Γιατί συνεχίζουμε τη μνημονιακή λιτότητα στο Δημόσιο;
Γ. Χ. Παπαγεωργίου

Γ. Χ. Παπαγεωργίου

Γιατί συνεχίζουμε τη μνημονιακή λιτότητα στο Δημόσιο;

Ενα από τα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας είναι η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού

Το ζήτημα βέβαια αφορά συνολικότερα την πορεία της χώρας, αλλά στα μεγάλα εθνικά θέματα υπάρχει ένας αναγκαστικός ετεροπροσδιορισμός, ο οποίος προκύπτει από τα ζητήματα που θέτει η Τουρκία, με αποτέλεσμα λίγο πολύ να έχει διαμορφωθεί ιστορικά μια εθνική γραμμή. Ασφαλώς λείπει και εκεί μια δυναμική εθνική στρατηγική, αλλά η «άμυνα» απέναντι στα προβλήματα που δημιουργεί η γείτων έχει διαμορφώσει κάποιες κόκκινες γραμμές, από τις οποίες δεν έχουμε -μέχρι σήμερα- μεγάλες αποκλίσεις ανεξαρτήτως κυβερνήσεων.

Στην οικονομία, όμως, το πρόβλημα δεν είναι μόνο η έλλειψη εθνικής στρατηγικής, αλλά και το ότι η οικονομική πολιτική έχει μπει σε έναν αυτόματο πιλότο ο οποίος μεγαλώνει την υστέρηση της Ελλάδας από τον μέσο όρο της Ε.Ε. σε όρους εθνικού εισοδήματος, αλλά και εγχώριας παραγωγής.

Η υστέρηση αυτή συνήθως αποδίδεται στη μεγάλη ζημιά που έγινε στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων, αλλά αυτή είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή είναι ότι τα μνημόνια άφησαν παρακαταθήκη πολιτικές σκληρής λιτότητας, η οποία επιβλήθηκε ως πολιτική τιμωρία γερμανικής έμπνευσης και χαρακτηρίστηκε ως «λάθος» εκ των υστέρων. Στις επόμενες κρίσεις, του COVID και της ενεργειακής κρίσης, έγιναν τα ακριβώς αντίθετα στην Ευρωζώνη, με τύπωμα χρήματος και μεγάλα ελλείμματα στους κρατικούς προϋπολογισμούς.

Κι όμως, ακόμα και σήμερα σε ορισμένους καθοριστικούς τομείς το Ελληνικό Δημόσιο συνεχίζει να εφαρμόζει μέτρα μνημονιακής έμπνευσης. Το σύνολο της δημοσιονομικής πολιτικής έχει μνημονιακά γονίδια με αυστηρή λιτότητα στον δημόσιο τομέα, η οποία έχει ως αποτέλεσμα ο κρατικός προϋπολογισμός να παράγει περισσότερα έσοδα, κυρίως φορολογικά, από ό,τι έξοδα (πριν πληρωθούν οι τόκοι, το γνωστό «πρωτογενές πλεόνασμα»), δηλαδή ένα περίσσευμα το οποίο είναι πολύ μεγαλύτερο από το αναγκαίο. Και αυτό το περίσσευμα προκύπτει συστηματικά τα τρία τελευταία χρόνια.

Ο απλός πολίτης αδυνατεί να καταλάβει γιατί υπάρχει τέτοια πίεση και γιατί δεν μειώνονται οι φορολογικοί συντελεστές εφόσον περισσεύουν λεφτά. Οι επιχειρηματίες, από την πλευρά τους, δεν καταλαβαίνουν γιατί δεν μειώνονται οι φόροι στην εργασία (ασφαλιστικές εισφορές) ώστε να μπορούν να δίνουν μεγαλύτερους μισθούς σε εργαζόμενους και στελέχη, τα οποία ψάχνουν και δεν βρίσκουν. Οποια από τις λύσεις κι εάν είχε επιλεγεί θα είχε ευνοϊκή επίδραση στα εισοδήματα των πολιτών και των επιχειρήσεων, επομένως και στην οικονομική δραστηριότητα και στα φορολογητέα εισοδήματα και επιχειρηματικά κέρδη. Το κράτος θα είχε πάρει πίσω τις όποιες ελαφρύνσεις, ίσως και με το παραπάνω. 

Η κυβέρνηση φαίνεται ότι εξετάζει τώρα κάποιες ελαφρύνσεις και παροχές, τις οποίες σχεδιάζει να παρουσιάσει τον Σεπτέμβριο στη ΔΕΘ, αλλά το ζήτημα δεν είναι να γίνουν κάποιες επιμέρους αναγγελίες για συγκεκριμένα κοινά με προφανή πολιτική στόχευση. Το ερώτημα είναι γιατί επί τρία χρόνια δεν υπήρξε ένας αποτελεσματικότερος σχεδιασμός.

Μεγάλη πίεση υπάρχει όμως και στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που χρωστάνε στο Δημόσιο, είτε από φόρους είτε από ασφαλιστικές εισφορές. Οι οφειλές προς το Δημόσιο έχουν ξεπεράσει τα 110 δισ. ευρώ, με το 61,5% να προέρχεται από επιχειρήσεις και το 38,5% από φυσικά πρόσωπα. Μαζί με τα κόκκινα δάνεια, που ξεπερνούν τα 75 δισ. ευρώ και έχουν μεταφερθεί από τις τράπεζες στα χέρια των εισπρακτικών εταιρειών, οι οφειλές προς το Δημόσιο αποτελούν οικονομική τροχοπέδη και «πνίγουν» ένα μεγάλο κομμάτι νοικοκυριών και επιχειρήσεων. 

Τα κόκκινα δάνεια είναι μια άλλη «αμαρτωλή» ιστορία -που αξίζει εκτενή αναφορά σε άλλο σημείωμα-, αφού οι μεν τράπεζες εξυγίαναν τους ισολογισμούς τους, αλλά το πρόβλημα παραμένει και αποτελεί ανοιχτή πληγή για την αγορά, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Κλείσιμο
Το Δημόσιο όμως, που πλέον βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, αντί να δώσει ευνοϊκές ρυθμίσεις για όσους έχουν οφειλές από φορολογικές υποχρεώσεις που δεν αφορούν φοροδιαφυγή (οι οποίοι κατά τεκμήριο είναι οι «καλοί πελάτες» αφού δηλώνουν τα εισοδήματά τους), επιβάλλει δρακόντειους όρους σε κάθε ρύθμιση, με υψηλά επιτόκια και με εξωφρενικές χρεώσεις της τάξης του 15% τον μήνα για εκπρόθεσμες οφειλές. Πρόκειται για τιμωρητικούς όρους που θεσπίστηκαν επί μνημονίων με το -γερμανικό- σκεπτικό ότι δεν πρέπει να χαλάσει η λεγόμενη «κουλτούρα πληρωμών». Η έκφραση αυτή στην ουσία σημαίνει ότι «όλοι οι Ελληνες φορολογούμενοι είναι απατεώνες που έχουν αλλά δεν θέλουν να πληρώσουν και πρέπει να τιμωρούνται αυστηρά με κάθε ευκαιρία», όπως πίστευαν οι δανειστές.

Η κυβέρνηση θα έκανε μεγάλη χάρη στην Οικονομία, αλλά και στον εαυτό της, εάν επανεξέταζε το πλέγμα των τιμωρητικών αυτών ρυθμίσεων, που υιοθετήθηκαν σε άλλες εποχές και υπό άλλες συνθήκες, έτσι ώστε να τις καταργήσει και να δώσει μια ανάσα στους πολίτες και στην αγορά.

Τα υπερβολικά πλεονάσματα στον κρατικό προϋπολογισμό δεν έχουν μόνο οικονομικές παρενέργειες, αλλά και πολιτικές, όπως μπορεί να βεβαιώσει και το υπουργείο Οικονομικών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, που δημιούργησε υπερβολικά πλεονάσματα στον κρατικό προϋπολογισμό την περίοδο 2016-2018 και κατηγορούνταν τότε από στελέχη της Ν.Δ. και μετέπειτα υπουργούς, οι οποίοι έγραφαν την εποχή εκείνη ότι: «Ο τρόπος με τον οποίο εκτέλεσε τους προϋπολογισμούς η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είτε γιατί δεν μπορούσε είτε γιατί δεν ήθελε να μετρήσει σωστά οδήγησε σε πρόσθετα -σε σχέση με τις απαιτήσεις των δανειστών- μέτρα λιτότητας που στραγγάλισαν την ανάπτυξη, την απασχόληση και τις επενδύσεις».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Best of Network

Δείτε Επίσης