Αυτοκριτική Τσίπρα στη Βουλή: Δυσαρεστήσαμε προτείνοντας ήπιο εξορθολογισμό των σχέσεων Κράτους - Εκκλησίας

Αυτοκριτική Τσίπρα στη Βουλή: Δυσαρεστήσαμε προτείνοντας ήπιο εξορθολογισμό των σχέσεων Κράτους - Εκκλησίας

Βάλαμε τις βάσεις ενός συνταγματικού εκσυγχρονισμού της χώρας, είπε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης μιλώντας στη συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση

4963552
Με αυτοκριτική διάθεση εμφανίσθηκε στη βουλή, στη συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας. Αναφερόμενος στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την αναθεώρηση των σχέσεων Κράτους - Εκκλησίας, είπε ότι «σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί ακόμη και να δυσαρέστησε το στενό κομματικό μας ακροατήριο, όπως για παράδειγμα στην πρότασή μας για το άρθρο 3, που προτείναμε έναν ήπιο εξορθολογισμό, και όχι τη ριζική διάρρηξη, των σχέσεων πολιτείας και εκκλησίας». Ο κ.Τσίπρας, ωστόσο, έσπευσε να δικαιολογήσει τη στάση του κόμματός του, λέγοντας ότι «αυτή, όπως και όλες οι προτάσεις μας, έγιναν με την επίγνωση ότι το Σύνταγμα αποδίδει πάντοτε έναν ορισμένο συσχετισμό κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων, τον οποίο δεν μπορούμε να υπερβούμε». 

Τσίπρας Ομιλία 25/11


Είπε μεταξύ άλλων ο κ.Τσίπρας: 

Τον Ιούλιο του 2016 πήραμε την πρωτοβουλία να ξεκινήσει η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης προτάσσοντας μια δημόσια διαβούλευση και ένα διάλογο με τους πολίτες και τη κοινωνία των πολιτών, ώστε τα κόμματα όλα να γνωρίζουν τις προτάσεις και τις απόψεις τους πριν εκκινήσει η προβλεπόμενη διαδικασία της αναθεώρησης στη Βουλή.
Αφετηρία της πρωτοβουλίας μας ήταν μια θεμελιώδης παραδοχή. Η δική μας παραδοχή ότι το Σύνταγμα ανήκει στους πολίτες. Σε όλους τους πολίτες.
Συνεπώς λόγο για το Σύνταγμα δεν έχουν μόνον οι ειδικοί και οι τεχνοκράτες. Φυσικά θα έχουν και αυτοί αλλά όχι μόνο αυτοί.
Ούτε μόνον οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ.
Αλλά όλοι οι πολίτες, όλος ο λαός, οι πολλοί.

Οι αντιδράσεις στην πρωτοβουλία μας αυτή τότε, από τα κόμματα του παλιού πολιτικού συστήματος, πιστεύω ότι δεν είχαν να κάνουν μόνο με έναν θεσμικό καθωσπρεπισμό αλλά κυρίως υπέκρυπταν το φόβο, να χάσουν για πρώτη φορά τον έλεγχο του Συντάγματος, οι πολιτικές δυνάμεις που το μονοπώλησαν από την Μεταπολίτευση και μετά.

Οι ίδιες πολιτικές δυνάμεις δηλαδή, που έβαλαν το άρθρο 86 στο Σύνταγμα για να εξασφαλίζουν την ατιμωρησία τους.

Που έβαλαν το δικαίωμα επίταξης στο Σύνταγμα για να περιορίζουν το δικαίωμα της απεργίας.

Που θέλουν το λαό απαθή, να ψηφίζει μια φορά στα τέσσερα χρόνια και μετά να παρακολουθεί αμέτοχος ν’ αποφασίζουν άλλοι για λογαριασμό του.

Αφού λοιπόν προηγήθηκε μια μακρά και γόνιμη διαδικασία διαβούλευσης σε κάθε άκρη της Ελλάδας, καταθέσαμε την πρότασή μας το Νοέμβριο του 2018. Η πρόταση αναθεώρησης που καταθέσαμε αποτυπώνει ένα συνολικό σχέδιο για το Σύνταγμα και τους θεσμούς.

Ένα σχέδιο για μια Νέα Μεταπολίτευση, όπως το ονομάσαμε. Για μια Ελλάδα που αφήνει επιτέλους πίσω της τα βαρίδια του 20ου αιώνα και μπαίνει, έστω με καθυστέρηση, στο 21ο αιώνα.

Ένα σχέδιο που βάζει μπροστά το λαό και τους πολίτες. Το σχέδιό μας έχει τρεις πυλώνες:

-Εκδημοκρατισμός του πολιτεύματος.

-Διεύρυνση της λαϊκής συμμετοχής και των κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων.

-Αποκατάσταση της αξιοπιστίας της πολιτικής.

-Όταν καταθέσαμε την πρότασή μας, είχαμε απόλυτη επίγνωση ότι παίρνουμε ένα ρίσκο.

-Η κοινοβουλευτική μας ομάδα δεν είχε καν την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή.

Και φυσικά γνωρίζαμε πολύ καλά ότι θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να διασφαλίσουμε για τις προτάσεις μας την απαιτούμενη, αυξημένη πλειοψηφία 180 βουλευτών, είτε στην προτείνουσα είτε στην αναθεωρητική Βουλή.

Γνωρίζαμε όμως επίσης πολύ καλά πως η κοινωνία δεν μπορεί να περιμένει άλλο.

Ιδίως το αίτημα για εξυγίανση του πολιτικού συστήματος είναι πια παραπάνω από επιτακτικό.

Είναι επείγον.



Γι’ αυτό και δεν διστάσαμε.

Πήραμε την απόφαση να κινήσουμε τη διαδικασία της αναθεώρησης, χωρίς μικροπολιτικούς υπολογισμούς και χωρίς τακτικισμούς.

Με στάση υπευθυνότητας απέναντι στην κοινωνία και απέναντι στο πολιτικό σύστημα.

Το σχέδιό μας, προφανώς, δε θα υλοποιηθεί στη παρούσα αναθεώρηση.

Παρόλα αυτά, δε μετανιώνουμε που ανοίξαμε αυτή τη διαδικασία.

Που βάλαμε τις βάσεις της συζήτησης στην ελληνική κοινωνία για την ανάγκη μιας προοδευτικής αναθεώρησης του Συντάγματος και ενός συνταγματικού εκσυγχρονισμού της χώρας.

Άλλωστε πρωτίστως στην κοινωνία και στους πολίτες απευθυνθήκαμε.

Και καταθέσαμε ένα ολοκληρωμένο και συνεκτικό σχέδιο για το Σύνταγμα και τους θεσμούς, για το οποίο είμαστε περήφανοι.

Ένα σχέδιο που είμαστε βέβαιοι πως αν το θέταμε στη κρίση των πολιτών, στη μεγάλη τους πλειοψηφία θα το ενέκριναν.



Απέναντι στο σχέδιό μας, η αντιπρόταση της Νέας Δημοκρατίας ήταν μια αμήχανη και άτολμη συρραφή σκόρπιων διατάξεων.

Ένα μνημείο βερμπαλισμού, χωρίς άξονες και κεντρική ιδέα, χωρίς ειρμό και έρμα.



Εμείς δείξαμε και αποδείξαμε ότι έχουμε σχέδιο.

Η Νέα Δημοκρατία, αντιθέτως, απέδειξε ότι στα του Συντάγματος κινείται χωρίς πυξίδα και χωρίς σχέδιο.

Δεν χρειάζεται να πω εγώ κάτι γι’ αυτό.

Μια απλή σύγκριση της πρότασης της για την αναθεώρηση του Συντάγματος που είχε καταθέσει το 2014, με την πρότασή της του 2018, αρκεί.

Δύο εντελώς διαφορετικά κείμενα.



Και, τουλάχιστον, η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας του 2014, όσο κι αν διαφωνούμε μαζί της, είχε τουλάχιστον μια στοιχειώδη δομή και μια κεντρική λογική.

Η πρόταση του 2018 μοιάζει να είναι ένα ποτ-πουρί ποικίλων και ασύνδετων μεταξύ τους ρυθμίσεων, που φαίνεται πως ο μόνος λόγος που προτάθηκαν είναι για να συγκαλύψουν τον ένα και μοναδικό σκοπό στον οποίο η πρόταση αποβλέπει:

Την συνταγματοποίηση του νεοφιλελευθερισμού στη Παιδεία και στο περιβάλλον, με διατάξεις που οδηγούν ευθέως στην εμπορευματοποίηση της παιδείας και την υποβάθμιση της προστασίας του περιβάλλοντος.



Περαιτέρω, αυτό που πετύχαμε με την δική μας πρόταση, είναι να αποδείξουμε πως είμαστε μια πολιτική δύναμη συνταγματικής και θεσμικής υπευθυνότητας.

Η πρότασή μας έχει βεβαίως αριστερό και προοδευτικό πρόσημο.

Όμως, οι επιμέρους παρεμβάσεις που τη συγκροτούν ενέχουν το στοιχείο της συναίνεσης και του συμβιβασμού.

Δεν προτείνουμε, όπως η Νέα Δημοκρατία, τη συνταγματοποίηση του πολιτικού μας προγράμματος.

Προτείνουμε ώριμα αιτήματα της ελληνικής κοινωνίας.

Και μάλιστα αιτήματα με πλειοψηφική δυναμική.

Ομολογώ ότι αυτό σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί ακόμη και να δυσαρέστησε το στενό κομματικό μας ακροατήριο.

Οι σχέσεις Κράτους- Εκκλησίας

Όπως για παράδειγμα στην πρότασή μας για το άρθρο 3, που προτείναμε έναν ήπιο εξορθολογισμό, και όχι τη ριζική διάρρηξη, των σχέσεων πολιτείας και εκκλησίας.

Όμως αυτή, όπως και όλες οι προτάσεις μας, έγιναν με την επίγνωση ότι το Σύνταγμα αποδίδει πάντοτε έναν ορισμένο συσχετισμό κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων, τον οποίο δεν μπορούμε να υπερβούμε.

 
Ο κ.Τσίπρας όμως, επιτέθηκε στη Νέα Δημοκρατία για το άρθρο 86. Είπε στην ομιλία του: 

Το πόσο συναινετική και συνθετική υπήρξε η πρότασή μας φαίνεται άλλωστε και από το γεγονός ότι υιοθετήσαμε ακόμα και προτάσεις που είχε κάνει το 2014 η Νέα Δημοκρατία.

Όπως την τότε πρότασή της να εκλέγεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μετά από αλλεπάλληλες ψηφοφορίες στη Βουλή, πάντοτε όμως με αυξημένη πλειοψηφία, και εναλλακτικά με άμεση εκλογή από το λαό. Ή την πρότασή της για καθιέρωση αναλογικού εκλογικού συστήματος.
Το οξύμωρο είναι ότι σε αυτές τις δύο προτάσεις βασίζεται σχεδόν το κύριο μέρος της αντιπαράθεσης της ΝΔ προς τον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα.
Και αυτό αποδεικνύει τη πολιτική ένδεια και τον καιροσκοπισμό σας, αφού όχι μόνο αρνείστε να ψηφίσετε, αλλά ξιφουλκείτε εναντίον των δικών σας προτάσεων το 2014.
Την υπεύθυνη και συνθετική στάση μας την αποδείξαμε εξάλλου και κατά τις εργασίες της προτείνουσας Βουλής.

Όπου, σε αντίθεση με τη στάση της σημερινής πλειοψηφίας, αποδεχθήκαμε αυτοβούλως διάφορες προτάσεις της τότε αντιπολίτευσης, χωρίς να είμαστε υποχρεωμένοι να το κάνουμε.

Προτάσεις στις οποίες δώσαμε έτσι, εμείς, την ευκαιρία να είναι σήμερα μεταξύ των αναθεωρητέων διατάξεων.
Ελπίζω να θυμάστε, κύριε Πρόεδρε της Βουλής, ότι η πρόταση που φέρατε για το άρθρο 96 και τη στρατιωτική δικαιοσύνη βρίσκεται σήμερα στις αναθεωρητέες διατάξεις, μόνο και μόνο επειδή την υιοθέτησαν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ στην προτείνουσα Βουλή.
Ελπίζω να θυμάστε, κυρίες και κύριοι της πλειοψηφίας, ότι η πρόταση που φέρατε για το άρθρο 68 και τις εξεταστικές επιτροπές, βρίσκεται σήμερα στις αναθεωρητέες διατάξεις επειδή την αποδέχθηκαν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ στην προτείνουσα Βουλή.
Το ίδιο όσον αφορά την εκκαθάριση των μεταβατικών διατάξεων του Συντάγματος στα άρθρα 112 ως 119.

Εμείς δεν είχαμε πρόβλημα να υιοθετήσουμε τις προτάσεις σας αυτές στην προηγούμενη Βουλή.
Και δεν έχουμε πρόβλημα να αναγνωρίσουμε ότι αυτά συνιστούν συμβολές της παράταξής σας στη συνταγματική αναθεώρηση.
Όμως η συμβολή σας σταματάει εκεί.

Οτιδήποτε άλλο πετύχει αυτή η συνταγματική αναθεώρηση, έστω αυτά τα λίγα που θα αφήσετε, οφείλεται σε δική μας πρωτοβουλία, σε πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ.

Έπρεπε να έρθει η αριστερά για πρώτη φορά με πλειοψηφία στη Βουλή, για να εκκινήσει η αναθεώρηση του κατάπτυστου άρθρο 86 για την ποινική ευθύνη υπουργών.

Στα προηγούμενα 40 χρόνια, όσο Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ εναλλάσσονταν στην εξουσία, δεν είδαμε καμία σχετική πρωτοβουλία.

Γιατί μια χαρά σας βόλευε η ατιμωρησία που εξασφάλιζε το άρθρο 86.

Μπορούσατε ανενόχλητοι να εναλλάσσεστε στα κυβερνητικά έδρανα χωρίς άγχος για τις ευθύνες

Στην αναθεώρηση του 2008 τα δυο κυρίαρχα κόμματα τότε, φαίνεται από κοινού «ξεχάσατε», να αναθεωρήσετε το άρθρο 86.



Και να μη μιλήσω για την –υποτίθεται εκσυγχρονιστική– αναθεώρηση του 2001, που συνταγματοποιήσατε τη σύντομη παραγραφή, δηλαδή ουσιαστικά την ασυλία, των υπουργικών αδικημάτων.

Μέχρι τότε, η σύντομη παραγραφή των υπουργικών αδικημάτων προβλεπόταν μόνο στο νόμο.

Και όχι μόνο δεν αλλάξατε το νόμο για να καταργήσετε τη σκανδαλώδη αυτή εύνοια, αλλά τη βάλατε και στο Σύνταγμα για να μη μπορεί να αλλάξει εφεξής παρά μόνο με αναθεώρηση.



Κακουργήματα που, αν τα διαπράξει οποιοσδήποτε Έλληνας, παραγράφονται σε 15 και 20 χρόνια, αν τα διαπράξουν οι πορφυρογέννητοι υπουργοί σας παραγράφονται με το πέρας της δεύτερης συνόδου της επόμενης Βουλής, δηλαδή –το πολύ– δύο χρόνια από τις εκλογές.

Και έπρεπε να έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ για να καταργηθεί αυτό το κατάπτυστο προνόμιο.



Και η πρότασή μας είναι καθαρή και κρυστάλλινη.

Λέμε το αυτονόητο: τα αδικήματα των υπουργών να παραγράφονται όπως όλων των Ελλήνων.

Μετά από 5 ή 15 ή 20 χρόνια.

Ό,τι προβλέπει ο νόμος για όλους.

Όχι ειδικές παραγραφές για τους υπουργούς.

Όμως και σήμερα έχετε ακόμα το θράσος –θράσος απέναντι στον ελληνικό λαό– να έρχεστε σήμερα και να μας λέτε:

Ξέρετε, από εδώ και στο εξής οκ, αλλά αν κάποιος υπουργός δωροδοκήθηκε, αν πήρε μίζες πριν από το 2015 δεν θα διωχθεί, γιατί τα αδικήματά του πηγαίνουν με την παλιά ρύθμιση και έχουν παραγραφεί.

Μας λέτε με δυο λόγια ότι όσες πράξεις δωροδοκίας τυχόν τελέστηκαν πριν το 2015 πρέπει να μπουν στο αρχείο, πρέπει να σταματήσουν να ερευνώνται από τη Δικαιοσύνη.

Γι’ αυτό εμείς προτείναμε την ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 86.

Για να είναι ξεκάθαρο ότι –καμία προνομιακή παραγραφή για υπουργούς– δεν θα υπάρχει όχι μόνο για αδικήματα που τυχόν διαπράξουν υπουργοί από την αναθεώρηση και μετά.

Αλλά και για δωροδοκίες που έχουν τελεστεί στο παρελθόν.

Ώστε η Δικαιοσύνη να μη σταματήσει τις έρευνές της για δωροδοκίες στο 2015, αλλά να μπορεί να πάει και πίσω, στο 2014, το 2012, το 2010, το 2007, μέχρις όπου φτάνει ο χρόνος της παραγραφής –της κανονικής παραγραφής που ισχύει για όλους τους Έλληνες, όχι της παρωδίας παραγραφής που βάλατε στο Σύνταγμα το 2001.

Και τότε στα μουλωχτά αποφύγατε να το ψηφίσετε και σήμερα εξακολουθείτε να το αρνείστε.

Και ψάχνω να βρω με πιο επιχείρημα προσπαθείτε να φυλάξετε τα νότα σας.

Μας λέτε : δεν υπάρχει ερμηνευτική διχογνωμία για το άρθρο 86.

Απαντάμε: βεβαίως και υπάρχει ερμηνευτική διχογνωμία και για αυτό ακριβώς προτείνουμε την δήλωση.

Ερμηνευτική δήλωση σημαίνει αυθεντική ερμηνεία του συντάγματος.

Αυθεντική ερμηνεία του συντάγματος μόνο η αναθεωρητική βουλή κάνει.

Ποια καλύτερη ευκαιρία από αυτήν ως αναθεωρητική βουλή και ως πολιτικό σύστημα να δώσουμε ξεκάθαρο μήνυμα;



Μας λέτε: δεν μπορεί να υπάρχει αναδρομικότητα σε ποινική διάταξη.

Απαντάμε: Για ποια αναδρομικότητα μας λέτε;

Άλλο τροποποίηση διάταξης, άλλο αυθεντική ερμηνεία της διάταξης.

Εδώ δεν εισάγεται νέος ποινικός κανόνας.



Και ξέρετε κάτι : Η πρότασή μας είναι πεντακάθαρη, για τον απλούστατο λόγο ότι κι εμείς είμαστε πεντακάθαροι.

Όσο ασκήσαμε εξουσία, την κυβερνητική παρουσία μας δεν τη σκιάζει καμία υποψία σκανδάλου.



Ενώ η δική σας στάση σήμερα είναι θλιβερή και σκιώδης.

Ψάχνετε να βρείτε νομικά επιχειρήματα και δικαιολογίες, γιατί η δική σας παρουσία στη διακυβέρνηση του τόπου ήταν θλιβερή και σκιώδης, για αυτό άλλωστε και οδηγήσατε τον τόπο στη χρεοκοπία. 

Αλήθεια, κυρίες και κύριοι βουλευτές της πλειοψηφίας της Νέας Δημοκρατίας, και του ΚΙΝΑΛ, εσείς τί φοβάστε και δεν θέλετε να διερευνηθούν υποθέσεις δωροδοκίας προ του 2015;

Γιατί δεν θέλετε να αφήσετε τη Δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της;

Μήπως φοβάστε για προβεβλημένα στελέχη σας;

Έχετε μήπως αμφιβολίες για την αθωότητα υπουργών των κυβερνήσεών σας; 

Εν πάση περιπτώσει ο ελληνικός λαός νομίζω βγάζει τα συμπεράσματά του.

Υπάρχουν, λοιπόν, μια σειρά από προτάσεις που κάναμε στην προηγούμενη Βουλή, στις οποίες θα μπορούσε ο μέσος πολίτης να υποθέσει ότι αυτονοήτως θα έβρισκαν μεγάλη συναίνεση, αλλά τώρα εσείς αρνείστε να στηρίξετε, δηλαδή αρνείστε να μπουν στο Σύνταγμα.

Και εδώ βρισκόμαστε μπροστά σε αυτό που οι συνταγματολόγοι ονομάζουν «επιβεβαιωτική» λειτουργία της αναθεώρησης.

Όταν προταθεί η αναθεώρηση μιας διάταξης, αλλά αυτή τελικά δεν αναθεωρηθεί, τότε η διάταξη ουσιαστικά αναβαπτίζεται και επανα-νομιμοποιείται.

Είναι σαν να ψηφίζεται και να εγκρίνεται εκ νέου.

Παίρνει νέα ζωή και νέα νομιμοποίηση.

Δεν είναι μια διάταξη που την ψήφισαν πριν 45 χρόνια κάποιοι άνθρωποι που ανήκουν σε άλλες γενιές και σε περασμένους κόσμους.

Αλλά μια διάταξη που, ουσιαστικά, ξαναψηφίζεται από τους σύγχρονούς μας.

Θέλετε να δούμε μερικές διατάξεις απ’ αυτές που ξαναψηφίζει, ουσιαστικά, και επιβεβαιώνει η Νέα Δημοκρατία, αρνούμενη να υπερψηφίσει την αναθεώρησή τους;

Εμείς προτείναμε να καταργηθεί το άρθρο 3 παράγραφος 3.

Τί λέει η παράγραφος 3;

Λέει ότι «απαγορεύεται» –αυτή τη λέξη χρησιμοποιεί το άρθρο, απαγορεύεται λέει– τί;

Απαγορεύεται η μετάφραση της Αγίας Γραφής χωρίς προηγούμενη άδεια.

Σε ποιον αιώνα βρισκόμαστε και σε ποια χώρα;

Είμαστε στον εικοστό πρώτο αιώνα;

Ή έχουμε μείνει στα «ευαγγελιακά» του 1901, που αποτέλεσαν την αφορμή για να μπει αυτή η διάταξη στο Σύνταγμα του 1911;

Πού βρισκόμαστε για να επικυρώνουμε τέτοιες διατάξεις, παρότι έχει προταθεί η κατάργησή τους;

Δεν είμαστε στην Ευρώπη των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης;

Δεν πέρασε από εδώ ο Διαφωτισμός;



Εσείς κύριε Μητσοτάκη που είστε, κατά δήλωσή σας, φιλελεύθερος – πολλές φορές δηλώνετε και προοδευτικός αλλά δεν το πάω τόσο μακριά - θέλετε το Σύνταγμα να απαγορεύει βιβλία;

Θέλετε να απαιτείται προηγούμενη άδεια για να μεταφράσεις ένα βιβλίο;

Τελικά δεν είσαι τι δηλώνεις αλλα τι πράττεις.



Τελικά, ποιος είναι φιλελεύθερος και εκσυγχρονιστής, κυρίες και κύριοι της Νέας Δημοκρατίας;

Αυτός που, στα λόγια, διακηρύσσει μεγαλοστομίες, αλλά στην πράξη μένει κολλημένος στο πιο παρωχημένο και σκοτεινό παρελθόν;



Κατανοώ και σέβομαι την επιλογή των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας να μη θέλουν να αναθεωρηθεί η πρώτη παράγραφος του άρθρου 3 για τις σχέσεις κράτους εκκλησίας.

Παρότι διαφωνώ, κατανοώ ότι φοβούνται μήπως δυσαρεστήσουν την εκλογική τους πελατεία.

Και το σέβομαι, παρότι θεωρώ ότι κάνουν λάθος.

Ότι πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας, πολύ μεγάλο μέρος ακόμα και των ψηφοφόρων τους, μεγαλύτερο απ’ όσο νομίζουν, θέλει τον εξορθολογισμό των σχέσεων κράτους εκκλησίας.

Αλλά τη παράγραφο 3 γιατί ;



Πάμε παρακάτω.

Υπάρχει αυτό που οι συνταγματολόγοι ονομάζουν «επιχείρημα εξ αντιδιαστολής».

Τί σημαίνει αυτό;

Ότι, αν κάτι προταθεί να μπει στο Σύνταγμα, αλλά τελικά η αναθεωρητική Βουλή το απορρίψει, μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι η Βουλή το απέρριψε γιατί ήθελε το ακριβώς αντίθετο.

Δεν ισχύει πάντοτε αυτό, αλλά μπορεί να συμβεί.

Για να δούμε λοιπόν μερικές από τις προτάσεις μας που η Νέα Δημοκρατία απορρίπτει.

Η Νέα Δημοκρατία απορρίπτει την πρόταση να μπει στο Σύνταγμα η απαγόρευση διακρίσεων λόγω φύλου ή σεξουαλικού προσανατολισμού.

Προτάθηκε, αλλά το απορρίπτετε.

Η Νέα Δημοκρατία απορρίπτει, επίσης, την πρόταση να μπει στο Σύνταγμα η αρχή «ίση αμοιβή για ίση εργασία» ανεξαρτήτως ηλικιακών διακρίσεων.

Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί: Προτάθηκε, αλλά απορρίφθηκε.

Άρα το Σύνταγμα επιτρέπει να φέρω ξανά τον υποκατώτατο μισθό ή να κάνω άλλες διακρίσεις.
Τελειώνω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με αυτό που θεωρώ ότι είναι το έσχατο σημείο της κατάπτωσης και του καιροσκοπισμού της Νέας Δημοκρατίας.

Το είπα και πριν, η επίσημη πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2014 έλεγε τα εξής για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας –και το διαβάζω επί λέξει:

Ο Πρόεδρος να εκλέγεται «είτε δια της άνευ περιορισμών επανάληψης της ως άνω τρίτης ψηφοφορίας, βεβαίως με την ίδια πάντα πλειοψηφία» –υπογραμμίζω την τελευταία φράση, εννοεί πλειοψηφία 180 βουλευτών– «Είτε δια της προσφυγής στο Εκλογικό Σώμα, … για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας ευθέως απ’ αυτό».

Παραλλαγή αυτής της πρότασης, της πρότασής σας το 2014, ή μάλλον ακριβέστερα συνδυασμός των δύο εναλλακτικών, είναι η πρόταση που καταθέσαμε εμείς. Δηλαδή αλλεπάλληλες ψηφοφορίες επί ένα εξάμηνο, μέχρι να συγκεντρωθεί η πλειοψηφία των 180 βουλευτών.

Και, αν παρ’ ελπίδα αυτές δεν τελεσφορήσουν, τότε και μόνο τότε άμεση εκλογή από το λαό.

Σε κάθε περίπτωση, ο Πρόεδρος διατηρεί την υψηλή νομιμοποίηση και το κύρος που απαιτείται για να επιτελέσει το θεσμικό ρόλο του.

Γιατί είτε θα έχει εκλεγεί διακομματικά – θα έχει εκβιαστεί η συναίνεση - από τη Βουλή είτε θα έχει εκλεγεί από το λαό.

Ποια είναι η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας;

Η Νέα Δημοκρατία προτείνει το αδιανόητο.

Μέχρι πέντε ψηφοφορίες για την εκλογή Προέδρου.

Στην πρώτη και τη δεύτερη θα απαιτούνται 200 βουλευτές.

Στην τρίτη 180.

Στην τέταρτη 151, κομματάρχης πρόεδρος.

Και στην τελευταία θα αρκεί η σχετική πλειοψηφία. Διοικητής ΔΕΚΟ ο πρόεδρος, κηπουρός της παράταξης

Πότε είχε η Νέα Δημοκρατία εκφράσει τέτοια άποψη για μειοψηφικό Πρόεδρο;



Θα μπορούσαν ποτέ να φανταστούν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, όταν έφτιαχναν το Σύνταγμα του 1975, ότι έχει θέση στο πολίτευμά μας Πρόεδρος μειοψηφίας;

Θα δεχόταν ποτέ ο Καραμανλής και ο Τσάτσος να γίνουν οι Πρόεδροι που έγιναν, αν ήξεραν ότι για να εκλεγούν στη θέση αυτή αρκεί η πλειοψηφία που απαιτείται για να εγκρίνει η Βουλή έναν διοικητή ΔΕΚΟ;

Και, αλήθεια, κύριε Μητσοτάκη και οι λοιποί συνάδελφοι της Νέας Δημοκρατίας που είχατε υπογράψει την πρόταση αναθεώρησης το 2014, τόση αξία δίνετε στην υπογραφή σας, και υπογράφετε τώρα τα ακριβώς αντίθετα απ’ όσα υπογράφατε τότε; Εκτός αν δεν είχατε σύμβουλο τότε τον κ. Γεραπετρίτη και σήμερα ανακαλύψατε την Μέκκα του Συντάγματος.

Δε νομίζω πως χρειάζεται να πω οτιδήποτε άλλο γι’ αυτή την πρόταση.

Ούτε ότι είναι αντισυνταγματική, ούτε ότι αναιρεί τον προεδρευόμενο χαρακτήρα του πολιτεύματος και το ρυθμιστικό ρόλο του Προέδρου της Δημοκρατίας, τον οποίο καθιστά ενεργούμενο της πλειοψηφίας (ή ακόμα και μειοψηφίας) που τον εξέλεξε.

Θα πω μόνο ότι, αν αυτή η πρόταση περάσει, θα μείνει ως μαύρο στίγμα στην ιστορία του πολιτεύματός μας, αλλά και στην ιστορία της παράταξης της Νέας Δημοκρατίας.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Με αποκλειστική ευθύνη των βουλευτών της πλειοψηφίας, η διαδικασία που εμείς με όραμα τον συνταγματικό εκσυγχρονισμό, ξεκινήσαμε πριν ένα χρόνο, θα καταλήξει σε μια μίζερη, μια καχεκτική αναθεώρηση.

Εάν δε επιμείνετε μέχρι τέλους στην άρνηση υιοθέτησης της ερμηνευτικής δήλωσης στο 86 και στην αδιανόητη πρόταση για πρόεδρο μειοψηφίας στο 36, τότε θα έχουμε μια αναθεώρηση - παρωδία,

Που όχι μόνον κανένα από τα επιτακτικά αιτήματα της ελληνικής κοινωνίας δεν υιοθετεί, αλλά δημιουργεί και επιπλέον προβλήματα, αφήνοντας στίγματα στο πολιτικό σύστημα.



Η παράταξή σας, και εσείς προσωπικά κύριε Μητσοτάκη, θα έχετε το θλιβερό προνόμιο να χρεωθείτε μετά την αναθεώρηση παρωδία του 2008 και τη δεύτερη συνεχόμενη αποτυχημένη αναθεώρηση του Συντάγματος.

Θα μείνετε στην Ιστορία ως η παράταξη που αρνήθηκε ακόμα και τα ελάχιστα, τα στοιχειώδη και αυτονόητα, για το συνταγματικό εκσυγχρονισμό της χώρας.

Αλλά το κυριότερο, θα μείνετε στην Ιστορία ως η παράταξη που έφτασε σε τέτοιο σημείο ευτελισμού των θεσμών, ώστε να μη διστάζει να υποτάξει τη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος, αυτή την κορυφαία στιγμή στη λειτουργία του πολιτεύματος, σε τρέχουσες μικροπολιτικές σκοπιμότητες.



Αυτός είναι ο σεβασμός σας στους θεσμούς.



Οι πολίτες όμως βλέπουν και κρίνουν. Οι πολίτες έχουν μνήμη.



Κλείνω την ομιλία μου –και τελειώνω κύριε Πρόεδρε– θετικά.

Με τις θετικές προτάσεις μας για το Σύνταγμα που σήμερα απορρίπτετε αλλά θα είναι του μέλλοντός μας.



Προτάσεις που εσείς τώρα τις μπλοκάρετε με την άρνησή σας.

Αλλά δεν τις ματαιώνετε.



Απλώς τις αναβάλλετε για την επόμενη αναθεώρηση.



Γιατί όσο και αν εσείς επιθυμείτε να φρενάρετε τη πορεία του τόπου προς τα εμπρός, δε θα το καταφέρετε τελικά.

Αργά η γρήγορα η πρόοδος θα νικήσει τη συντήρηση.



Και πρόοδος είναι προτάσεις μας για τη διεύρυνση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, που ενδιαφέρουν πιο άμεσα τους πολίτες.



Προτείνουμε λοιπόν –κι εσείς αρνείστε– να καθιερωθεί ο πολιτικός όρκος ως αποκλειστικός τύπος όρκου για όλους τους κρατικούς αξιωματούχους και δημόσιους λειτουργούς.

Από τον πρώτο πολίτη της χώρας ως τον τελευταίο δημόσιο υπάλληλο.



Προτείνουμε –κι εσείς αρνείστε– ότι εντός της ελληνικής επικράτειας κανείς δεν πρέπει να υποστεί ποτέ ξανά δυσμενή μεταχείριση και διακρίσεις λόγω του φύλου του ή λόγω της ταυτότητας φύλου ή λόγω του σεξουαλικού προσανατολισμού του.

Για να δώσουμε επιτέλους το μήνυμα ότι η ελληνική κοινωνία είναι ανοιχτή και ανεκτική.

Είναι φωτεινή και πολύχρωμη.

Και δεν την εκφράζουν το μαύρο και ο σκοταδισμός.



Προτείνουμε –κι εσείς αρνείστε– την εγγύηση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης για όλους.

Όχι όμως με τη μορφή ενός επιδόματος φτώχειας, όπως θέλετε εσείς.

Αλλά πρωτίστως με τη διασφάλιση καθολικών κοινωνικών υπηρεσιών για όλους.

Και συμπληρωματικά με εισοδηματικές ενισχύσεις εκεί που χρειάζονται.



Προτείνουμε –κι εσείς αρνείστε– την καθολική πρόσβαση όλων στο Εθνικό Σύστημα Υγείας.

Αυτό δηλαδή που εμείς κατοχυρώσαμε νομοθετικά, κι εσείς τώρα ξηλώνετε σιγά σιγά, θέλουμε να διασφαλιστεί και στο Σύνταγμα, ώστε να μην κινδυνεύει από τις νεοφιλελεύθερες και αντικοινωνικές εμμονές σας.



Προτείνουμε –κι εσείς αρνείστε– την κατοχύρωση του δημόσιου αναδιανεμητικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης καθολικής κάλυψης.

Για να αποκλείσουμε διαπαντός κάθε σκέψη για εκχώρηση του ασφαλιστικού συστήματος σε αδηφάγες ασφαλιστικές επιχειρήσεις και funds, που απομυζούν τις αποταμιεύσεις και τον ιδρώτα του απλού κόσμου για να δίνουν προκλητικά μπόνους στα «golden boys» και, όταν έρθει η ώρα, βαράνε κανόνι και αφήνουν τους συνταξιούχους στο δρόμο.



Προτείνουμε –κι εσείς αρνείστε– ότι στοιχειώδη κοινωνικά αγαθά, όπως είναι το νερό και η ηλεκτρική ενέργεια, παραμένουν υπό δημόσιο έλεγχο, ώστε να παρέχονται υποχρεωτικά σε όλους τους πολίτες.

Ώστε να μην κοπεί ποτέ ξανά το νερό ή το ρεύμα σε κανένα πολίτη.



Προτείνουμε –κι εσείς αρνείστε– να κατοχυρωθεί το δικαίωμα των συνδικάτων να προσφεύγουν μονομερώς στη διαιτησία.

Για να μην καταργηθεί ποτέ ξανά το δικαίωμα της διαιτησίας, όπως το κατάργησαν οι κυβερνήσεις σας και ανάγκασαν ακόμα και το Συμβούλιο της Επικρατείας να κρίνει το νόμο σας αντισυνταγματικό.



Προτείνουμε –κι εσείς αρνείστε– να κατοχυρωθεί ότι ο κατώτατος μισθός θα καθορίζεται μόνο με συλλογικές συμβάσεις.

Κι όχι με νόμο ή με υπουργική απόφαση, όπως νομοθέτησαν οι κυβερνήσεις σας για καθιερώσουν μισθούς πείνας.



Προτείνουμε –κι εσείς αρνείστε– να καθιερωθεί η ισότητα αμοιβής για ίση εργασία, ανεξαρτήτως ηλικιακών διακρίσεων.

Για να μην επαναληφθεί ποτέ ξανά το όνειδος του υποκατώτατου μισθού, που εσείς νομοθετήσατε και έπρεπε να ’ρθούμε εμείς για να καταργηθεί.



Προτείνουμε –κι εσείς αρνείστε– να απαγορευτεί συνταγματικά η χρήση, ή μάλλον κατάχρηση, της επίταξης ως απεργοσπαστικού μηχανισμού.

Για να μην επαναληφθεί ποτέ ξανά η πρωτοφανής επίθεση που υπέστη το συνδικαλιστικό κίνημα επί των κυβερνήσεών σας.

Για να μη ζήσουμε ποτέ ξανά τη ντροπή της απαγόρευσης του δικαιώματος της απεργίας σε ναυτεργάτες, σε εργαζόμενους στις συγκοινωνίες, σε εκπαιδευτικούς της μέσης εκπαίδευσης.



Εμείς είμαστε περήφανοι για τις προτάσεις μας.

Εσείς, κύριε Μητσοτάκη, δεν ξέρω αν είστε περήφανος για αυτά που προτείνει η παράταξής σας.

Εμείς είμαστε βέβαιοι ότι οι πολίτες, ο ελληνικός λαός, θα επιβραβεύσουν τη συνέπειά μας και θα μας δώσουν ξανά την ευκαιρία στη προοδευτική παράταξη, να ξεκινήσουμε και να ολοκληρώσουμε την επόμενη αναθεώρηση.

Να υλοποιήσουμε το σχέδιό μας.

Να αποτινάξουμε επιτέλους τα βαρίδια του παρελθόντος.

Να διευρύνουμε τη δημοκρατία σ’ αυτό τον τόπο.

Να διευρύνουμε τα δικαιώματα και τη λαϊκή συμμετοχή.

Να αποκαταστήσουμε την αξιοπιστία της πολιτικής.



Η Ιστορία αργά ή γρήγορα θα μας δικαιώσει.

Η Ιστορία με τα όσα επιλέγετε να κάνετε στην αναθεώρηση, σάς έχει ήδη καταδικάσει…

Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

BEST OF NETWORK

Δείτε Επίσης