Γιατί οι “προοδευτικοί” της Δύσης φοβούνται τόσο να υπερασπιστούν τις αξίες της;
Την περασμένη εβδομάδα παίχτηκε στην αίθουσα της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ ένα πολύ ενδεικτικό επεισόδιο του τρόπου με τον οποίο μεγάλοι δυτικοί θεσμοί τοποθετούνται στον 21ο αιώνα απέναντι σε κρίσιμα διεθνή και ηθικά ζητήματα: με τρόπο φοβικό, επικίνδυνα σχετικιστικό, άκρως ενοχικό αλλά κυρίως κόντρα σε ορισμένες θεμελιώδεις αξίες τους, εκείνες που έκαναν τον δυτικό κόσμο ικανό να διαχειριστεί δημιουργικά το βαρύ ιστορικό παρελθόν του, οικοδομώντας μεταπολεμικά πάνω σε αυτόν ένα πιο ειρηνικό και δημοκρατικό μέλλον
Αμφιθυμία απέναντι στον αντισημιτισμό
Το εν λόγω περιστατικό έλαβε χώρα στη διάρκεια μιας πεντάωρης συνεδρίασης της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων, στην οποία είχαν προσκληθεί οι πρόεδροι (όλες γυναίκες) τριών εκ των πιο φημισμένων ανώτατων ιδρυμάτων των ΗΠΑ (που ανήκουν στην περίφημη Ivy League), δηλαδή του πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια (UPenn), του Χάρβαρντ και του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (MIT). Το πρόβλημα προέκυψε όταν οι τρεις πρόεδροι των πανεπιστημίων ερωτήθηκαν για το πώς έχουν αντιδράσει μέχρι τώρα τα ιδρύματά τους στην αύξηση των περιστατικών του αντισημιτισμού μετά την πρόσφατη τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ. Ειδικότερα, η βουλευτής των Ρεπουμπλικανών, Ελίζ Στεφάνικ ρώτησε επίμονα αν οι εκκλήσεις φιλοπαλαιστίνιων φοιτητών για «ιντιφάντα» αποκρύπτουν μια έκκληση «σε γενοκτονία εναντίον των Εβραίων στο Ισραήλ και τον κόσμο», πιέζοντας τις τρεις προέδρους να απαντήσουν ξεκάθαρα στην ερώτησή της, με ένα «ναι ή όχι».
Αλλά οι τρεις πρόεδροι, αν και καταδίκασαν τη Χαμάς και τον αντισημιτισμό, εμφανίστηκαν όλες τους πολύ αμφίθυμες να δώσουν μια σαφή απάντηση στο το κατά πόσο «η προτροπή για γενοκτονία των Εβραίων» θα παραβίαζε τον κώδικα δεοντολογίας του πανεπιστημίου τους. «Αν ο λόγος μετατραπεί σε πράξη, μπορεί να είναι παρενόχληση. Είναι μια απόφαση που εξαρτάται από την περίσταση»», απάντησε η Μαγκίλ στην βουλευτή των Ρεπουμπλικανών, ενώ ανάλογη ήταν η στάση και της προέδρου του Χάρβαρντ, Κλοντίν Γκέι. Όλες δε υπερασπίστηκαν την βασική αρχή της ελευθερίας του λόγου, προφανώς ακόμη κι αν αυτό περιλαμβάνει αντισημιτική ρητορική. Αν και οι άνθρωποι του UPenn προσπάθησαν να καλύψουν την πρόεδρό τους, λέγοντας ότι δεν είχε προετοιμαστεί επαρκώς νομικά για μια τέτοια “επιθετική ανάκριση”, δεν μοιάζει να ήταν ζήτημα απειρίας. Άλλωστε, πριν γίνει πρόεδρος στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, η Μαγκίλ μπορούσε να επιδείξει ένα βαρύ βιογραφικό, έχοντας διατελέσει νομική σύμβουλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ και επικεφαλής της Νομικής Σχολής του Στάνφορντ.
Μετά την θύελλα των αντιδράσεων από την πλευρά πολλών εντός κι εκτός ΗΠΑ (μεταξύ των οποίων και του εβραϊκής καταγωγής προέδρου της Pfizer, Αλμπέρ Μπουρλά που έχει χάσει στο Άουσβιτς συγγενικά του πρόσωπα από την Θεσσαλονίκη) και την πίεση μεγάλων δωρητών που απείλησαν να αποσύρουν δωρεές εκατομμυρίων δολαρίων λόγω της «στάσης του πανεπιστημίου απέναντι στον αντισημιτισμό», η πρόεδρος του UPenn αναγκάστηκε σε παραίτηση ανακαλώντας μάλιστα, λίγο μετά, την κατάθεσή της. Σε ακόλουθη διορθωτική της δήλωση είπε ξεκάθαρα ότι θα θεωρούσε την έκκληση για τη γενοκτονία των Εβραίων ως παρενόχληση ή εκφοβισμό και ότι οι πολιτικές του Upenn στο θέμα αυτό πρέπει να «διευκρινιστούν και να αξιολογηθούν». Ήταν, παρεμπιπτόντως, η ιδανική εξέλιξη για την εκπρόσωπο των Ρεπουμπλικάνων που δήλωσε ότι «Αυτή είναι μόνο η αρχή για την αντιμετώπιση της διάχυτης σήψης του αντισημιτισμού που έχει καταστρέψει τα πιο φημισμένα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα στην Αμερική».
Γεγονός είναι ότι για το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα αποτέλεσε μια πρώτης τάξεως ευκαιρίας να δημιουργήσει πρόβλημα στους Δημοκρατικούς ενόψει και των προεδρικών εκλογών. Το Δημοκρατικό Κόμμα εμφανίζεται διχασμένο στο ζήτημα του πολέμου στην Γάζα, καθώς μέρος των προοδευτικών ελίτ της Αμερικής καθώς και τμήμα της φοιτητικής νεολαίας έχουν υιοθετήσει φιλοπαλαιστινιακή στάση, επικρίνοντας έντονα το Ισραήλ για υπερβολική χρήση βίας κατά του άμαχου πληθυσμού. Η τακτική των Ρεπουμπλικανών, που αντιθέτως εμφανίζονται με πολύ πιο ενιαία και συνεκτική φιλο-ισραηλινή στάση στο ζήτημα αυτό, ενδέχεται να λειτουργήσει υπέρ τους στην κούρσα των προεδρικών εκλογών, καθώς απηχεί και ένα πολιτισμικό διχασμό ανάμεσα στην πιο φιλελεύθερη και την πιο παραδοσιακή Αμερική.
Το παράδοξο ωστόσο είναι, όπως φάνηκε και παραπάνω, ότι οι πιο προοδευτικές ελίτ τείνουν να υιοθετήσουν έναν λόγο έντονα αμφίθυμο και ενοχικό απέναντι σε όσα αποτελούσαν ως τώρα κοινούς τόπους του δυτικού φιλελευθερισμού. Διότι ο πολιτισμικός σχετικισμός τους είναι τέτοιος που στο όνομα μιας στρεβλής ανεκτικότητας του Άλλου και του Ξένου, είναι έτοιμες να κρατήσουν ίσες αποστάσεις ανάμεσα σε έναν υποστηρικτή του δικαιώματος του Ισραήλ στην προστασία της κρατικής του επικράτειας και σε έναν κανονικό αντισημίτη.
Ο αντισημιτισμός υπονομεύει (ξανά) τα θεμέλια του πολιτισμού μας
Το θέμα του αντισημιτισμού προσφέρεται ιδανικά για να αναδειχτεί αυτός ο επικίνδυνος ηθικός σχετικισμός μέρους της Δύσης. Ο αντισημιτισμός υπήρξε καταστατικό στοιχείο του σκληρού πυρήνα του χριστιανικού πολιτισμού και της ιδεολογικής του κυριαρχίας. Επανέκαμπτε συνεχώς επί αιώνες σε ποικίλες μορφές και με διάφορες αφορμές στη μεσαιωνική Ευρώπη οδηγώντας σε συχνά πογκρόμ και διώξεις κατά των εβραϊκών πληθυσμών της ηπείρου. Αλλά αντί να υποχωρήσει στην περίοδο του διαφωτισμού και της νεωτερικότητας, γιγαντώθηκε, συνδεόμενο με την ενίσχυση της ρατσιστικής ιδεολογίας που εξυπηρετούσε τις δυτικές αποικιοκρατικές βλέψεις. Αποκορύφωμα όλων αυτών υπήρξε ο 20ός αιώνας και το Ολοκαύτωμα 5,5 εκατ. εβραίων από τους Ναζί, που αποτελεί μακράν το χειρότερο μαζικό έγκλημα της ανθρώπινης ιστορίας.
Πως αντιμετώπισε αυτό το άλγος η Δύση, μεταπολεμικά, ώστε να μην επαναληφθεί ποτέ ξανά κάτι τέτοιο; Πρώτα και κύρια αποδεχόμενη και στηρίζοντας έμπρακτα το αίτημα του Σιωνισμού για ένα ανεξάρτητο ισραηλινό κράτος στα πατρογονικά εδάφη των εβραίων. Και δεύτερον, εφαρμόζοντας πολιτικές κατά του αντισημιτισμού και εν γένει κατά του ρατσισμού, αναγνωρίζοντας έτσι ότι μόνο η συστηματική καταπολέμησή του μπορεί να οδηγήσει στο ξερίζωμα ενός θεμελιώδους στοιχείου της φαντασίωσης περί δυτικής ανωτερότητας.
Φαίνεται όμως ότι όσο απομακρύνονται οι επόμενες γενιές από τα φρικτά αυτά εγκλήματα και υποχωρεί η μνήμη και η συναφής ιστορική συνείδηση που παρείχε προστασία από την παλινδρόμηση, τόσο διογκώνεται και ο πολιτισμικός σχετικισμός απέναντι στ υποτιθέμενο “δικαίωμα” των αδύναμων του κόσμου τούτου να επιδιώκουν τους σκοπούς τους ανεξαρτήτως των μέσων για την εκπλήρωσή τους. Έτσι, για μεγάλα και έγκριτα ΜΜΕ της Δύσης, οι τρομοκράτες της Χαμάς μπορούν να αναφέρονται ως “μαχητές”, δικαιολογώντας μάλιστα την σκανδαλώδη αυτή στρέβλωση της πραγματικότητας με το γεγονός ότι το αποικιοκρατικό παρελθόν μας επιτάσσει να είμαστε διπλά προσεκτικά απέναντι στην άλλοτε υποφέρουσα “Ανατολή”.
Αφέλεια ή ενοχές, δεν έχει σημασία. Εκείνο που μετράει είναι ότι ο δυτικός προοδευτισμός κινδυνεύει με αυτές τις επιλογές να πετύχει το εντελώς αντίθετο από εκείνο που επιδιώκει. Αντί δηλαδή να υπερασπιστεί όσους έχει αυθαίρετα βαφτίσει ως “αδύναμους” (συμπεριλαμβάνοντας σε αυτούς μέχρι και τρομοκράτες), να υπονομεύσει το δικό της ηθικό οπλοστάσιο αναβιώνοντας τον αντισημιτισμό, δηλαδή αυτό που υπήρξε το βασικό στοιχείο της παρολίγον αυτοκαταστροφής της.
Υπό αυτήν την έννοια, έχει ιδιαίτερη αξία να σκεφτούμε και την διερώτηση του Μάρκ Μαζάουερ σε πρόσφατο άρθρο του στους Financial Times, σχολιάζοντας την επιλογή του ισραηλινού πρεσβευτή στον ΟΗΕ, Γκιλάντ Ερντάν, να φορέσει το κίτρινο αστέρι μετά τις σφαγές της 7ης Οκτωβρίου, διαμαρτυρόμενος έτσι στην ολομέλεια του ΟΗΕ για την παθητικότητα του Συμβουλίου Ασφαλείας απέναντι στη θηριωδία της Χαμάς. «Το γεγονός ότι ένας τόσο μικρός και αδύναμος αντίπαλος [ενν. την Χαμάς] μπορεί να προκαλέσει αυτού του είδους την αντίδραση, μας δείχνει πόσο βαθιά είναι η κρίση εμπιστοσύνης στο εσωτερικό του Ισραήλ. Ο χρόνος θα δείξει αν είναι δικαιολογημένη» καταλήγει στο άρθρο του ο καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Columbia.
Όπως όμως κι αν καταλήξει, θα είναι απόλυτα δικαιολογημένη. Διότι αυτή τη στιγμή ο πόλεμος δεν είναι κυρίως ανάμεσα σε έναν ισχυρό κι έναν αδύναμο αλλά σε όσους θυμούνται που οδήγησε επί αιώνες ο αντισημιτισμός και σε όσους ξέχασαν ή και αγνοούν πλήρως τις φρικώδεις συνέπειές του.
Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος, Καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Πρόεδρος της Εφορείας των Γ.Α.Κ. και Αντιπρόεδρος του Παρατηρητηρίου για τη Διδασκαλία της Ιστορίας στο Συμβούλιο της Ευρώπης
Το εν λόγω περιστατικό έλαβε χώρα στη διάρκεια μιας πεντάωρης συνεδρίασης της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων, στην οποία είχαν προσκληθεί οι πρόεδροι (όλες γυναίκες) τριών εκ των πιο φημισμένων ανώτατων ιδρυμάτων των ΗΠΑ (που ανήκουν στην περίφημη Ivy League), δηλαδή του πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια (UPenn), του Χάρβαρντ και του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (MIT). Το πρόβλημα προέκυψε όταν οι τρεις πρόεδροι των πανεπιστημίων ερωτήθηκαν για το πώς έχουν αντιδράσει μέχρι τώρα τα ιδρύματά τους στην αύξηση των περιστατικών του αντισημιτισμού μετά την πρόσφατη τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ. Ειδικότερα, η βουλευτής των Ρεπουμπλικανών, Ελίζ Στεφάνικ ρώτησε επίμονα αν οι εκκλήσεις φιλοπαλαιστίνιων φοιτητών για «ιντιφάντα» αποκρύπτουν μια έκκληση «σε γενοκτονία εναντίον των Εβραίων στο Ισραήλ και τον κόσμο», πιέζοντας τις τρεις προέδρους να απαντήσουν ξεκάθαρα στην ερώτησή της, με ένα «ναι ή όχι».
Αλλά οι τρεις πρόεδροι, αν και καταδίκασαν τη Χαμάς και τον αντισημιτισμό, εμφανίστηκαν όλες τους πολύ αμφίθυμες να δώσουν μια σαφή απάντηση στο το κατά πόσο «η προτροπή για γενοκτονία των Εβραίων» θα παραβίαζε τον κώδικα δεοντολογίας του πανεπιστημίου τους. «Αν ο λόγος μετατραπεί σε πράξη, μπορεί να είναι παρενόχληση. Είναι μια απόφαση που εξαρτάται από την περίσταση»», απάντησε η Μαγκίλ στην βουλευτή των Ρεπουμπλικανών, ενώ ανάλογη ήταν η στάση και της προέδρου του Χάρβαρντ, Κλοντίν Γκέι. Όλες δε υπερασπίστηκαν την βασική αρχή της ελευθερίας του λόγου, προφανώς ακόμη κι αν αυτό περιλαμβάνει αντισημιτική ρητορική. Αν και οι άνθρωποι του UPenn προσπάθησαν να καλύψουν την πρόεδρό τους, λέγοντας ότι δεν είχε προετοιμαστεί επαρκώς νομικά για μια τέτοια “επιθετική ανάκριση”, δεν μοιάζει να ήταν ζήτημα απειρίας. Άλλωστε, πριν γίνει πρόεδρος στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, η Μαγκίλ μπορούσε να επιδείξει ένα βαρύ βιογραφικό, έχοντας διατελέσει νομική σύμβουλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ και επικεφαλής της Νομικής Σχολής του Στάνφορντ.
Μετά την θύελλα των αντιδράσεων από την πλευρά πολλών εντός κι εκτός ΗΠΑ (μεταξύ των οποίων και του εβραϊκής καταγωγής προέδρου της Pfizer, Αλμπέρ Μπουρλά που έχει χάσει στο Άουσβιτς συγγενικά του πρόσωπα από την Θεσσαλονίκη) και την πίεση μεγάλων δωρητών που απείλησαν να αποσύρουν δωρεές εκατομμυρίων δολαρίων λόγω της «στάσης του πανεπιστημίου απέναντι στον αντισημιτισμό», η πρόεδρος του UPenn αναγκάστηκε σε παραίτηση ανακαλώντας μάλιστα, λίγο μετά, την κατάθεσή της. Σε ακόλουθη διορθωτική της δήλωση είπε ξεκάθαρα ότι θα θεωρούσε την έκκληση για τη γενοκτονία των Εβραίων ως παρενόχληση ή εκφοβισμό και ότι οι πολιτικές του Upenn στο θέμα αυτό πρέπει να «διευκρινιστούν και να αξιολογηθούν». Ήταν, παρεμπιπτόντως, η ιδανική εξέλιξη για την εκπρόσωπο των Ρεπουμπλικάνων που δήλωσε ότι «Αυτή είναι μόνο η αρχή για την αντιμετώπιση της διάχυτης σήψης του αντισημιτισμού που έχει καταστρέψει τα πιο φημισμένα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα στην Αμερική».
Γεγονός είναι ότι για το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα αποτέλεσε μια πρώτης τάξεως ευκαιρίας να δημιουργήσει πρόβλημα στους Δημοκρατικούς ενόψει και των προεδρικών εκλογών. Το Δημοκρατικό Κόμμα εμφανίζεται διχασμένο στο ζήτημα του πολέμου στην Γάζα, καθώς μέρος των προοδευτικών ελίτ της Αμερικής καθώς και τμήμα της φοιτητικής νεολαίας έχουν υιοθετήσει φιλοπαλαιστινιακή στάση, επικρίνοντας έντονα το Ισραήλ για υπερβολική χρήση βίας κατά του άμαχου πληθυσμού. Η τακτική των Ρεπουμπλικανών, που αντιθέτως εμφανίζονται με πολύ πιο ενιαία και συνεκτική φιλο-ισραηλινή στάση στο ζήτημα αυτό, ενδέχεται να λειτουργήσει υπέρ τους στην κούρσα των προεδρικών εκλογών, καθώς απηχεί και ένα πολιτισμικό διχασμό ανάμεσα στην πιο φιλελεύθερη και την πιο παραδοσιακή Αμερική.
Το παράδοξο ωστόσο είναι, όπως φάνηκε και παραπάνω, ότι οι πιο προοδευτικές ελίτ τείνουν να υιοθετήσουν έναν λόγο έντονα αμφίθυμο και ενοχικό απέναντι σε όσα αποτελούσαν ως τώρα κοινούς τόπους του δυτικού φιλελευθερισμού. Διότι ο πολιτισμικός σχετικισμός τους είναι τέτοιος που στο όνομα μιας στρεβλής ανεκτικότητας του Άλλου και του Ξένου, είναι έτοιμες να κρατήσουν ίσες αποστάσεις ανάμεσα σε έναν υποστηρικτή του δικαιώματος του Ισραήλ στην προστασία της κρατικής του επικράτειας και σε έναν κανονικό αντισημίτη.
Ο αντισημιτισμός υπονομεύει (ξανά) τα θεμέλια του πολιτισμού μας
Το θέμα του αντισημιτισμού προσφέρεται ιδανικά για να αναδειχτεί αυτός ο επικίνδυνος ηθικός σχετικισμός μέρους της Δύσης. Ο αντισημιτισμός υπήρξε καταστατικό στοιχείο του σκληρού πυρήνα του χριστιανικού πολιτισμού και της ιδεολογικής του κυριαρχίας. Επανέκαμπτε συνεχώς επί αιώνες σε ποικίλες μορφές και με διάφορες αφορμές στη μεσαιωνική Ευρώπη οδηγώντας σε συχνά πογκρόμ και διώξεις κατά των εβραϊκών πληθυσμών της ηπείρου. Αλλά αντί να υποχωρήσει στην περίοδο του διαφωτισμού και της νεωτερικότητας, γιγαντώθηκε, συνδεόμενο με την ενίσχυση της ρατσιστικής ιδεολογίας που εξυπηρετούσε τις δυτικές αποικιοκρατικές βλέψεις. Αποκορύφωμα όλων αυτών υπήρξε ο 20ός αιώνας και το Ολοκαύτωμα 5,5 εκατ. εβραίων από τους Ναζί, που αποτελεί μακράν το χειρότερο μαζικό έγκλημα της ανθρώπινης ιστορίας.
Πως αντιμετώπισε αυτό το άλγος η Δύση, μεταπολεμικά, ώστε να μην επαναληφθεί ποτέ ξανά κάτι τέτοιο; Πρώτα και κύρια αποδεχόμενη και στηρίζοντας έμπρακτα το αίτημα του Σιωνισμού για ένα ανεξάρτητο ισραηλινό κράτος στα πατρογονικά εδάφη των εβραίων. Και δεύτερον, εφαρμόζοντας πολιτικές κατά του αντισημιτισμού και εν γένει κατά του ρατσισμού, αναγνωρίζοντας έτσι ότι μόνο η συστηματική καταπολέμησή του μπορεί να οδηγήσει στο ξερίζωμα ενός θεμελιώδους στοιχείου της φαντασίωσης περί δυτικής ανωτερότητας.
Φαίνεται όμως ότι όσο απομακρύνονται οι επόμενες γενιές από τα φρικτά αυτά εγκλήματα και υποχωρεί η μνήμη και η συναφής ιστορική συνείδηση που παρείχε προστασία από την παλινδρόμηση, τόσο διογκώνεται και ο πολιτισμικός σχετικισμός απέναντι στ υποτιθέμενο “δικαίωμα” των αδύναμων του κόσμου τούτου να επιδιώκουν τους σκοπούς τους ανεξαρτήτως των μέσων για την εκπλήρωσή τους. Έτσι, για μεγάλα και έγκριτα ΜΜΕ της Δύσης, οι τρομοκράτες της Χαμάς μπορούν να αναφέρονται ως “μαχητές”, δικαιολογώντας μάλιστα την σκανδαλώδη αυτή στρέβλωση της πραγματικότητας με το γεγονός ότι το αποικιοκρατικό παρελθόν μας επιτάσσει να είμαστε διπλά προσεκτικά απέναντι στην άλλοτε υποφέρουσα “Ανατολή”.
Αφέλεια ή ενοχές, δεν έχει σημασία. Εκείνο που μετράει είναι ότι ο δυτικός προοδευτισμός κινδυνεύει με αυτές τις επιλογές να πετύχει το εντελώς αντίθετο από εκείνο που επιδιώκει. Αντί δηλαδή να υπερασπιστεί όσους έχει αυθαίρετα βαφτίσει ως “αδύναμους” (συμπεριλαμβάνοντας σε αυτούς μέχρι και τρομοκράτες), να υπονομεύσει το δικό της ηθικό οπλοστάσιο αναβιώνοντας τον αντισημιτισμό, δηλαδή αυτό που υπήρξε το βασικό στοιχείο της παρολίγον αυτοκαταστροφής της.
Υπό αυτήν την έννοια, έχει ιδιαίτερη αξία να σκεφτούμε και την διερώτηση του Μάρκ Μαζάουερ σε πρόσφατο άρθρο του στους Financial Times, σχολιάζοντας την επιλογή του ισραηλινού πρεσβευτή στον ΟΗΕ, Γκιλάντ Ερντάν, να φορέσει το κίτρινο αστέρι μετά τις σφαγές της 7ης Οκτωβρίου, διαμαρτυρόμενος έτσι στην ολομέλεια του ΟΗΕ για την παθητικότητα του Συμβουλίου Ασφαλείας απέναντι στη θηριωδία της Χαμάς. «Το γεγονός ότι ένας τόσο μικρός και αδύναμος αντίπαλος [ενν. την Χαμάς] μπορεί να προκαλέσει αυτού του είδους την αντίδραση, μας δείχνει πόσο βαθιά είναι η κρίση εμπιστοσύνης στο εσωτερικό του Ισραήλ. Ο χρόνος θα δείξει αν είναι δικαιολογημένη» καταλήγει στο άρθρο του ο καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Columbia.
Όπως όμως κι αν καταλήξει, θα είναι απόλυτα δικαιολογημένη. Διότι αυτή τη στιγμή ο πόλεμος δεν είναι κυρίως ανάμεσα σε έναν ισχυρό κι έναν αδύναμο αλλά σε όσους θυμούνται που οδήγησε επί αιώνες ο αντισημιτισμός και σε όσους ξέχασαν ή και αγνοούν πλήρως τις φρικώδεις συνέπειές του.
Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος, Καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Πρόεδρος της Εφορείας των Γ.Α.Κ. και Αντιπρόεδρος του Παρατηρητηρίου για τη Διδασκαλία της Ιστορίας στο Συμβούλιο της Ευρώπης
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα