Ανταλλάσσοντας την κυριαρχία: Πώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέδωσε στην πίεση των ΗΠΑ στον εμπορικό πόλεμο
Τον Ιούλιο του 2025, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπό την Ursula von der Leyen, υπέγραψε μια άνιση εμπορική συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, υποκύπτοντας στην απειλή επιβολής τιμωρητικών δασμών από τον Πρόεδρο Donald Trump
Ο Jacques Delors, ιστορικός πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (1985–1995) και θεμελιωτής κρίσιμων ενοποιητικών μεταρρυθμίσεων, είχε δηλώσει κάποτε: «Ας είμαστε αρκετά ισχυροί ώστε να επιβάλλουμε σεβασμό και να υπερασπιζόμαστε τις αξίες της ελευθερίας και της αλληλεγγύης».
Η απόσταση ανάμεσα σε αυτήν την αρχή και την πρόσφατη στάση της Επιτροπής είναι εντυπωσιακή, καθώς η ΕΕ φαίνεται να έχει μετατοπιστεί από το όραμα μιας αυτοδύναμης γεωπολιτικής οντότητας σε έναν παθητικό αποδέκτη εξωτερικών πιέσεων.
Το παρόν άρθρο αναλύει τις πολιτικές, οικονομικές και στρατηγικές διαστάσεις της συμφωνίας, εστιάζοντας στην αδυναμία της Ένωσης να υπερασπιστεί τα ίδια της τα συμφέροντα. Μέσα από την αξιοποίηση πρωτογενών πηγών, επίσημων δηλώσεων και εμπορικών δεδομένων, τεκμηριώνεται πώς η Επιτροπή αντάλλαξε τη μακροπρόθεσμη στρατηγική αυτονομία με μια πρόσκαιρη, κατευναστική σταθερότητα — μια σταθερότητα που θυμίζει οικοδόμημα θεμελιωμένο στην άμμο, ευάλωτο στον πρώτο ισχυρό γεωπολιτικό κυματισμό.
1. Η Ανατομία της Ενδοτικότητας
Στις 27 Ιουλίου 2025, η Ursula von der Leyen συναντήθηκε με τον Donald Trump στο θέρετρο Turnberry στη Σκωτία, προκειμένου να ολοκληρώσουν μια εμπορική συμφωνία η οποία υποτίθεται ότι θα απέτρεπε έναν πλήρη διατλαντικό εμπορικό πόλεμο. Αυτό που προέκυψε δεν αποτέλεσε διπλωματικό επίτευγμα, αλλά πράξη πολιτικής υποταγής.
Η συμφωνία, η οποία συνήφθη βεβιασμένα υπό την απειλή επιβολής δασμών 30%, επικύρωσε δασμό ύψους 15% στα ευρωπαϊκά βιομηχανικά προϊόντα και συνοδεύτηκε από αόριστες υποσχέσεις για αυξημένες επενδύσεις στην αμερικανική ενέργεια και τεχνολογία. Δεν επρόκειτο για διαπραγμάτευση μεταξύ ισοτίμων, αλλά για μια «συμφωνία ανάγκης», όπου η αδυναμία μεταμφιέζεται σε ρεαλισμό και η υποχώρηση βαφτίζεται στρατηγική.
Η σύγκριση με προηγούμενες ηγεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποκαλύπτει τη διαφορά κλίμακας και ικανότητας. Επικεφαλής όπως ο Jacques Delors — αρχιτέκτονας της Ενιαίας Αγοράς — ή ο Romano Prodi, που καθοδήγησε την επιτυχή διεύρυνση προς Ανατολάς και προς Νότον, διέθεταν σαφή στρατηγικό ορίζοντα, ικανότητα σύνθεσης αντικρουόμενων εθνικών συμφερόντων και αποφασιστικότητα διαπραγμάτευσης από θέση ισχύος.
Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εμφανίζεται εγκλωβισμένη σε έναν φαύλο κύκλο βραχυπρόθεσμων τακτικισμών και επικοινωνιακών «νικών» που δεν αντέχουν στη δοκιμασία της μακροπρόθεσμης στρατηγικής αξιολόγησης.
2. Ιστορικό: Η Πορεία προς την Κρίση
Η κυβέρνηση Trump είχε επανειλημμένα κατηγορήσει την ΕΕ για τη διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος των Ηνωμένων Πολιτειών, καταπάτηση πνευματικής ιδιοκτησίας και χειραγώγηση νομίσματος. Στις αρχές Ιουλίου 2025, απείλησε με δασμούς 30% σε χάλυβα, αυτοκίνητα και φαρμακευτικά προϊόντα, εάν η ΕΕ δεν προέβαινε σε συγκεκριμένες «υποχωρήσεις».
Η Επιτροπή αντέδρασε αρχικά με καθυστερήσεις — μια τυπική ευρωπαϊκή τακτική χρονικής μετάθεσης — πριν περάσει σε ανοιχτή διάθεση διαπραγμάτευσης.
Εσωτερικά έγγραφα αποκάλυψαν έναν βαθύ διχασμό: η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία ζητούσαν αντίμετρα, ενώ η Γερμανία και η Ολλανδία πρόκριναν τον κατευνασμό, επικαλούμενες την ανάγκη διατήρησης εμπορικών ροών και συνοχής εντός ΝΑΤΟ. Αυτό το χάσμα αντικατοπτρίζει το διαχρονικό, δομικό πρόβλημα της ΕΕ: την αδυναμία χάραξης ενιαίας εξωτερικής πολιτικής όταν συγκρούονται άμεσα τα εθνικά και τα συλλογικά συμφέροντα.
3. Η Συμφωνία: Συμβιβασμός ή Συνθηκολόγηση;
Η τελική συμφωνία παρείχε στις ΗΠΑ:
• Δασμούς ύψους 15% σε βασικά ευρωπαϊκά εξαγώγιμα προϊόντα (αυτοκίνητα, μηχανήματα, φαρμακευτικά προϊόντα),
Η απόσταση ανάμεσα σε αυτήν την αρχή και την πρόσφατη στάση της Επιτροπής είναι εντυπωσιακή, καθώς η ΕΕ φαίνεται να έχει μετατοπιστεί από το όραμα μιας αυτοδύναμης γεωπολιτικής οντότητας σε έναν παθητικό αποδέκτη εξωτερικών πιέσεων.
Το παρόν άρθρο αναλύει τις πολιτικές, οικονομικές και στρατηγικές διαστάσεις της συμφωνίας, εστιάζοντας στην αδυναμία της Ένωσης να υπερασπιστεί τα ίδια της τα συμφέροντα. Μέσα από την αξιοποίηση πρωτογενών πηγών, επίσημων δηλώσεων και εμπορικών δεδομένων, τεκμηριώνεται πώς η Επιτροπή αντάλλαξε τη μακροπρόθεσμη στρατηγική αυτονομία με μια πρόσκαιρη, κατευναστική σταθερότητα — μια σταθερότητα που θυμίζει οικοδόμημα θεμελιωμένο στην άμμο, ευάλωτο στον πρώτο ισχυρό γεωπολιτικό κυματισμό.
1. Η Ανατομία της Ενδοτικότητας
Στις 27 Ιουλίου 2025, η Ursula von der Leyen συναντήθηκε με τον Donald Trump στο θέρετρο Turnberry στη Σκωτία, προκειμένου να ολοκληρώσουν μια εμπορική συμφωνία η οποία υποτίθεται ότι θα απέτρεπε έναν πλήρη διατλαντικό εμπορικό πόλεμο. Αυτό που προέκυψε δεν αποτέλεσε διπλωματικό επίτευγμα, αλλά πράξη πολιτικής υποταγής.
Η συμφωνία, η οποία συνήφθη βεβιασμένα υπό την απειλή επιβολής δασμών 30%, επικύρωσε δασμό ύψους 15% στα ευρωπαϊκά βιομηχανικά προϊόντα και συνοδεύτηκε από αόριστες υποσχέσεις για αυξημένες επενδύσεις στην αμερικανική ενέργεια και τεχνολογία. Δεν επρόκειτο για διαπραγμάτευση μεταξύ ισοτίμων, αλλά για μια «συμφωνία ανάγκης», όπου η αδυναμία μεταμφιέζεται σε ρεαλισμό και η υποχώρηση βαφτίζεται στρατηγική.
Η σύγκριση με προηγούμενες ηγεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποκαλύπτει τη διαφορά κλίμακας και ικανότητας. Επικεφαλής όπως ο Jacques Delors — αρχιτέκτονας της Ενιαίας Αγοράς — ή ο Romano Prodi, που καθοδήγησε την επιτυχή διεύρυνση προς Ανατολάς και προς Νότον, διέθεταν σαφή στρατηγικό ορίζοντα, ικανότητα σύνθεσης αντικρουόμενων εθνικών συμφερόντων και αποφασιστικότητα διαπραγμάτευσης από θέση ισχύος.
Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εμφανίζεται εγκλωβισμένη σε έναν φαύλο κύκλο βραχυπρόθεσμων τακτικισμών και επικοινωνιακών «νικών» που δεν αντέχουν στη δοκιμασία της μακροπρόθεσμης στρατηγικής αξιολόγησης.
2. Ιστορικό: Η Πορεία προς την Κρίση
Η κυβέρνηση Trump είχε επανειλημμένα κατηγορήσει την ΕΕ για τη διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος των Ηνωμένων Πολιτειών, καταπάτηση πνευματικής ιδιοκτησίας και χειραγώγηση νομίσματος. Στις αρχές Ιουλίου 2025, απείλησε με δασμούς 30% σε χάλυβα, αυτοκίνητα και φαρμακευτικά προϊόντα, εάν η ΕΕ δεν προέβαινε σε συγκεκριμένες «υποχωρήσεις».
Η Επιτροπή αντέδρασε αρχικά με καθυστερήσεις — μια τυπική ευρωπαϊκή τακτική χρονικής μετάθεσης — πριν περάσει σε ανοιχτή διάθεση διαπραγμάτευσης.
Εσωτερικά έγγραφα αποκάλυψαν έναν βαθύ διχασμό: η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία ζητούσαν αντίμετρα, ενώ η Γερμανία και η Ολλανδία πρόκριναν τον κατευνασμό, επικαλούμενες την ανάγκη διατήρησης εμπορικών ροών και συνοχής εντός ΝΑΤΟ. Αυτό το χάσμα αντικατοπτρίζει το διαχρονικό, δομικό πρόβλημα της ΕΕ: την αδυναμία χάραξης ενιαίας εξωτερικής πολιτικής όταν συγκρούονται άμεσα τα εθνικά και τα συλλογικά συμφέροντα.
3. Η Συμφωνία: Συμβιβασμός ή Συνθηκολόγηση;
Η τελική συμφωνία παρείχε στις ΗΠΑ:
• Δασμούς ύψους 15% σε βασικά ευρωπαϊκά εξαγώγιμα προϊόντα (αυτοκίνητα, μηχανήματα, φαρμακευτικά προϊόντα),
• Υποσχέσεις αγορών $750 δισ. σε αμερικανικό LNG,
• Μη δεσμευτικές υποσχέσεις για επενδύσεις $600 δισ. σε αμερικανικές τεχνολογικές υποδομές.
Σε αντάλλαγμα, οι ΗΠΑ απλώς ανέβαλαν την επιβολή των δασμών ύψους 30% και δεσμεύτηκαν, με αόριστους όρους, να «διερευνήσουν» πλαίσια επίλυσης διαφορών συμβατά με τον ΠΟΕ (Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου) — μια δήλωση χωρίς μηχανισμούς επιβολής, χαρακτηριστική της ρητορικής κενού περιεχομένου. Η συμφωνία δεν περιλαμβάνει καμία ρήτρα προστασίας έναντι μελλοντικών μονομερών κινήσεων της Ουάσινγκτον, αφήνοντας την ΕΕ εκτεθειμένη σε νέους κύκλους εκβιαστικών πιέσεων.
4. Στρατηγικές Επιπτώσεις: Κρίση Αυτονομίας
Η ΕΕ, ως η μεγαλύτερη ενιαία αγορά παγκοσμίως, διαθέτει ισχυρούς ρυθμιστικούς, εμπορικούς και τεχνολογικούς μηχανισμούς. Ωστόσο, η von der Leyen απέφυγε να τους αξιοποιήσει. Δεν υπήρξε ούτε απειλή περιορισμού της πρόσβασης των ΗΠΑ σε κρίσιμες ευρωπαϊκές τεχνολογίες ούτε αξιοποίηση ρυθμιστικών ή δασμολογικών αντιμέτρων. Η στάση της παρουσιάστηκε ως «στρατηγική αυτοσυγκράτηση», στην πραγματικότητα όμως επρόκειτο για κατευνασμό που δημιουργεί ένα άκρως επικίνδυνο προηγούμενο.
Η διαφορά με το όραμα των θεμελιωτών του ευρωπαϊκού οικοδομήματος — του Robert Schuman, του Jean Monnet, του Konrad Adenauer, του Paul-Henri Spaak — είναι χαώδης.
Εκείνοι, οραματίστηκαν την ΕΕ ως έναν εν δυνάμει ισχυρό πολιτικό και οικονομικό πόλο, ικανό να επιβάλλει σεβασμό στους διεθνείς συσχετισμούς. Η σημερινή ηγεσία, προβάλλει περισσότερο την εικόνα ενός αναιμικού θεσμού που αναζητά εξωτερική επιβεβαίωση, παρά ενός οργανισμού που υπερασπίζεται σθεναρά τα δικά του συμφέροντα.
5. Πολιτική Εικόνα: Επικοινωνιακός Θρίαμβος για την Ουάσινγκτον
Στις ΗΠΑ, κυρίαρχα ΜΜΕ της δεξιάς, όπως το Fox News και το Breitbart, παρουσίασαν τη συμφωνία ως «ήττα της ευρωπαϊκής αλαζονείας» και νίκη της ατζέντας «America First». Στην Ευρώπη, εφημερίδες όπως η Le Monde, η El País και η Frankfurter Allgemeine Zeitung άσκησαν δριμεία κριτική. Ακόμη και το φιλοευρωπαϊκό Der Spiegel έκανε λόγο για «σφάλμα ιστορικών διαστάσεων».
Η Επιτροπή προσπάθησε να παρουσιάσει τη συμφωνία ως εγγύηση «προβλεψιμότητας εν μέσω αβεβαιότητας». Ωστόσο, τέτοιες διακηρύξεις θυμίζουν περισσότερο προεκλογικές ατάκες παρά συνεκτική στρατηγική ανάλυση. Η εικόνα που απομένει, είναι μιας Ένωσης που εξαρτά την αίσθηση ασφάλειάς της από την καλή διάθεση τρίτων, αντί να την εδραιώνει στην ίδια της την ισχύ.
6. Ανάλυση Δεδομένων: Τι Αποκαλύπτουν οι Αριθμοί
Σύμφωνα με την Eurostat και τον ΠΟΕ:
• Οι πιο πρόσφατες στατιστικές για το Α’ τρίμηνο του 2025 καταγράφουν αύξηση +8,6% στις εξαγωγές — ένδειξη προφανούς προσπάθειας επιτάχυνσης πριν από την ενδεχόμενη επιβολή δασμών. Τον Μάιο, πριν ακόμη ξεκινήσει επίσημα η εμπορική σύγκρουση με τις ΗΠΑ, σημειώθηκε ελαφρά πτώση κατά 0,8% (σε εποχικά διορθωμένα στοιχεία), υποδηλώνοντας ότι η αβεβαιότητα είχε ήδη αρχίσει να επηρεάζει τις εμπορικές ροές.
• Οι νέοι δασμοί ύψους 15% εκτιμάται ότι θα κοστίσουν στην ΕΕ περίπου €30–€50 δισ. ετησίως, δηλαδή το 0,2%–0,3% του ΑΕΠ της, σύμφωνα με εκτιμήσεις ευρωπαϊκών οικονομικών ινστιτούτων όπως το Bruegel και το Kiel Institute for the World Economy.
• Οι ΗΠΑ δεν προσέφεραν καμία δεσμευτική ανταπόδοση.
Διαρροές στο Politico Europe αποκάλυψαν ότι η von der Leyen αγνόησε εισηγήσεις της DG Trade που ζητούσαν σκληρότερη στάση, προτιμώντας ένα «υψηλού προφίλ πολιτικό αποτέλεσμα».
Η υπαγωγή της ουσίας στις επιταγές του θεάματος, αποτελεί ένα μοτίβο που έχει εμφανιστεί και σε άλλες πολιτικές της Επιτροπής — από την Κοινή Αγροτική Πολιτική έως την εφαρμογή της Πράσινης Συμφωνίας.
7. Συμπέρασμα: Το Υψηλό Τίμημα του Κατευνασμού
Ο Jean Monnet , ο θεμελιωτής της ευρωπαϊκής ενοποίησης και στρατηγικός οραματιστής της μεταπολεμικής Ευρώπης, είχε δηλώσει κάποτε: «Η Ευρώπη θα σφυρηλατηθεί μέσα από κρίσεις και θα είναι το άθροισμα των λύσεων που θα υιοθετηθούν για αυτές τις κρίσεις.»
Η ενδοτικότητα της ΕΕ συνιστά μια ιστορική καμπή. Δεν αφορά μόνο το εμπόριο, αλλά την ίδια την αντίληψη του ρόλου της Ένωσης στον κόσμο.
Σε αντιδιαστολή με ηγεσίες όπως του Jacques Delors, ή με το εμπνευσμένο όραμα των ιδρυτών της ΕΕ, η σημερινή Επιτροπή, φαίνεται να έχει απωλέσει τόσο το θάρρος της σύγκρουσης όσο και την ικανότητα στρατηγικής σκέψης. Το χάσμα μεταξύ Βρυξελλών και ευρωπαϊκών κοινωνιών βαθαίνει και η θεσμική κόπωση υπονομεύει το ίδιο το ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Η τρέχουσα υποχώρηση δεν αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό. Εντάσσεται σε ένα ευρύτερο μοτίβο στρατηγικών ολισθημάτων — από την αργοπορημένη ενεργειακή απεξάρτηση έως την αδυναμία χάραξης συνεκτικής πολιτικής ασφάλειας — που αποκαλύπτει μια Ένωση εγκλωβισμένη σε αντιφατικές προτεραιότητες και συχνά ανίκανη να επιβάλει την πολιτική της βούληση σε διεθνές επίπεδο.
Και αν η Ιστορία λειτουργεί ως αυστηρός κριτής, δεν θα της προσφέρει επιείκεια, ούτε λήθη. Στην περίπτωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δεν θα υπάρξει ούτε αθώωση ούτε εξιλέωση· μόνον η αδιάλειπτη υπενθύμιση μιας εποχής ηγετικής παραίτησης.
* Ο Κωνσταντίνος Αδαμίδης είναι διεθνολόγος, με ειδίκευση στη στρατηγική ανάλυση, τη διεθνή τάξη και τη γεωπολιτική ασφάλεια. Έχει διατελέσει ερευνητής στο Ινστιτούτο των Ηνωμένων Εθνών για τη Συγκριτική Περιφερειακή Ολοκλήρωση (United Nations University – Institute on Comparative Regional Integration Studies, UNU-CRIS, Belgium), στο Ερευνητικό Κέντρο Βιοπολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου, στο Κέντρο Μελετών Ασφάλειας (ΚΕΜΕΑ), ενώ έχει συνεργαστεί με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (Frontex) καθώς και με κορυφαίο σκανδιναβικό ινστιτούτο εξωτερικής πολιτικής.
Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου MSc in Global Studies and International Relations από το Northeastern University (Boston, MA, USA) και πτυχίου Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Έχει συμμετάσχει σε ευρωπαϊκά και διεθνή ερευνητικά προγράμματα και αρθρογραφεί συστηματικά για ζητήματα διεθνούς πολιτικής, στρατηγικής και θεσμικής αποτροπής.
• Μη δεσμευτικές υποσχέσεις για επενδύσεις $600 δισ. σε αμερικανικές τεχνολογικές υποδομές.
Σε αντάλλαγμα, οι ΗΠΑ απλώς ανέβαλαν την επιβολή των δασμών ύψους 30% και δεσμεύτηκαν, με αόριστους όρους, να «διερευνήσουν» πλαίσια επίλυσης διαφορών συμβατά με τον ΠΟΕ (Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου) — μια δήλωση χωρίς μηχανισμούς επιβολής, χαρακτηριστική της ρητορικής κενού περιεχομένου. Η συμφωνία δεν περιλαμβάνει καμία ρήτρα προστασίας έναντι μελλοντικών μονομερών κινήσεων της Ουάσινγκτον, αφήνοντας την ΕΕ εκτεθειμένη σε νέους κύκλους εκβιαστικών πιέσεων.
4. Στρατηγικές Επιπτώσεις: Κρίση Αυτονομίας
Η ΕΕ, ως η μεγαλύτερη ενιαία αγορά παγκοσμίως, διαθέτει ισχυρούς ρυθμιστικούς, εμπορικούς και τεχνολογικούς μηχανισμούς. Ωστόσο, η von der Leyen απέφυγε να τους αξιοποιήσει. Δεν υπήρξε ούτε απειλή περιορισμού της πρόσβασης των ΗΠΑ σε κρίσιμες ευρωπαϊκές τεχνολογίες ούτε αξιοποίηση ρυθμιστικών ή δασμολογικών αντιμέτρων. Η στάση της παρουσιάστηκε ως «στρατηγική αυτοσυγκράτηση», στην πραγματικότητα όμως επρόκειτο για κατευνασμό που δημιουργεί ένα άκρως επικίνδυνο προηγούμενο.
Η διαφορά με το όραμα των θεμελιωτών του ευρωπαϊκού οικοδομήματος — του Robert Schuman, του Jean Monnet, του Konrad Adenauer, του Paul-Henri Spaak — είναι χαώδης.
Εκείνοι, οραματίστηκαν την ΕΕ ως έναν εν δυνάμει ισχυρό πολιτικό και οικονομικό πόλο, ικανό να επιβάλλει σεβασμό στους διεθνείς συσχετισμούς. Η σημερινή ηγεσία, προβάλλει περισσότερο την εικόνα ενός αναιμικού θεσμού που αναζητά εξωτερική επιβεβαίωση, παρά ενός οργανισμού που υπερασπίζεται σθεναρά τα δικά του συμφέροντα.
5. Πολιτική Εικόνα: Επικοινωνιακός Θρίαμβος για την Ουάσινγκτον
Στις ΗΠΑ, κυρίαρχα ΜΜΕ της δεξιάς, όπως το Fox News και το Breitbart, παρουσίασαν τη συμφωνία ως «ήττα της ευρωπαϊκής αλαζονείας» και νίκη της ατζέντας «America First». Στην Ευρώπη, εφημερίδες όπως η Le Monde, η El País και η Frankfurter Allgemeine Zeitung άσκησαν δριμεία κριτική. Ακόμη και το φιλοευρωπαϊκό Der Spiegel έκανε λόγο για «σφάλμα ιστορικών διαστάσεων».
Η Επιτροπή προσπάθησε να παρουσιάσει τη συμφωνία ως εγγύηση «προβλεψιμότητας εν μέσω αβεβαιότητας». Ωστόσο, τέτοιες διακηρύξεις θυμίζουν περισσότερο προεκλογικές ατάκες παρά συνεκτική στρατηγική ανάλυση. Η εικόνα που απομένει, είναι μιας Ένωσης που εξαρτά την αίσθηση ασφάλειάς της από την καλή διάθεση τρίτων, αντί να την εδραιώνει στην ίδια της την ισχύ.
6. Ανάλυση Δεδομένων: Τι Αποκαλύπτουν οι Αριθμοί
Σύμφωνα με την Eurostat και τον ΠΟΕ:
• Οι πιο πρόσφατες στατιστικές για το Α’ τρίμηνο του 2025 καταγράφουν αύξηση +8,6% στις εξαγωγές — ένδειξη προφανούς προσπάθειας επιτάχυνσης πριν από την ενδεχόμενη επιβολή δασμών. Τον Μάιο, πριν ακόμη ξεκινήσει επίσημα η εμπορική σύγκρουση με τις ΗΠΑ, σημειώθηκε ελαφρά πτώση κατά 0,8% (σε εποχικά διορθωμένα στοιχεία), υποδηλώνοντας ότι η αβεβαιότητα είχε ήδη αρχίσει να επηρεάζει τις εμπορικές ροές.
• Οι νέοι δασμοί ύψους 15% εκτιμάται ότι θα κοστίσουν στην ΕΕ περίπου €30–€50 δισ. ετησίως, δηλαδή το 0,2%–0,3% του ΑΕΠ της, σύμφωνα με εκτιμήσεις ευρωπαϊκών οικονομικών ινστιτούτων όπως το Bruegel και το Kiel Institute for the World Economy.
• Οι ΗΠΑ δεν προσέφεραν καμία δεσμευτική ανταπόδοση.
Διαρροές στο Politico Europe αποκάλυψαν ότι η von der Leyen αγνόησε εισηγήσεις της DG Trade που ζητούσαν σκληρότερη στάση, προτιμώντας ένα «υψηλού προφίλ πολιτικό αποτέλεσμα».
Η υπαγωγή της ουσίας στις επιταγές του θεάματος, αποτελεί ένα μοτίβο που έχει εμφανιστεί και σε άλλες πολιτικές της Επιτροπής — από την Κοινή Αγροτική Πολιτική έως την εφαρμογή της Πράσινης Συμφωνίας.
7. Συμπέρασμα: Το Υψηλό Τίμημα του Κατευνασμού
Ο Jean Monnet , ο θεμελιωτής της ευρωπαϊκής ενοποίησης και στρατηγικός οραματιστής της μεταπολεμικής Ευρώπης, είχε δηλώσει κάποτε: «Η Ευρώπη θα σφυρηλατηθεί μέσα από κρίσεις και θα είναι το άθροισμα των λύσεων που θα υιοθετηθούν για αυτές τις κρίσεις.»
Η ενδοτικότητα της ΕΕ συνιστά μια ιστορική καμπή. Δεν αφορά μόνο το εμπόριο, αλλά την ίδια την αντίληψη του ρόλου της Ένωσης στον κόσμο.
Σε αντιδιαστολή με ηγεσίες όπως του Jacques Delors, ή με το εμπνευσμένο όραμα των ιδρυτών της ΕΕ, η σημερινή Επιτροπή, φαίνεται να έχει απωλέσει τόσο το θάρρος της σύγκρουσης όσο και την ικανότητα στρατηγικής σκέψης. Το χάσμα μεταξύ Βρυξελλών και ευρωπαϊκών κοινωνιών βαθαίνει και η θεσμική κόπωση υπονομεύει το ίδιο το ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Η τρέχουσα υποχώρηση δεν αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό. Εντάσσεται σε ένα ευρύτερο μοτίβο στρατηγικών ολισθημάτων — από την αργοπορημένη ενεργειακή απεξάρτηση έως την αδυναμία χάραξης συνεκτικής πολιτικής ασφάλειας — που αποκαλύπτει μια Ένωση εγκλωβισμένη σε αντιφατικές προτεραιότητες και συχνά ανίκανη να επιβάλει την πολιτική της βούληση σε διεθνές επίπεδο.
Και αν η Ιστορία λειτουργεί ως αυστηρός κριτής, δεν θα της προσφέρει επιείκεια, ούτε λήθη. Στην περίπτωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δεν θα υπάρξει ούτε αθώωση ούτε εξιλέωση· μόνον η αδιάλειπτη υπενθύμιση μιας εποχής ηγετικής παραίτησης.
* Ο Κωνσταντίνος Αδαμίδης είναι διεθνολόγος, με ειδίκευση στη στρατηγική ανάλυση, τη διεθνή τάξη και τη γεωπολιτική ασφάλεια. Έχει διατελέσει ερευνητής στο Ινστιτούτο των Ηνωμένων Εθνών για τη Συγκριτική Περιφερειακή Ολοκλήρωση (United Nations University – Institute on Comparative Regional Integration Studies, UNU-CRIS, Belgium), στο Ερευνητικό Κέντρο Βιοπολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου, στο Κέντρο Μελετών Ασφάλειας (ΚΕΜΕΑ), ενώ έχει συνεργαστεί με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (Frontex) καθώς και με κορυφαίο σκανδιναβικό ινστιτούτο εξωτερικής πολιτικής.
Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου MSc in Global Studies and International Relations από το Northeastern University (Boston, MA, USA) και πτυχίου Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Έχει συμμετάσχει σε ευρωπαϊκά και διεθνή ερευνητικά προγράμματα και αρθρογραφεί συστηματικά για ζητήματα διεθνούς πολιτικής, στρατηγικής και θεσμικής αποτροπής.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα