Μαίρη Χρονοπούλου: Μια κυρία στα μπουζούκια του παραδείσου

Ποτέ δεν δίστασε να τα πει έξω από τα δόντια, δεν χρειάστηκε να κρυφτεί από τον καθρέφτη της ή να μην εξομολογηθεί τις αμαρτίες της τολμώντας να τα βάλει με όλους και με όλα - ακόμα και με τον θάνατο

mairi-xronopoulou0543534
Μια γυναίκα φτιαγμένη από τη στόφα των μοιραίων θηλυκών του Χόλλυγουντ, μια κοσμοπολίτισσα, που προσγειώθηκε απότομα στην ελληνική σκηνή για να μείνει για πάντα και μια εκρηκτική προσωπικότητα που δεν άφησε αδιάφορους ούτε καν τους εχθρούς της. Πάντοτε των άκρων και ποτέ του μέσου όρου η Μαίρη Χρονοπούλου καθιερώθηκε μέσα από δραματικούς ρόλους στον κινηματογράφο και το θέατρο αλλά έκλεψε την παράσταση ως η ανέλπιστη σταρ που  έρχεται από τα σαλόνια στα μπουζούκια: στο ταλέντο της δεν αντιστάθηκε ούτε ο Γιάννης Δαλιανίδης, ούτε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, που την κάλεσε δυο φορές σε ταινία του.

Όσο για την ίδια, ποτέ δεν δίστασε να τα πει έξω από τα δόντια, δεν χρειάστηκε να κρυφτεί από τον καθρέφτη της ή να μην εξομολογηθεί τις αμαρτίες της τολμώντας να τα βάλει με όλους και με όλα-ακόμα και με τον θάνατο. Κατάφερε, μάλιστα, να τον ξεγελάσει πάνω από πέντε φορές και τον κάλεσε, μόνο όταν ένιωσε ότι θα κατέληγε ανήμπορη ή εξαρτημένη. “Θέλω να φύγω όρθια και με καθαρό μυαλό όχι σαν τη μητέρα μου που πέθανε 107 ετών με άνοια” έλεγε σε πρόσφατη συνέντευξή της προαναγγέλλοντας τη μέρα που θα έφευγε από τη ζωή, έναν ζεστό Οκτώβρη του 2023 αφήνοντας πίσω της ανθρώπους που την λάτρεψαν, στιγμές που δεν ξεχάστηκαν και μια ζωή που δεν μοιάζει απλώς με μυθιστόρημα-αλλά μάλλον το υπαγορεύει στις πιο συναρπαστικές στιγμές του.
xeonopoyloy
Τα κόκκινα φανάρια (1963)

Τα δύσκολα παιδικά χρόνια
Κλείσιμο
Μεγαλωμένη στην καρδιά της Αθήνας, σε αστικό περιβάλλον, η μικρή Μαίρη ήταν το κορίτσι που βλέπει κανείς σε γαλλικά κλασικά βιβλία, σαν αυτά που της διάβαζε η Γερμανίδα νταντά της: τα γερμανικά, τα γαλλικά και το πιάνο ήταν σε ημερήσια βάση, όπως η μουσική και η ζωγραφική σε ένα σπίτι που η ίδια περιέγραφε ως κυριλέ κολαστήριο. Με έναν πατέρα απόντα, αφού είχε φύγει από το σπίτι όταν η ίδια ήταν μικρή και τη συναντούσε μόνο σε ακριβά εστιατόρια “αναγκάζοντας με να τρώω πάντα με συγκεκριμένο τρόπο και με απόλυτο φόβο μην λεκιαστώ” και με μια μητέρα, που ασκούσε πάνω της ψυχική και σωματική βία, έζησε μια παιδική ηλικία και μια εφηβεία που άφησε μονάχα τραύματα. “Ήταν κυριολεκτικά το σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα” επαναλάμβανε ίδια στις συνεντεύξεις της.”Μεγάλωσα μόνο με γυναίκες-από την κυρία του σπιτιού, μέχρι την νταντά και τις νταντάδες, ένα απόλυτα μητριαρχικό περιβάλλον που με έκανε να αναζητώ την ανδρική παρουσία σαν τρελή. Μπορεί η μητέρα μου να μου έδωσε πολλά εφόδια αλλά με έκανε να στερηθώ το πιο πολύτιμο που ήταν η ίδια η ζωή” ομολογούσε. Παρότι μεγάλωσε διαβάζοντας πολύ,  δεν είχε ποτέ το κίνητρο να πάει στο θέατρο ακριβώς γιατί της έλειπε το θάρρος και η κοινωνικοποίηση και το μόνο που ήξερε είναι ότι ήθελε να ασχοληθεί, για ευνόητους λόγους, με την ψυχολογία. “Είχα ήδη έτοιμη δουλειά στην ψυχολογία των παιδιών-εγκληματιών, που ήταν κάτι που με ενδιέφερε και με κινητοποιούσε. Απλώς μπήκε ξαφνικά στη ζωή μου το θέατρο” έλεγε για την απότομη μεταστροφή στη ζωή της. Σε αυτό, ενδεχομένως, να έπαιξαν ρόλο οι οικογενειακές γνωριμίες και η καλή φίλη της μητέρας της Δέσπω Διαμαντίδου, η οποία της πρότεινε να κάνει ένα πέρασμα σε ένα θεατρικό έργο. Έμαθε τον ρόλο σε 72 ωρες καθώς δεν είχε κοιμηθεί ούτε στιγμή από το τρακ και πήρε το βάπτισμα του πυρός κάπως ανορθόδοξα. “Θυμάμαι στην πρεμιέρα είχε πιάσει την κουίντα με τα δυο μου χέρια, τέτοιο τρακ είχα πάθει και τότε έρχεται ο Σακελλάριος και μου δίνει μια γονατιά και βγαίνω στη σκηνή με πλονζόν. Ήμουν παράνομη δεν είχαν καν άδεια άσκησης επαγγέλματος και για να μη με συλλάβουν πήγαινα στο βάθος της σκηνής και κρυβόμουν πίσω από τα έπιπλα” έλεγε αργότερα σε συνέντευξή της. Η καριέρα της είχε έκτοτε απότομη και ανοδική πορεία με την ίδια να συμμετέχει στους πιο πετυχημένους θιάσους της εποχής-από το θέατρο του Βασίλη Λογοθετίδη και το Ελληνικό, Λαικό θέατρο του Μάνου Κατράκη μέχρι αυτό του Αλέξη Σολομού και του Αλέξου Δαμιανού, ο οποίος διαμόρφωσε και την υποκριτική παιδεία της.
xrono664564

Μοιραία πρωταγωνίστρια-η φιλία ζωής με τον Νίκο Κούρκουλο
Το παρουσιαστικό της δεν άργησε να τραβήξει την προσοχή κορυφαίων σκηνοθετών του κινηματογράφου όπως του Ντίνου Δημόπουλου. Μαζί με την άλλη μοιραία πρωταγωνίστρια, με την οποία έκαναν περάσματα συμμετέχοντας σε χορούς στο Ηρώδειο, την κλασάτη, αντίστοιχα ψιλή, αυστηρή με αδρά χαρακτηριστικά, Μάρω Κοντού βρέθηκαν να πρωταγωνιστούν στο “Χαρούμενο Ξεκίνημα” σημειώνοντας ρεκόρ εισιτηρίων. Η ταινία έκανε τέτοια επιτυχία που σύντομα ο Μιχάλης Κακογιάννης θα τη φωνάξει δίνοντας της ένα μικρό ρόλο στο “Τελευταίο ψέμα”. Τα έντονα χαρακτηριστικά, το έντονο βλέμμα, η διαφαινόμενη καλλιέργεια ακόμα και στον τρόπο που άρθρωνε τις λέξεις με εκείνη την αστική άρθρωση και το γαλλικό αξάν, ήταν τα πρώτα υλικά που μετέτρεψαν την άλλοτε δειλή μαθήτρια με τις κοτσίδες σε μοιραία ντίβα. Ήξερε, πάντα, πως να σταθεί “ο πατέρας μου είχε μάθει πως να κάθομαι με σταυρωμένα πόδια και πως να τρώω” έλεγε, πως να μιλήσει, πως να κατακεραυνώσει με ένα βλέμμα. Οι ντελικάτοι τρόποι και το επιτηδευμένο ανάστημα την ανέδειξαν σε μια από τις πιο επιβλητικές πρωταγωνίστριες της Φίνος Φίλμ, μια σαρωτική παρουσία που ταίριαζε γάντι με τους δραματικούς ρόλους των ασπρόμαυρων ταινιών της εποχής. Και αυτή το ήξερε και το απολάμβανε, χωρίς ίχνος βεντετισμού, μέχρι τέλους: Θα ταξιδέψει μέχρι τη Νέα Υόρκη, όπου θα αναπτύξει διάφορες φιλίες με διάσημους πρωταγωνιστές, το Λος Άντζελες κάνοντας, μάλιστα, εμφάνιση στο κόκκινο χαλί ως πρωταγωνίστρια σε δυο ελληνικές ταινίες που ήταν υποψήφιες για Όσκαρ, σε διάστημα ενός χρόνου: την πρώτη φορά για τη συμμετοχή της στα “Κόκκινα Φανάρια” του Βασίλη Γεωργιάδη και τη δεύτερη για το “Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο” του ιδίου. Ακολούθησαν οι ταινίες που έκανε με τον Κατσουρίδη, με συμπρωταγωνιστή τον Νίκο Κούρκουλο, με τον οποίο θα αναπτύξουν από την αρχή μια ειλικρινή φιλία. Για εκείνη, ήταν μια σχέση ζωής, που δεν επισκιάστηκε από τριγμούς ή σύννεφα, ακόμα και στις πιο δύσκολες και για τους δυο, στιγμές της ζωής τους. Όσο για το ερωτικό στοιχείο, ποτέ δεν μπήκε ανάμεσά τους “Ούτε καν μου πέρασε από το μυαλό. Για μένα ήταν ο Νίκος ήταν αδελφός, ήμουν, άλλωστε, νονά του γιου του Άλκι. Φαντάσου ότι ήταν τόσο αδελφική η σχέση που μια φορά που βιαζόμασταν μπήκαμε μαζί στην τηλεόραση και κάναμε πιπί. Τόσο πολύ θάρρος είχαμε μεταξύ μας” εκμυστηρευόταν σε μια από τις τηλεοπτικές συνεντεύξεις της. Ο Νίκος Κούρκουλος ήταν η σταθερή ανδρική παρουσία-όπως και ο Κώστας Βουτσάς και ο Κώστας Καρράς-σε μια θυελλώδη προσωπική γεμάτη από πάθη και μοιραίους έρωτες.
mairi-545345

Μια κυρία στα μπουζούκια
Αλλά ποτέ η ίδια δεν επέδειξε βεντετισμούς, δεν υιοθέτησε τις συνήθεις συμπεριφορές που έδειχναν οι πρωταγωνίστριες επιβεβαιώνοντας το πέρασμά τους στην στρατόσφαιρα της σταρ: τις μάχες για τη ‘μαρκίζα’, την υπερπροβολή, την προνομιακή μεταχείριση στο πλατό. Για εκείνην ήταν αρκετό το φιλικό μασαζάκι που της προσέφερε, πριν τα γυρίσματα, ο Γιάννης Δαλιανίδης και λίγη κουβέντα με τα παιδιά του πλατώ. Όσο για την αστική παιδεία, που ήταν πάντα το ατού της, οι καλοί τρόποι που άμαθε από σπίτι της, ήταν ταυτόχρονα ευχή και κατάρα: πολύ γρήγορα θα αρχίζει να αγανακτεί με τους δραματικούς ρόλους και το αυστηρό προφίλ προσδοκώντας το περάσμα σε πιο ανάλαφρες ταινίες. Μάταια, όμως, προσπαθεί να πείσει τον Δαλιανίδη ότι θα μπορούσε να καθιερωθεί σε πιο κωμικούς ρόλους, στα μιούζικαλ που άρχισαν να γίνονται πολύ δημοφιλή τη δεκαετία του 70: ο ίδιος της έλεγε ότι το ανάστημα της και η κυριλέ εμφάνιση δεν ταίριαζε με τον ανάλαφρο χαρακτήρα των μιούζικαλ που, εκ των πραγμάτων, ήθελαν πιο αλέγκρες και τσαχπίνες πρωταγωνίστριες με έφεση στο τραγούδι και τον χορό. Μέχρι που μια πέρα αδειάζοντας ένα μπουκάλι πορτοκαλάδα και γεμίζοντας το με κονιάκ, εντελώς μεθυσμένη άρχισε να αυτοσχεδιάζει χορεύοντας ένα εξωπραγματικό για μια αστή όπως εκείνη τσιφτετέλι. Η αίσθηση που άφησε ήταν τέτοια που σύντομα χρίστηκε η γοητευτική κυρία που με την κλάση της κατάφερε να μετατρέψει ακόμα και ένα χασάπικο σε επίδειξη υψηλής κλάσης. Αξέχαστες οι εμφανίσεις της στο “Γοργόνες και Μάγκες” και τις “Θαλασσιές της χάντρες” που δεν έπαψαν ποτέ να παίζονται στην τηλεόραση αλλά και να αποτελούν πηγή έμπνευσης για διάφορα πάρτι, drag queen shows και ανάλογες επικές βραδιές που μετέτρεψαν τη Χρονοπούλου, δεκαετίες αργότερα, στην απόλυτη πρωταγωνίστρια της αθηναικής στρέιτ και γκέι νυχτερινής Αθήνας. Ο αέρας ελευθερίας, που είχε να κάνει με τον ίδιο της τον χαρακτήρα, έβγαινε απόλυτα στον τρόπο ερμηνείας της, που πολλές φορές αδικήθηκε- ειδικά όσον αφορά συγκλονιστικές ερμηνείες της σε χατζιδακικά άσματα όπως το “Έρωτα εσύ” ή το “Υπάρχει κάπου ένα παιδί” σε μουσική Κώστα Καπνίση και σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου. Για μια ακόμα φορά αποδείκνυε ότι ήταν κυριολεκτικά και του σαλονιού και του λιμανιού. Έπαιξε, μάλιστα, δυο φορές σε ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου: παρότι όλοι θυμούνται το χαστούκι που είχε ρίξει στον αξέχαστο σκηνοθέτη στις Κάννες για μια αδικία που της έγινε στους “Κυνηγούς”, αυτό φάνηκε να τον αποτρέπει από το να την ξανακαλέσει στο “Ταξίδι στα Κύθηρα”. Είχε ήδη δοκιμαστεί στο θέατρο, όπου είχε τολμήσει να φτιάξει δικό της θίασο και ανεβάσει έργα του Ιάκωβου Καμπανέλη και του Σόμερσετ Μομ, δυο δημιουργούς που αγαπούσε πολύ. Αλλά επειδή η ζωή της μιμούταν την τέχνη της και όχι το αντίστροφο, η ιδια έμελλε να ξεπεράσει κατά πολύ σε δραματικότητα τις ηρωίδες που υποδύονταν. Ένας γάμος, ένας αρραβώνας, πολλοί χωρισμοί και αρκετοί παθιασμένοι έρωτες ήταν το καρδιογράφημα μιας γεμάτης αλλά άστατης, προσωπικής ζωής, γεμάτης, όμως, με αγάπη και με πιστούς φίλους.
xronopoulo434324

Από τον Ανδρέα Μπάρκουλη στον Νίκο Σταγόπουλο
Ο πρώτος της πλατωνικός έρωτας, προτού καν κλείσει τα 13 μπορεί να ήταν με τον κατά πολύ μεγαλύτερο της Μίμη Πλέσσα, ο οποίος αγνοούσε τα αισθήματα που έτρεφε η μικρή με τις κοτσίδες για αυτόν αλλά έμελε να μείνει ένα κεφάλαιο που κράτησε η δειλή Λολίτα για τον εαυτό της. Παρότι, όπως έλεγε, σε συνεντεύξεις της αναγκάστηκε να γινει μέχρι και αθλήτρια (!) προκειμένου να πλησιάσει την αδελφή του Πλέσσα, που έπαιζε τότε στον Σπόρτινγκ, ο έρωτας λόγω διαφοράς ηλικίας δεν ευοδώθηκε-για την ακρίβεια δεν τον ομολόγησε ποτέ στον ίδιο. Ξανερωτεύτηκε παράφορα τον Ανδρέα Μπάρκουλη, στα γυρίσματα ταινίας αλλά η ιδιαίτερα τραυματική τους σχέση την ανάγκασε σε διάλυση του αρραβώνα, κάτι για το οποίο δεν μίλησε ποτέ. Ο γάμος της με τον άλλοτε δήμαρχο Σπάτων και μετέπειτα βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Δημήτρη Μπότσαρη, τον Αύγουστο του 1975 θα αφήσει εποχή: με τους παπαράτσι να τους κυνηγάνε και την ίδια εντυπωσιακή νύφη με το άσπρο, ριχτό νυφικό της Νταίζης Αντωνοπούλου, δεν ήταν να απορείς που χρειάστηκε η επέμβαση της αστυνομίας για να ανοίξει δρόμο ώστε να καταφέρει το αμάξι που μετέφερε τη νύφη να προσεγγίσει τον περίβολο της εκκλησίας. Η εντυπωσιακή, λευκή Ρόλς Ρόις έφτασε με καθυστέρηση και με διαλυμένο το παρ μπριζ. Στον ρόλο του πατέρα της ως συνοδού στην Εκκλησία ο καλός της φίλος, Κώστας Καρράς με τον καλεσμένο, Θανάση Βέγγο να της ουρλιάζει “Μαίρη, κάποτε μου είχες πει ότι θα παντρευόσουν κάποιον σαν εμένα! Αυτός δεν μου μοιάζει”. Τρεις ημέρες μετά το είχε μετανιώσει και αναζητούσε μια θέση στον θίασο του φίλου τους Μίνω Βολονάκη, στη Θεσσαλονίκη. Σε τρία χρόνια θα έχει πάρει διαζύγιο και από τότε δεν ξαναπαντρεύτηκε ποτέ.

Ωστόσο, είχε πολλούς θυελλώδεις έρωτες, πολλούς παράνομους, άλλους εφήμερους αλλά φρόντιζε με τους περισσότερους να κρατάει μια καλή σχέση. Η μεγαλύτερη της σχέση ήταν με τον κατά τριάντα χρόνια νεότερο της Νίκο Σταγόπουλο, για τον οποίο μιλούσε πάντα με τα καλύτερα λόγια λέγοντας πως δεν την πρόδωσε ποτέ και στάθηκε πάντα κοντά της στα δύσκολα. Το 1987, περνώντας τη δική της κρίση ηλικίας, όπως είχε πει, πόζαρε γυμνή για το περιοδικό “Playboy” επιβεβαιώνοντας τη φήμη της ως ένα από τα αξέχαστα, σέξι θηλυκά του ελληνικού κινηματογράφου. Έχοντας την τάση, όμως, να στραπατσάρει την εικόνα της έκανε πολλά περάσματα σε αλλόκοτες κωμωδίες ενώ πρωταγωνίστησε στο “Μάνα είναι μόνο μια” στην τηλεόραση του MEGA. Τόλμησε να γράψει και ένα προχωρημένο, για τα δεδομένα της εποχής σενάριο μαζί με τον Χάρη Παπαδόπουλο για την ταινία “Προς την ελευθερία” σατυρίζοντας ουσιαστικά την εικόνα της και έχοντας στο πλευρό της καλούς της φίλους, όπως τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ, τη Δέσποινα Μπεμπεδέλη αλλά και τον Στράτο Τζώρτζογλου και τον βαφτισιμό της Άλκι Κούρκουλο. Παρά την αγάπη της για ταξίδια, εξόδους και περιπέτειες, προτιμούσε να μένει μακριά από το κέντρο της Αθήνας, όπου είχε μεγαλώσει, στην κορυφή ενός βουνού, στην Παιανία, θεωρώντας ότι έτσι συμβάλλει στη διατήρηση του μύθου της. Τα πολλαπλά ατυχήματα-ένα τροχαίο το 1999 και ένα κερί που παρολίγο να την κάψει ζωντανή πριν από κάποια χρόνια-ωστόσο, δεν την εξόντωσαν αλλά την όπλισαν με δύναμη για να επιβεβαιώσει για μια ακόμα φορά αυτό που ήξεραν όλοι: ότι είναι αποφασιστική, δυνατή και κυρίως επτάψυχη. Μόλις πρόσφατα την είδαμε να πρωταγωνιστεί στην πετυχημένη σειρά “Έτερος Εγώ” κάνοντας και πάλι την έκπληξη. Αυτή τη φορά, όμως, δεν κατάφερε να ξεγελάσει τον τρομακτικό κύριο, από τον άλλο κόσμο, αποφασίζοντας ότι τα ενενήντα μπορεί να είναι πολύ λίγα για μια γυναίκα σαν την Χρονοπούλου αλλά πολλά για έναν άνθρωπο που έχει ζώσει άπειρες ζωές σε μια. Το σενάριο της ζωής της ήταν, εξάλλου, το πιο γεμάτο και πιο μεστό από όλα διαθέτοντας γέλιο, έκπληξη, έρωτες, δράση με πρωταγωνίστρια μια γυναίκα που δεν έπαψε να είναι κάτι άλλο παρά ο λαμπερός, αυθεντικός και απόλυτα αληθινός ευατός της.

Ειδήσεις σήμερα:

Θύελλα από τις χυδαιότητες Μπέου για Κασσελάκη - Παρέμβαση εισαγγελέα ζητά ο ΣΥΡΙΖΑ

Αυτοδιοικητικές εκλογές: Όλες οι ανατροπές στους δήμους - Ποιοι πρώην βουλευτές εκλέγονται δήμαρχοι

Χαμάς: Πώς έχτιζε για 2 χρόνια μια «ψεύτικη» εικόνα για να ξεγελάσει το Ισραήλ
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα

Δείτε Επίσης