Και μια ματιά πίσω δεν βλάπτει
Ο Προϋπολογισμός του 2026 που κατατέθηκε στη Βουλή προβλέπει παρεμβάσεις υπέρ της κοινωνίας σχεδόν 6 δισ. ευρώ, στα οποία περιλαμβάνεται και το πακέτο 1,76 δισ. της ΔΕΘ με μειώσεις φόρων, αυξήσεις μισθών και συντάξεων
Οι παρεμβάσεις αυτές αγγίζουν και αφορούν σχεδόν όλους τους Ελληνες είτε λίγο είτε περισσότερο. Στο πλαίσιο βέβαια πάντα των αντοχών της οικονομίας και των δημοσιονομικών περιθωρίων. Αν όμως ρωτηθούν οι πολίτες, από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο, δεν πρόκειται να ακουστεί ούτε μία θετική γνώμη και οι περισσότεροι θα μιλούν για ψίχουλα που σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αλλάξουν επί τα βελτίω τις ζωές τους.
Ακόμα και διπλάσιες όμως να ήταν οι παροχές, και πάλι κανένας δεν θα ήταν ευχαριστημένος γιατί απλά όλοι θα θέλαμε περισσότερα και, ει δυνατόν, να μην είχαμε και καμία φορολογική υποχρέωση. Είναι, βλέπετε, στη φύση των ανθρώπων και δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Παντού τα ίδια.
Κατά τη γνώμη μου, όμως, όλοι μας, προτού κρίνουμε αρνητικά τις όποιες παροχές δίνει η οιαδήποτε κυβέρνηση, θα έπρεπε πρώτα να κάνουμε κάποιες συγκρίσεις.
Να σκεφτούμε, για παράδειγμα, πώς ζούσαμε πριν από μερικά χρόνια και να τα συγκρίνουμε με το σήμερα. Αν το κάνουμε και δεν βλέπουμε καμιά διαφορά ή θεωρούμε πως ζούμε χειρότερα και φτωχότερα σήμερα, ε, τότε θα έχουμε κάθε λόγο να μηδενίζουμε και τις τωρινές παροχές και να μιλούμε για ένα κουλούρι, μισό καφέ κ.λπ.
Το δεύτερο που πρέπει να σκεφτούμε, πέραν του σήμερα, είναι το αύριο. Αν μας ενδιαφέρει δηλαδή να κρατήσουμε όσα πήραμε και να προσδοκούμε κι άλλα, με μια καλή πορεία της οικονομίας που θα δημιουργεί προοπτικές για συνέχιση της ανάπτυξης, των επενδύσεων και των θέσεων εργασίας.
Αν είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας και δεν φοράμε παρωπίδες, ίσως τότε να είμαστε πιο επιεικείς με τη συνολική προσπάθεια που γίνεται για την ανάταξη της χώρας.
Επειδή όμως υπάρχουν ανάμεσά μας ακόμα συμπολίτες που πιστεύουν στα λεφτόδεντρα, στα νέα Ελ Ντοράντο και σε μισθούς Λουξεμβούργου από τη μια στιγμή στην άλλη, νομίζω πως πρέπει να βάλουν στη σκέψη τους και την απλή λογική των αριθμών.
Ναι, υπάρχουν λαϊκιστές πολιτικοί και συνδικαλιστές που τάζουν τον ουρανό με τ’ άστρα και πως θα κάνουν τη χώρα γη της επαγγελίας με ένα νόμο κι ένα άρθρο.
Πάντα υπήρχαν τέτοιοι που έκαναν επάγγελμα το χάιδεμα αφτιών και έχτισαν καριέρες. Ποιος δεν θυμάται το «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα», τις προεκλογικές παροχές προς άγραν ψήφων απ’ όλες τις κυβερνήσεις που τελικά μας οδήγησαν λίγα χρόνια μετά στη χρεοκοπία και μας τα πήραν όλα πίσω και με τόκο.
Ποιος δεν θυμάται τα Ζάππεια, τα προγράμματα Θεσσαλονίκης, τα «go back, Μέρκελ», το σκίσιμο των μνημονίων. Αυτό που δεν ξέρω είναι πόσο καλή μνήμη έχουμε για το τίμημα που πληρώσαμε για εκείνες τις επιλογές μας που ακούγονταν ευχάριστα στα αφτιά.
Ουδείς φυσικά μπορεί να ισχυριστεί πως σήμερα ζούμε σε κάποιον παράδεισο χωρίς προβλήματα. Υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που τα φέρνει δύσκολα πέρα. Σχεδόν το 20% του πληθυσμού εμφανίζει έσοδα κάτω από τα όρια της φτώχειας και αντίστοιχα άλλο τόσο λίγο πάνω από αυτό. Ωστόσο, αν κοιτάξουμε πίσω, ακόμα και σε εκείνες τις εποχές των παχιών αγελάδων που γεννούσαν και τα κοκόρια μας, δηλαδή πριν από τα μνημόνια, αυτό το ποσοστό των κάτω από τα όρια της φτώχειας ήταν το ίδιο: 20%-25% ήταν στην περίοδο Σημίτη με τη μεγάλη ανάπτυξη, τα μεγάλα έργα υποδομών, τους Ολυμπιακούς, την ένταξη στο ευρώ και τους ανοιχτούς ορίζοντες. Και τότε κάθε χρόνο βλέπαμε τα τρακτέρ στους δρόμους και διαδηλωτές να διεκδικούν καλύτερους μισθούς και επιδόματα.
Ακόμα όμως και στις πιο ισχυρές οικονομικά χώρες του πλανήτη υπάρχουν αυτά τα ποσοστά των ευάλωτων που διαβιούν χωρίς τα στοιχειώδη γιατί δεν έχει ακόμα βρεθεί ο τρόπος να είναι εξασφαλισμένοι εφ’ όρου ζωής οι άνθρωποι από τη γέννησή τους.
Ακόμα και διπλάσιες όμως να ήταν οι παροχές, και πάλι κανένας δεν θα ήταν ευχαριστημένος γιατί απλά όλοι θα θέλαμε περισσότερα και, ει δυνατόν, να μην είχαμε και καμία φορολογική υποχρέωση. Είναι, βλέπετε, στη φύση των ανθρώπων και δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Παντού τα ίδια.
Κατά τη γνώμη μου, όμως, όλοι μας, προτού κρίνουμε αρνητικά τις όποιες παροχές δίνει η οιαδήποτε κυβέρνηση, θα έπρεπε πρώτα να κάνουμε κάποιες συγκρίσεις.
Να σκεφτούμε, για παράδειγμα, πώς ζούσαμε πριν από μερικά χρόνια και να τα συγκρίνουμε με το σήμερα. Αν το κάνουμε και δεν βλέπουμε καμιά διαφορά ή θεωρούμε πως ζούμε χειρότερα και φτωχότερα σήμερα, ε, τότε θα έχουμε κάθε λόγο να μηδενίζουμε και τις τωρινές παροχές και να μιλούμε για ένα κουλούρι, μισό καφέ κ.λπ.
Το δεύτερο που πρέπει να σκεφτούμε, πέραν του σήμερα, είναι το αύριο. Αν μας ενδιαφέρει δηλαδή να κρατήσουμε όσα πήραμε και να προσδοκούμε κι άλλα, με μια καλή πορεία της οικονομίας που θα δημιουργεί προοπτικές για συνέχιση της ανάπτυξης, των επενδύσεων και των θέσεων εργασίας.
Αν είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας και δεν φοράμε παρωπίδες, ίσως τότε να είμαστε πιο επιεικείς με τη συνολική προσπάθεια που γίνεται για την ανάταξη της χώρας.
Επειδή όμως υπάρχουν ανάμεσά μας ακόμα συμπολίτες που πιστεύουν στα λεφτόδεντρα, στα νέα Ελ Ντοράντο και σε μισθούς Λουξεμβούργου από τη μια στιγμή στην άλλη, νομίζω πως πρέπει να βάλουν στη σκέψη τους και την απλή λογική των αριθμών.
Ναι, υπάρχουν λαϊκιστές πολιτικοί και συνδικαλιστές που τάζουν τον ουρανό με τ’ άστρα και πως θα κάνουν τη χώρα γη της επαγγελίας με ένα νόμο κι ένα άρθρο.
Πάντα υπήρχαν τέτοιοι που έκαναν επάγγελμα το χάιδεμα αφτιών και έχτισαν καριέρες. Ποιος δεν θυμάται το «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα», τις προεκλογικές παροχές προς άγραν ψήφων απ’ όλες τις κυβερνήσεις που τελικά μας οδήγησαν λίγα χρόνια μετά στη χρεοκοπία και μας τα πήραν όλα πίσω και με τόκο.
Ποιος δεν θυμάται τα Ζάππεια, τα προγράμματα Θεσσαλονίκης, τα «go back, Μέρκελ», το σκίσιμο των μνημονίων. Αυτό που δεν ξέρω είναι πόσο καλή μνήμη έχουμε για το τίμημα που πληρώσαμε για εκείνες τις επιλογές μας που ακούγονταν ευχάριστα στα αφτιά.
Ουδείς φυσικά μπορεί να ισχυριστεί πως σήμερα ζούμε σε κάποιον παράδεισο χωρίς προβλήματα. Υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που τα φέρνει δύσκολα πέρα. Σχεδόν το 20% του πληθυσμού εμφανίζει έσοδα κάτω από τα όρια της φτώχειας και αντίστοιχα άλλο τόσο λίγο πάνω από αυτό. Ωστόσο, αν κοιτάξουμε πίσω, ακόμα και σε εκείνες τις εποχές των παχιών αγελάδων που γεννούσαν και τα κοκόρια μας, δηλαδή πριν από τα μνημόνια, αυτό το ποσοστό των κάτω από τα όρια της φτώχειας ήταν το ίδιο: 20%-25% ήταν στην περίοδο Σημίτη με τη μεγάλη ανάπτυξη, τα μεγάλα έργα υποδομών, τους Ολυμπιακούς, την ένταξη στο ευρώ και τους ανοιχτούς ορίζοντες. Και τότε κάθε χρόνο βλέπαμε τα τρακτέρ στους δρόμους και διαδηλωτές να διεκδικούν καλύτερους μισθούς και επιδόματα.
Ακόμα όμως και στις πιο ισχυρές οικονομικά χώρες του πλανήτη υπάρχουν αυτά τα ποσοστά των ευάλωτων που διαβιούν χωρίς τα στοιχειώδη γιατί δεν έχει ακόμα βρεθεί ο τρόπος να είναι εξασφαλισμένοι εφ’ όρου ζωής οι άνθρωποι από τη γέννησή τους.
Το θέμα, λοιπόν, είναι να επιλέγουμε εκείνους που ορθολογικά μπορούν να μας εξασφαλίσουν πως δεν θα γυρίσουμε ποτέ ξανά στα πέτρινα χρόνια της χρεοκοπίας και δημιουργούν τις συνθήκες για βελτίωση του βιοτικού επιπέδου σε ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας και όχι μόνο στις ελίτ και τους προνομιούχους εκ θέσεως.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα