Η βεβαιότητα Τσίπρα για την «ανάσταση» του ΣΥΡΙΖΑ
Τελικά ο μεγάλος αντίπαλος του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ούτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ούτε ο Νίκος Ανδρουλάκης
Το πρόβλημα είναι η αμετροεπής βεβαιότητα με την οποία αντιμετωπίζει τις καταστάσεις ο Αλέξης Τσίπρας και η αδυναμία του να διδαχθεί από τα λάθη του παρελθόντος. «Το να έρθει πρώτος ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι δύσκολο», απεφάνθη προχθές με στομφώδες ύφος. Είναι απορίας άξιο από πού αντλεί αυτή τη βεβαιότητα ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η κυβέρνηση πιέζεται πολιτικά και κοινωνικά, έχει μπροστά της ένα σύνθετο πρόβλημα, την ενεργειακή ακρίβεια, με τεράστιες επιπτώσεις στα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα, αλλά από πουθενά δεν προκύπτει ότι «καταρρέει», όπως ισχυρίστηκε ο κ. Τσίπρας.
Οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν ακριβώς αυτή την κατάσταση. Τα ποσοστά της κυβέρνησης συμπιέζονται πάνω από το 30%, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πιστώνεται αντίστοιχα κέρδη και παραμένει, παρά την ευνοϊκή συγκυρία, κοντά στο 20%. Σχεδόν τρία χρόνια μετά βρισκόμαστε ουσιαστικά εκεί όπου ήμασταν στις εκλογές του 2019, με τη διαφορά ανάμεσα στα δύο κόμματα κοντά στις 8 ποσοστιαίες μονάδες. Αναλογικά θυμίζω ότι τον Ιανουάριο του 2016, μόλις 4 μήνες μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, η αντιπολιτευόμενη Ν.Δ. με νέο αρχηγό τον Μητσοτάκη προσπέρασε δημοσκοπικά την κυβέρνηση Τσίπρα και από τότε μέχρι το καλοκαίρι του 2019 η ψαλίδα μεγάλωνε.
Η πανδημία αρχικά και στη συνέχεια ο πόλεμος και η ενεργειακή ακρίβεια, όλα «εισαγόμενα» προβλήματα, με πρωτοφανείς συνέπειες για ολόκληρη την υφήλιο, έπληξαν την κυβέρνηση. Πρώτος το αναγνώρισε ο πρωθυπουργός μιλώντας για κυβερνήσεις συνεργασίας. Ασφαλώς η αυτοδυναμία της Ν.Δ. απομακρύνεται, αλλά ουδείς αμφισβητεί ότι θα είναι το πρώτο κόμμα. Αν δούμε την ανάλυση των δημοσκοπήσεων, ούτε καν η σκληρή κομματική βάση του ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει πως θα είναι πρώτο κόμμα. Από ποια δεδομένα λοιπόν αντλεί αυτή τη βεβαιότητα της εύκολης νίκης ο Τσίπρας; Το πιστεύει πραγματικά ή κάνει μια προσπάθεια ενθάρρυνσης του κομματικού του ακροατηρίου;
Υποθέτω, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν αναγνωρίζει τη σημασία της αξιοπιστίας που πρέπει να έχει ένας πολιτικός αρχηγός, ειδικά αν την έχει χάσει ολοκληρωτικά στη διάρκεια της κυβερνητικής του θητείας. Η συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης, ανεξαρτήτως κομματικής τοποθέτησης, δεν μπορεί να δεχθεί ότι είναι εύκολο να ξαναγίνει ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα, άρα γιατί να πιστέψει τις νέες του υποσχέσεις;
Ο κ. Τσίπρας δεν πείθει πλέον, ούτε πρόκειται να πείσει, γιατί δεν άλλαξε, ούτε μπορεί να αλλάξει. Ακουσα με ενδιαφέρον το παράπονο ότι από το συνέδριο που προηγήθηκε τα ΜΜΕ πρόβαλαν κυρίως τα «παρατράγουδα» με Τσακαλώτο, Σκουρλέτη ή Μανιό. Κατά τη γνώμη μου, πρέπει να αισθάνεται ευτυχής γι’ αυτό. Γιατί αν τα ΜΜΕ πήγαιναν στην πολιτική ουσία, η κοινή γνώμη θα διαπίστωνε ότι σε αυτό το τρίτο συνέδριο, μετά από 4,5 χρόνια στην εξουσία και 3 χρόνια μετά τις εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν παρουσίασε ούτε ένα νέο πρόσωπο, ούτε μια νέα ιδέα. Βρέθηκε να κοπιάρει το «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» της Ρόζας Λούξεμπουργκ, το οποίο ήδη είχε χρησιμοποιήσει ο Γιώργος Παπανδρέου. Ενα κόμμα της Αριστεράς θα έπρεπε, υποτίθεται, να «παράγει» συνεχώς νέες ιδέες, προτάσεις και πρόσωπα, αντί για λαϊκισμό και τζάμπα μαγκιές.
Οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν ακριβώς αυτή την κατάσταση. Τα ποσοστά της κυβέρνησης συμπιέζονται πάνω από το 30%, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πιστώνεται αντίστοιχα κέρδη και παραμένει, παρά την ευνοϊκή συγκυρία, κοντά στο 20%. Σχεδόν τρία χρόνια μετά βρισκόμαστε ουσιαστικά εκεί όπου ήμασταν στις εκλογές του 2019, με τη διαφορά ανάμεσα στα δύο κόμματα κοντά στις 8 ποσοστιαίες μονάδες. Αναλογικά θυμίζω ότι τον Ιανουάριο του 2016, μόλις 4 μήνες μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, η αντιπολιτευόμενη Ν.Δ. με νέο αρχηγό τον Μητσοτάκη προσπέρασε δημοσκοπικά την κυβέρνηση Τσίπρα και από τότε μέχρι το καλοκαίρι του 2019 η ψαλίδα μεγάλωνε.
Η πανδημία αρχικά και στη συνέχεια ο πόλεμος και η ενεργειακή ακρίβεια, όλα «εισαγόμενα» προβλήματα, με πρωτοφανείς συνέπειες για ολόκληρη την υφήλιο, έπληξαν την κυβέρνηση. Πρώτος το αναγνώρισε ο πρωθυπουργός μιλώντας για κυβερνήσεις συνεργασίας. Ασφαλώς η αυτοδυναμία της Ν.Δ. απομακρύνεται, αλλά ουδείς αμφισβητεί ότι θα είναι το πρώτο κόμμα. Αν δούμε την ανάλυση των δημοσκοπήσεων, ούτε καν η σκληρή κομματική βάση του ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει πως θα είναι πρώτο κόμμα. Από ποια δεδομένα λοιπόν αντλεί αυτή τη βεβαιότητα της εύκολης νίκης ο Τσίπρας; Το πιστεύει πραγματικά ή κάνει μια προσπάθεια ενθάρρυνσης του κομματικού του ακροατηρίου;
Υποθέτω, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν αναγνωρίζει τη σημασία της αξιοπιστίας που πρέπει να έχει ένας πολιτικός αρχηγός, ειδικά αν την έχει χάσει ολοκληρωτικά στη διάρκεια της κυβερνητικής του θητείας. Η συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης, ανεξαρτήτως κομματικής τοποθέτησης, δεν μπορεί να δεχθεί ότι είναι εύκολο να ξαναγίνει ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα, άρα γιατί να πιστέψει τις νέες του υποσχέσεις;
Ο κ. Τσίπρας δεν πείθει πλέον, ούτε πρόκειται να πείσει, γιατί δεν άλλαξε, ούτε μπορεί να αλλάξει. Ακουσα με ενδιαφέρον το παράπονο ότι από το συνέδριο που προηγήθηκε τα ΜΜΕ πρόβαλαν κυρίως τα «παρατράγουδα» με Τσακαλώτο, Σκουρλέτη ή Μανιό. Κατά τη γνώμη μου, πρέπει να αισθάνεται ευτυχής γι’ αυτό. Γιατί αν τα ΜΜΕ πήγαιναν στην πολιτική ουσία, η κοινή γνώμη θα διαπίστωνε ότι σε αυτό το τρίτο συνέδριο, μετά από 4,5 χρόνια στην εξουσία και 3 χρόνια μετά τις εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν παρουσίασε ούτε ένα νέο πρόσωπο, ούτε μια νέα ιδέα. Βρέθηκε να κοπιάρει το «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» της Ρόζας Λούξεμπουργκ, το οποίο ήδη είχε χρησιμοποιήσει ο Γιώργος Παπανδρέου. Ενα κόμμα της Αριστεράς θα έπρεπε, υποτίθεται, να «παράγει» συνεχώς νέες ιδέες, προτάσεις και πρόσωπα, αντί για λαϊκισμό και τζάμπα μαγκιές.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα