Με αφορμή τα 20 χρόνια λειτουργείας του Ξενώνα Προσωρινής Διαμονής, η Εταιρία Προστασίας Σπαστικών/ Πόρτα Ανοιχτή βράβευσε την bwin για την πολύπλευρη στήριξη της.
Υγρό(ν) πυρ: Το φοβερό μυστικό όπλο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας
Υγρό(ν) πυρ: Το φοβερό μυστικό όπλο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας
Πότε χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά - Ήταν ο Καλλίνικος απ’ τη Συρία ο εφευρέτης του; - Πώς γινόταν η εκτόξευσή του - Οι μεγάλες νίκες που πέτυχαν οι Βυζαντινοί χάρη στο υγρόν πυρ
Η βυζαντινή αυτοκρατορία επιβίωσε για περισσότερα από 1.000 χρόνια παρά τους δεκάδες εχθρούς που είχε όλο αυτό το χρονικό διάστημα να αντιμετωπίσει. Εκτός από όλα τ’ άλλα σχεδόν από τη ‘’γέννησή’’ του το Βυζάντιο είχε στη διάθεσή του ένα πολύ σημαντικό όπλο: το ‘’υγρόν πυρ’’ που ήταν επίσης γνωστό με πολλά ακόμα ονόματα: ‘’ελληνικό πυρ’’, ‘’θαλάσσιο(ν) πυρ’’, ‘’σκευαστόν πυρ’’, ‘’εσκευασμένο πυρ’’ και ‘’μηδικόν έλαιον’’. Στην ξένη βιβλιογραφία αναφέρεται κυρίως (ή σχεδόν πάντα) ως ‘’greek fire’’ σε πείσμα ορισμένων Ελλήνων που θεωρούν ότι το Βυζάντιο δεν εμπεριέχει τίποτε το ελληνικό…
Η χρησιμοποίηση του υγρού πυρός για πρώτη φορά
Ο Θεόδωρος Κορρές με το παρακάτω απόσπασμα από την ‘’Ιλιάδα’’ τονίζει ότι η χρήση της φωτιάς για πολεμικούς σκοπούς είναι τόσο παλιά όσο και η τέχνη του πολέμου.
‘’…τοι δ’ έμβαλον ακάματον πυρ νηϊ θοή της δ’ κατ’ ασβέστη κέχυτο φλοξ ως την μεν πρυμνήν πυρ έμφεπεν…’’
(‘’Ιλιάδα’’, Ραψωδία Π 122-124)
Σε μια ελεύθερη μετάφραση δηλαδή:
‘’Κι αυτοί εκτοξεύουν στο πλοίο φωτιά αδηφάγα, άσβηστη φλόγα αμέσως το ζώνει, έτσι έτρωγε η φωτιά την πρύμνη του’’
Τα εμπρηστικά μείγματα ήταν γνωστά στους Ρωμαίους, από τους οποίους πέρασαν στους Βυζαντινούς, οι οποίοι τα τελειοποίησαν και τα χρησιμοποίησαν κυρίως στον πόλεμο στη θάλασσα. Κατά τον μιθριδατικό πόλεμο, οι κάτοικοι των Σαμόσατων της Κομμαγηνής, γενέτειρας του Λουκιανού, αντιμετώπισαν τον Λούκουλλο με μία «εύφλεκτη λάσπη», που φούντωνε με το νερό αντί να σβήνει. Το ίδιο μείγμα χρησιμοποιήθηκε και κατά την πολιορκία της Τιγρανόκερτας, το 69 π.Χ. από τον Λούκουλλο. Το ίδιο αναφέρει και ο Ηρωδιανός, ότι έγινε κατά την πολιορκία της Ακυληίας από τον Μαξιμίνο Α’, την ίδια περίοδο. Τον 3ο και τον 4ο αιώνα, έχουμε αναφορές από τον Ιούλιο τον Αφρικανό, τον Αμμιανό Μαρκελλίνο και τον Vegetius για τη χρήση διαφόρων εμπρηστικών μειγμάτων σε πολεμικές επιχειρήσεις.
Η πρώτη αναφορά για το ‘’υγρόν πυρ’’ γίνεται από τον Βυζαντινό χρονογράφο Ιωάννη Μαλάλα, ο οποίος αναφέρει ότι ο αυτοκράτορας Αναστάσιος Α’ κατέστρεψε τα πλοία του Βιταλιανού που είχε στασιάσει εναντίον του με τη χρήση του υγρού πυρός. Ο Μαλάλας ακολουθεί την περιγραφή του Ιουλίου Αφρικανού. Η ταύτιση σχεδόν των δύο πηγών μας κάνει να πιστεύουμε ότι όντως η πρώτη χρήση του όπλου από τους Βυζαντινούς έγινε το 514. Βέβαια ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος αναφέρει ότι το υγρό πυρ ήταν γνωστό ήδη από τα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου χωρίς όμως περισσότερα στοιχεία. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Αμμιανό Μαρκελλίνο (περ. 330-400), ενώ και ο Προκόπιος (500-565) αναφέρεται στο υγρό πυρ.
Προφανώς το φοβερό αυτό όπλο ήταν γνωστό ήδη από τα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου και τους επόμενους αιώνες βελτιώθηκε η σύνθεσή του και η αποτελεσματικότητά του, ενώ άρχισε να χρησιμοποιείται περισσότερο. Κομβικό ρόλο στην εξέλιξη του υγρού πυρός έπαιξε ο αρχιτέκτονας Καλλίνικος από την Ηλιούπολη (τη σημερινή Baalbek) της Συρίας. Ο Θεοφάνης αναφέρει ότι αυτός ήταν ο εφευρέτης του, κάτι που υιοθέτησαν παλαιότεροι ιστορικοί. Γράφει σχετικά:
‘’…τότε Καλλίνικος αρχιτέκτων από Ηλιουπόλεως Συρίας προσφυγών τοις Ρωμαίοις πυρ θαλάσσιον κατασκευάσας τα των Αράβων σκάφη ενέπρησε και σύμψυχα κατέκαυσεν. Και ούτως οι Ρωμαίοι μετά νίκης υπέστρεψαν και το θαλάσσιον πυρ εύρον…’’.
Πιθανότατα ο Θεοφάνης αναφέρεται στην πρώτη πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Άραβες (674-678), οπότε το υγρό πυρ χάρισε τη νίκη στους Βυζαντινούς.
Οι Βυζαντινολόγοι οι οποίοι βασιζόμενοι στο χωρίο του Θεοφάνη θεώρησαν ότι ο Καλλίνικος εφηύρε το υγρόν πυρ ήταν μεταξύ άλλων οι: A. Vasiliev, G. Ostrogorsky, J. Haldon, Κ. Άμαντος, Δ. Ζακυθηνός κ.α.
Η χρησιμοποίηση του υγρού πυρός για πρώτη φορά
Ο Θεόδωρος Κορρές με το παρακάτω απόσπασμα από την ‘’Ιλιάδα’’ τονίζει ότι η χρήση της φωτιάς για πολεμικούς σκοπούς είναι τόσο παλιά όσο και η τέχνη του πολέμου.
‘’…τοι δ’ έμβαλον ακάματον πυρ νηϊ θοή της δ’ κατ’ ασβέστη κέχυτο φλοξ ως την μεν πρυμνήν πυρ έμφεπεν…’’
(‘’Ιλιάδα’’, Ραψωδία Π 122-124)
Σε μια ελεύθερη μετάφραση δηλαδή:
‘’Κι αυτοί εκτοξεύουν στο πλοίο φωτιά αδηφάγα, άσβηστη φλόγα αμέσως το ζώνει, έτσι έτρωγε η φωτιά την πρύμνη του’’
Τα εμπρηστικά μείγματα ήταν γνωστά στους Ρωμαίους, από τους οποίους πέρασαν στους Βυζαντινούς, οι οποίοι τα τελειοποίησαν και τα χρησιμοποίησαν κυρίως στον πόλεμο στη θάλασσα. Κατά τον μιθριδατικό πόλεμο, οι κάτοικοι των Σαμόσατων της Κομμαγηνής, γενέτειρας του Λουκιανού, αντιμετώπισαν τον Λούκουλλο με μία «εύφλεκτη λάσπη», που φούντωνε με το νερό αντί να σβήνει. Το ίδιο μείγμα χρησιμοποιήθηκε και κατά την πολιορκία της Τιγρανόκερτας, το 69 π.Χ. από τον Λούκουλλο. Το ίδιο αναφέρει και ο Ηρωδιανός, ότι έγινε κατά την πολιορκία της Ακυληίας από τον Μαξιμίνο Α’, την ίδια περίοδο. Τον 3ο και τον 4ο αιώνα, έχουμε αναφορές από τον Ιούλιο τον Αφρικανό, τον Αμμιανό Μαρκελλίνο και τον Vegetius για τη χρήση διαφόρων εμπρηστικών μειγμάτων σε πολεμικές επιχειρήσεις.
Η πρώτη αναφορά για το ‘’υγρόν πυρ’’ γίνεται από τον Βυζαντινό χρονογράφο Ιωάννη Μαλάλα, ο οποίος αναφέρει ότι ο αυτοκράτορας Αναστάσιος Α’ κατέστρεψε τα πλοία του Βιταλιανού που είχε στασιάσει εναντίον του με τη χρήση του υγρού πυρός. Ο Μαλάλας ακολουθεί την περιγραφή του Ιουλίου Αφρικανού. Η ταύτιση σχεδόν των δύο πηγών μας κάνει να πιστεύουμε ότι όντως η πρώτη χρήση του όπλου από τους Βυζαντινούς έγινε το 514. Βέβαια ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος αναφέρει ότι το υγρό πυρ ήταν γνωστό ήδη από τα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου χωρίς όμως περισσότερα στοιχεία. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Αμμιανό Μαρκελλίνο (περ. 330-400), ενώ και ο Προκόπιος (500-565) αναφέρεται στο υγρό πυρ.
Προφανώς το φοβερό αυτό όπλο ήταν γνωστό ήδη από τα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου και τους επόμενους αιώνες βελτιώθηκε η σύνθεσή του και η αποτελεσματικότητά του, ενώ άρχισε να χρησιμοποιείται περισσότερο. Κομβικό ρόλο στην εξέλιξη του υγρού πυρός έπαιξε ο αρχιτέκτονας Καλλίνικος από την Ηλιούπολη (τη σημερινή Baalbek) της Συρίας. Ο Θεοφάνης αναφέρει ότι αυτός ήταν ο εφευρέτης του, κάτι που υιοθέτησαν παλαιότεροι ιστορικοί. Γράφει σχετικά:
‘’…τότε Καλλίνικος αρχιτέκτων από Ηλιουπόλεως Συρίας προσφυγών τοις Ρωμαίοις πυρ θαλάσσιον κατασκευάσας τα των Αράβων σκάφη ενέπρησε και σύμψυχα κατέκαυσεν. Και ούτως οι Ρωμαίοι μετά νίκης υπέστρεψαν και το θαλάσσιον πυρ εύρον…’’.
Πιθανότατα ο Θεοφάνης αναφέρεται στην πρώτη πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Άραβες (674-678), οπότε το υγρό πυρ χάρισε τη νίκη στους Βυζαντινούς.
Οι Βυζαντινολόγοι οι οποίοι βασιζόμενοι στο χωρίο του Θεοφάνη θεώρησαν ότι ο Καλλίνικος εφηύρε το υγρόν πυρ ήταν μεταξύ άλλων οι: A. Vasiliev, G. Ostrogorsky, J. Haldon, Κ. Άμαντος, Δ. Ζακυθηνός κ.α.
Και πάλι ο Θεοφάνης αναφέρει ότι και η δεύτερη απόπειρα των Αράβων να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη (717-718) απέτυχε χάρη στη χρήση του υγρού πυρός από τους Βυζαντινούς. Μάλιστα τότε οι Άραβες απέτυχαν δύο φορές να καταλάβουν την Πόλη.
Το 941 μεγάλος ρωσικός στόλος εφόρμησε εναντίον της Βασιλεύουσας, ωστόσο τα πλοία των Ρώσων έγιναν στάχτη από τη φωτιά λίγων πυρφόρων δρομώνων.
Το υγρό πυρ χρησιμοποιήθηκε και από τον Νικηφόρο Φωκά κατά την εκστρατεία του (960) εναντίον των Αράβων της Κρήτης. Η συμβολή του μυστικού όπλου των Βυζαντινών στην απελευθέρωση της μεγαλονήσου ήταν σημαντική.
Το 1043 ξανά οι Ρως με 400 μονόξυλα επιχείρησαν να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη. Η πυρπόληση μόλις επτά από τα μονόξυλα αυτά έτρεψε σε φυγή το σύνολο του ρωσικού στόλου. Χιλιάδες πολεμιστές βρήκαν τότε τον θάνατο.
Νέα χρήση του υγρού πυρός σύμφωνα με την Άννα Κομνηνή έγινε το 1099 στη ναυμαχία της Ρόδου, όπου οι Βυζαντινοί με τη βοήθειά του καταναυμάχησαν τους Ιταλούς από την Πίζα. Το υγρό πυρ εκτοξευόταν σ’ αυτή τη ναυμαχία μέσα από στόματα λιονταριών και άλλων φοβερών ζώων που είχαν συνδεθεί με τα σιφόνια όπου βρισκόταν αυτό. Γράφει χαρακτηριστικά στο έργο της ‘’Αλεξιάς’’ η Άννα Κομνηνή: ‘’Ήξερε (ενν. ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α’) πως οι Πισσαίοι ήταν πεπειραμένοι στον κατά θάλασσα πόλεμο και φοβόταν τη σύγκρουση μαζί τους, γι’ αυτό και κατασκεύασε σ’ όλες τις πλώρες των πλοίων χάλκινα και σιδερένια κεφάλια λεόντων και άλλων χερσαίων ζώων κάθε λογής με τα στόματα ανοιχτά και τα στόλισε με χρυσάφι, ώστε και μόνο με τη θέα τους να σκορπίζει τον τρόμο. Το υγρόν πυρ που επρόκειτο να εξακοντίζεται κατά των εχθρών φρόντισε να περνάει από τα στόματά τους (ενν. των ζώων), έτσι ώστε να φαίνεται ότι το ξερνούσαν τα λιοντάρια και τ’ άλλα άγρια ζώα’’.
Του βυζαντινού στόλου ηγήθηκε ο γεννημένος στην Ιταλία Λαντούλφος, που γνώριζε καλά τη ναυτική στρατηγική των συμπατριωτών του.
Ας δούμε πως περιγράφει η Άννα Κομνηνή την έκβαση της ναυμαχίας: ‘’Τρομοκρατημένοι οι βάρβαροι, θες από τη φωτιά που εκτοξευόταν εναντίον τους (γιατί ήταν ασυνήθιστοι από τέτοια μηχανήματα και από φλόγες που αντί να πηγαίνουν κατά τη φύση τους προς τα πάνω κατευθύνονταν όπου ήθελε αυτός που τις εξαπέλυε, συχνά προς τα κάτω κι άλλοτε προς τις δύο κατευθύνσεις), θες από τη μανία των κυμάτων, πανικοβλήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή’’ (Βιβλίο ΙΑ, Χ).
Τέλος το υγρό πυρ χρησιμοποιήθηκε και εναντίον στασιαστών. Εκτός από τον Βιταλιανό που αναφέραμε παραπάνω με υγρό πυρ αντιμετωπίστηκαν οι Στέφανος, Αγαλλιανός και Κοσμάς, οι οποίοι εξεγέρθηκαν εναντίον του Λέοντα Γ’ του Ίσαυρου (727), μια στάση που έχει συνδεθεί με τα γεγονότα της εικονομαχίας, αλλά και η εξέγερση του Θωμά του Σλάβου το 822.
Η σύσταση του υγρού πυρός
Ένα από τα μεγαλύτερα ιστορικά, και όχι μόνο μυστήρια ,παραμένει μέχρι σήμερα η σύνθεση του υγρού πυρός. Αυτό οφείλεται στο ότι οι περιγραφές που μας έχουν παραδοθεί δεν είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικές. Περισσότερα συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε από την εικονογράφηση των χειρογράφων που σώζονται.
Υπάρχει η άποψη ότι η σύνθεσή του ήταν ένα καλά φυλαγμένο μυστικό, που μεταδιδόταν από αυτοκράτορα σε αυτοκράτορα με φοβερούς όρκους. Ο βυζαντινός αυτοκράτορας του 10ου αιώνα Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος ισχυρίζεται ότι ‘’από το Θεό μέσω αγγέλων στον μεγάλο και πρώτο Χριστιανό άγιο Κωνσταντίνο (εννοεί τον Μέγα Κωνσταντίνο) φανερώθηκε και διδάχτηκε’’. Μάλιστα ο Πορφυρογέννητος γράφει ότι ο ίδιος ο Μέγας Κων/νος έγραψε κατάρες πάνω στην αγία τράπεζα εναντίον όποιου τολμήσει να προδώσει το μυστικό σε άλλο έθνος. Και σύμφωνα μ’ αυτές ο δράστης έπρεπε πλέον να μην αποκαλείται Χριστιανός και να αναθεματίζεται είτε είναι αυτοκράτορας, είτε Πατριάρχης, είτε οποιοσδήποτε άλλος. Και προέτρεπε ‘’πάντας τους ζήλον και και φόβον Θεού έχοντας, ως κοινόν εχθρόν και παραβάτην της μεγάλης ταύτης εντολής, τον τοιούτον επιχειρούντα ποιείν αναιρείν σπουδάζειν και εχθίστω (και) χαλεπώ παραπέμπεσθαι θανάτω’’, δηλαδή να σκοτώνεται όποιος επιχειρεί να κάνει κάτι τέτοιο.
Το 1891 και το 1893 ο Γάλλος χημικός Berthelot διατύπωσε τη θεωρία ότι ο Καλλίνικος ανέμειξε τις ως τότε γνωστές εμπρηστικές ύλες με το άγνωστο εκείνη την εποχή νίτρο. Με τη θεωρία αυτή συμφώνησαν τόσο ο H. Diels, που πρόσθεσε ότι το μείγμα ήταν πρόδρομος της πυρίτιδας όσο και οι C. Zenghelis και L. W. Barnard.
Το 1906 ο Γερμανός E. O. Von Lippmann προσπάθησε να αποδείξει ότι η χρήση της πυρίτιδας για πολεμικούς σκοπούς οφειλόταν στους Γερμανούς και όχι στους Βυζαντινούς, ενώ υποστήριζε ότι το νίτρο δεν ήταν γνωστό ως τον 13ο αιώνα επικαλούμενος αναφορές του Μάρκου Γραικού, το έργο του οποίου επίσης τοποθετεί τον 13ο αιώνα. Ο Μάρκος Γραικός έγραψε την πραγματεία ‘’Liber Ignium’’, αλλά δεν είναι γνωστό πότε έζησε. Ο κορυφαίος βυζαντινολόγος K. Krumbacher αναφέρει ότι έζησε τον 9ο αιώνα. Στηριζόμενοι σε αυτή την άποψη οι M. Berthelot και C. Zenghelis αντέκρουσαν τους ισχυρισμούς του von Lippmann. Ο M. Mercier διαφώνησε τόσο με τον Zenghelis γράφοντας ότι η πυρίτιδα δεν αποτελούσε αποκλειστικά βυζαντινή εφεύρεση, όσο και με τον von Lippmann που διατεινόταν ότι η χρήση της πυρίτιδας γινόταν για πολεμικούς σκοπούς.
Μια δεύτερη άποψη συνέδεε το υγρό πυρ με τον ασβέστη. Διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον Βρετανό H. W. L. Himeτο 1914. Ο Hime ορμώμενος από το γεγονός ότι το υγρό πυρ αναφλεγόταν όταν ερχόταν σε επαφή με το νερό κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στο μείγμα υπήρχε και ασβέστης. Ο ασβέστης ήταν ένα υλικό γνωστό από πολύ παλιά και ο Καλλίνικος ως αρχιτέκτονας θα γνώριζε οπωσδήποτε τις ιδιότητές του. Όταν ραντιστεί με νερό η θερμοκρασία του ανεβαίνει στους 150 βαθμούς Κελσίου, ενώ μαζί με τη νάφθα δημιουργούν ένα ιδιαίτερα εκρηκτικό μείγμα. Την άποψη αυτή ενστερνίστηκε και ο E. O. Von Lippmann. Ενστάσεις για τη θεωρία του Hime διατύπωσαν τόσο ο C. Zenghelis όσο και ο N. D. Cheronis. Ο Hime τροποποίησε τις απόψεις του κυρίως ως προς το πώς εκτοξευόταν το υγρόν πυρ. Δέχτηκε τελικά ότι η λέξη ‘’σίφων’’ σημαίνει αντλία, από την οποία εκτοξευόταν νερό μαζί με το εμπρηστικό μείγμα.
Με το πέρασμα του χρόνου το ενδιαφέρον για το υγρό πυρ όχι μόνο δεν ατόνησε, αλλά αντίθετα μεγάλωσε. Δύο νέες αντιλήψεις δημιουργήθηκαν.
Οι M. Mercier, R. J. ForbesκαιE. Davidson διατύπωσαν την άποψη ότι το μείγμα πρέπει να περιείχε νάτριο και ασβέστη αναμειγμένο με άλλα υλικά και κυρίως με νάφθα. Το εξαιρετικά ενδιαφέρον στοιχείο που πρόσθεσαν οι παραπάνω στις έρευνες για το υγρό πυρ ήταν η άποψη ότι η σύσταση του μείγματος δεν ήταν πάντα σταθερή και αυτό δικαιολογεί και τα πολλά ονόματα με τα οποία είναι γνωστό το υγρόν πυρ. Επίσης η E. Davidson παρουσίασε και χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τη σκανδιναβική πηγή ‘’Yngvar’s Saga’’, που αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης ομάδας πηγών που αναφέρονται σε ταξίδια από τη Σουηδία προς τη ρωσική ενδοχώρα. Με τον όρο saga(σάγκα) είναι γνωστό ένα είδος της σκανδιναβικής μεσαιωνικής λογοτεχνίας. Αν και στο βιβλίο ‘’Yngvar’s Saga’’ υπάρχουν πολλές φανταστικές αφηγήσεις περιέχονται και ενδιαφέροντα και αξιοποιήσιμα στοιχεία κυρίως για το πώς εκτοξευόταν το υγρό πυρ.
Μελετώντας το ‘’Yngvar’s Saga’’ o βυζαντινολόγος J. Haldon και ο φυσικός M. Byrne παρουσίασαν το 1977 τη δική τους θεωρία, σύμφωνα με την οποία βασικό συστατικό του υγρού πυρός ήταν το αργό πετρέλαιο. Κατασκεύασαν μάλιστα και μία συσκευή που αποτελούσε (πιθανή) αναπαράσταση εκείνων από τις οποίες εκτοξευόταν το υγρόν πυρ. Πρόκειται για μία ενδιαφέρουσα κατασκευή με πολλά όμως ‘’τρωτά σημεία’’. Τέλος ο J. R. Partington στο βιβλίο του ‘’History of Greek Fire and Gunpowder’’, το οποίο θεωρείται η καλύτερη και η πλέον σύγχρονη μελέτη για το υγρό πυρ, αναφέρει ότι τα συστατικά του ήταν: υγρό πετρέλαιο, νέφτι, φλεγόμενη πίσσα, θειάφι, ρετσίνι, ασβέστης και κατράμι, όλα αυτά μαζί με κάποιο ‘’μυστικό μείγμα’’.
Κάνοντας μια σύνοψη των παραπάνω ο βυζαντινολόγος Θ. Κορρές καταλήγει στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν πολλά διαφορετικά μείγματα που είναι γνωστά σε μας ως ‘’υγρόν πυρ’’. Το κοινό τους στοιχείο είναι ότι βασικό τους συστατικό είχαν τη νάφθα και το θείο (θειάφι), μαζί με άκαυστο ασβέστη.
Πώς γινόταν η εκτόξευση του υγρού πυρός;
Οι αναφορές στη χρήση του υγρού πυρός είναι λίγες και ασαφείς στις διάφορες πηγές. Ο Θ. Κ. Κορρές προχωρά στις εξής γενικές παρατηρήσεις:
Το υγρό πυρ ριχνόταν ‘’μετά ή διά των σιφώνων’’, που ήταν τοποθετημένοι στα πολεμικά πλοία.
Οι σίφωνες ήταν τοποθετημένοι στην πλώρη και ‘’έμπροσθεν χαλκού ημφιεσμένοι’’.
Η εκτόξευση του υγρού πυρός συνοδευόταν από βροντή και καπνό.
Το υγρό πυρ μπορούσε να εκτοξεύεται κατά των εχθρικών πλοίων και μέσα σε δοχεία που έσπαζαν.
Μπορούσε να ριχτεί ακόμα και με το χέρι, με τους λεγόμενους ‘’χειροσίφωνες’’.
Οι Βυζαντινοί μπορούσαν να ελέγχουν το υγρό πυρ και να το εκτοξεύουν ‘’κατά τε το πρανές πολλάκις και εφ’ εκάτερα’’.
Για τον όρο ‘’σίφων’’ έχουν δοθεί δύο διαφορετικές ερμηνείες.
Κατά την πρώτη, που υποστήριζαν μεταξύ άλλων οι Cheronis, Partington και οι Haldon-Byrne, σίφων=αντλία.
Κατά τη δεύτερη, που υποστήριζαν και οι Mercier, Forbes και Davidson, σίφων=σωλήνας.
Ο Θ. Κορρές υποστηρίζει ότι το υγρό πυρ εκτοξευόταν με βαλλίστρες που ήταν βέβαια κατάλληλα τροποποιημένες. Πολύ σημαντικό ρόλο έπαιξαν όμως και τα πλοία των βυζαντινών από τα οποία εκτοξευόταν το υγρό πυρ. Τον 6ο αιώνα χρησιμοποιούνταν ήδη οι δρόμωνες. Πλοία ταχύτατα που κινούνταν με τη βοήθεια του ανέμου με πανιά,αλλά αν χρειαζόταν το πλήρωμά τους κατέφευγε στη χρήση κουπιών. Ως τον 10ο αιώνα, είχαν «ενταχθεί» στον βυζαντινό στόλο και νέοι τύποι πλοίων: τα χελάνδια, οι πάμφυλοι, τα ουσιακά, τα δρομώνια, οι γαλέρες και άλλα.
Ωστόσο, οι δρόμωνες ήταν το κύριο πλοίο που χρησιμοποιούσαν οι βυζαντινοί στις ναυμαχίες. Πληροφορία που αντλούμε από τα «Ναυμαχικά» του Λέοντα ΣΤ’ αναφέρει ότι από το ξυλόκαστρο που ήταν στερεωμένο στο κατάρτι των δρομώνων μπορούσαν να εκτοξευτούν, εκτός από το υγρό πυρ εναντίον των εχθρικών πλοίων, πέτρες και μεταλλικά αντικείμενα αλλά ακόμα και πήλινα δοχεία που περιείχαν σαύρες, σκορπιούς και φίδια!
Και η εκτόξευση του υγρού πυρός δεν γινόταν οποιαδήποτε στιγμή. Έπρεπε η θάλασσα να μην είναι τρικυμισμένη, να μην πνέουν αντίθετοι άνεμοι ή να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια κυκλωτικών κινήσεων γιατί τότε θα κινδύνευαν τα φίλια πλοία. Επίσης, το υγρό πυρ που όπως αναφέραμε αναφλεγόταν όταν ερχόταν σε επαφή με το νερό, εκτοξευόταν όταν οι δύο στόλοι βρίσκονταν σε μικρή απόσταση.
Η χρήση του υγρού πυρός στην ξηρά
Θα αναρωτιούνται οι αναγνώστες μας αν το υγρό πυρ χρησιμοποιήθηκε από τους Βυζαντινούς και σε επιχειρήσεις στην ξηρά. Το 812 στη Μεσημβρία, οι Βούλγαροι του Κρούμου κατέλαβαν άφθονο πολεμικό υλικό. Ανάμεσά τους και 36 χάλκινοι σίφωνες εκτόξευσης υγρού πυρός. Και αρκετή ποσότητα εμπρηστικού υγρού. Αν και οπωσδήποτε ανάμεσα στους βυζαντινούς αιχμαλώτους, κάποιοι θα γνώριζαν πώς γίνεται η εκτόξευση του υγρού πυρός, ο Κρούμος δεν χρησιμοποίησε το όπλο των Βυζαντινών.
Το 1004, ο Ιωάννης Σκυλίτζης αναφέρει ότι ο Βασίλειος Β’ ο Βουλγαροκτόνος εκτόξευσε υγρό πυρ εναντίον της βουλγαρικής παραδουνάβιας πόλης Βιδίνης. Η εκτόξευση έγινε πιθανότατα από βυζαντινά πλοιάρια που έπλεαν στον Δούναβη. Εξήντα εφτά χρόνια αργότερα, στη μάχη του Ματζικέρτ (1071, και όχι 1054 όπως γράφει στο βιβλίο του ο Κ. Καρατόλιος, τότε έγινε το οριστικό σχίσμα μεταξύ των δύο Εκκλησιών), οι Βυζαντινοί πυρπόλησαν με το καυστικό υγρό τις ξύλινες πολιορκητικές μηχανές. Πρόσφατα οι Τούρκοι γιόρτασν την 948η επέτειο από τη μάχη του Μαντζικέρτ...
Το 1204, κατά την άλωση της Πόλης από τους Σταυροφόρους, το υγρό πυρ δεν χρησιμοποιήθηκε. Η τελευταία αναφορά για το υγρό πυρ σχετίζεται με την άλωση της Πόλης από τους Τούρκους και παραδίδεται από τον Φραντζή. Σύμφωνα μ’ αυτή, όταν ο Μωάμεθ διέταξε τους στρατιώτες του να σκάψουν στοές κάτω από τα τείχη της Βασιλεύουσας, οι Βυζαντινοί τους αντιλήφθηκαν, άνοιξαν κι αυτοί στοές και περιέλουσαν τους Τούρκους με υγρό πυρ.
Είναι αξιοσημείωτο ότι οι Άραβες που υπήρξαν τα πρώτα… θύματα του υγρού πυρός, από τον 8ο αιώνα και μετά, χρησιμοποιούσαν κι αυτοί εμπρηστικά μείγματα. Φαίνεται μάλιστα ότι συγκροτήθηκε ειδικό σώμα για την εκτόξευση της νάφθας σε πόλεμο σε ξηρά και θάλασσα με την επωνυμία «naffatin». Οι Άραβες προχώρησαν παραπέρα, καθώς είχαν εφεύρει αντιπυρικές στολές για την αντιμετώπιση του υγρού πυρός, που βέβαια αποτελούν κάτι το εντελώς πρωτοποριακό για τα δεδομένα της εποχής.
"Game of Thrones" και...υγρό πυρ!
Ο πανεπιστημιακός Τ. Κόλιας χαρακτηρίζει το υγρό πυρ ως «κατεξοχήν τεχνολογικό επίτευγμα των Βυζαντινών». Δεν παραγνωρίζει τη συνεισφορά άλλων λαών στην ανακάλυψη των καυστικών υγρών, σημειώνει όμως ότι αυτό που το έκανε πολύ σημαντικό ήταν η ιδιότητά του να μην σβήνει όταν έρχεται σε επαφή με το νερό αλλά και ο πρωτοποριακός τρόπος εκτόξευσής του.
Συμφωνούμε απόλυτα με τον καθηγητή Τ. Κόλια, δεν μπορούμε όμως να μην σημειώσουμε ότι με το «greekf ire» ασχολήθηκαν σχεδόν αποκλειστικά ξένοι επιστήμονες (ιστορικοί, φυσικοί, χημικοί) και σχεδόν καθόλου Έλληνες επιστήμονες, σε πρωτογενές ερευνητικό επίπεδο. Στο δημοφιλέστατο παγκοσμίως "Games of Thrones",υπάρχει εντυπωσιακή σκηνή ναυμαχίας, όπου γίνεται χρήση εκρηκτικού υλικού(wild fire), για την οποία ο συγγραφέας των βιβλίων και σεναριογράφος της σειράς δήλωσε ότι έχει εμπνευστεί από το υγρό πυρ!
Ας ελπίσουμε ότι κάποια στιγμή θα υπάρξει πιο ενδελεχής έρευνα για το υγρό πυρ από ελληνικής πλευράς, που θα φέρει στο φως την άγνωστη, ως τώρα, σύστασή του και τον τρόπο εκτόξευσής του.
Πηγές:
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΤΟΛΙΟΣ, «ΤΟ ΥΓΡΟ ΠΥΡ & η συμβολή του στη βυζαντινή ισχύ», HISTORICAL QUEST, Α’ Έκδοση, 2013.
Θεόδωρος Κ. Κορρές, «Υγρόν Πυρ. Ένα όπλο της βυζαντινής ναυτικής τακτικής» (διαθέσιμο στο διαδίκτυο) που αποτελεί εκτενή περίληψη του βιβλίου «Υγρόν Πυρ. Ένα όπλο της βυζαντινής ναυτικής τακτικής», εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 1995.
Άννα Κομνηνή, «Αλεξιάς», μετάφραση Αλόη Σιδέρη, εκδόσεις ΑΓΡΑ, 2005.
Το 941 μεγάλος ρωσικός στόλος εφόρμησε εναντίον της Βασιλεύουσας, ωστόσο τα πλοία των Ρώσων έγιναν στάχτη από τη φωτιά λίγων πυρφόρων δρομώνων.
Το υγρό πυρ χρησιμοποιήθηκε και από τον Νικηφόρο Φωκά κατά την εκστρατεία του (960) εναντίον των Αράβων της Κρήτης. Η συμβολή του μυστικού όπλου των Βυζαντινών στην απελευθέρωση της μεγαλονήσου ήταν σημαντική.
Το 1043 ξανά οι Ρως με 400 μονόξυλα επιχείρησαν να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη. Η πυρπόληση μόλις επτά από τα μονόξυλα αυτά έτρεψε σε φυγή το σύνολο του ρωσικού στόλου. Χιλιάδες πολεμιστές βρήκαν τότε τον θάνατο.
Νέα χρήση του υγρού πυρός σύμφωνα με την Άννα Κομνηνή έγινε το 1099 στη ναυμαχία της Ρόδου, όπου οι Βυζαντινοί με τη βοήθειά του καταναυμάχησαν τους Ιταλούς από την Πίζα. Το υγρό πυρ εκτοξευόταν σ’ αυτή τη ναυμαχία μέσα από στόματα λιονταριών και άλλων φοβερών ζώων που είχαν συνδεθεί με τα σιφόνια όπου βρισκόταν αυτό. Γράφει χαρακτηριστικά στο έργο της ‘’Αλεξιάς’’ η Άννα Κομνηνή: ‘’Ήξερε (ενν. ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α’) πως οι Πισσαίοι ήταν πεπειραμένοι στον κατά θάλασσα πόλεμο και φοβόταν τη σύγκρουση μαζί τους, γι’ αυτό και κατασκεύασε σ’ όλες τις πλώρες των πλοίων χάλκινα και σιδερένια κεφάλια λεόντων και άλλων χερσαίων ζώων κάθε λογής με τα στόματα ανοιχτά και τα στόλισε με χρυσάφι, ώστε και μόνο με τη θέα τους να σκορπίζει τον τρόμο. Το υγρόν πυρ που επρόκειτο να εξακοντίζεται κατά των εχθρών φρόντισε να περνάει από τα στόματά τους (ενν. των ζώων), έτσι ώστε να φαίνεται ότι το ξερνούσαν τα λιοντάρια και τ’ άλλα άγρια ζώα’’.
Του βυζαντινού στόλου ηγήθηκε ο γεννημένος στην Ιταλία Λαντούλφος, που γνώριζε καλά τη ναυτική στρατηγική των συμπατριωτών του.
Ας δούμε πως περιγράφει η Άννα Κομνηνή την έκβαση της ναυμαχίας: ‘’Τρομοκρατημένοι οι βάρβαροι, θες από τη φωτιά που εκτοξευόταν εναντίον τους (γιατί ήταν ασυνήθιστοι από τέτοια μηχανήματα και από φλόγες που αντί να πηγαίνουν κατά τη φύση τους προς τα πάνω κατευθύνονταν όπου ήθελε αυτός που τις εξαπέλυε, συχνά προς τα κάτω κι άλλοτε προς τις δύο κατευθύνσεις), θες από τη μανία των κυμάτων, πανικοβλήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή’’ (Βιβλίο ΙΑ, Χ).
Τέλος το υγρό πυρ χρησιμοποιήθηκε και εναντίον στασιαστών. Εκτός από τον Βιταλιανό που αναφέραμε παραπάνω με υγρό πυρ αντιμετωπίστηκαν οι Στέφανος, Αγαλλιανός και Κοσμάς, οι οποίοι εξεγέρθηκαν εναντίον του Λέοντα Γ’ του Ίσαυρου (727), μια στάση που έχει συνδεθεί με τα γεγονότα της εικονομαχίας, αλλά και η εξέγερση του Θωμά του Σλάβου το 822.
Η σύσταση του υγρού πυρός
Ένα από τα μεγαλύτερα ιστορικά, και όχι μόνο μυστήρια ,παραμένει μέχρι σήμερα η σύνθεση του υγρού πυρός. Αυτό οφείλεται στο ότι οι περιγραφές που μας έχουν παραδοθεί δεν είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικές. Περισσότερα συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε από την εικονογράφηση των χειρογράφων που σώζονται.
Υπάρχει η άποψη ότι η σύνθεσή του ήταν ένα καλά φυλαγμένο μυστικό, που μεταδιδόταν από αυτοκράτορα σε αυτοκράτορα με φοβερούς όρκους. Ο βυζαντινός αυτοκράτορας του 10ου αιώνα Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος ισχυρίζεται ότι ‘’από το Θεό μέσω αγγέλων στον μεγάλο και πρώτο Χριστιανό άγιο Κωνσταντίνο (εννοεί τον Μέγα Κωνσταντίνο) φανερώθηκε και διδάχτηκε’’. Μάλιστα ο Πορφυρογέννητος γράφει ότι ο ίδιος ο Μέγας Κων/νος έγραψε κατάρες πάνω στην αγία τράπεζα εναντίον όποιου τολμήσει να προδώσει το μυστικό σε άλλο έθνος. Και σύμφωνα μ’ αυτές ο δράστης έπρεπε πλέον να μην αποκαλείται Χριστιανός και να αναθεματίζεται είτε είναι αυτοκράτορας, είτε Πατριάρχης, είτε οποιοσδήποτε άλλος. Και προέτρεπε ‘’πάντας τους ζήλον και και φόβον Θεού έχοντας, ως κοινόν εχθρόν και παραβάτην της μεγάλης ταύτης εντολής, τον τοιούτον επιχειρούντα ποιείν αναιρείν σπουδάζειν και εχθίστω (και) χαλεπώ παραπέμπεσθαι θανάτω’’, δηλαδή να σκοτώνεται όποιος επιχειρεί να κάνει κάτι τέτοιο.
Το 1891 και το 1893 ο Γάλλος χημικός Berthelot διατύπωσε τη θεωρία ότι ο Καλλίνικος ανέμειξε τις ως τότε γνωστές εμπρηστικές ύλες με το άγνωστο εκείνη την εποχή νίτρο. Με τη θεωρία αυτή συμφώνησαν τόσο ο H. Diels, που πρόσθεσε ότι το μείγμα ήταν πρόδρομος της πυρίτιδας όσο και οι C. Zenghelis και L. W. Barnard.
Το 1906 ο Γερμανός E. O. Von Lippmann προσπάθησε να αποδείξει ότι η χρήση της πυρίτιδας για πολεμικούς σκοπούς οφειλόταν στους Γερμανούς και όχι στους Βυζαντινούς, ενώ υποστήριζε ότι το νίτρο δεν ήταν γνωστό ως τον 13ο αιώνα επικαλούμενος αναφορές του Μάρκου Γραικού, το έργο του οποίου επίσης τοποθετεί τον 13ο αιώνα. Ο Μάρκος Γραικός έγραψε την πραγματεία ‘’Liber Ignium’’, αλλά δεν είναι γνωστό πότε έζησε. Ο κορυφαίος βυζαντινολόγος K. Krumbacher αναφέρει ότι έζησε τον 9ο αιώνα. Στηριζόμενοι σε αυτή την άποψη οι M. Berthelot και C. Zenghelis αντέκρουσαν τους ισχυρισμούς του von Lippmann. Ο M. Mercier διαφώνησε τόσο με τον Zenghelis γράφοντας ότι η πυρίτιδα δεν αποτελούσε αποκλειστικά βυζαντινή εφεύρεση, όσο και με τον von Lippmann που διατεινόταν ότι η χρήση της πυρίτιδας γινόταν για πολεμικούς σκοπούς.
Μια δεύτερη άποψη συνέδεε το υγρό πυρ με τον ασβέστη. Διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον Βρετανό H. W. L. Himeτο 1914. Ο Hime ορμώμενος από το γεγονός ότι το υγρό πυρ αναφλεγόταν όταν ερχόταν σε επαφή με το νερό κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στο μείγμα υπήρχε και ασβέστης. Ο ασβέστης ήταν ένα υλικό γνωστό από πολύ παλιά και ο Καλλίνικος ως αρχιτέκτονας θα γνώριζε οπωσδήποτε τις ιδιότητές του. Όταν ραντιστεί με νερό η θερμοκρασία του ανεβαίνει στους 150 βαθμούς Κελσίου, ενώ μαζί με τη νάφθα δημιουργούν ένα ιδιαίτερα εκρηκτικό μείγμα. Την άποψη αυτή ενστερνίστηκε και ο E. O. Von Lippmann. Ενστάσεις για τη θεωρία του Hime διατύπωσαν τόσο ο C. Zenghelis όσο και ο N. D. Cheronis. Ο Hime τροποποίησε τις απόψεις του κυρίως ως προς το πώς εκτοξευόταν το υγρόν πυρ. Δέχτηκε τελικά ότι η λέξη ‘’σίφων’’ σημαίνει αντλία, από την οποία εκτοξευόταν νερό μαζί με το εμπρηστικό μείγμα.
Με το πέρασμα του χρόνου το ενδιαφέρον για το υγρό πυρ όχι μόνο δεν ατόνησε, αλλά αντίθετα μεγάλωσε. Δύο νέες αντιλήψεις δημιουργήθηκαν.
Οι M. Mercier, R. J. ForbesκαιE. Davidson διατύπωσαν την άποψη ότι το μείγμα πρέπει να περιείχε νάτριο και ασβέστη αναμειγμένο με άλλα υλικά και κυρίως με νάφθα. Το εξαιρετικά ενδιαφέρον στοιχείο που πρόσθεσαν οι παραπάνω στις έρευνες για το υγρό πυρ ήταν η άποψη ότι η σύσταση του μείγματος δεν ήταν πάντα σταθερή και αυτό δικαιολογεί και τα πολλά ονόματα με τα οποία είναι γνωστό το υγρόν πυρ. Επίσης η E. Davidson παρουσίασε και χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τη σκανδιναβική πηγή ‘’Yngvar’s Saga’’, που αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης ομάδας πηγών που αναφέρονται σε ταξίδια από τη Σουηδία προς τη ρωσική ενδοχώρα. Με τον όρο saga(σάγκα) είναι γνωστό ένα είδος της σκανδιναβικής μεσαιωνικής λογοτεχνίας. Αν και στο βιβλίο ‘’Yngvar’s Saga’’ υπάρχουν πολλές φανταστικές αφηγήσεις περιέχονται και ενδιαφέροντα και αξιοποιήσιμα στοιχεία κυρίως για το πώς εκτοξευόταν το υγρό πυρ.
Μελετώντας το ‘’Yngvar’s Saga’’ o βυζαντινολόγος J. Haldon και ο φυσικός M. Byrne παρουσίασαν το 1977 τη δική τους θεωρία, σύμφωνα με την οποία βασικό συστατικό του υγρού πυρός ήταν το αργό πετρέλαιο. Κατασκεύασαν μάλιστα και μία συσκευή που αποτελούσε (πιθανή) αναπαράσταση εκείνων από τις οποίες εκτοξευόταν το υγρόν πυρ. Πρόκειται για μία ενδιαφέρουσα κατασκευή με πολλά όμως ‘’τρωτά σημεία’’. Τέλος ο J. R. Partington στο βιβλίο του ‘’History of Greek Fire and Gunpowder’’, το οποίο θεωρείται η καλύτερη και η πλέον σύγχρονη μελέτη για το υγρό πυρ, αναφέρει ότι τα συστατικά του ήταν: υγρό πετρέλαιο, νέφτι, φλεγόμενη πίσσα, θειάφι, ρετσίνι, ασβέστης και κατράμι, όλα αυτά μαζί με κάποιο ‘’μυστικό μείγμα’’.
Κάνοντας μια σύνοψη των παραπάνω ο βυζαντινολόγος Θ. Κορρές καταλήγει στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν πολλά διαφορετικά μείγματα που είναι γνωστά σε μας ως ‘’υγρόν πυρ’’. Το κοινό τους στοιχείο είναι ότι βασικό τους συστατικό είχαν τη νάφθα και το θείο (θειάφι), μαζί με άκαυστο ασβέστη.
Πώς γινόταν η εκτόξευση του υγρού πυρός;
Οι αναφορές στη χρήση του υγρού πυρός είναι λίγες και ασαφείς στις διάφορες πηγές. Ο Θ. Κ. Κορρές προχωρά στις εξής γενικές παρατηρήσεις:
Το υγρό πυρ ριχνόταν ‘’μετά ή διά των σιφώνων’’, που ήταν τοποθετημένοι στα πολεμικά πλοία.
Οι σίφωνες ήταν τοποθετημένοι στην πλώρη και ‘’έμπροσθεν χαλκού ημφιεσμένοι’’.
Η εκτόξευση του υγρού πυρός συνοδευόταν από βροντή και καπνό.
Το υγρό πυρ μπορούσε να εκτοξεύεται κατά των εχθρικών πλοίων και μέσα σε δοχεία που έσπαζαν.
Μπορούσε να ριχτεί ακόμα και με το χέρι, με τους λεγόμενους ‘’χειροσίφωνες’’.
Οι Βυζαντινοί μπορούσαν να ελέγχουν το υγρό πυρ και να το εκτοξεύουν ‘’κατά τε το πρανές πολλάκις και εφ’ εκάτερα’’.
Για τον όρο ‘’σίφων’’ έχουν δοθεί δύο διαφορετικές ερμηνείες.
Κατά την πρώτη, που υποστήριζαν μεταξύ άλλων οι Cheronis, Partington και οι Haldon-Byrne, σίφων=αντλία.
Κατά τη δεύτερη, που υποστήριζαν και οι Mercier, Forbes και Davidson, σίφων=σωλήνας.
Ο Θ. Κορρές υποστηρίζει ότι το υγρό πυρ εκτοξευόταν με βαλλίστρες που ήταν βέβαια κατάλληλα τροποποιημένες. Πολύ σημαντικό ρόλο έπαιξαν όμως και τα πλοία των βυζαντινών από τα οποία εκτοξευόταν το υγρό πυρ. Τον 6ο αιώνα χρησιμοποιούνταν ήδη οι δρόμωνες. Πλοία ταχύτατα που κινούνταν με τη βοήθεια του ανέμου με πανιά,αλλά αν χρειαζόταν το πλήρωμά τους κατέφευγε στη χρήση κουπιών. Ως τον 10ο αιώνα, είχαν «ενταχθεί» στον βυζαντινό στόλο και νέοι τύποι πλοίων: τα χελάνδια, οι πάμφυλοι, τα ουσιακά, τα δρομώνια, οι γαλέρες και άλλα.
Ωστόσο, οι δρόμωνες ήταν το κύριο πλοίο που χρησιμοποιούσαν οι βυζαντινοί στις ναυμαχίες. Πληροφορία που αντλούμε από τα «Ναυμαχικά» του Λέοντα ΣΤ’ αναφέρει ότι από το ξυλόκαστρο που ήταν στερεωμένο στο κατάρτι των δρομώνων μπορούσαν να εκτοξευτούν, εκτός από το υγρό πυρ εναντίον των εχθρικών πλοίων, πέτρες και μεταλλικά αντικείμενα αλλά ακόμα και πήλινα δοχεία που περιείχαν σαύρες, σκορπιούς και φίδια!
Και η εκτόξευση του υγρού πυρός δεν γινόταν οποιαδήποτε στιγμή. Έπρεπε η θάλασσα να μην είναι τρικυμισμένη, να μην πνέουν αντίθετοι άνεμοι ή να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια κυκλωτικών κινήσεων γιατί τότε θα κινδύνευαν τα φίλια πλοία. Επίσης, το υγρό πυρ που όπως αναφέραμε αναφλεγόταν όταν ερχόταν σε επαφή με το νερό, εκτοξευόταν όταν οι δύο στόλοι βρίσκονταν σε μικρή απόσταση.
Η χρήση του υγρού πυρός στην ξηρά
Θα αναρωτιούνται οι αναγνώστες μας αν το υγρό πυρ χρησιμοποιήθηκε από τους Βυζαντινούς και σε επιχειρήσεις στην ξηρά. Το 812 στη Μεσημβρία, οι Βούλγαροι του Κρούμου κατέλαβαν άφθονο πολεμικό υλικό. Ανάμεσά τους και 36 χάλκινοι σίφωνες εκτόξευσης υγρού πυρός. Και αρκετή ποσότητα εμπρηστικού υγρού. Αν και οπωσδήποτε ανάμεσα στους βυζαντινούς αιχμαλώτους, κάποιοι θα γνώριζαν πώς γίνεται η εκτόξευση του υγρού πυρός, ο Κρούμος δεν χρησιμοποίησε το όπλο των Βυζαντινών.
Το 1004, ο Ιωάννης Σκυλίτζης αναφέρει ότι ο Βασίλειος Β’ ο Βουλγαροκτόνος εκτόξευσε υγρό πυρ εναντίον της βουλγαρικής παραδουνάβιας πόλης Βιδίνης. Η εκτόξευση έγινε πιθανότατα από βυζαντινά πλοιάρια που έπλεαν στον Δούναβη. Εξήντα εφτά χρόνια αργότερα, στη μάχη του Ματζικέρτ (1071, και όχι 1054 όπως γράφει στο βιβλίο του ο Κ. Καρατόλιος, τότε έγινε το οριστικό σχίσμα μεταξύ των δύο Εκκλησιών), οι Βυζαντινοί πυρπόλησαν με το καυστικό υγρό τις ξύλινες πολιορκητικές μηχανές. Πρόσφατα οι Τούρκοι γιόρτασν την 948η επέτειο από τη μάχη του Μαντζικέρτ...
Το 1204, κατά την άλωση της Πόλης από τους Σταυροφόρους, το υγρό πυρ δεν χρησιμοποιήθηκε. Η τελευταία αναφορά για το υγρό πυρ σχετίζεται με την άλωση της Πόλης από τους Τούρκους και παραδίδεται από τον Φραντζή. Σύμφωνα μ’ αυτή, όταν ο Μωάμεθ διέταξε τους στρατιώτες του να σκάψουν στοές κάτω από τα τείχη της Βασιλεύουσας, οι Βυζαντινοί τους αντιλήφθηκαν, άνοιξαν κι αυτοί στοές και περιέλουσαν τους Τούρκους με υγρό πυρ.
Είναι αξιοσημείωτο ότι οι Άραβες που υπήρξαν τα πρώτα… θύματα του υγρού πυρός, από τον 8ο αιώνα και μετά, χρησιμοποιούσαν κι αυτοί εμπρηστικά μείγματα. Φαίνεται μάλιστα ότι συγκροτήθηκε ειδικό σώμα για την εκτόξευση της νάφθας σε πόλεμο σε ξηρά και θάλασσα με την επωνυμία «naffatin». Οι Άραβες προχώρησαν παραπέρα, καθώς είχαν εφεύρει αντιπυρικές στολές για την αντιμετώπιση του υγρού πυρός, που βέβαια αποτελούν κάτι το εντελώς πρωτοποριακό για τα δεδομένα της εποχής.
"Game of Thrones" και...υγρό πυρ!
Ο πανεπιστημιακός Τ. Κόλιας χαρακτηρίζει το υγρό πυρ ως «κατεξοχήν τεχνολογικό επίτευγμα των Βυζαντινών». Δεν παραγνωρίζει τη συνεισφορά άλλων λαών στην ανακάλυψη των καυστικών υγρών, σημειώνει όμως ότι αυτό που το έκανε πολύ σημαντικό ήταν η ιδιότητά του να μην σβήνει όταν έρχεται σε επαφή με το νερό αλλά και ο πρωτοποριακός τρόπος εκτόξευσής του.
Συμφωνούμε απόλυτα με τον καθηγητή Τ. Κόλια, δεν μπορούμε όμως να μην σημειώσουμε ότι με το «greekf ire» ασχολήθηκαν σχεδόν αποκλειστικά ξένοι επιστήμονες (ιστορικοί, φυσικοί, χημικοί) και σχεδόν καθόλου Έλληνες επιστήμονες, σε πρωτογενές ερευνητικό επίπεδο. Στο δημοφιλέστατο παγκοσμίως "Games of Thrones",υπάρχει εντυπωσιακή σκηνή ναυμαχίας, όπου γίνεται χρήση εκρηκτικού υλικού(wild fire), για την οποία ο συγγραφέας των βιβλίων και σεναριογράφος της σειράς δήλωσε ότι έχει εμπνευστεί από το υγρό πυρ!
Ας ελπίσουμε ότι κάποια στιγμή θα υπάρξει πιο ενδελεχής έρευνα για το υγρό πυρ από ελληνικής πλευράς, που θα φέρει στο φως την άγνωστη, ως τώρα, σύστασή του και τον τρόπο εκτόξευσής του.
Πηγές:
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΤΟΛΙΟΣ, «ΤΟ ΥΓΡΟ ΠΥΡ & η συμβολή του στη βυζαντινή ισχύ», HISTORICAL QUEST, Α’ Έκδοση, 2013.
Θεόδωρος Κ. Κορρές, «Υγρόν Πυρ. Ένα όπλο της βυζαντινής ναυτικής τακτικής» (διαθέσιμο στο διαδίκτυο) που αποτελεί εκτενή περίληψη του βιβλίου «Υγρόν Πυρ. Ένα όπλο της βυζαντινής ναυτικής τακτικής», εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 1995.
Άννα Κομνηνή, «Αλεξιάς», μετάφραση Αλόη Σιδέρη, εκδόσεις ΑΓΡΑ, 2005.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα