Η έκπληξη στην Eurovision - Klavdia: Οδοιπορικό στην Οδό Γενοκτονίας του Ασπρόπυργου που γέννησε την «Αστερομάτα»
Πώς το τραγούδι που εκπροσώπησε την Ελλάδα στον ευρωπαϊκό διαγωνισμό και κατέλαβε την 6η θέση ανέσυρε από την ανυποληψία την υποβαθμισμένη γενέτειρα της Κλαυδίας, πλημμυρίζοντας τις καρδιές των ξεριζωμένων του Πόντου με υπερηφάνεια και τιμή
Στον Ασπρόπυργο, περισσότερο έντονα και πιο ξεκάθαρα από οπουδήποτε αλλού στην Ελλάδα, είναι εμφανές το γιατί μια συναστρία εντελώς ιδιότυπη συνέδεσε τη φετινή Eurovision με τον ποντιακό Ελληνισμό.
Εξω από το σπίτι της Κλαυδίας, σαν σουβενίρ από το τελευταίο γλέντι της γειτονιάς το βράδυ του τελικού, απομένει αναρτημένο στον μαντρότοιχο ένα αυτοσχέδιο πανό που αναγράφει: «We love you Clavdia - Your neighbors!». Και την ίδια στιγμή, περίπου 3 χλμ. μακριά από αυτή τη δήλωση λατρείας προς ένα κορίτσι γέννημα και θρέμμα Ασπρόπυργου, στη συνοικία της Γκορυτσάς, συγκεκριμένα στο μνημείο της μικρής τριγωνικής πλατείας επί της οδού Γενοκτονίας, τα στεφάνια που κατατέθηκαν εις μνήμην της ποντιακής τραγωδίας παρέμεναν άθικτα στη θέση τους.
Στεφάνια στο μνημείο της ποντιακής γενοκτονίας στον Ασπρόπυργο
Ακόμη και σχεδόν μία εβδομάδα μετά την εμφάνιση της Klavdia στον τελικό της Eurovision και παρά τον αδυσώπητο ήλιο του άνυδρου Ασπρόπυργου, τα φύλλα αυτών των στεφανιών επέμεναν να δείχνουν καταπράσινα και ζωηρά, μαζί με τα δεκάδες μικρά γαλανόλευκα λάβαρα, που κι αυτά δεν είχαν ξεθωριάσει ακόμη.
Από το περασμένο Σάββατο ο Ασπρόπυργος έχει κάθε λόγο να νιώθει -για μία σπάνια φορά έστω και για όσο αυτό κρατήσει- προνομιούχος. Αντί για παραγκωνισμένος και ανυπόληπτος, όπως ήταν το σύνηθες τουλάχιστον από τις αρχές της δεκαετίας του '60, σαν ένα μέρος στο οποίο αναγκάζεται να βρεθεί κανείς -και μόνο επειδή δεν έχει άλλη επιλογή- σχεδόν αποκλειστικά για επαγγελματικούς λόγους.
Το δικαίωμα σε μερικές ανάσες περηφάνιας είναι το ανεκτίμητο δώρο που έκανε η Κλαυδία στον Ασπρόπυργο, βάζοντάς τον κυριολεκτικά στον χάρτη της Ελλάδας ως ένα μέρος όπου δεν υπάρχουν μόνο βιομηχανικές μονάδες, μια επίπεδη σκονισμένη απεραντοσύνη ανάμεσα σε αποθήκες και διυλιστήρια.
Αλλά υπάρχει και ζωή στον Ασπρόπουργο, μόνιμοι κάτοικοι, οικογένειες και άνθρωποι όλων των ηλικιών, πολλοί από τους οποίους δεν έχουν ζήσει πουθενά αλλού - έστω και αν είναι κάπως μετέωροι ανάμεσα στην πλήρη αφομοίωσή τους στον πληθυσμιακό ιστό των γηγενών και την προ πολλού παρωχημένη απαξιωτική ταυτότητα του «Ρωσοπόντιου» που τους είχε αποδοθεί παλαιότερα. Ενδεικτικά, σήμερα περίπου οι μισοί μόνιμοι κάτοικοι ενός δήμου που εκτείνεται σε 102 τετ. χλμ., από τους 32.000 που είναι πολιτογραφημένοι στον Ασπρόπυργο, είναι ποντιακής καταγωγής.
Η Κλαυδία ανέβηκε στη σκηνή της Eurovision το Σάββατο 17 Μαΐου, ενώ η ημέρα μνήμης της ποντιακής τραγωδίας τιμήθηκε μόλις δύο ημέρες αργότερα, τη Δευτέρα 19 Μαΐου, με τη δέουσα και προβλεπόμενη επισημότητα, πρωτοστατούντων των τοπικών αρχών του Ασπρόπυργου κ.λπ.
Η χρονική σύμπτωση της συμμετοχής μιας ποντιακής καταγωγής Ελληνίδας στη Eurovision, με το καθιερωμένο μνημόσυνο για την επέτειο της ποντιακής γενοκτοκτονίας, προσδίδει μια αίσθηση μοιραίας -«καρμικής» αν προτιμά κανείς τα κλισέ- αίγλης στην ομολογουμένως καθηλωτική ερμηνεία της Κλαυδίας.
Η Κλαυδία γεννήθηκε το 2002 και μεγάλωσε στον Ασπρόπυργο
Οι «Ρωσοπόντιοι»
Μοιραία και νομοτελειακά, η «Αστερομάτα» στο εξής θα είναι η Κλαυδία - και η Κλαυδία θα είναι η «Αστερομάτα». Οπως θα είναι και ο ύμνος των Ποντίων, ο ύμνος του παραπεταμένου Ασπρόπυργου, ή και ευρύτερα, η μεταμοντέρνα ελεγεία για καθέναν που βιώνει τον αποχωρισμό, τον «μισεμό» σύμφωνα με μία ακόμη πιο μελοδραματική έκφραση.
Η αλήθεια είναι ότι στη no man's land του Ασπρόπυργου και σε κάθε παρομοίως υποβαθμισμένη -γκετοποιημένη κατά το μάλλον ή ήττον- περιοχή της Αττικής και της Ελλάδας θα άρμοζε περισσότερο ένα αργόσυρτο βαρύθυμο ζεϊμπέκικο. Και ίσως κατά βάθος να μην απέχει πολύ από κάτι τέτοιο η «Αστερομάτα» - στην ουσία της βεβαίως και όχι από αμιγώς μουσικής άποψης. Ωστόσο, θα συνιστούσε παραμόρφωση της πραγματικότητας το να περιγράψει κάποιος τον σημερινό Ασπρόπυργο, δηλαδή τον Ασπρόπυργο της 22χρονης Κλαυδίας Παπαδοπούλου, σαν μια φαβέλα.
Αν και η ρυμοτομία του, ειδικά στη γειτονιά της Κλαυδίας, έναν μικρό λαβύρινθο από σοκάκια και αδιέξοδα, μαρτυρά ότι τα σπίτια εδώ φτιάχτηκαν εντελώς στην τύχη. Χτίστηκαν σπίτια στη θέση των παλιών κοντέινερ. Εντούτοις, θα ήταν εξίσου εσφαλμένο να αγνοηθεί ότι ο Ασπρόπυργος υπήρξε όντως μια ελληνική φαβέλα. Η αμφιταλάντευση ανάμεσα στην εξέλιξη και την αρχική εγκατάσταση των επαναπατριζόμενων από τον Πόντο και την πρώην ΕΣΣΔ είναι ένα από τα θεμελιώδη καθοριστικά στοιχεία ταυτότητας αυτής της περιοχής. Ιδίως τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '90, χιλιάδες άνθρωποι παρασύρθηκαν από ένα σύγχρονο μεταναστευτικό ρεύμα, το οποίο παρουσίαζε αρκετές ομοιότητες με ό,τι συνέβη το 1922.
Δεκάδες οικογένειες από τον Πόντο μεταφέρθηκαν και οδηγήθηκαν στον Ασπρόπυργο όπου εγκαταστάθηκαν εντελώς πρόχειρα. Ουσιαστικά εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους. Επιβίωσαν πουλώντας ό,τι μπορούσαν και ό,τι είχαν φέρει μαζί τους - συμπεριλαμβανομένων των προικιών που είχαν ετοιμάσει για τις θυγατέρες τους. Πέρασαν χειμώνες μέσα σε κοντέινερ, τα μεταλλικά τοιχώματα των οποίων προσπαθούσαν να θερμάνουν κρεμώντας κιλίμια.
Ασφαλώς όμως η Κλαυδία, η οποία γεννήθηκε το 2002, μόνο εξ ακοής γνωρίζει ό,τι προηγήθηκε - αν και το εγγεγραμμένο βίωμα έχει διαμορφώσει υποσυνείδητα τον τρόπο που η ίδια προσεγγίζει τη ζωή και την καριέρα της, την όλη νοοτροπία της. Διότι αυτή η γωνιά της αττικής γης ανήκει σε μεγάλο βαθμό στους πρόσφυγες από τον Πόντο. Παρόντες στο σήμερα είναι ακόμη και οι παππούδες της πρώτης γενιάς όσων επαναπατρίστηκαν, όπως η -διάσημη πλέον- αξιολάτρευτη γιαγιά της Κλαυδίας, η οποία γνώρισε τη δημόσια υπερπροβολή στα 80 της ως άτυπη εκπρόσωπος της εγγονής της.
Στο αυτοκίνητο με τη διάσημη πλέον γιαγιά της
Οπως υπάρχουν Ελληνες που συνεννοούνται στα ρωσικά και ψωνίζουν καθημερινά από καταστήματα με ρωσικές επιγραφές, υπάρχουν επίσης Ρομά, οικονομικοί μετανάστες κ.ά. Ολοι μαζί μοιράζονται, ενσυνείδητα ή και μη, το αίσθημα του επήλυδος, του μη ανήκοντος. Και όλοι μαζί επίσης οι κάτοικοι του Ασπρόπυργου, εκτός από τη ροπή προς την υποστήριξη της ΑΕΚ και στο εξής της Κλαυδίας, συνθέτουν έναν ιδιαίτερο μικρόκοσμο.
Ο οποίος δεν μοιάζει να πατά και με τα δύο πόδια του ούτε ακριβώς στο τώρα, ούτε ακριβώς στο εδώ της σημερινής Ελλάδας, εξ ου και η περιήγηση στον Ασπρόπυργο, στη γειτονιά της Κλαυδίας και στα πέριξ, μοιάζει με αναδρομή σε μια παρελθούσα φάση κοινωνικής ζωής. Τότε που η γειτονιά ήταν κάτι σαν σόι, σαν μια προέκταση της οικογένειας. Τότε που τα σπίτια απλώς φτιάχνονταν άναρχα όπου και όπως μπορούσαν να τα χτίσουν οι κάτοικοι μόνοι τους, βοηθώντας ο ένας τον άλλον, χωρίς σχέδιο, αισθητική ή ρυμοτομία, εφόσον το μόνο υλικό που βρισκόταν εν αφθονία ήταν η ανέχεια.
Λεωφόρος Δόξας (ή ΝΑΤΟ)
Σκάρτα εκατό μέτρα χωρίζουν το σπίτι της Κλαυδίας από τη Λεωφόρο ΝΑΤΟ, έναν δρόμο τον οποίο ο διανοητής Νικήτας Σινιόσογλου έχει αποκαλέσει «ουλώδη ιστό από σκυρόδεμα, χαλασμένη γη, μπάζα ακαταμέτρητα και άσφαλτο, νεόπλασμα ξηρό και στραγγισμένο. Διόλου δεν προκαλεί την αποστροφή της φρέσκιας πληγής. Η λεγόμενη ασχήμια έχει εντέλει τη ζωή της». («Λεωφόρος ΝΑΤΟ - Δοκιμή περιπλάνησης«, εκδόσεις Κίχλη)
Στη διαβόητη -έως και τρομακτική- Λεωφόρο ΝΑΤΟ ακόμη και τα επιβλητικότερα των SUV νιώθουν μειονεκτικά. Τα Ι.Χ. αποτελούν απειλούμενη μειονότητα. Εδώ, σε αυτή τη βιομηχανική εσχατιά της Αττικής, έναν τόπο όπου η ίδια η κατοίκηση είναι μειονότητα, βασιλεύουν τα μαστόδοντα τροχοφόρα. Εδώ ο βρυχηθμός των φορτηγών δεν σταματά ποτέ - και με αυτό τον αδιάκοπο βόμβο μεγάλωσε η Κλαυδία.
Μπροστά από τις καντίνες της Λεωφόρου ΝΑΤΟ δεν είναι τα απλά αυτοκίνητα που καβαλάνε τα πεζοδρόμια με αλάρμ για τη σύντομη στάση του καφέ. Εδώ το κάνουν αυτό οι νταλίκες -και γι· αυτό τα πεζοδρόμια μοιάζουν με μωσαϊκά που έχουν ισοπεδωθεί στη σκόνη. Εξάλλου, όλα είναι κάπως διαφορετικά στον Ασπρόπυργο. Με πιο έντονο, ίσως, τον χαρακτήρα της ποντιακής παροικίας:
Γενοκτονίας είναι, φερ’ ειπείν, η ονομασία της κεντρικής οδικής αρτηρίας που διασχίζει την Γκορυτσά, το κομμάτι του Ασπρόπυργου όπου συναντά κανείς ό,τι πιο κοντινό σε συμβατικό αστικό κέντρο. Στον ίδιο δρόμο υπάρχει το σούπερ μάρκετ «Πόντος» και κάπου παραπέρα ένα γυμναστήριο-μαμούθ, στην πρόσοψη του οποίου είναι ζωγραφισμένα τα τοπικά ινδάλματα, τα καμάρια του Ασπρόπυργου - όχι όμως αυτοί που θα περίμενε κανείς. Το προνόμιο της αναγραφής του ονόματος εδώ παραχωρείται λ.χ. στον παλαιστή Λάζαρο Λοϊζίδη, παρόλο που δεν κατόρθωσε να κερδίσει Ολυμπιακό μετάλλιο.
Το γυμναστήριο-μαμούθ, στην πρόσοψη του οποίου είναι ζωγραφισμένα τα τοπικά ινδάλματα του αθλητισμού
Πίσω από το σπίτι της Κλαυδίας υπάρχει η οδός Παρθενώνος. Και λίγο παρακάτω, η οδός Καζαντζίδη - αν και σε ό,τι αφορά τη δεύτερη δεν φαίνεται να υπάρχει κάτι άλλο στον δρόμο εκτός από αυτή την πινακίδα. Εμπνευση ή σαρκασμός; Πολύ δύσκολα μπορεί κανείς να διακρίνει τη διαφορά στην ονοματοδοσία των δρόμων του Ασπρόπυργου - και το όλο πράγμα μπερδεύεται ακόμη περισσότερο με τη Γλαδιόλας, Ντάλιας κ.ο.κ., κάποια υπεραισιόδοξα αδιέξοδα δρομάκια, χαραγμένα τυχαία, στο πουθενά, καθώς η αναξιοποίητη γη αφθονεί στην περιοχή. Τουλάχιστον το πανό στη χαλικόστρωτη αλάνα μπροστά από την οικογενειακή κατοικία της Κλαυδίας, πίσω από μια παρατημένη 600άρα Mercedes και δίπλα σε μια μεγάλη γαλανόλευκη, δεν αφήνει περιθώρια αμφισημίας: «We love you Clavdia - Your neighbors!».
Στη χαλικόστρωτη αλάνα μπροστά από το πατρικό της Κλαυδίας, πίσω από μια παρατημένη 600άρα Mercedes και δίπλα σε μια μεγάλη γαλανόλευκη οι γείτονες δηλώνουν την υπερηφάνεια τους: «We love you Clavdia - Your neighbors!»
Πλέον οι γείτονές της απευθύνονται στην Κλαυδία όχι μόνο στα ελληνικά, στα ρωσικά ή στα ποντιακά όπως συνέβαινε τα προηγούμενα χρόνια, αλλά στα αγγλικά - ή και στα αγγλικά. Ασχέτως εάν η «Αστερομάτα» έκανε τη διαφορά -και- επειδή τραγουδήθηκε στα ελληνικά. Το σημαινόμενο του αγγλόφωνου συνθήματος στο πανό είναι ότι η Κλαυδία έγινε πλέον διεθνής. Οπως διεθνούς προβολής έτυχε το ξεσάλωμα για την εμφάνισή της στον τελικό.
Η καρβουνιασμένη ψησταριά μπροστά από ένα διπλανό σπίτι απομένει ως πειστήριο για το τρικούβερτο τσιμπούσι προς τιμήν της «Αστερομάτας». Στους γάμους και τις χαρές η γειτονιά της Κλαυδίας γιορτάζει επί μερόνυχτα με φαγητό και ποτό, με μουσικές και χορό και όλες τις πόρτες ανοιχτές. Σαν ένα χωριό, σαν μια παλιά Ελλάδα που ψάχνει αφορμή για να γλεντήσει.
No bullying
Η Eurovision ήταν μια πρώτης τάξεως αφορμή τέτοιου είδους για τον Ασπρόπυργο, προφανώς λόγω Κλαυδίας, αλλά εξίσου και επειδή επρόκειτο για έναν διαγωνισμό. Το γλέντι θα μπορούσε να έχει στηθεί για να γιορτάσει οποιαδήποτε από τις προηγούμενες κατακτήσεις της Κλαυδίας - τις συμμετοχές της σε talent shows, την κυκλοφορία σινγκλ, τις εμφανίσεις της δίπλα στον Διονύση Σαββόπουλο ή τον Γιώργο Σαμπάνη κ.λπ. Είχε όμως ξεχωριστή αξία το ότι η Κλαυδία είχε αντιπάλους, την πλειονότητα των οποίων άφησε πίσω της.
Στη σκηνή με τον Διονύση Σαββόπουλο
Το ότι στον τελικό της Eurovision τραγούδησε με την ψυχή της, σαν να ήταν η τελευταία και όχι η πρώτη μεγάλη ευκαιρία της να διακριθεί διεθνώς, δεν ήταν μόνο το κρίσιμο συστατικό που χρησιμοποίησε η Κλαυδία για να συγκινήσει το κοινό, αλλά και αυτό που άρμοζε στην ίδια και τη φλογερή φιλοδοξία της να εκπληρώσει ένα όνειρο που, βάσει κοινής λογικής, πραγματοποιείται μόνο σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις, τύπου Γιάννη Αντετοκούνμπο - δηλαδή από το απόλυτο περιθώριο στην απόλυτη κορυφή.
Εν προκειμένω, από τον υποβαθμισμένο Ασπρόπυργο δυνητικά στο επίκεντρο της διεθνούς σκηνής της σύγχρονης μουσικής (ποπ, αλλά με την ευρεία έννοια), με fans από ξένες χώρες να φτάνουν να διατυπώσουν θεωρίες ότι η Κλαυδία έπεσε θύμα συνωμοσίας ενώ προοριζόταν για τη νίκη κ.λπ. Για την πλειονότητα όσων παιδιών φαντασιώνονται ότι θα γίνουν κάποτε ο επόμενος Κριστιάνο Ρονάλντο ή η επόμενη Κριστίνα Αγκιλέρα, Lady Gaga ή οτιδήποτε συναφές τα όνειρα εξατμίζονται αμέσως, συνήθως πρoτού καν προσκρούσουν στην πραγματικότητα.
Για άλλους, όμως, ακριβώς το γεγονός ότι τα θαύματα στην αληθινή ζωή είναι απειροελάχιστα ελάχιστα τους πτοεί. Και αυτή η πίστη, ακλόνητη παρόλο που τα πάντα μοιάζουν να συνωμοτούν για το αντίθετο, είναι που ξετρέλανε τον Ασπρόπυργο στην περίπτωση της Κλαυδίας. Η Eurovision, η Ελλάδα και η Ευρώπη που χειροκρότησε την ασχημούλα από τη Δυτική Αττική που καμουφλάρει τη μύτη της πίσω από ευμεγέθη γυαλιά μυωπίας είναι η ζωντανή, η πανηγυρική απόδειξη ότι ακόμη και ο Ασπρόπυργος μπορεί να γεννήσει αστέρια.
Συμμετοχή στα Mad Awards
Κάτι ασυνήθιστο, αλλά ενδεικτικό για τη συλλογική ψυχοσύνθεση της κοινωνίας στον Ασπρόπυργο, έγκειται στη σχέση της Κλαυδίας με τον άμεσο περίγυρό της: όχι μόνο δεν υπέστη bullying επειδή επέμενε να κυνηγά ένα όνειρο που φάνταζε εντελώς παρανοϊκό και έξω από κάθε πιθανότητα επιτυχίας, αλλά έτυχε θερμής υποστήριξης. Οπως έχει περιγράψει η ίδια σε συνεντεύξεις της, στο σχολείο τη στήριζαν αναφανδόν συμμαθητές και καθηγητές χωρίς συμπλέγματα και φθόνο, δικαιολογώντας τις επανειλημμένες και παρατεταμένες απουσίες της, ιδιαιτέρως την περίοδο της συμμετοχής της σε talent shows της ελληνικής τηλεόρασης («Ελλάδα έχεις Ταλέντο» και «The Voice»).
White Tower forever
Η Κλαυδία δεν θυμάται κανέναν από το περιβάλλον των συνομηλίκων ή των δασκάλων της να την τραβά πίσω στην ανωνυμία, κανείς δεν θέλησε να γίνει ο δήμιος των επιθυμιών της, κανείς δεν την έθαψε στη φαινομενικά αναπόδραστη μιζέρια. Κανείς δεν την κορόιδεψε, δεν της ράγισε την καρδιά αποκαλώντας την «ψώνιο», κανείς δεν της έκοψε τα φτερά επειδή ίσως δεν ήταν τόσο καλλίγραμμη -ή ακόμη και τόσο ταλαντούχα- όσο π.χ. η Μπιγιονσέ. Απεναντίας, ο Ασπρόπυργος ήθελε η Κλαυδία να πετύχει σχεδόν όσο το ήθελε και η ίδια.
Οταν λοιπόν έφτασε η μεγάλη στιγμή, η Κλαυδία βρήκε ένα επιπλέον κίνητρο: να τραγουδήσει για να κάνει περήφανους τους δικούς της ανθρώπους, και μαζί με αυτούς τη γενιά της και τη γειτονιά της. Να ανταποδώσει, αλλά και να δικαιώσει όλους όσοι δεν έπνιξαν το όνειρό της - όπως πολύ εύκολα θα μπορούσαν να είχαν κάνει. Το γιατί συνέβη αυτό ίσως σχετίζεται με το πώς γαλουχήθηκαν οι γονείς και οι πρόγονοι της Κλαυδίας, ως άνθρωποι που ταλαιπωρήθηκαν τόσο και για τόσο πολύ ώστε δεν είχαν τίποτε πια να χάσουν.
Τι θα κέρδιζαν άλλωστε εάν εμπόδιζαν την Κλαυδία να αφοσιωθεί στο τραγούδι; Αρκεί μια μικρή βόλτα στον Ασπρόπυργο για να συνειδητοποιήσει κάποιος πως δεν πρέπει να υπάρχουν και πάρα πολλά για να χάσει κανείς εάν του έλαχε να μεγαλώνει εκεί.
Κάπως έτσι, έγινε η Klavdia σταρ της Eurovision - και όχι μόνο για το ελληνικό κοινό και τα ντόπια ΜΜΕ που κατελήφθησαν από αιφνίδια εμμονή μαζί της.
Η Κλαυδία ωστόσο εξακολουθεί να δηλώνει ότι δεν θα φύγει ποτέ από τον Ασπρόπυργο, ότι δεν θαμπώθηκε και δεν έχασε τον προσανατολισμό της από το σοκ της υπερπροβολής, ότι παραμένει απλώς η 22χρονη κόρη του Σπάρτακου Παπαδόπουλου, ενός Πόντιου βιοπαλαιστή με καταγωγή από την Τραπεζούντα που ζει μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας.
Η μητέρα της Κλαυδίας, η Αγγελική Μαζμανίδου, είναι μια Ελληνίδα που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Μόσχα, η οποία έγινε μητέρα και γιαγιά αναλογικά σε πολύ νεαρή ηλικία, που αγαπά τον χορό και νανούριζε τις κόρες της τραγουδώντας τους ρωσικές μελωδίες. Σε ένα σπίτι όπου μιλούσαν, συνήθως ταυτόχρονα, ελληνικά, ρωσικά και ποντιακά - μολονότι η Κλαυδία ερωτεύτηκε τα αγγλικά, τη γλώσσα στην οποία από τότε που θυμάται τον εαυτό της πάσχιζε να φτάσει τις ιλιγγιώδεις οκτάβες της Σελίν Ντιόν και τον φρενήρη παλμό του Μάικλ Τζάκσον.
Η Κλαυδία με τη μητέρα της Αγγελική Μαζμανίδου
Ο θρίαμβος του αουτσάιντερ
Αναμφίβολα, για πολλούς ήταν εντελώς αναπάντεχη η επιτυχία που σημείωσε στη Eurovision, μια επιτυχία που φαίνεται να υπερβαίνει την 6η θέση στην οποία τελικώς και επισήμως κατετάγη. Η Κλαυδία ήταν άλλωστε ο ορισμός του αουτσάιντερ. Στον αντίποδα της ποπ σταρ που ποντάρει στον εντυπωσιασμό μιας συνολικής παρουσίας τύπου Φουρέιρα, η Κλαυδία κατόρθωσε να ξεχωρίσει παρά το ότι ήταν λίγο-πολύ ακίνητη, σχεδόν ριζωμένη σε έναν τεχνητό βράχο στη μέση μιας τεράστιας σκηνής, τραγουδώντας ένα κομμάτι χωρίς χορευτικό μπιτ και -το κυριότερο- με ελληνικούς στίχους που ουδείς, εκτός των Ελλήνων και των Κυπρίων, μπορούσε να κατανοήσει.
Τη διαφορά για το μικροκαμωμένο, μελαχρινό κορίτσι, που θα μπορούσε να είναι πνευματική κόρη της Νάνας Μούσχουρη, την έκανε πέραν πάσης αμφισβήτησης η ερμηνεία, εν ολίγοις η ψυχή που η Κλαυδία εμφύσησε στην «Αστερομάτα». Ενα κομμάτι που, αν δεν το ερμήνευε μια τραγουδίστρια αποφασισμένη να τα δώσει όλα αρπάζοντας την ευκαιρία της ζωής της να λάμψει, αλλά και χωρίς να την καταπιεί το μέγεθος της πρόκλησης, θα ακουγόταν ψεύτικο, πεποιημένο, «δήθεν». Τα γυρίσματα, η κραυγή, ακόμη και οι λυγμοί της «Αστερομάτας» χάρη στην Κλαυδία ακούστηκαν αληθινοί - και άλλο τόσο συνταρακτικοί. Πιθανότατα επειδή ήταν αυθεντικοί.