Αδεια η πόλη; Δεν φύγαν όλοι!
Κατερίνα Αθανασίου
Αδεια η πόλη; Δεν φύγαν όλοι!
Δεκαπενταύγουστος. Το τάμα του Ελληνα για να φύγει μακριά από το κλεινόν άστυ. Συνωστισμός στα πλοία για Τήνο, στο δρόμο για τη Σουμελά και στις παραλίες και του τελευταίου τόπου που βρέχεται από ελληνικά νερά.
Δεκαπενταύγουστος. Το τάμα του Ελληνα για να φύγει μακριά από το κλεινόν άστυ. Συνωστισμός στα πλοία για Τήνο, στο δρόμο για τη Σουμελά και στις παραλίες και του τελευταίου τόπου που βρέχεται από ελληνικά νερά.
Η Αθήνα τον Δεκαπενταύγουστο μάθαμε να λέμε ότι ερημώνει. Kι όμως αυτό είναι το τελευταίο κάστρο της νεοελληνικής (και τροϊκανής) πραγματικότητας μας. Το τελευταίο προπύργιο του Ελληνα που αντιστέκεται στο μνημόνιο. Του αγανακτισμένου που παίρνει τη σκηνή του από το Σύνταγμα και την τοποθετεί κάτω από ένα μικρό βράχο στήνοντας το «εξοχικό» του σε μια παρθένα παραλία.
Σε μια μη οργανωμένη πλαζ όπως μας μάθανε να την λέμε. Λες και πριν έρθουν τα μπιτς μπαρ, οι ομπρέλες και οι ξαπλώστρες οι παραλίες ήταν ανοργάνωτες. Μπορεί να ήταν φορολογικά ανενημέρωτες, καθώς δεν υπήρχαν ταμειακές μηχανές. Μπορεί να ήταν πασέ για τους έχοντες καθώς δεν υπήρχαν τύποι με μαλλί Ελβις Πρίσλεϊ που σαν άλλοι πορτιέρηδες σου ζητάνε να περιμένεις για να σε τακτοποιήσουν σε κάποια ξαπλώστρα. Και φυσικά με τα "πρώτα τραπέζια" στο κύμα να είναι ρεζερβέ για τους ίδιους Ελληνες που φτιάχνουν τα βράδια επιτάφιους στα νυχτερινά πολιτιστικά κέντρα της Αθήνας και των εθνικών οδών.
Όπως και να έχει αυτή είναι η εβδομάδα του Ελληνα. Αφήνει πίσω του τις (χρεοκοπημένες) «αγορές και τα παζάρια και τρέχει στις εξοχές και τα λιβάδια». Παλιότερα για τριάντα μέρες η Αθήνα έμοιαζε με επαρχιακή πόλη σε βαρυχειμωνιά. Στους δρόμους δεν κυκλοφορούσε αυτοκίνητο. Μπορούσες τα Σαββατοκύριακα να παίξεις μπάλα ακόμη και μπροστά στη Βουλή. Κι αν είσαι καλός ή… άστοχος να σπάσεις με ένα σουτ κάποιο παράθυρό της.
Ετσι, όπως κάνουνε τα μικρά παιδιά στα αυτοσχέδια γήπεδα που στήνουν στους δρόμους της γειτονιάς. Εκεί που χωρίζονται σε Μέσι και Ρονάλντο και σουτάρουν προς τα όνειρα τους. Και που πάντα βρίσκεται κάποια γειτόνισσα να τα κυνηγήσει για τη ζημιά που έκανε ο άστοχος της παρέας.
Στη Βουλή δεν υπάρχει αυτός ο φόβος. Το μαγαζί είναι κλειστό και τα κλειδιά κρυμμένα. Οι ένοικοί της λιάζουν τα κορμιά τους κάτω από τον ήλιο του Αιγαίου ή του Ιονίου. Κάνουν καλοκαιρινά σπορ, οργώνουν τη θάλασσα με τα κανό τους και χαίρονται τις ομορφιές αυτής της ευλογημένης χώρας. Ετσι όπως θα έπρεπε να μπορούσαμε να κάνουμε όλοι και όχι έτσι όπως μας κατάντησαν οι λίγοι.
Το κακό είναι ότι όλο αυτό το σκηνικό για τους τυχερούς που μένουν στην πόλη κρατάει πλέον μόνο μια εβδομάδα. Μετά όλα αρχίζουν να επιστρέφουν στους κανονικούς ρυθμούς. Στην τρέλα της καθημερινότητάς μας. Το μόνο που έχει απομείνει να μας θυμίζει τα καλοκαίρια της εφηβείας μας στην πόλη είναι τα σινεμά. Το μότο-υπόσχεση παραμένει... Ραντεβού τον Σεπτέμβρη.
Η Αθήνα τον Δεκαπενταύγουστο μάθαμε να λέμε ότι ερημώνει. Kι όμως αυτό είναι το τελευταίο κάστρο της νεοελληνικής (και τροϊκανής) πραγματικότητας μας. Το τελευταίο προπύργιο του Ελληνα που αντιστέκεται στο μνημόνιο. Του αγανακτισμένου που παίρνει τη σκηνή του από το Σύνταγμα και την τοποθετεί κάτω από ένα μικρό βράχο στήνοντας το «εξοχικό» του σε μια παρθένα παραλία.
Σε μια μη οργανωμένη πλαζ όπως μας μάθανε να την λέμε. Λες και πριν έρθουν τα μπιτς μπαρ, οι ομπρέλες και οι ξαπλώστρες οι παραλίες ήταν ανοργάνωτες. Μπορεί να ήταν φορολογικά ανενημέρωτες, καθώς δεν υπήρχαν ταμειακές μηχανές. Μπορεί να ήταν πασέ για τους έχοντες καθώς δεν υπήρχαν τύποι με μαλλί Ελβις Πρίσλεϊ που σαν άλλοι πορτιέρηδες σου ζητάνε να περιμένεις για να σε τακτοποιήσουν σε κάποια ξαπλώστρα. Και φυσικά με τα "πρώτα τραπέζια" στο κύμα να είναι ρεζερβέ για τους ίδιους Ελληνες που φτιάχνουν τα βράδια επιτάφιους στα νυχτερινά πολιτιστικά κέντρα της Αθήνας και των εθνικών οδών.
Όπως και να έχει αυτή είναι η εβδομάδα του Ελληνα. Αφήνει πίσω του τις (χρεοκοπημένες) «αγορές και τα παζάρια και τρέχει στις εξοχές και τα λιβάδια». Παλιότερα για τριάντα μέρες η Αθήνα έμοιαζε με επαρχιακή πόλη σε βαρυχειμωνιά. Στους δρόμους δεν κυκλοφορούσε αυτοκίνητο. Μπορούσες τα Σαββατοκύριακα να παίξεις μπάλα ακόμη και μπροστά στη Βουλή. Κι αν είσαι καλός ή… άστοχος να σπάσεις με ένα σουτ κάποιο παράθυρό της.
Ετσι, όπως κάνουνε τα μικρά παιδιά στα αυτοσχέδια γήπεδα που στήνουν στους δρόμους της γειτονιάς. Εκεί που χωρίζονται σε Μέσι και Ρονάλντο και σουτάρουν προς τα όνειρα τους. Και που πάντα βρίσκεται κάποια γειτόνισσα να τα κυνηγήσει για τη ζημιά που έκανε ο άστοχος της παρέας.
Στη Βουλή δεν υπάρχει αυτός ο φόβος. Το μαγαζί είναι κλειστό και τα κλειδιά κρυμμένα. Οι ένοικοί της λιάζουν τα κορμιά τους κάτω από τον ήλιο του Αιγαίου ή του Ιονίου. Κάνουν καλοκαιρινά σπορ, οργώνουν τη θάλασσα με τα κανό τους και χαίρονται τις ομορφιές αυτής της ευλογημένης χώρας. Ετσι όπως θα έπρεπε να μπορούσαμε να κάνουμε όλοι και όχι έτσι όπως μας κατάντησαν οι λίγοι.
Το κακό είναι ότι όλο αυτό το σκηνικό για τους τυχερούς που μένουν στην πόλη κρατάει πλέον μόνο μια εβδομάδα. Μετά όλα αρχίζουν να επιστρέφουν στους κανονικούς ρυθμούς. Στην τρέλα της καθημερινότητάς μας. Το μόνο που έχει απομείνει να μας θυμίζει τα καλοκαίρια της εφηβείας μας στην πόλη είναι τα σινεμά. Το μότο-υπόσχεση παραμένει... Ραντεβού τον Σεπτέμβρη.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα