Μαριάννα Πουρέγκα: «Η αλήθεια κρύβεται σε αυτά που δεν λέμε»
Από τη λογιστική στις θεατρικές σκηνές και από την Επίδαυρο σε μια από τις πιο δημοφιλείς σειρές του ERTFLIX - Η πρωταγωνίστρια με τον διπλό ρόλο στο «Απαραίτητο φως» μιλάει για όσα οδήγησαν στο πολλά υποσχόμενο ξεκίνημά της στην TV
Συνέντευξη στην Μαρία Λεμονιά
Φωτογράφος Πάνος Γιαννακόπουλος
Επιμέλεια Styling Λίζη Παπάζογλου
Η Μαριάννα Πουρέγκα είναι το πρόσωπο της τηλεοπτικής σεζόν, καθώς αν και θεατρική κυρίως ηθοποιός, φέτος πρωταγωνιστεί στη σειρά που αγαπήθηκε άμα τη εμφανίσει, το «Απαραίτητο φως» που προβάλλεται στο ERTFLIX. Κατέχει μάλιστα διπλό ρόλο, υποδυόμενη ταυτόχρονα τη γιαγιά και την εγγονή σε διαφορετικές εποχές. Η γεννημένη στη Λάρισα ηθοποιός ξεκίνησε σπουδάζοντας Λογιστικά αλλά γρήγορα αντιλήφθηκε ότι αυτό που την κάνει ευτυχισμένη είναι η τέχνη. Ειδικά τώρα, που έπειτα από μια πλούσια θεατρική πορεία, συγκεντρώνει τα φλας και με έναν τηλεοπτικό ρόλο-κλειδί, η επιλογή της φαίνεται να τη δικαιώνει πανηγυρικά.
Gala: Θα μας μιλήσεις λίγο για τον ρόλο σου στη σειρά «Απαραίτητο φως»;
Μαριάννα Πουρέγκα: Υποδύομαι δύο πρόσωπα, τη Λουίζ Χατζηλουκά και τη Λουίζα Λασκαράτου. Αυτές οι δύο είναι γιαγιά και εγγονή. Η Λουίζ ζει στην ταραχώδη περίοδο της Κατοχής, είναι ζωγράφος και είναι ανεξάρτητη, δυναμική και παρορμητική. Βοηθάει στον αγώνα όπως μπορεί: γίνεται εθελόντρια νοσοκόμα του Ερυθρού Σταυρού, αγοράζει φάρμακα και τρόφιμα για ανθρώπους που τα έχουν ανάγκη, βοηθάει στα συσσίτια και δεν διστάζει να κρύψει στο ατελιέ της Αγγλους στρατιώτες με σκοπό να τους φυγαδεύσει με την πρώτη ευκαιρία εκτός Ελλάδας. Η Λουίζα ζει στη δεκαετία του 2000, είναι εύθραυστη, κλειστή, τραυματισμένη από τα λάθη και τις ελλείψεις των γονιών της, παλεύει να βρει τρόπο να μάθει την αλήθεια και να συνδεθεί με τις ρίζες της.
Φόρεμα Self-Portrait, attica, The Department Store
G.: Πρόκειται ομολογουμένως για ένα εμπνευσμένο σενάριο.
Μ.Π.: Καταρχάς, το σενάριο είναι βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Ντορίνας Παπαλιού, ένα βιβλίο άκρως συναρπαστικό. Με τρομερή ρυθμολογία, εντελώς γειωμένους και ανθρώπινους χαρακτήρες, κοινωνικοπολιτικά στοιχεία, ίντριγκες και μυστήρια και ένα δεξιοτεχνικό μπρος-πίσω στις εποχές, από το 1940 στο 2006 και τούμπαλιν. Το σενάριο, λοιπόν, βασίστηκε πάνω σε όλα αυτά και με έναν μαγικό τρόπο η Μιρέλλα Παπαοικονόμου και η Κάτια Κισσονέργη, αυτές οι σπουδαίες κυρίες της σύγχρονης συγγραφής σεναρίων, κατάφεραν να αναδείξουν όλες τις πτυχές της ιστορίας αυτής μέσα σε μόλις 8 επεισόδια. Πραγματικός άθλος, τεράστια νίκη για τις δυο τους. Και μεγάλη χαρά για εμάς που κληθήκαμε να το παίξουμε, αλλά φυσικά και για το κοινό που έχει την ευκαιρία να το απολαύσει.
G.: Πόσο δύσκολο να μπεις σε έναν ρόλο μέσα από καταστάσεις που δεν έχεις ζήσει;
Μ.Π.: Πολύ. Ομως αυτή είναι και η πραγματική πρόκληση και το ενδιαφέρον στη δουλειά μας. Σε αυτή την περίπτωση πρέπει να μελετήσεις πολύ. Να μάθεις, να διαβάσεις, να ακούσεις μαρτυρίες, να προσπαθήσεις να μελετήσεις την εποχή που έζησε ο ήρωας ή τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες γύρω του, την οικογενειακή του κατάσταση ή τα χαρακτηριστικά που δίνονται γι’ αυτόν στο έργο ή στο σενάριο, τι λένε οι άλλοι γι’ αυτόν, τι λέει αυτός, κυρίως όμως, τι δεν λέει. Εκεί κρύβεται για μένα όλη η αλήθεια. Σε αυτά που δεν λέμε.
Φόρεμα Self-Portrait, attica, The Department Store. Σκουλαρίκια Mary Samoli, A Jewel Made in Greece
G.: Θέατρο ή τηλεόραση;
Μ.Π.: Η αλήθεια είναι πως δέκα χρόνια τώρα έπαιζα αποκλειστικά στο θέατρο και το αγαπώ βαθιά. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που πήρα μέρος σε κάτι τόσο μεγάλο και τόσο απαιτητικό στην τηλεόραση. Τη φοβόμουν, ακόμη τη φοβάμαι. Αλλά με συναρπάζει κιόλας. Το ότι πρέπει να παίξεις με όχι γραμμική ροή των σκηνών, κάτι τόσο έντονο, τόσο κοντά στον φακό και πολλές φορές χωρίς τη δυνατότητα επανάληψης λόγω πίεσης χρόνου, είναι από μόνο του πρόκληση. Σου ανοίγει άλλα κανάλια εγρήγορσης και ετοιμότητας μέσα σου. Θα ήθελα κάποια στιγμή να γνωρίσω και τον μαγικό κόσμο του κινηματογράφου.
G.: Πότε αποφάσισες να γίνεις ηθοποιός;
Μ.Π.: Στα 22 μου κι ενώ ήμουν φοιτήτρια στο τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, γνώρισα κάποιον που σπούδαζε Θέατρο και αλληλεπιδρώντας μαζί του, κρατώντας του λόγια, παρακολουθώντας πρόβες, παραστάσεις κ.τ.λ. συνειδητοποίησα πως ήθελα κι εγώ να δοκιμαστώ σε αυτόν τον χώρο. Από πολύ μικρή, άλλωστε, προϋπήρχε μέσα μου η αγάπη για το θέατρο απλώς πάντα το άφηνα πίσω μου. Εκείνος ο άνθρωπος με προέτρεψε να δώσω εξετάσεις στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, πήγα και το ένα έφερε το άλλο.
G.: Υπάρχουν άλλα πρόσωπα στα οποία νιώθεις ότι οφείλεις αρκετά για την εξέλιξή σου;
Μ.Π.: Ολοι οι άνθρωποι που με εμπιστεύτηκαν ως τώρα είναι σημαντικοί για μένα και τους είμαι ευγνώμων. Θα αναφέρω όμως κάποιες συναντήσεις-σταθμούς για την πορεία μου. Ο Θωμάς Μοσχόπουλος ήταν ο πρώτος σκηνοθέτης με τον οποίο δούλεψα με το που τέλειωσα τη σχολή, στην «Ιφιγένεια στη χώρα των Ταύρων» που ανέβηκε στην Επίδαυρο. Ηταν μεγάλο μάθημα για μένα. Θα ευγνωμονώ πάντα τον Γιάννη Λεοντάρη που μου εμπιστεύτηκε έναν ρόλο στον «Ελέφα» του Κώστα Βοσταντζόγλου, που εκ πρώτης δεν μου ταίριαζε, στην πορεία όμως αποδείχτηκε ότι απελευθέρωσε μέσα μου δυνάμεις που ούτε καν ήξερα ότι υπάρχουν. Ο Δημήτρης Τάρλοου με κάλεσε στην ακρόασή του για το «Περλιμπλίν και Μπελίσα», από ένα βιογραφικό που του είχα στείλει κάποια χρόνια πριν, με πήρε και ήταν ο λόγος που ήρθα τελικά στην Αθήνα. Και φυσικά, ο Λάμπης Ζαρουτιάδης, ο σκηνοθέτης μας, που με πρότεινε για τον διπλό ρόλο της Λουίζ/Λουίζας στο «Απαραίτητο φως». Τέλος, η οικογένεια μου και οι φίλοι μου. Πάντα. Και για πάντα.
G.: Πώς είναι η καθημερινότητά σου;
Μ.Π.: Για την ώρα, χαλαρή. Είχα τόσο πιεστικό πρόγραμμα με τα γυρίσματα και τις παραστάσεις του «Festen» τους τελευταίους μήνες που το σώμα μου και το μυαλό μου έχουν ανάγκη από ησυχία, οριακά απραξία.
G.: Ποιο είναι το μότο σου;
Μ.Π.: Το «βήμα-βήμα». Και το «να ξαναβρούμε την τρυφερότητα».
Τοπ Farm Rio και φούστα Alice + Olivia, attica, The Department Store
G.: Πώς θα περιέγραφες την εμπειρία σου με την Επίδαυρο;
Μ.Π.: Εχω βρεθεί τέσσερις φορές σε αυτό το θέατρο και όλες ήταν τόσο διαφορετικές μεταξύ τους. Κάθε φορά βιώνω ένα άλλο συναίσθημα: περιέργεια, αμηχανία, δέος, λύτρωση, φόβο, συγκίνηση, γείωση. Είναι σαν το μέρος να σε επαναφέρει στα μέτρα σου, στις εργοστασιακές σου ρυθμίσεις.
G.: Υπάρχει κάποιος ρόλος με τον οποίο θα έλεγες ότι είχες παθιαστεί ;
Μ.Π.: Η Βούλα στον «Ελέφα». Μια νέα έγκυος γυναίκα που ζει σε ένα χωριό της ελληνικής επαρχίας, με έναν άντρα και ένα στενό συγγενικό περιβάλλον βουτηγμένο στην πατριαρχία, στον μισογυνισμό, στον ρατσισμό, στην ομοφοβία, στη σωματική και ψυχολογική βία. Με οδήγησε κατευθείαν στα σκοτάδια μου αυτός ο ρόλος. Με ξεβόλεψε, με ξεκούνησε, με αρρώστησε. Εγραψε μέσα μου. Παθιάστηκα, ναι.
G.: Ο έρωτας είναι κινητήριος δύναμη για έναν ηθοποιό;
Μ.Π.: Ναι, όπως όμως και καθετί που είναι μέρος της ζωής. Θέλω να πω πως οι ηθοποιοί αντλούμε από όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας και απ’ όλες τις πτυχές της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης. Ο έρωτας είναι ούτως ή άλλως μια έντονη συναισθηματική συνθήκη για κάθε άνθρωπο, είτε ζει τον έρωτα, είτε την απουσία αυτού.
G.: Είσαι από τους ηθοποιούς που αφήνουν τον ρόλο στην εξώπορτα του σπιτιού τους;
Μ.Π.: Οχι πάντα. Καλώς ή κακώς. Πολλές φορές με επηρεάζει συνειδητά ή ασυνείδητα στον τρόπο που μιλάω, που αντιδρώ, που σκέφτομαι. Στον τρόπο που αναπνέω, στην ψυχολογία μου. Ακόμη και στα όνειρα που βλέπω στον ύπνο μου.
G.: Ποια είναι η άλλη όψη του νομίσματος στο επάγγελμά σου;
Μ.Π.: Η ανεργία κάθε 3 ή 6 μήνες. Το ότι πρέπει κάθε φορά να αποδεικνύεις από την αρχή τι μπορείς να κάνεις. Οι χαμηλές αμοιβές. Σε κάποιες περιπτώσεις, ακόμη και οι ανύπαρκτες αμοιβές. Η διαρκής προσπάθεια να αποδείξουμε ότι δεν είμαστε τσαρλατάνοι, ότι δεν το κάνουμε για την ψυχή της μάνας μας, αλλά δουλεύουμε σκληρά και βιοποριζόμαστε από αυτό, όπως όλοι οι επαγγελματίες εκεί έξω, κι ως τέτοιους θέλουμε να μας αντιμετωπίζουν. Ο ανταγωνισμός που καλλιεργείται μεταξύ συναδέλφων λόγω των δυσμενών αυτών συνθηκών. Η άσκηση εξουσίας και η κακοποιητική συμπεριφορά που μπορεί να δεχθείς ανά πάσα στιγμή. Πολλά. Και δεν αγγίζω καν το ψυχο-συναισθηματικό-σωματικό κομμάτι του καθενός, την καταπόνηση που βιώνει ο ηθοποιός όσο διαρκούν οι πρόβες ή οι παραστάσεις.
G.: Για να επιστρέψουμε στη σειρά, τι σου έμαθε ο διπλός σου ρόλος στο «Απαραίτητο Φως» ;
Μ.Π.: Οι χαρακτήρες αυτοί μου θύμισαν πώς είναι να παλεύεις για τα ιδανικά σου μέχρι το τέλος, πώς είναι να αψηφάς τη δυσκολία για κάτι που στ’ αλήθεια σε αφορά και σε καίει, να μη φοβάσαι να εκφράζεις τα συναισθήματά σου τη στιγμή που το νιώθεις γιατί μετά μπορεί να είναι πολύ αργά. Και να μη φοβάσαι το λάθος, γιατί τελικά είσαι απλά άνθρωπος