Επενδύσεις, επενδύσεις. Αλλά τι είδους επενδύσεις, θέλουμε;
makantasi

Φαίη Μακαντάση

Επενδύσεις, επενδύσεις. Αλλά τι είδους επενδύσεις, θέλουμε;

Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σήμερα σε ένα σημείο καμπής

Σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, το 2022 φαίνεται ότι ήταν το πρώτο έτος μετά το 2009 κατά το οποίο οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου ξεπέρασαν οριακά τις αποσβέσεις του, δηλαδή τη συνήθη ετήσια απομείωση της αξίας που έχει ο εγκατεστημένος εξοπλισμός στον χρόνο. Είχε προηγηθεί μια μακρά περίοδος βαθιάς αποεπένδυσης, στην οποία το συνολικό εγκατεστημένο πάγιο κεφάλαιο είχε σωρευτικές απώλειες αξίας περί τα €94 δισεκ. Μπορεί τα τελευταία χρόνια να είχαμε έναν θετικό, έστω και αναιμικό, μέσο ρυθμό μεγέθυνσης, όμως έως και το 2021, εξαιτίας του συνεχώς μειούμενου αποθέματος φυσικού κεφαλαίου, οι παραγωγικές μας δυνατότητες μειώνονταν, όπως συνέβαινε και με την παραγωγικότητα της εργασίας –που προσδιορίζει και το επίπεδο του πραγματικού μισθού ισορροπίας στην οικονομία.

Το 2022, όμως μας κάνει να είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι. Μαζί με τους ιστορικών διαστάσεων εισρέοντες ευρωπαϊκούς πόρους (από το γιγάντιο NextGenerationEU, το νέο ΕΣΠΑ και την ΚΑΠ) και τους αντίστοιχους εγχώριους κινητοποιούμενους πόρους (οι κινητοποιούμενοι από το ΤΑΑ ιδιωτικοί πόροι και η εθνική συμμετοχή του ΕΣΠΑ)-συνολικά περί τα €130 δισεκ.-πρόκειται να ωθήσουν τον ελληνικό επενδυτικό ρυθμό σε ακόμα υψηλότερα επίπεδα. Ένας ρυθμός που, ωστόσο, μπορεί να ανακοπεί εξαιτίας της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών. Με άλλα λόγια, η μεγάλη αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ αποτελεί σημαντική επιβάρυνση του κόστους των ιδιωτικών επενδύσεων. Βέβαια υψηλά επίπεδα επενδυτικών δαπανών είχαμε και τη δεκαετία του 2000, στο πέρας της οποίας καταλήξαμε σε μια από τις πιο βαθιές και διαρκείς οικονομικές κρίσεις ανεπτυγμένης οικονομίας στη σύγχρονη ιστορία.

Οι επενδύσεις, λοιπόν, είναι μια απολύτως αναγκαία συνθήκη για την επίτευξη υψηλών και διατηρήσιμων ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης, με ταυτόχρονη αύξηση των πραγματικών μισθών ισορροπίας και βελτίωση της κοινωνικής ευημερίας. Είναι όμως και ικανή; Εάν εξετάσει κανείς τη σύσταση του επενδυτικού μείγματος της ελληνικής οικονομίας πριν από την κρίση θα αντιληφθεί πως δεν είναι. Ενδεικτικά, το 2007, έτος ρεκόρ για τις ελληνικές επενδύσεις, το 61,4% των επενδυτικών δαπανών κατευθύνονταν στον κατασκευαστικό τομέα, με μια αναλογία 5/7 προς τον οικιακό τομέα έναντι 2/7 για άλλες κατασκευές. Αντίθετα, οι καθαρά παραγωγικές επενδύσεις, όπως οι επενδύσεις σε εξοπλισμό (ΤΠΕ, μηχανήματα, μεταφορικό εξοπλισμό κλπ.) και σε προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας, αποτελούσαν τη μειονότητα με μερίδιο μόλις 38,4%. Καθότι αυτό το επενδυτικό μοντέλο έχει χρεοκοπήσει θα πρέπει να υπάρξει ιδιαίτερη και διαρκής μέριμνα, ώστε οι στρεβλώσεις της αγοράς που το προξένησαν να αρθούν.

Πέραν, λοιπόν, από την ποσοτική διάσταση των επενδύσεων, ένα επιπλέον ζητούμενο αποτελεί και η ποιοτική τους διάρθρωση. Το σύνολο των ευρωπαϊκών και εγχώριων κινητοποιούμενων πόρων, που θα κατευθυνθούν στην ελληνική οικονομία τα επόμενα έτη, έχει μέγεθος ικανό να δημιουργήσει κάποιες «κρίσιμες μάζες», αν κατανεμηθεί με μεγαλύτερη εστίαση σε επιλεγμένους τομείς. Αυτό θα βοηθήσει να δοθεί μια στρατηγική στόχευση στην ελληνική οικονομία που θα την ωθήσει σε ένα νέο, πιο βιώσιμο και ανταγωνιστικό αναπτυξιακό και παραγωγικό μοντέλο. Πρώτο και κύριο χαρακτηριστικό που θα πρέπει να έχει το νέο επενδυτικό μείγμα είναι, ασφαλώς, η έμφαση στις παραγωγικές επενδύσεις. Επενδύσεις, δηλαδή, που θα έχουν απτό αποτέλεσμα στην παραγωγική μας ικανότητα, μέσω σχηματισμού κεφαλαίου, φυσικού ή ανθρώπινου.

Ένα ακόμα σημείο εστίασης, θα πρέπει να είναι οι κλάδοι εντάσεως εργασίας. Πέραν της τεράστιας αποεπένδυσης που είχε η χώρα μας καθ’ όλη τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, η ελληνική οικονομία είχε μια σημαντική απώλεια στην χρήση ενός άλλου πόρου. Η εργασία, μειώθηκε σημαντικά, με αποτέλεσμα μεγάλο μέρος της να έχει καταστεί ανενεργό –ανεργία. Ο συνδυασμός αυτών των δύο παραγόντων έχει καταστήσει πολύ υψηλότερη τη σχετική σημασία των κλάδων που στηρίζονται συγκριτικά περισσότερο στην εργασία, για λόγους που έχουν να κάνουν αφενός με τη μετατόπιση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της ελληνικής οικονομίας και αφετέρου με την ανάγκη ταχύτερης επαναδραστηριοποίησης των ανέργων.

Κάθε μονάδα επένδυσης που κατευθύνεται στους κλάδους εντάσεως εργασίας δημιουργεί περισσότερες νέες θέσεις εργασίας, συγκριτικά με το να κατευθύνονταν σε κλάδους εντάσεως κεφαλαίου. Για να το θέσω πιο απλά, ας σκεφτούμε τις δύο πρόσφατες και αρκετά προβεβλημένες επενδύσεις στην Ελλάδα. Αμφότερες οι επενδύσεις της Pfizer (κέντρο έρευνας στη Θεσσαλονίκη) και της Microsoft (τρία data centers σε Σπάτα και Κορωπί) θα δημιουργήσουν σημαντικό νέο φυσικό κεφάλαιο στη χώρα μας –και άρα είναι πολύ καλοδεχούμενες–, αλλά η ελληνική οικονομία χρειάζεται συγκριτικά περισσότερο επενδύσεις σαν την πρώτη.

Κλείσιμο
Μπορούν, φυσικά, να τεθούν και άλλοι τομείς που χρήζουν προτεραιότητας στο επενδυτικό μείγμα της ελληνικής οικονομίας, όπως είναι οι τομείς υψηλής τεχνολογίας, οι εξαγωγικοί τομείς και, γενικότερα, οι διασυνδέσεις με διεθνείς αλυσίδες αξίας κ.ά. Το σίγουρο είναι ότι η σημασία που θα έχουν οι επενδύσεις, στο ποια θα είναι η πορεία της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια είναι εξαιρετικά σημαντική και ο όγκος των επενδύσεων δεν πρέπει να είναι το μοναδικό ζητούμενο. Τα πεδία της στρατηγικής στόχευσης για το νέο αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας μας θα πρέπει να αποτελέσουν το κυριότερο αντικείμενο σε έναν ουσιαστικό και πρακτικό δημόσιο διάλογο, ιδιαίτερα στην προσεχή προεκλογική περίοδο.



Η Φαίη Μακαντάση είναι Διευθύντρια Ερευνών στον ερευνητικό οργανισμό διαΝΕΟσις. Έχει διδάξει για πολλά χρόνια Μικροοικονομική Θεωρία και Θεωρία Παιγνίων στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΟΠΑ) και Αρχές Οικονομικής Θεωρίας στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο (ΕΑΠ). Η Διδακτορική της Διατριβή (Ph.D.) ολοκληρώθηκε στο ΟΠΑ με τίτλο “Trade Policy under Imperfect Competition”. Υπήρξε Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια (Post-Doctoral fellow) σε θέματα μεταρρύθμισης του δημοσίου τομέα στην Ελλάδα, των εξαγωγικών επιδόσεων της χώρας και της μέτρησης του ανθρώπινου κεφαλαίου της. Καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών της έλαβε βραβεία/υποτροφίες από το ΙΚΥ, την Τράπεζα Κύπρου, το Ίδρυμα Γεωργίου και Βικτωρίας Καρέλια, το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και το ευρωπαϊκό πρόγραμμα «ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ ΙΙ». Πρόσφατα έλαβε ένα ερευνητικό βραβείο από το Hellenic Observatory του London School of Economics σε θέματα ευφυούς μοντελοποίησης της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης στην Ελλάδα. Έχει ανακοινώσεις σε διεθνή συνέδρια, δημοσιεύσεις σε διεθνή περιοδικά και έχει συγγράψει και επιμεληθεί επιστημονικά κοινωνικο-οικονομικές μελέτες που αφορούν στην Ελλάδα, την έξοδο της από την κρίση και τον εκσυγχρονισμό της.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ