Γιατί ο Τσίπρας θέλει και δεύτερο γύρο
Νίκος Φελέκης
Γιατί ο Τσίπρας θέλει και δεύτερο γύρο
Παρά τις διαρκείς αναφορές του σε προοδευτική διακυβέρνηση που θα προκύψει από την απλή αναλογική, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ προτιμά να υπάρξει και νέα αναμέτρηση ώστε σε περίπτωση ήττας να καθιερωθεί ως «αφεντικό» στην Κεντροαριστερά
Μέχρι τώρα οι εκλογές ήταν υπόθεση δύο κομμάτων, δύο υποψήφιων πρωθυπουργών. Με την απλή αναλογική τα πράγματα αλλάζουν. Γίνονται παιχνίδι για τρεις, ενδεχομένως και για τέσσερις. Από τη στιγμή που η επίτευξη αυτοδυναμίας μοιάζει -και είναι- ανέφικτη, εκτός από τη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ που θα παλέψουν για την πρωτιά, στην εξίσωση της διακυβέρνησης μπαίνει και το ΠΑΣΟΚ.
Μάλιστα, το κλειδί των εξελίξεων δεν το κρατάει ο Κυριάκος Μητσοτάκης ή ο Αλέξης Τσίπρας, αλλά ο Νίκος Ανδρουλάκης. Αν αυτός συμφωνήσει να συνεργαστεί με τον νικητή των εκλογών τότε δεν θα χρειαστεί να πάμε σε νέες εκλογές. Αρκεί βεβαίως οι έδρες του πρώτου και του τρίτου κόμματος να υπερβαίνουν τις 150 και να μη χρειάζεται η συνεργασία και τρίτου κόμματος για να σχηματιστεί κυβερνητική πλειοψηφία.
Το σίγουρο είναι ότι, όποτε και να στηθούν οι κάλπες, οι εκλογές θα γίνουν σε κλίμα οξύτητας και ακραίας πόλωσης. Οι αναφορές του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε «καθεστώς και Αγία Οικογένεια συμφερόντων Μητσοτάκη» ανεβάζουν τους τόνους της πολιτικής αντιπαράθεσης σε σημείο που ακόμη και η συνήθως ψύχραιμη Ντόρα Μπακογιάννη να υποστηρίζει ότι ο Τσίπρας «χτίζει το αφήγημα της νοθείας των εκλογών αλά Τραμπ για να δικαιολογήσει την επερχόμενη ήττα του».
Πόλωση και τοξικότητα
Η πόλωση βοηθάει τους Μητσοτάκη και Τσίπρα, αντίθετα η τοξικότητα στην αντιπαράθεση μπορεί να ευνοήσει τον Ανδρουλάκη. Και οπωσδήποτε οδηγεί σε διχασμό την κοινωνία, τη στιγμή που ο αναθεωρητισμός του Ερντογάν απαιτεί να υπάρχει εθνική ομοψυχία ώστε να αντιμετωπιστεί με επιτυχία η επιθετικότητα, εφόσον εκδηλωθεί, των Τούρκων στο Αιγαίο, στη Θράκη ή στην Κύπρο.
Προφανώς, αυτό είχε στο μυαλό του και ο Αλέξης Τσίπρας όταν υποστήριξε ότι «η μοναδική περίπτωση στην οποία οφείλουν να συνεργαστούν Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ είναι σε πολύ έκτακτες συνθήκες εθνικής ανάγκης». Ενδεχομένως και για να απαντήσει ότι η πρότασή του για «μόνιμο συμβούλιο εξωτερικής πολιτικής μέχρι να γίνουν οι εκλογές» δεν συνιστά ανευθυνότητα και πολιτικό τυχοδιωκτισμό, όπως τον κατηγόρησε η κυβέρνηση.
Η έγνοια του Τσίπρα σχετικά με το blame game των πρόωρων εκλογών είναι οι ψηφοφόροι, ιδίως αυτοί της μεσαίας και της ανώτερης τάξης, να μη χρεώσουν σε αυτόν την ευθύνη. Γι’ αυτό και λέει «αν πραγματικά νοιάζεται ο κ. Μητσοτάκης για το πολιτικό κλίμα, υπάρχει ένας τρόπος να έχουμε μια συνεννοημένη και πολιτισμένη αντιπαράθεση όπως γίνεται σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, να μας πει ότι “έχω αποφασίσει να πάω σε εκλογές τον Σεπτέμβρη, τον Οκτώβρη”, για να μην επηρεάσει και την τουριστική διαδικασία και να συμφωνήσουμε σε αυτό...
Μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει σοβαρός πολιτικός διάλογος, αντιπαράθεση πάνω σε προγράμματα, χωρίς τοξικότητα». Από την άλλη, ο Μητσοτάκης το σίγουρο είναι ότι για να προκηρύξει πρόωρες εκλογές θα αναγορεύσει σε σπουδαίο εθνικό λόγο το τοξικό πολιτικό κλίμα, το οποίο, όπως θα υποστηρίξει, με ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ υπονομεύει την οικονομική και κοινωνική συνοχή και δυναμιτίζει την ενότητα έναντι της τουρκικής απειλής...
Σενάρια
Οι προβληματισμοί που αναπτύσσονται στις «κλειστές αίθουσες» των τριών κομμάτων αποτελούν την πρώτη ύλη για τα σενάρια που γράφουν και σβήνουν οι στενοί συνεργάτες των αρχηγών, σε συνάρτηση με τα ευρηματικά και τα ποιοτικά στοιχεία των κυλιόμενων δημοσκοπήσεων. Σενάρια που έχουν γίνει εξαιρετικά επίκαιρα με την ισχυρή πλέον πιθανότητα να στηθούν κάλπες τον Σεπτέμβριο. Το ΠΑΣΟΚ θέλει να γίνουν πρόωρες εκλογές επειδή ο χρόνος, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, μάλλον δεν είναι σύμμαχός του.
Μπορεί να σταθεροποείται σε διψήφιο ποσοστό, όμως η απήχησή του βαίνει μειούμενη. Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρότι ο Αλέξης Τσίπρας έχει βγει στα κεραμίδια και τις ζητά κάθε μέρα με ολοένα πιο επιθετική φρασεολογία, θα προτιμούσε οι εκλογές να γίνουν την άνοιξη του 2023 ώστε να έχει αυξηθεί (όπως πιθανολογείται και μάλλον βασίμως αν επιβεβαιωθούν τα δυσμενή σενάρια για ακρίβεια, πληθωρισμό και πανδημία) περισσότερο η δυσαρέσκεια για την κυβέρνηση.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι για τη Ν.Δ. τώρα είναι η ώρα να στήσει κάλπες. Μπορεί η Ντόρα Μπακογιάννη να υποστηρίζει -και μάλλον έχει δίκαιο- ότι «ο Κυριάκος δεν έχει αποφασίσει ακόμη αν θα γίνουν εκλογές», αλλά η δυναμική που έχει αποκτήσει το στήσιμο κάλπης τον Σεπτέμβριο το πιθανότερο είναι και να τις επιβάλει. Ηδη τα τηλεοπτικά κανάλια κλείνουν καλεσμένους για τις Δευτέρες 12 και 19 Σεπτεμβρίου για σχολιασμό των εκλογικών αποτελεσμάτων. Αν οι εκλογές θα γίνουν στις 11, στις 18 ή στις 25 Σεπτεμβρίου ή στις 2 Οκτωβρίου μάλλον είναι αδιάφορο εάν ο Κυριάκος διαβεί τελικά τον Ρουβίκωνα και καταλήξει να γίνουν άμεσα και όχι στο τέλος της τετραετίας.
Προσώρας, λέει στους συνεργάτες του ότι σε αντίθεση με όσα κακά προφητεύονται για τους επόμενους μήνες και ιδιαίτερα για τον χειμώνα, ο ίδιος έχει καλό feeling για τα επερχόμενα. Ομως η πραγματικότητα, ακόμη και η ευρωπαϊκή, όχι μόνο η εγχώρια, αλλά και στα Ελληνοτουρκικά μάλλον αντιστρατεύεται παρά επικουρεί την αισιοδοξία του πρωθυπουργού.
Δίλημμα θα έχει και η Χαριλάου Τρικούπη. Τι θα κάνει ο Ανδρουλάκης; Θα συμφωνήσει να ξανακυβερνήσει το ΠΑΣΟΚ με τη Ν.Δ., όπως έγινε με Σαμαρά και Βενιζέλο; Το αντέχει πολιτικά; Θα αφήσει την αντιπολίτευση, αλλά και την Κεντροαριστερά, αποκλειστικά στον ΣΥΡΙΖΑ; Από την άλλη, αν αρνηθεί και πάμε σε δεύτερες εκλογές ο κίνδυνος να γίνει... σάντουιτς ανάμεσα σε Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ είναι μεγάλος. Αν στις εκλογές με απλή αναλογική εκλέξει 40-45 βουλευτές, στις εκλογές με ενισχυμένη μπορεί να πέσει στους 25. Αντέχει να δει τα ποσοστά του να συρρικνώνονται και πιθανώς να επιστρέψει σε μονοψήφια νούμερα;
Μάλιστα, το κλειδί των εξελίξεων δεν το κρατάει ο Κυριάκος Μητσοτάκης ή ο Αλέξης Τσίπρας, αλλά ο Νίκος Ανδρουλάκης. Αν αυτός συμφωνήσει να συνεργαστεί με τον νικητή των εκλογών τότε δεν θα χρειαστεί να πάμε σε νέες εκλογές. Αρκεί βεβαίως οι έδρες του πρώτου και του τρίτου κόμματος να υπερβαίνουν τις 150 και να μη χρειάζεται η συνεργασία και τρίτου κόμματος για να σχηματιστεί κυβερνητική πλειοψηφία.
Το σίγουρο είναι ότι, όποτε και να στηθούν οι κάλπες, οι εκλογές θα γίνουν σε κλίμα οξύτητας και ακραίας πόλωσης. Οι αναφορές του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε «καθεστώς και Αγία Οικογένεια συμφερόντων Μητσοτάκη» ανεβάζουν τους τόνους της πολιτικής αντιπαράθεσης σε σημείο που ακόμη και η συνήθως ψύχραιμη Ντόρα Μπακογιάννη να υποστηρίζει ότι ο Τσίπρας «χτίζει το αφήγημα της νοθείας των εκλογών αλά Τραμπ για να δικαιολογήσει την επερχόμενη ήττα του».
Πόλωση και τοξικότητα
Η πόλωση βοηθάει τους Μητσοτάκη και Τσίπρα, αντίθετα η τοξικότητα στην αντιπαράθεση μπορεί να ευνοήσει τον Ανδρουλάκη. Και οπωσδήποτε οδηγεί σε διχασμό την κοινωνία, τη στιγμή που ο αναθεωρητισμός του Ερντογάν απαιτεί να υπάρχει εθνική ομοψυχία ώστε να αντιμετωπιστεί με επιτυχία η επιθετικότητα, εφόσον εκδηλωθεί, των Τούρκων στο Αιγαίο, στη Θράκη ή στην Κύπρο.
Προφανώς, αυτό είχε στο μυαλό του και ο Αλέξης Τσίπρας όταν υποστήριξε ότι «η μοναδική περίπτωση στην οποία οφείλουν να συνεργαστούν Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ είναι σε πολύ έκτακτες συνθήκες εθνικής ανάγκης». Ενδεχομένως και για να απαντήσει ότι η πρότασή του για «μόνιμο συμβούλιο εξωτερικής πολιτικής μέχρι να γίνουν οι εκλογές» δεν συνιστά ανευθυνότητα και πολιτικό τυχοδιωκτισμό, όπως τον κατηγόρησε η κυβέρνηση.
Η έγνοια του Τσίπρα σχετικά με το blame game των πρόωρων εκλογών είναι οι ψηφοφόροι, ιδίως αυτοί της μεσαίας και της ανώτερης τάξης, να μη χρεώσουν σε αυτόν την ευθύνη. Γι’ αυτό και λέει «αν πραγματικά νοιάζεται ο κ. Μητσοτάκης για το πολιτικό κλίμα, υπάρχει ένας τρόπος να έχουμε μια συνεννοημένη και πολιτισμένη αντιπαράθεση όπως γίνεται σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, να μας πει ότι “έχω αποφασίσει να πάω σε εκλογές τον Σεπτέμβρη, τον Οκτώβρη”, για να μην επηρεάσει και την τουριστική διαδικασία και να συμφωνήσουμε σε αυτό...
Μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει σοβαρός πολιτικός διάλογος, αντιπαράθεση πάνω σε προγράμματα, χωρίς τοξικότητα». Από την άλλη, ο Μητσοτάκης το σίγουρο είναι ότι για να προκηρύξει πρόωρες εκλογές θα αναγορεύσει σε σπουδαίο εθνικό λόγο το τοξικό πολιτικό κλίμα, το οποίο, όπως θα υποστηρίξει, με ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ υπονομεύει την οικονομική και κοινωνική συνοχή και δυναμιτίζει την ενότητα έναντι της τουρκικής απειλής...
Σενάρια
Οι προβληματισμοί που αναπτύσσονται στις «κλειστές αίθουσες» των τριών κομμάτων αποτελούν την πρώτη ύλη για τα σενάρια που γράφουν και σβήνουν οι στενοί συνεργάτες των αρχηγών, σε συνάρτηση με τα ευρηματικά και τα ποιοτικά στοιχεία των κυλιόμενων δημοσκοπήσεων. Σενάρια που έχουν γίνει εξαιρετικά επίκαιρα με την ισχυρή πλέον πιθανότητα να στηθούν κάλπες τον Σεπτέμβριο. Το ΠΑΣΟΚ θέλει να γίνουν πρόωρες εκλογές επειδή ο χρόνος, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, μάλλον δεν είναι σύμμαχός του.
Μπορεί να σταθεροποείται σε διψήφιο ποσοστό, όμως η απήχησή του βαίνει μειούμενη. Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρότι ο Αλέξης Τσίπρας έχει βγει στα κεραμίδια και τις ζητά κάθε μέρα με ολοένα πιο επιθετική φρασεολογία, θα προτιμούσε οι εκλογές να γίνουν την άνοιξη του 2023 ώστε να έχει αυξηθεί (όπως πιθανολογείται και μάλλον βασίμως αν επιβεβαιωθούν τα δυσμενή σενάρια για ακρίβεια, πληθωρισμό και πανδημία) περισσότερο η δυσαρέσκεια για την κυβέρνηση.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι για τη Ν.Δ. τώρα είναι η ώρα να στήσει κάλπες. Μπορεί η Ντόρα Μπακογιάννη να υποστηρίζει -και μάλλον έχει δίκαιο- ότι «ο Κυριάκος δεν έχει αποφασίσει ακόμη αν θα γίνουν εκλογές», αλλά η δυναμική που έχει αποκτήσει το στήσιμο κάλπης τον Σεπτέμβριο το πιθανότερο είναι και να τις επιβάλει. Ηδη τα τηλεοπτικά κανάλια κλείνουν καλεσμένους για τις Δευτέρες 12 και 19 Σεπτεμβρίου για σχολιασμό των εκλογικών αποτελεσμάτων. Αν οι εκλογές θα γίνουν στις 11, στις 18 ή στις 25 Σεπτεμβρίου ή στις 2 Οκτωβρίου μάλλον είναι αδιάφορο εάν ο Κυριάκος διαβεί τελικά τον Ρουβίκωνα και καταλήξει να γίνουν άμεσα και όχι στο τέλος της τετραετίας.
Προσώρας, λέει στους συνεργάτες του ότι σε αντίθεση με όσα κακά προφητεύονται για τους επόμενους μήνες και ιδιαίτερα για τον χειμώνα, ο ίδιος έχει καλό feeling για τα επερχόμενα. Ομως η πραγματικότητα, ακόμη και η ευρωπαϊκή, όχι μόνο η εγχώρια, αλλά και στα Ελληνοτουρκικά μάλλον αντιστρατεύεται παρά επικουρεί την αισιοδοξία του πρωθυπουργού.
Δίλημμα θα έχει και η Χαριλάου Τρικούπη. Τι θα κάνει ο Ανδρουλάκης; Θα συμφωνήσει να ξανακυβερνήσει το ΠΑΣΟΚ με τη Ν.Δ., όπως έγινε με Σαμαρά και Βενιζέλο; Το αντέχει πολιτικά; Θα αφήσει την αντιπολίτευση, αλλά και την Κεντροαριστερά, αποκλειστικά στον ΣΥΡΙΖΑ; Από την άλλη, αν αρνηθεί και πάμε σε δεύτερες εκλογές ο κίνδυνος να γίνει... σάντουιτς ανάμεσα σε Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ είναι μεγάλος. Αν στις εκλογές με απλή αναλογική εκλέξει 40-45 βουλευτές, στις εκλογές με ενισχυμένη μπορεί να πέσει στους 25. Αντέχει να δει τα ποσοστά του να συρρικνώνονται και πιθανώς να επιστρέψει σε μονοψήφια νούμερα;
Δύσκολα, αφού οι περίπου 20 βουλευτές που θα χάσουν την έδρα τους, αλλά και ένα σημαντικό τμήμα της λεγόμενης «διαπλοκής συμφερόντων», θα πιέζουν, επικαλούμενοι την ανάγκη για «πολιτική και οικονομική σταθερότητα», για συγκυβέρνηση. Το ίδιο θα συμβεί και στην περίπτωση που πρώτο κόμμα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η πίεση τώρα θα είναι από δεξιά, με το κεντρογενές κομμάτι και την «ομάδα Λοβέρδου» να απειλούν ακόμη και με αποχώρηση. Μάλιστα, η πίεση αυτή θα είναι και ισχυρότερη, αφού το πιθανότερο είναι να μην αρκούν οι έδρες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ για να σχηματιστεί κυβερνητική πλειοψηφία και να χρειαστεί η συνδρομή και τρίτου κόμματος, ας πούμε του ΜέΡΑ25, εάν μπει στη Βουλή.
Ηδη από τη στιγμή που ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έβαλε στην εξίσωση της διακυβέρνησης τον Γιάνη Βαρουφάκη στο ΠΑΣΟΚ τρίβουν τα χέρια τους, αφού στον «άνθρωπο που έκλεισε τις τράπεζες το 2015» βρήκαν έναν ακόμη λόγο για να πουν «όχι» στην πρόταση Τσίπρα για «προοδευτική διακυβέρνηση».
Μεταβίβαση της ευθύνης
Εκ των πραγμάτων και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αναλυτών και κομματικών επιτελείων, το μόνο κόμμα που έχει στρατηγική πρώτου γύρου είναι το ΠΑΣΟΚ. Βεβαίως, ο Ανδρουλάκης θα χρειαστεί να βρει τρόπο να πει «ναι» σε συγκυβέρνηση με τρόπο που να μεταθέτει σε Μητσοτάκη και Τσίπρα το «όχι» στον σχηματισμό κυβέρνησης από την πρώτη κάλπη.
Το πιθανότερο, όπως εκτιμούν Μαξίμου και Κουμουνδούρου, είναι να θελήσει να λάβει κι αυτός την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ώστε σε περίπτωση που υπάρξει συμφωνία, να εμφανιστεί ότι έγινε με τους δικούς του όρους και αφού προηγουμένως μεταβιβάσει την ευθύνη της απόφασης («με τη Ν.Δ. ή τον ΣΥΡΙΖΑ;») στα 150.000 μέλη του κόμματος μέσω ηλεκτρονικού δημοψηφίσματος.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όπως προείπαμε, προτιμά να πάμε σε δεύτερες εκλογές, εφόσον βεβαίως το ποσοστό που θα πάρει με την απλή αναλογική προδιαγράφει αυτοδυναμία στις επόμενες με την ενισχυμένη. Ομως θα πρέπει να συνυπολογίσει αν τον συμφέρει να αντιμετωπίσει μόνος του τα επερχόμενα, ή να μοιραστεί το πολιτικό κόστος με το ΠΑΣΟΚ, αποδεχόμενος και τα προβλήματα που συνεπάγεται η διακυβέρνηση σε περιπτώσεις συγκυβέρνησης.
Το 34% φαίνεται ότι είναι το όριο για να αποφασίσει ποια από τις δύο λύσεις θα επιλέξει. Ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί να διαλαλεί, σε κάθε τόνο και με κάθε ευκαιρία, ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ έχει στρατηγική πρώτου γύρου», όμως η αλήθεια είναι ότι ο ίδιος θα προτιμούσε να πάμε σε δεύτερες εκλογές ακόμη και στην περίπτωση που έστω και οριακά -για μία ψήφο, όπως λέει- είναι πρώτο κόμμα.
Η απλή αναλογική τον βολεύει για να μην μπορέσει ο Μητσοτάκης να σχηματίσει κυβέρνηση. Τώρα που έχει αντέξει την πίεση και ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν επέστρεψε σε χαμηλά ποσοστά, όπως πολλοί προέβλεπαν, αλλά έχει κατοχυρώσει καθαρά και τον ρόλο του αφεντικού στην Κεντροαριστερά, αλλά και στο κόμμα του, τον βολεύει η ενισχυμένη ώστε να πάει σε μονομαχία με τον Μητσοτάκη για το ποιος θα κυβερνήσει τη χώρα.
Διακύβευμα
Με την ενισχυμένη αναλογική και με διακύβευμα «ποιος θα κυβερνήσει τη χώρα; Δεξιά ή Αριστερά; Μητσοτάκης ή Τσίπρας; Συντηρητική ή Προοδευτική κυβέρνηση;» θεωρεί ότι συγκεντρώνει μεγάλες πιθανότητες να κερδίσει τις εκλογές εάν καταφέρει να πάρει αριστερόστροφους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ και αριστερούς από το ΚΚΕ, το ΜέΡΑ25 και τα εξωκοινοβουλευτικά σχήματα (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΛΑΕ κ.ά.).
Ακόμη κι αν δεν το καταφέρει και τις εκλογές τις κερδίσει η Ν.Δ., θα έχει κατοχυρώσει ότι ο δεύτερος πόλος είναι οριστικά ο ΣΥΡΙΖΑ και ο ίδιος δεν έχει παρά να περιμένει μέχρι τις επόμενες εκλογές για να γίνει πρωθυπουργός, αφού τρίτη συνεχόμενη εκλογή είναι μάλλον απίθανο να κερδίσει ο Μητσοτάκης, αν σκεφτούμε ότι στη Μεταπολίτευση κανείς πρωθυπουργός (ούτε οι μεγάλοι ηγέτες Κωνσταντίνος Καραμανλής και Ανδρέας Παπανδρέου) δεν το έχει καταφέρει.
Κατά συνέπεια, ο Τσίπρας έχει στρατηγική πρώτου γύρου μόνο και μόνο για να μη γίνει πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης και για να βρεθεί ο ίδιος σε καλύτερη θέση στις εκλογές με ενισχυμένη αναλογική. Εξάλλου, ξέρει πως ακόμη κι αν βγει πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ και συμφωνήσει το ΠΑΣΟΚ να συνεργαστούν, το πιθανότερο είναι να μη σχηματίζεται κυβερνητική πλειοψηφία και να χρειαστεί είτε τις ψήφους του Βαρουφάκη είτε ψήφο ανοχής από το ΚΚΕ.
Περίπτωση να ζητηθεί έστω ψήφος ανοχής από τον Βελόπουλο δεν υπάρχει, αφού η συγκυβέρνηση με τον Καμμένο συνεχίζει να αποτελεί πρόβλημα για την εμβέλεια του ΣΥΡΙΖΑ και «στίγμα» όχι μόνο στην Αριστερά, αλλά ευρύτερα στην κοινωνία. Εξυπακούεται ότι το ίδιο ισχύει και για τον Μητσοτάκη. Συγκυβέρνηση με Βελόπουλο ή έστω με την ανοχή του δεν θέλει να την ακούει ούτε ως υποθετικό σενάριο.
Η πίεση τώρα θα είναι από δεξιά, με το κεντρογενές κομμάτι και την «ομάδα Λοβέρδου» να απειλούν ακόμη και με αποχώρηση. Μάλιστα, η πίεση αυτή θα είναι και ισχυρότερη, αφού το πιθανότερο είναι να μην αρκούν οι έδρες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ για να σχηματιστεί κυβερνητική πλειοψηφία και να χρειαστεί η συνδρομή και τρίτου κόμματος, ας πούμε του ΜέΡΑ25, εάν μπει στη Βουλή.
Ηδη από τη στιγμή που ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έβαλε στην εξίσωση της διακυβέρνησης τον Γιάνη Βαρουφάκη στο ΠΑΣΟΚ τρίβουν τα χέρια τους, αφού στον «άνθρωπο που έκλεισε τις τράπεζες το 2015» βρήκαν έναν ακόμη λόγο για να πουν «όχι» στην πρόταση Τσίπρα για «προοδευτική διακυβέρνηση».
Μεταβίβαση της ευθύνης
Εκ των πραγμάτων και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αναλυτών και κομματικών επιτελείων, το μόνο κόμμα που έχει στρατηγική πρώτου γύρου είναι το ΠΑΣΟΚ. Βεβαίως, ο Ανδρουλάκης θα χρειαστεί να βρει τρόπο να πει «ναι» σε συγκυβέρνηση με τρόπο που να μεταθέτει σε Μητσοτάκη και Τσίπρα το «όχι» στον σχηματισμό κυβέρνησης από την πρώτη κάλπη.
Το πιθανότερο, όπως εκτιμούν Μαξίμου και Κουμουνδούρου, είναι να θελήσει να λάβει κι αυτός την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ώστε σε περίπτωση που υπάρξει συμφωνία, να εμφανιστεί ότι έγινε με τους δικούς του όρους και αφού προηγουμένως μεταβιβάσει την ευθύνη της απόφασης («με τη Ν.Δ. ή τον ΣΥΡΙΖΑ;») στα 150.000 μέλη του κόμματος μέσω ηλεκτρονικού δημοψηφίσματος.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όπως προείπαμε, προτιμά να πάμε σε δεύτερες εκλογές, εφόσον βεβαίως το ποσοστό που θα πάρει με την απλή αναλογική προδιαγράφει αυτοδυναμία στις επόμενες με την ενισχυμένη. Ομως θα πρέπει να συνυπολογίσει αν τον συμφέρει να αντιμετωπίσει μόνος του τα επερχόμενα, ή να μοιραστεί το πολιτικό κόστος με το ΠΑΣΟΚ, αποδεχόμενος και τα προβλήματα που συνεπάγεται η διακυβέρνηση σε περιπτώσεις συγκυβέρνησης.
Το 34% φαίνεται ότι είναι το όριο για να αποφασίσει ποια από τις δύο λύσεις θα επιλέξει. Ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί να διαλαλεί, σε κάθε τόνο και με κάθε ευκαιρία, ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ έχει στρατηγική πρώτου γύρου», όμως η αλήθεια είναι ότι ο ίδιος θα προτιμούσε να πάμε σε δεύτερες εκλογές ακόμη και στην περίπτωση που έστω και οριακά -για μία ψήφο, όπως λέει- είναι πρώτο κόμμα.
Η απλή αναλογική τον βολεύει για να μην μπορέσει ο Μητσοτάκης να σχηματίσει κυβέρνηση. Τώρα που έχει αντέξει την πίεση και ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν επέστρεψε σε χαμηλά ποσοστά, όπως πολλοί προέβλεπαν, αλλά έχει κατοχυρώσει καθαρά και τον ρόλο του αφεντικού στην Κεντροαριστερά, αλλά και στο κόμμα του, τον βολεύει η ενισχυμένη ώστε να πάει σε μονομαχία με τον Μητσοτάκη για το ποιος θα κυβερνήσει τη χώρα.
Διακύβευμα
Με την ενισχυμένη αναλογική και με διακύβευμα «ποιος θα κυβερνήσει τη χώρα; Δεξιά ή Αριστερά; Μητσοτάκης ή Τσίπρας; Συντηρητική ή Προοδευτική κυβέρνηση;» θεωρεί ότι συγκεντρώνει μεγάλες πιθανότητες να κερδίσει τις εκλογές εάν καταφέρει να πάρει αριστερόστροφους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ και αριστερούς από το ΚΚΕ, το ΜέΡΑ25 και τα εξωκοινοβουλευτικά σχήματα (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΛΑΕ κ.ά.).
Ακόμη κι αν δεν το καταφέρει και τις εκλογές τις κερδίσει η Ν.Δ., θα έχει κατοχυρώσει ότι ο δεύτερος πόλος είναι οριστικά ο ΣΥΡΙΖΑ και ο ίδιος δεν έχει παρά να περιμένει μέχρι τις επόμενες εκλογές για να γίνει πρωθυπουργός, αφού τρίτη συνεχόμενη εκλογή είναι μάλλον απίθανο να κερδίσει ο Μητσοτάκης, αν σκεφτούμε ότι στη Μεταπολίτευση κανείς πρωθυπουργός (ούτε οι μεγάλοι ηγέτες Κωνσταντίνος Καραμανλής και Ανδρέας Παπανδρέου) δεν το έχει καταφέρει.
Κατά συνέπεια, ο Τσίπρας έχει στρατηγική πρώτου γύρου μόνο και μόνο για να μη γίνει πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης και για να βρεθεί ο ίδιος σε καλύτερη θέση στις εκλογές με ενισχυμένη αναλογική. Εξάλλου, ξέρει πως ακόμη κι αν βγει πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ και συμφωνήσει το ΠΑΣΟΚ να συνεργαστούν, το πιθανότερο είναι να μη σχηματίζεται κυβερνητική πλειοψηφία και να χρειαστεί είτε τις ψήφους του Βαρουφάκη είτε ψήφο ανοχής από το ΚΚΕ.
Περίπτωση να ζητηθεί έστω ψήφος ανοχής από τον Βελόπουλο δεν υπάρχει, αφού η συγκυβέρνηση με τον Καμμένο συνεχίζει να αποτελεί πρόβλημα για την εμβέλεια του ΣΥΡΙΖΑ και «στίγμα» όχι μόνο στην Αριστερά, αλλά ευρύτερα στην κοινωνία. Εξυπακούεται ότι το ίδιο ισχύει και για τον Μητσοτάκη. Συγκυβέρνηση με Βελόπουλο ή έστω με την ανοχή του δεν θέλει να την ακούει ούτε ως υποθετικό σενάριο.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα