Η πρόσφατη δημοσίευση μιας αγγελίας πώλησης κατοικίας στην
Αργεντινή έφερε στην επιφάνεια μια σκοτεινή ιστορία που ξεκινά από τον
Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και φτάνει έως το σήμερα.
Στις φωτογραφίες του σπιτιού της Πατρίσια Κάντγκιεν, κόρης του ναζιστή αξιωματούχου Φρίντριχ Κάντγκιεν, φαινόταν στον τοίχο της σαλοτραπεζαρίας ένας πίνακας του 18ου αιώνα, το «Portrait of a Lady» του Fra Galgario.
Ο
πίνακας άνηκε στη συλλογή του Ολλανδού εμπόρου τέχνης Ζακ Γκάουντστικερ, που πέθανε το
1940 προσπαθώντας να διαφύγει από τους
Ναζί, αφήνοντας πίσω του μια συλλογή περίπου
800 έργων που λεηλατήθηκαν ή αγοράστηκαν υπό καθεστώς πίεσης.
Σύμφωνα με την
Daily Mail, η πληροφορία κινητοποίησε την αστυνομία της Αργεντινής, η οποία έσπευσε να ερευνήσει το σπίτι στην παραθαλάσσια πόλη
Μαρ ντελ Πλάτα. Όταν όμως οι αστυνομικοί μπήκαν στο εσωτερικό, ο πίνακας είχε εξαφανιστεί.
Στη θέση του βρέθηκε μόνο μια ταπισερί με άλογα και τα σημάδια στον τοίχο από το κάδρο. Κατασχέθηκαν κινητά τηλέφωνα, δύο όπλα χωρίς άδεια και παλιά έγγραφα που ενδέχεται να φωτίσουν την υπόθεση. Ωστόσο, το βασικό ερώτημα παραμένει: πού βρίσκεται σήμερα το έργο τέχνης;
Ο «αφανής» συνεργάτης του Γκέρινγκ
Η ιστορία του
Φρίντριχ Κάντγκιεν ξεκινά το 1907 στη
Γερμανία. Εντάχθηκε στο ναζιστικό κόμμα το 1932, λίγο πριν ο
Χίτλερ αναλάβει την εξουσία, και τρία χρόνια αργότερα στα SS. Το 1938 έγινε στενός συνεργάτης του Χέρμαν Γκέρινγκ, του ανθρώπου που εκτός από αρχηγός της
Luftwaffe είχε την ευθύνη του «τετραετούς πλάνου», δηλαδή του προγράμματος ενίσχυσης της ναζιστικής πολεμικής οικονομίας.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Κάντγκιεν ειδικεύτηκε στην «αξιοποίηση»
κλεμμένων περιουσιών Εβραίων. Μετέτρεπε έργα τέχνης, κοσμήματα, χρυσό και διαμάντια σε ξένο συνάλλαγμα, τροφοδοτώντας με ρευστότητα τον μηχανισμό των Ναζί. Σύμφωνα με την Έκθεση της Επιτροπής Bergier το 2002, ήταν «βαθιά εμπλεκόμενος σε εγκληματικές μεθόδους απόκτησης νομισμάτων και πολύτιμων αγαθών από τα θύματα του Ολοκαυτώματος».
Η διαφυγή μετά την ήττα των Ναζί
Με την κατάρρευση του Τρίτου Ράιχ, ο
Κάντγκιεν δεν οδηγήθηκε σε δίκη. Αντίθετα, κατάφερε να διαφύγει στην Ελβετία μαζί με τους
Ερνστ Φίσερ και
Λούντβιχ Χάουπτ, με τη βοήθεια του Ελβετού δικηγόρου
Έρνστ Ίμφελντ. Η παρέα έκρυψε μεγάλα ποσά χρημάτων που είχαν αποσπάσει από τη Γερμανία και βρήκε προσωρινό καταφύγιο στη Ζυρίχη.
Παρά τις προσπάθειες των
Βρετανών και των
Αμερικανών να τον εκδώσουν, ο Κάντγκιεν κατάφερε να ξεγλιστρήσει. Γραφειοκρατικά λάθη, όπως η λανθασμένη καταγραφή του ονόματός του, αλλά και οι δωροδοκίες σε Ελβετούς αξιωματούχους, του επέτρεψαν να παρατείνει τη διαμονή του. Έως το 1948 είχε καταφέρει όχι μόνο να μείνει ελεύθερος, αλλά και να ιδρύσει με τους συνεργάτες του την εταιρεία Imhauka AG, που εμπορευόταν κρέας από την Αργεντινή προς τη Γερμανία.
Νέα ζωή στη Λατινική Αμερική
Το 1951, ο Κάντγκιεν έφτασε στη
Λατινική Αμερική, ακολουθώντας τον δρόμο πολλών πρώην Ναζί που βρήκαν καταφύγιο στην περιοχή. Πρώτα εγκαταστάθηκε στη Βραζιλία, όπου συνέχισε τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες, και στη συνέχεια στην Αργεντινή, όπου απέκτησε υπηκοότητα και αγόρασε αγρόκτημα.
Στο
Μπουένος Άιρες φέρεται να διαμεσολάβησε σε εμπορικές συμφωνίες μεταξύ γερμανικών εταιρειών και της κυβέρνησης
Περόν, ενώ υπάρχουν μαρτυρίες ότι συμμετείχε και σε πωλήσεις όπλων προς στρατιωτικά καθεστώτα της περιοχής. Παντρεύτηκε μια νεότερη Γερμανίδα και απέκτησε
δύο κόρες, ζώντας μια άνετη ζωή μακριά από τα ευρωπαϊκά δικαστήρια. Πέθανε το 1978 και τάφηκε στο γερμανικό κοιμητήριο του Μπουένος Άιρες.
Η σημερινή έρευνα για τον πίνακα
Σχεδόν μισό αιώνα μετά τον θάνατό του, το όνομα του
Κάντγκιεν επιστρέφει στην επικαιρότητα μέσα από την υπόθεση του «
Portrait of a Lady». Το έργο ανήκει στη λίστα των κλαπέντων της συλλογής
Γκάουντστικερ, η οποία παραμένει ανοιχτή υπόθεση επαναπατρισμού για τους απογόνους του.
Η μοναδική κληρονόμος,
Μαρέι φον Σάερ, δηλώνει αποφασισμένη: «Η αναζήτησή μου ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και δεν θα σταματήσω. Θέλουμε να επιστρέψουμε κάθε έργο που κλάπηκε και να αποκαταστήσουμε την κληρονομιά της οικογένειας».
Η αγγελία πώλησης του σπιτιού της κόρης του Κάντγκιεν αποκάλυψε ότι το έργο παρέμενε μέχρι πρόσφατα στην οικογένεια. Η εξαφάνισή του λίγες ημέρες πριν από την έρευνα αφήνει ανοιχτά ερωτήματα για το ποιος το κατέχει σήμερα και αν θα επιστραφεί ποτέ στους νόμιμους κληρονόμους.
Σκιά που φτάνει μέχρι σήμερα
Η υπόθεση αναδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο πολλοί ναζιστές
εγκληματίες κατάφεραν να ξεφύγουν από τη δικαιοσύνη, βρίσκοντας καταφύγιο στη Λατινική Αμερική. Η περίπτωση του Κάντγκιεν είναι χαρακτηριστική: ένας άνθρωπος που συμμετείχε στη λεηλασία περιουσιών θυμάτων του
Ολοκαυτώματος, έζησε μια πλούσια ζωή στην Αργεντινή και πέθανε ανενόχλητος.
Σήμερα, η εξαφάνιση ενός πίνακα από το σαλόνι της κόρης του θυμίζει ότι η Ιστορία δεν έχει ακόμα κλείσει τους λογαριασμούς της. Η έρευνα συνεχίζεται και η διεκδίκηση των έργων τέχνης που λεηλατήθηκαν παραμένει
ανοιχτή, επαναφέροντας στο προσκήνιο τις σκοτεινές διαδρομές του ναζιστικού παρελθόντος.