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος προβλημάτων που τελικά σκάει στα κεφάλια όλων, αλυσιδωτά.

Τι πρέπει λοιπόν να γίνει; Φυσικά και δεν γνωρίζω. Ομως θεωρώ ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έκανε μεγάλο λάθος να αλλάξει πολιτική και να αυξάνει με ταχύ ρυθμό τα επιτόκια. Το έκανε δε εν γνώσει της ότι θα προκαλέσει πρόβλημα στις επιχειρήσεις και τις οικονομίες.

Γιατί το έκανε; Διότι το καταστατικό της θέτει ως βασικό στόχο της την αντιμετώπιση του πληθωρισμού. Και όταν εμφανίστηκε έντονη διακύμανση των τιμών, η ΕΚΤ αντέδρασε θεωρώντας ότι οφείλει να αντιδράσει για να μην κατηγορηθεί ότι έμεινε άπραγη. Το ενδιαφέρον είναι ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες των ευρωπαϊκών χωρών που απαρτίζουν το συμβούλιο της ΕΚΤ είναι μοιρασμένοι στα δύο. Οι μεν «ιέρακες» της κεντρικής Ευρώπης υπό τη γερμανική επιρροή επιμένουν στην ταχύτατη αύξηση των επιτοκίων, οι δε «περιστερές» του ευρωπαϊκού Νότου, μεταξύ των οποίων και ο δικός μας Γιάννης Στουρνάρας, φωνάζουν για συγκράτηση του ρυθμού ανόδου. Επικρατούν οι «ιέρακες». (Σημείωση: Τα παρατσούκλια τα έχουν βγάλει οι ίδιοι.)

Οι «περιστερές» όμως έχουν δίκιο. Και έχουν δίκιο επειδή ο πληθωρισμός, τον οποίο πάει να αντιμετωπίσει η ΕΚΤ με τις αυξήσεις των επιτοκίων, δεν είναι συνήθης πληθωρισμός. Δεν προέρχεται από την αύξηση της ζήτησης, αλλά από τη δυσκολία στην προσφορά και στη μεταφορά βασικών προϊόντων, των commodities - αρχικά εξαιτίας του COVID και στη συνέχεια του πολέμου.

Η δυσκολία στην προσφορά των βασικών προϊόντων και της ενέργειας οδήγησε σε αύξηση των τιμών τους και σε συνακόλουθη αύξηση όλων των τιμών όλων των προϊόντων. Είναι απλό: Ακριβαίνει η τιμή των ζωοτροφών, δεν τρώνε καλά οι αγελάδες στη Νάξο, παράγουν λιγότερο γάλα, ακριβαίνει και η τιμή της γραβιέρας Νάξου.

Τα πάντα λοιπόν ακρίβυναν ξαφνικά. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι έχουμε πληθωρισμό. Εχουμε σίγουρα μια απότομη αλλαγή επιπέδου τιμών σε όλα. Εκεί που έφτασαν απότομα οι τιμές, εκεί και έμειναν. Αυτό δεν είναι πληθωρισμός αφού δεν υπάρχει σπιράλ συνεχόμενης ανόδου. Και για αυτόν ακριβώς τον λόγο η απόφαση της ΕΚΤ να ανεβάσει τα επιτόκια δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Αντίθετα, δημιουργεί μεγαλύτερο πρόβλημα· για την ακρίβεια, δημιουργεί πληθωρισμό και ζημιές σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.

Η άνοδος των επιτοκίων μειώνει τις δυνατότητες των νοικοκυριών να εξυπηρετήσουν το κόστος ζωής τους, μειώνει τον τζίρο και τα κέρδη των επιχειρήσεων, και αυξάνει το κόστος εξυπηρέτησης των δανείων των επιχειρήσεων. Ετσι δεν μπορούν να μειώσουν τις τιμές των προϊόντων τους, παρόλο που το κόστος των βασικών υλών και της ενέργειας στο μεταξύ μειώνεται.

Με λίγα λόγια, η λανθασμένη πολιτική της ΕΚΤ προκαλεί πληθωρισμό και ύφεση ταυτόχρονα. Παράλληλα, αυτή η ίδια λανθασμένη πολιτική προκαλεί πρόβλημα στις υγιείς τράπεζες που είχαν τοποθετήσει τα πλεονάσματά τους σε ομόλογα που απαξιώνονται. Αντίθετα, οι πιο αδύναμες τράπεζες, όπως οι δικές μας οι οποίες απλώς απολαμβάνουν τώρα την άνοδο των επιτοκίων των δανείων που είχαν χορηγήσει και των νέων που χορηγούν, επειδή δεν αυξάνουν και τα επιτόκια καταθέσεων (όπως κάνουν οι ξένες), είναι μια χαρά χαρούμενες.

Μέχρι βεβαίως να ξαναδημιουργήσουν οι ίδιες πρόβλημα και στην οικονομία και στον εαυτό τους από την αύξηση των επιτοκίων των δανείων διότι ήδη άρχισαν να δημιουργούν νέα κόκκινα δάνεια που θα εμφανιστούν τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, αυτό δεν τις απασχολεί, διότι θα τις σώσουν πάλι οι φορολογούμενοι με την υποχρεωτική χρηματοδότηση των ζημιών του τραπεζικού συστήματος από τους φορολογούμενους, που επιβάλλεται στην Ελλάδα.

Κάπως έτσι περιγράφεται -κατά τη γνώμη μου- το ζήτημα, που όμως έχει αναμφίβολα πολλές άλλες παραμέτρους και σηκώνει πολλή συζήτηση περί του τι και τις πταίει. Οποιος όμως και να φταίει, οι τράπεζες είναι στο επίκεντρο του προβλήματος.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ