Τζόρτζιο Αρμάνι, 1934-2025: Μια ζωή σε αποχρώσεις του γκρι
Πίσω από τα λιτά σχέδια, τα άψογα κοψίματα και τη σιωπηλή υπεροχή κάθε του ρούχου υπήρχε ένας άνθρωπος που έφτιαξε ένα δικό του σύμπαν από ύφασμα, έναν κόσμο που δεν φώναζε ποτέ, αλλά ακουγόταν παντού
Γράφει ο Λευτέρης Τρίγκας
O Τζόρτζιο Αρμάνι δημιούργησε μια αισθητική επανάσταση με ραφές. Από τα σοκάκια της Πιατσέντσα στα κόκκινα χαλιά των Oσκαρ και τα ξενοδοχεία των εμιράτων, δεν έστησε μια καριέρα αλλά έναν μύθο. Και τώρα, λίγο μετά τον θάνατό του, ο κόσμος της μόδας αναρωτιέται: πώς συνεχίζεται το έργο του όταν ο ίδιος δεν είναι πια εδώ;
Ο Ιταλός μόδιστρος γεννήθηκε στις 11 Ιουλίου 1934 στην Πιατσέντσα της βόρειας Ιταλίας, μια πόλη 70 χλμ. από το Μιλάνο, και μεγάλωσε σε μια οικογένεια μεσοαστικής τάξης μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του Σέρτζιο και τη μικρότερη αδελφή του Ροζάνα. Ομως η παιδική του ηλικία κάθε άλλο παρά ειδυλλιακή ήταν: «Δεν είχα ευτυχισμένα παιδικά χρόνια», είχε ομολογήσει.
Ανέπτυξε νωρίς και πολλές ανασφάλειες, τις οποίες απέδωσε στη στέρηση, στην απώλεια και τις μεταπολεμικές συνθήκες. «Δεν χαμογελούσα ποτέ στις φωτογραφίες», είπε κάποτε, εξηγώντας πως ένιωθε συνεχώς κακόκεφος, κλειστός και βαρύς. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η άνετη ζωή της οικογένειας κατέρρευσε. Η Πιατσέντσα βομβαρδίστηκε, το φαγητό σπάνιζε και η πείνα έγινε η πρώτη του μνήμη. Σε μια τραγική στιγμή της παιδικής του ηλικίας, ενώ έπαιζε στον δρόμο με μια άκακη, όπως νόμιζε, οβίδα, εκείνη εξερράγη. Ο ίδιος υπέστη σοβαρά εγκαύματα, ενώ ένας φίλος του σκοτώθηκε επιτόπου. Το τραύμα αυτό, σωματικό και ψυχικό, τον σημάδεψε για πάντα.
Ετοιμάζοντας τη χειμωνιάτικη συλλογή 1983 στο ατελιέ του στο Μιλάνο
Ως νεαρός, πάλευε να βρει τον προσανατολισμό του. Το 1956 ξεκίνησε σπουδές Ιατρικής, τις οποίες εγκατέλειψε έπειτα από τρία χρόνια. Στη συνέχεια υπηρέτησε στον ιταλικό στρατό, εμπειρία που, όπως είπε αργότερα, του δίδαξε «ότι δεν είναι όλα στη ζωή λαμπερά». Η αυστηρότητα, η πειθαρχία και η σιωπηλή παρατήρηση -χαρακτηριστικά της μετέπειτα αισθητικής του- είχαν αρχίσει ήδη να διαμορφώνονται.
Δούλεψε για το «La Rinascente», το πολυκατάστημα-ναυαρχίδα του Μιλάνου, όπου σύντομα ξεχώρισε για την απαράμιλλη αισθητική του φτιάχνοντας τις βιτρίνες. Στα τέλη των 60s συνεργάστηκε με τον σχεδιαστή και επιχειρηματία Νίνο Τσερούτι και γρήγορα κατέκτησε το ενδιαφέρον της βιομηχανίας με τις ραφές του, οι οποίες συνδύαζαν τον ιταλικό ρομαντισμό με την αγγλική αυστηρότητα. Το 1975 ίδρυσε τον δικό του οίκο, τον Giorgio Armani S.p.A. Το ανδρικό σακάκι του, άκαμπτο έως τότε, αναγεννήθηκε μέσα από τη μαλακή του γραμμή, αποδομώντας την πανοπλία της εξουσίας και αναπλάθοντας την έννοια του power dressing.
Καλεσμένος σε τηλεοπτικό σόου με τον Βαλεντίνο (1984)
Με την Ειρήνη Παπά (αριστερά) στην προβολή του ντοκιμαντέρ του Μάρτιν Σκορσέζε για τον ίδιο «Made in Milan» στη Βενετία (1990)
Ο σχεδιαστής μεσουράνησε τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, όταν το Χόλιγουντ τον έκανε σύμβολο. Ο Ρίτσαρντ Γκιρ στην ταινία «Επάγγελμα: Ζιγκολό» (1980) δεν φορούσε απλώς Armani, δημιουργούσε μια νέα τάση, ένα νέο κεφάλαιο στο ανδρικό ρούχο.
Η αισθητική του έγινε εργαλείο αφήγησης στο «Ocean’s Thirteen» για τους Μπραντ Πιτ και Τζορτζ Κλούνεϊ, στους «Αδιάφθορους» για τους Κέβιν Κόστνερ, Ρόμπερτ ντε Νίρο και Σον Κόνερι, στο «Mission: Impossible - Ghost Protocol» για τον Τομ Κρουζ, στον «Λύκο της Wall Street» για τον Λεονάρντο ΝτιΚάπριο και για πολλές ακόμη ταινίες και πρωταγωνιστές. Οι δημιουργίες του επιλέγονταν συχνά για τον τρόπο που αποτύπωναν την έννοια της πολυτέλειας, της δύναμης και ενός συγκεκριμένου πρεστίζ. Ο Αρμάνι απεχθανόταν τη φλυαρία του ενδύματος. Μετουσίωσε την πολυτέλεια σε αυτοκυριαρχία: ουδέτερα χρώματα, ρευστές σιλουέτες, υφές που αγκάλιαζαν το σώμα χωρίς να το καταπνίγουν.
Η μίνιμαλ αισθητική του δεν ήταν ένδεια αλλά απόφαση: μια σιωπηλή επίδειξη δύναμης.
Ακόμα και στα φανταχτερά 80s διατηρούσε χαμηλούς τόνους
Δίπλα στη μόδα, έχτισε έναν εμπορικό κολοσσό. Emporio Armani, Armani Collezioni, Armani Privé, Armani Jeans, Armani Casa, Armani Exchange, Armani Beauty, Armani Hotels. Το όνομά του έγινε οικοσύστημα. Το πρώτο του κατάστημα άνοιξε στο Μιλάνο το 1981, με την επιγραφή Emporio Armani. Σήμερα, η αυτοκρατορία του αριθμεί πάνω από 500 μπουτίκ σε 46 χώρες και περισσότερα από 2.700 σημεία πώλησης διεθνώς. Ο ετήσιος τζίρος της Giorgio Armani S.p.A. ξεπερνά τα 2 δισ. ευρώ. Η προσωπική του περιουσία εκτιμάται στα 6,5 δισ. δολάρια, καθιστώντας τον έναν από τους πλουσιότερους ανθρώπους της μόδας παγκοσμίως. Από τις επιδείξεις στο Teatro Armani του Μιλάνου έως τα πολυτελή του resorts στο Ντουμπάι και τη Μαδρίτη, ο ευφυής Τζόρτζιο μετέτρεψε τον σχεδιαστή Αρμάνι σε παγκόσμιο brand manager προτού καν εφευρεθεί ο όρος.
Δεν παντρεύτηκε ποτέ. Ζούσε μια ζωή λιτή, σχεδόν ασκητική, αποφεύγοντας τα φώτα της δημοσιότητας. Είχε μακροχρόνια σχέση με τον σύντροφό του και συνεργάτη Σέρτζιο Γκαλεότι, μέχρι τον θάνατό του το 1985. Εκτοτε αφοσιώθηκε πλήρως στη δουλειά του, με ένα αυστηρό πρόγραμμα που ξεκινούσε κάθε μέρα στις 5.30 το πρωί. Δεν είχε παιδιά, αλλά θεωρούσε την ομάδα του την οικογένειά του. Σε συνεντεύξεις του τόνιζε: «Η ζωή είναι όμορφη όταν έχεις κάτι να πεις μέσα από το έργο σου». Θεωρούσε την αισθητική προσωπική ευθύνη και την κομψότητα ηθική στάση ζωής. Η σχέση του με την Ελλάδα ήταν κάτι παραπάνω από φιλοτουριστική. Επισκεπτόταν συχνά τις Κυκλάδες, και ειδικά την Πάρο και τη Μύκονο, όπου έβρισκε την «ακατέργαστη κομψότητα του φωτός και της πέτρας».
Στο φινάλε του σόου για τη συλλογή Giorgio Armani Fall 1980 Ready to Wear
Το μπλε του Αιγαίου και το λευκό των νησιών ενσωματώθηκαν σε πολλές από τις συλλογές του, ιδιαίτερα στις καλοκαιρινές prêt-à-porter. Η κολεξιόν Ανοιξη/Καλοκαίρι 1991 θεωρείται η πιο άμεση αναφορά στην Ελλάδα με λινά, απαλές γραμμές, φυσικό μακιγιάζ και αρχαιοελληνικά σανδάλια. Ηταν η πρώτη φορά που μια τόσο μίνιμαλ συλλογή έγινε εμπορική επιτυχία παγκοσμίως. Με iconic looks όπως το unstructured σακάκι, τα μεταξωτά παντελόνια σε φαρδιά γραμμή ή τα γκρι μονόχρωμα κοστούμια αναδείχθηκε σε βασικό διαμορφωτή της μόδας του 20ού αιώνα. Οπως είπε ο Τομ Φορντ: «Ο Τζόρτζιο δεν ντύνει ανθρώπους. Τους απογυμνώνει από το περιττό».
Στα παρασκήνια του σόου FW 13-14
Giorgio Armani Privé Haute Couture F/W 25-26 στην Εβδομάδα Μόδας στο Παρίσι
Giorgio Armani Privé SS2023
Giorgio Armani Privé SS2010
Giorgio Armani Privé SS2023
Η καλοκαιρινή συλλογή του 2012 ήταν αφιερωμένη στην Κίνα
Μακριά από τις πασαρέλες, ο Αρμάνι στήριξε δράσεις για την καταπολέμηση του AIDS, ενίσχυσε με υποτροφίες νέα ταλέντα στο design, ενώ συνεργάστηκε με τον ΟΗΕ για βιώσιμες πρακτικές παραγωγής. Το 2007 αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει γούνα σε όλες του τις συλλογές, πρωτοπορώντας στον χώρο της ηθικής μόδας. Δεν έλειψαν και τα σκάνδαλα: οι έρευνες για φοροδιαφυγή στη δεκαετία του 2000, αν και τελικά δικαιώθηκε, όπως και οι δημόσιες δηλώσεις του για το πώς το σύστημα της γρήγορης μόδας «καταστρέφει τους δημιουργούς».
Ομως η φήμη του άντεξε. Οπως έχει δηλώσει η Ντονατέλα Βερσάτσε, «ο Τζόρτζιο ήταν πάντα κάτι περισσότερο από σχεδιαστής. Ηταν επιμέλεια. Ηταν πειθαρχία. Ηταν ένας μοναχικός στρατηγός σε έναν πόλεμο μόδας».
Ο Τζόρτζιο Αρμάνι πέθανε ήσυχα στο σπίτι του στο Μιλάνο, σε ηλικία 91 ετών, στις 4 Σεπτεμβρίου. Η Ιταλία τον αποχαιρέτησε με τιμές εθνικού ήρωα. Οι σημαίες στη Via Manzoni κυμάτιζαν μεσίστιες. Τα περιοδικά έβαλαν μαύρα εξώφυλλα με ένα μόνο γράμμα: A. Σήμερα, στο Armani/Silos -ένα μουσείο αφιερωμένο στην τέχνη της μόδας που ίδρυσε ο ίδιος στο Μιλάνο- φιλοξενείται από τον περασμένο Μάιο η μεγαλύτερη έκθεση που παρουσιάστηκε ποτέ για το έργο του, με τίτλο «Giorgio Armani Privé 2005-2025: Είκοσι Χρόνια Υψηλής Ραπτικής».
Στην επίδειξη SS2025
Σπάνιες δημιουργίες από την haute couture, σκίτσα, backstage φωτογραφίες, ακόμα και προσωπικά του αντικείμενα, όλα συγκεντρωμένα σε ένα αφιέρωμα που συγκινεί. Με την επιμέλεια της μέχρι πρόσφατα σιδηράς κυρίας της «Vogue» Αννα Γουίντουρ και του σχεδιαστή Πιερ Πάολο Πιτσιόλι αναδεικνύει όχι μόνο τη μόδα του, αλλά τη φιλοσοφία του: σιγή, καθαρότητα, επιρροή. Πολλά περισσότερα από μια αναδρομική έκθεση, είναι μια εμπειρία που καταλαμβάνει και τα τέσσερα επίπεδα του Armani/Silos και ξεδιπλώνει δύο δεκαετίες σπάνιας δημιουργικότητας μέσα από ρούχα-γλυπτά, ανάλαφρα σαν φαντασίωση, τεχνικά άρτια σαν αρχιτεκτονικό σχέδιο. Ο ίδιος ο σχεδιαστής είχε προλάβει να επιμεληθεί τη διαδρομή, οδηγώντας μας μέσα από μια αλληλουχία συλλογών που αλλάζουν, αλλά ποτέ δεν χάνουν τον πυρήνα τους: την καθαρότητα. Στον χώρο αντιλαμβάνεσαι αμέσως το άρωμα «Bois d’Encens», χαρακτηριστικό της σειράς αρωμάτων του οίκου του, ενώ η μουσική υπόκρουση του «L’Antidote» ενισχύει τη σχεδόν ονειρική ατμόσφαιρα. Το φως ενώνει τα πάντα: λάμπει πάνω σε επιφάνειες, διαχέεται ανάμεσα στα υφάσματα, ενσαρκώνει την ίδια την έννοια της έμπνευσης.
Πέρα από χρονολογική, η επιλογή των κομματιών σε αυτή την έκθεση είναι ταυτόχρονα συναισθηματική, θεματική, ποιητική. Από τον μινιμαλισμό στο ξεκίνημα έως τις εξωτικές επιρροές και τα υπέρλαμπρα βραδινά φορέματα που φορέθηκαν στις μεγαλύτερες κινηματογραφικές βραδιές, κάθε σύνολο αφηγείται μια ιστορία, μια αντίληψη του ωραίου χωρίς ημερομηνία λήξης. «Μόνο στην υψηλή ραπτική μπορώ να εκφραστώ χωρίς περιορισμούς», δήλωνε ο Τζόρτζιο Αρμάνι. «Εδώ είμαι ελεύθερος να πειραματιστώ, να φανταστώ, να ονειρευτώ». Και το όνειρο αυτό θέλησε να μοιραστεί μαζί μας λίγο πριν φύγει, παρουσιάζοντας ένα έργο που δεν μιλά μόνο για το παρελθόν αλλά για την άχρονη δύναμη του στυλ όταν πηγάζει από αλήθεια. Οπως είχε ομολογήσει σε μία από τις τελευταίες του συνεντεύξεις: «Ηθελα οι άνθρωποι να ντύνονται για να ζουν, όχι για να εντυπωσιάζουν. Αν τους έδωσα αυτή την ελευθερία, τότε πέτυχα»
Από την αναδρομική έκθεση στο Armani/Silos
Η έκθεση «Giorgio Armani Privé 2005-2025» αναδεικνύει τη διαχρονικότητα του σχεδιαστή
Φωτογραφίες: getty images/ideal image,SGP, Delfino Sisto Legnani, Randy Brooke, Courtesy of Giorgio Armani