Πιο ψηλά από το μπάσκετ μόνο οι γυναίκες της ζωής του

Πιο ψηλά από το μπάσκετ μόνο οι γυναίκες της ζωής του

Εγινε ο πρώτος Ελληνας προπονητής που κατακτά το τρόπαιο στην Ευρωλίγκα. - Μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα στο καθημερινό σάουντρακ της προπόνησης και την οικογένειά του: τη σύζυγό του Αθηνά και την κόρη του Ανδριάννα

Πιο ψηλά από το μπάσκετ μόνο οι γυναίκες της ζωής του
Ηταν η στιγμή του. Αυτή η μικρή αστραφτερή στιγμή της πραγμάτωσης των ονείρων, της επιβράβευσης των κόπων, της επαλήθευσης των προσδοκιών. Και τη βίωνε με τον δικό του τρόπο. Τον σεμνό τρόπο που χαρακτηρίζει εκείνους που ξεκίνησαν από πολύ χαμηλά για να φτάσουν πολύ ψηλά, χωρίς να αφήσουν τις υγιείς φιλοδοξίες να υπονομεύσουν την έμφυτη  μετριοφροσύνη τους.


Χωρίς πομπώδεις εκφράσεις και πόζα, δίχως υστερικές  θριαμβολογίες και αλαλάζοντες πανηγυρισμούς. Με πρόσωπο ήπιο όπου ζωγραφιζόταν ένα αχνό μειδίαμα και βλέμμα που αποτύπωνε τη χαρά, βίωνε την ευκαιρία να παρατηρήσει εκ του σύνεγγυς τα ήθη της αίγλης ενός πρωταθλητή και τη δόξα των αναμενόμενων επευφημιών. Ως εκεί.  «Ηταν η τύχη του ατζαμή», είπε. «Βρέθηκα την κατάλληλη στιγμή στην κατάλληλη ομάδα και δεν χρειάστηκε να κάνω πολλά», συμπλήρωσε. Και παραμέρισε. Για να πανηγυρίσουν οι παίκτες του και να γλεντήσουν οι φίλαθλοι. Στάθηκε στην άκρη για να μιλήσουν «οι πιο σημαντικοί απ’ όλους μας», οι αδελφοί Αγγελόπουλοι. Εμεινε στη σκιά των προβολέων μέχρι να καταλαγιάσει η δοκιμασία του τελικού, ο πόθος της διάκρισης, η έκσταση της επιτυχίας, ο άθλος της κατάκτησης του κυπέλλου. Αποτραβήχτηκε για τον προσωπικό του εορτασμό κρατώντας στην αγκαλιά του τη μικρή κορούλα του. Κι ας είχε μόλις πριν από λίγο βάλει με «κατοστάρα» τη πολυδιαφημισμένη Ρεάλ στα καλάθια. Κι ας είχε σκουπίσει χαλαρά πριν από δύο μέρες την περιβόητη ΤΣΣΚΑ. Τι κι αν διέλυσε την πρώτη με την επίθεσή του και κατατρόπωσε τη δεύτερη με την άμυνά του; Τι κι αν αμφότερες οι τακτικές του ήταν για σεμινάριο; Αυτός αλλού. Από εκείνη κιόλας τη στιγμή το μυαλό του χαμηλού προφίλ, εγκάρδιου, ψαγμένου, υπομονετικού και δουλευταρά Γιώργου Μπαρτζώκα έτρεχε μακριά από την «Ο2 Αρένα» του Λονδίνου. Είχε ήδη φτάσει να σκέφτεται τα ματς για τα ελληνικά πλέι οφ. Κι ας είχε μόλις καταφέρει με τον Θρύλο ένα θρυλικό κατόρθωμα: να αναδειχθεί στον πρώτο Ελληνα προπονητή που σήκωσε το κύπελλο στην Ευρωλίγκα.      
  
«Γαύρος» από τα νιάτα του

Επαγγελματίας. Αυτή είναι η λέξη που του ταιριάζει, λένε όσοι ξέρουν καλά τον 48χρονο κόουτς του Ολυμπιακού. Πασίγνωστος «γαύρος» από τα νιάτα του ο Γιώργος (το 2010 ήταν στο Παρίσι στον τελικό του Παλέ ντε Μπερσί με τον Ολυμπιακό, αντίπαλο της Μπαρτσελόνα, και το 2012 σχολιαστής του τελικού στη NOVA όταν ο Ολυμπιακός σήκωσε τη δεύτερη κούπα στην Πόλη). Μέχρι να φτάσει ο ίδιος να σηκώσει το ευρωπαϊκό με την αγαπημένη του ομάδα τράβηξε ατέλειωτο κουπί. Μάζεψε όμως και πολύτιμες εμπειρίες στους πάγκους επί 25 ολόκληρα χρόνια. Πέρασε απ’ όλες τις βαθμίδες του ελληνικού μπάσκετ. Από τις ομάδες της Πεύκης, της Κηφισιάς, του Ηράκλειου, των  Βριλησσίων μέχρι όλες τις θέσεις στο προπονητικό επιτελείο του Αμαρουσίου. Προπόνησε μίνι, γυναικείο, παιδικό, εφηβικό μπάσκετ, σε ανοιχτά γήπεδα της γειτονιάς και σε κλειστά γυμναστήρια. Δεκάδες ομάδες μπορούν σήμερα να περηφανεύονται που τον είχαν προπονητή στα πρώτα του βήματα κατά μήκος του πάγκου. Διατέλεσε τέταρτος, τρίτος, δεύτερος, πρώτος βοηθός και κατόπιν head coach στην Α1 με το Μαρούσι, το οποίο οδήγησε στη Ευρωλίγκα, στην Ολύμπια Λάρισας και στον ιστορικό Πανιώνιο, με τον οποίο αναδείχθηκε  κορυφαίος προπονητής του πρωταθλήματος 2009-2010, πάνω από τον Ομπράντοβιτς. Με δυο λόγια, είχε φάει με το φτυάρι πάγκους, τσιμέντα ή παρκέ και αποδυτήρια πριν εισηγηθεί ένας δάσκαλος του μπάσκετ όπως ο Ντούντα να τον διαδεχτεί αυτός στον πάγκο των περσινών πρωταθλητών Ελλάδας και Ευρώπης. Πιθανότατα ο Σέρβος γερόλυκος είχε διακρίνει την ποιοτική προπονητική πάστα του Μπαρτζώκα προκειμένου να του παραδώσει μια βαριά κληρονομιά. Και δικαιώθηκε επιλέγοντας έναν άνθρωπο που με υπομονή και φροντίδα ξεκαθαρίζει την ήρα από το στάρι και μεταμορφώνει την αταξία σε άμεμπτη ομαδικότητα.

Ενα ταξίδι χιλίων χιλιομέτρων αρχίζει με ένα βήμα μπροστά, λέει ο Κινέζος φιλόσοφος Λάο Τσε. Στη διαδρομή του Γιώργου Μπαρτζώκα αρκούσε ένα πλάγιο: από το ποδόσφαιρο στο μπάσκετ. Από παιδάκι στις μπόλικες αλάνες της εποχής στην ευρύτερη γειτονιά του Αμαρουσιού, της Πεύκης, της Λυκόβρυσης, ο ψιλόλιγνος Μαρουσιώτης πιτσιρικάς διακρινόταν με την μπάλα του ποδοσφαίρου. Ενα απόγευμα κλοτσώντας το τόπι σ’ ένα οικόπεδο της οδού Αυτοκράτορος Ηρακλείου διέκρινε τα αθλητικά του προσόντα ο τότε έφορος των τμημάτων υποδομής του Γ.Σ. Αμαρουσίου, Ανδρέας Μαρτάκης. Ο έμπειρος παράγοντας αναγνώρισε στον 12χρονο μικρό ότι  είχε όλα τα φόντα για να πρωταγωνιστήσει σε άλλο άθλημα. Τον κάλεσε να ασχοληθεί με την πορτοκαλί μπάλα και στην πρώτη επαφή μαζί της ο έρωτας του πιτσιρικά γι’ αυτήν ήταν κεραυνοβόλος. 

Μια παρέα με πολύ ταλέντο

Στα τέλη των 70s η ομάδα του Αμαρουσίου στο κλειστό  «Σπύρος Λούης», δίπλα στον σταθμό του ηλεκτρικού, έγραφε τη δική της ηρωική ιστορία στο ελληνικό μπάσκετ. Εκθαμβοι οι πιτσιρικάδες της περιοχής τραγουδούσαν στις κερκίδες «Κίτρινη θύελλα τραλαλά λα λα, ΓΣΑ, ΓΣΑ, ΓΣΑ!» υμνώντας τα κατορθώματα κάτω από τα καλάθια του Αραποστάθη, του Νυδριώτη, του Μυτιληναίου, του Φωσσέ και του μακαρίτη πλέον, εμβληματικού πλέι μέικερ, Νίκου Δαρίβα. Από τα μίνι στους εφήβους υπό τον προπονητή Σισμάνη, μια παρέα ταλαντούχων μαθητών του 1ου Γυμνασίου Αμαρουσίου θα αναδεικνυόταν τότε ως η χρυσή γενιά πιτσιρικάδων που μεσουράνησε τη δεκαετία του ’80. Ανάμεσά τους ο Κώστας Κολοβέρος, ο Κώστας  Πεππές και ο Γιώργος Μπαρτζώκας, τα νέα παιδιά που προωθήθηκαν στην πρώτη ομάδα κατά την ανανέωση που συνόδεψε την πτώση της ομάδας από την Α’ Εθνική. 
Ψυχή της ομάδας τα προικισμένα αθλητικά παιδιά της γειτονιάς, που σε άμεση επαφή με την τοπική κοινωνία του προαστίου ξαναέφεραν τον κόσμο κοντά στο άθλημα και τη δημοτική αρχή στη διοίκηση. Αλλες εποχές, συγκριτικά πιο αθώες και νοσταλγικά ερασιτεχνικές, προτού ο αστέρας Γκάλης δρομολογήσει στην επαγγελματική τροχιά του τους πλανήτες του ελληνικού μπάσκετ. Από αμοιβές, τότε, στους αθλητές του Αμαρουσίου μόνο τα οδοιπορικά, δηλαδή «ξεροκόμματα», άντε και καμιά φόρμα και ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια για τους παίκτες, προσφορά από το μαγαζί του Δαρίβα, και τίποτα παραπάνω από μια πορτοκαλάδα μετά την προπόνηση.  
Περίσσευαν όμως το πάθος, η αγωνιστικότητα και το ταλέντο των παικτών, είτε αυτοί έπαιζαν στην Α2, είτε στη Β’ Εθνική. Ελειπε ωστόσο η πλήρης επιστημονική υποστήριξη, για να προφυλάξουν το ψιλόλιγνο σώμα του Μπαρτζώκα από δύο ρήξεις προσθίου χιαστού που τον ανάγκασαν μόλις στα 22 του, τη χρονιά που η Ελλάδα σήκωνε το ευρωπαϊκό, να εγκαταλείψει αγωνιστικά τα παρκέ. Τα πληγωμένα του γόνατα, όμως, δεν τον γονάτισαν. Συνέχισε να υπηρετεί το αγαπημένο του άθλημα από άλλο πόστο. Και εδώ που τα λέμε, ευτυχώς για το ελληνικό μπάσκετ που βρήκε από νωρίς καταφύγιο και ορμητήριο στην προπονητική. Μετά το αγροτικό του, όταν ανέλαβε το 2003 βοηθός του Παναγιώτη Γιαννάκη στο Μαρούσι και μαζί έφτιαξαν εκείνη την εκπληκτική ομάδα με τον Σπανούλη αρχηγό, προδιαγραφόταν η ανοδική του πορεία. Το πτυχίο του από το Πολιτικό της Νομικής δεν το κάρφωσε καν στον τοίχο. Γνώριζε προκαταβολικά ότι δεν θα το αξιοποιήσει επαγγελματικά. Η ζωή του ήταν το μπάσκετ. Και εκεί την αφιέρωσε.   

Συμπρωταγωνιστής στην ομαδική προσπάθεια του Γ.Σ. Αμαρουσίου εκείνη την εποχή, στα μέσα των 80s, ο δίμετρος σέντερ, κορυφαίος σκόρερ και αρχηγός της ομάδας Γιώργος Μπαρτζώκας διακρινόταν από τότε για το ήθος, την εντιμότητα και τον πολιτισμό του. Στοιχεία που σου καλλιεργούνται πρώτα στο σπίτι και μετά ξεδιπλώνονται στα γήπεδα και στην κοινωνία. Και όσοι γνωρίζουν την οικογένειά του, που ζει στο Μαρούσι, δεν έχουν την παραμικρή αμφιβολία από πού ο νεαρός άντλησε ορισμένες από τις αξίες που τον συνοδεύουν στη ζωή του. 

Οι οικογενειακές καταβολές

Ο πατέρας του Ανδρέας με καταγωγή από το Κεντρικό Αρτας, απόφοιτος της ΑΣΟΕΕ, υπήρξε σημαντική πολιτική προσωπικότητα της Αριστεράς με εκτοπίσεις, φυλακές και θρυλικές αποδράσεις σε σκοτεινές για τον τόπο εποχές.  Στέλεχος της προδικτατορικής Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς και προσωπικός φίλος του ηγέτη της Ηλία Ηλιού, εξορίστηκε την περίοδο της χούντας, αλλά ποτέ του δεν μετέδωσε στον γιο και στην κόρη του φοβικά σύνδρομα των δικών του πολιτικών κατατρεγμών. Αντίθετα, φρόντισε με τρυφερότητα να τους εμφυσήσει την αρμονία της διαλλακτικότητας και την ενέργεια της μαχητικότητας υπέρ των ιδεών. Ανεξάρτητα, όμως, από επιρροές, άνθρωποι που έχουν συναναστραφεί τον κόουτς του Ολυμπιακού τονίζουν σε κάθε ευκαιρία την παρατηρητικότητα και τη μεταδοτικότητά του, τη διανοητική αναλυτικότητά του, που τον καθιστά, εκτός από το μπάσκετ, και μετρ της στρατηγικής του ποδοσφαίρου. Κυρίως, όμως, εκθειάζουν την επίμονη σταθερότητα που τον διακρίνει και την οποία εκδηλώνει ως στάση ζωής. Δεν είναι τυχαίο, λένε, που η φανέλα του Αμαρουσίου ήταν η μοναδική που φόρεσε ως αθλητής, παρότι μια μεταγραφή του στην ΑΕΚ χάλασε στις μικρολεπτομέρειες και μια άλλη στον Πρωτέα τσάκισε λόγω τραυματισμού. Είναι άνθρωπος που δένεται με πρόσωπα και καταστάσεις, χωρίς να τρώει κολλήματα. Τι άλλο από σταθερότητα και ανταπόδοση εμπιστοσύνης είναι, άραγε, ότι από το ’98 έως το 2006  εργάστηκε ως υπεύθυνος του κλειστού γυμναστηρίου του Αγίου Θωμά Αμαρουσίου, όπου πρώτος έφτανε, τελευταίος έφευγε, εξ ου και καλλιεργήθηκε ο μύθος ότι ήταν «φύλακας» στο γήπεδο; Τι πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα εντιμότητας και προφύλαξης των συναισθηματικών του δεσμεύσεων είναι ότι αποσόβησε ως προπονητής τη διάλυση της Ολύμπιας Λάρισας, όταν όλη τη σεζόν (2008-2009) οι παίκτες ήταν απλήρωτοι; Επέμεινε τότε να δώσει μάχη στα δύσκολα, γιατί συν τοις άλλοις θεώρησε ότι είχε μεγάλη υποχρέωση στον παιδικό φίλο και κουμπάρο του Γιώργο Μαλάκο, πρόεδρο της Ολύμπιας Λάρισας τότε, ο οποίος του είχε δώσει το 2006 την ευκαιρία να κάνει το ντεμπούτο του ως head coach στην Α1. Χωρίς κλυδωνισμούς, μεταβολές και ταρακουνήματα, διατηρεί στέρεες πεποιθήσεις, στέκια και παρέες.  

Η  μετακομιση στη γλυφαδα

Τελευταία μόνο άφησε το σπίτι του στο Μαρούσι για να μετακομίσει στη Γλυφάδα προκειμένου να είναι κοντύτερα στην ομάδα του και στο γραφείο της συζύγου του. Πάλι καλά που δεν έχει πάρει και το κρεβάτι του στο γήπεδο, λένε οι φίλοι του. Κυκλοφορεί πάνω από πέντε χρόνια με το ίδιο αμάξι, μεταφέροντας τη σύζυγό του Αθηνά και την τετράχρονη κορούλα του Αντριάννα στο πιο κοντινό πάρκο, για να τους αφιερώσει όσο περισσότερο από τον χρόνο του, όταν του το επιτρέπουν οι αλλεπάλληλες αγωνιστικές υποχρεώσεις. Οι γυναίκες της ζωής του όμως είναι ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο στη διαδρομή του Γιώργου Μπαρτζώκα. Ακόμα και σήμερα όμως ως χαζομπαμπάς δεν αφιερώνει όσο χρόνο θα ήθελε στους δικούς του. Εκτός πια κι αν η μέρα έχει 50 ώρες. Το χούι, βλέπετε, είναι δεύτερη φύση, αφού πέρα από τις προπονήσεις μιλάει αμέσως μετά στους παίκτες του κάμποση ώρα. Παρακολουθεί ακόμα αμέτρητες ώρες αγώνες μπάσκετ όλων των κατηγοριών: από Β’ ΕΣΚΑ στα περιφερειακά γήπεδα μέχρι ΝΒΑ στην τηλεόραση. Χώρια τη μελέτη και την ανάλυση των συστημάτων στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Τις ελεύθερες ώρες του καθώς και στα ταξίδια τού αρέσει να διαβάζει κυρίως βιβλία φιλοσοφίας, ενώ λατρεύει να ακούει ξένη μουσική περασμένων δεκαετιών. Ευαίσθητος, ρομαντικός, λάτρης της ροκ, στο παρελθόν παρακολούθησε μαθήματα κιθάρας.  Και βέβαια στον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο του συνεχίζει να επισκέπτεται την ίδια ταβέρνα στην Κάτω Πεύκη με την επωνυμία «Ο Βάτραχος», στην οποία συχνάζει επί 25 χρόνια, παρότι ο Γιάννης, ο ιδιοκτήτης της, έχει από καιρό εγκαταλείψει τα εγκόσμια. Οσο  για τους φίλους του, πάγιοι και αταλάντευτοι από τα παιδικά του χρόνια. Βγαίνει με τους ίδιους κολλητούς φίλους, παλιούς συμμαθητές και συμπαίκτες μιας ολόκληρης ζωής. Ανάμεσά τους, ο Κώστας Πεππές, παλιός παίκτης του Αμαρουσίου και για λίγο, αργότερα, του Ολυμπιακού, ο Γιώργος Τσαμόπουλος, προπονητής ποδοσφαίρου παλαιότερα στο Μαρούσι και στην Πεύκη, οι αδελφοί Μισαηλίδη, ο Γιώργος Μποζίκας, ο παλαίμαχος «Μπόζο», μπασκετμπολίστας της Πεύκης και του Ιωνικού Νέας Φιλαδέλφειας. Θα έλεγε κανείς ότι είναι εμμονικός ή και προληπτικός για τον τρόπο που διατηρεί απρόσβλητες, έστω αμετάλλακτες, μερικές από τις σταθερές του. Λάθος. Εχει δηλώσει ότι «αν κολλήσεις στο παρελθόν, μένεις πίσω. Σε ξεπερνά το παρόν». Και ξέρει σαν ψαγμένος άνθρωπος ότι δεν υπάρχει τύχη, καθώς έχει διαπιστώσει ότι σε βάθος χρόνου καθένας παίρνει αυτό που του αξίζει. Ο ίδιος άλλωστε σε μια συνέντευξη Τύπου ύστερα από ένα ματς ξεκίνησε με τη φράση «η Κική Δημουλά έχει γράψει ότι η μοίρα μας είναι ο χαρακτήρας μας» και οι ρεπόρτερ έμειναν με ανοιχτό το στόμα.

Το δυσκολο ξεκινημα

Δυσκολεύτηκε στην αρχή να κερδίσει τον απαιτητικό κόσμο  του Ολυμπιακού. Λοιδορήθηκε λόγω κορμοστασιάς, χειρονομιών και εκφραστικού προσώπου, ως άλλος Ρόουαν  Ατκινσον στον ρόλο του παιχνιδιάρη Mr Bean. «Σταυρώθηκε» από κριτικές και καταδικάστηκε προκαταβολικά για μερικά άτυχα ευρωπαϊκά αποτελέσματα. Υπόμεινε ο Μαρουσιώτης τεχνικός το σύνηθες μονότονο σάουντρακ της καθημερινής προπονητικής δοκιμασίας πριν το μεγάλο σουξέ. Και αντί να αναλωθεί σε βαρετές αμπελοφιλοσοφίες και υπονοούμενα, έδειξε τον χαρακτήρα του. Πρόταξε κότσια και προσωπικότητα, μεθοδικότητα και δουλειά, αρχές και ήθος. Αυτά που εμπιστεύτηκαν οι παίκτες του και οι ιδιοκτήτες της ομάδας. Αναπόφευκτα, η πρώτη, για την ώρα, τεράστια επιτυχία του στο Λονδίνο ήρθε να τα επιβραβεύσει. Και αυτός σχεδόν ταπεινά την αποδέχτηκε. Χωρίς φανφάρες. Αποδεικνύοντας ότι το κύρος στη ζωή δεν το χαρίζουν τα παρατσούκλια... Είτε Mr Bean σε αποκαλούν, είτε Iron man. 

Κλείσιμο
«Αν μπορούσα να γράψω μια ιστορία μικρός, που θα ήθελα να γίνει, θα ήταν αυτή: να υποστηρίζεις μια ομάδα και να δουλέψεις σε αυτή», δηλώνει ο πρώτος Ελληνας κόουτς που κατακτά την Ευρωλίγκα. Ως χαρακτήρας ήρεμος, αλλά παθιασμένος με αυτό που κάνει και διψασμένος για διακρίσεις, περιέγραψε στο «ΘΕΜΑ» τις πρώτες στιγμές που κατάφερε να μείνει μόνος μετά τον θρίαμβο της ομάδας, απομονωμένος στο δωμάτιο του ξενοδοχείου όπου είχε καταλύσει ο Ολυμπιακός στο Λονδίνο: «Κάθισα για λίγο μόνος μου στο δωμάτιο του ξενοδοχείου πριν κατέβω κάτω και πιούμε μια μπίρα όλη η ομάδα μαζί με τις οικογένειές μας. Μέσα σε λίγα λεπτά πέρασε από το μυαλό όλη η μπασκετική διαδρομή μου, αλλά και η μέχρι τώρα πορεία μου στον Ολυμπιακό. Ηταν σαν να βλέπω ταινία σε fast forward. Είδα οτιδήποτε έχει συμβεί μέχρι σήμερα. Και τα άσχημα και τα καλά. Μέσα σε αυτά τα λίγα λεπτά όλα καθαγιάστηκαν στο μυαλό μου».Ανθρωπος συνειδητοποιημένος, δεν πατάει πάνω σε γνωστές νόρμες του στυλ «τα κεφάλια μέσα γιατί έχουμε και το πρωτάθλημα μπροστά μας». Πιστεύει ότι «κάθε πράγμα στον καιρό του» και γι’ αυτό τις καλές στιγμές πρέπει να τις ζεις όσο περισσότερο μπορείς. 

«Στον πρωταθλητισμό είναι τέτοια η πίεση και οι στεναχώριες που θα πρέπει να ζήσεις τις επιτυχίες, να μπουν στο μυαλό σου, να γίνουν βίωμά σου. Για τον λόγο αυτό για μερικές ημέρες ακόμη θα χαρούμε αυτό που πετύχαμε στο Λονδίνο», δηλώνει στο «ΘΕΜΑ». Οσο για το πόσο δύσκολο είναι να παραμείνει κανείς στην κορυφή, επισημαίνει: «Το πόσο δύσκολο είναι να παραμείνεις στην κορυφή είναι μια καθημερινή διαδικασία μέσα από τις προπονήσεις. Δεν υπάρχει κάποιο μυστικό». Το εντυπωσιακότερο όμως στη μέχρι τώρα πορεία του Ολυμπιακού με τον Γιώργο Μπαρτζώκα στο τιμόνι ήταν ότι στις ήττες η ομάδα δεν γονάτισε ψυχολογικά, ούτε όμως στις μεγάλες επιτυχίες καβάλησε το καλάμι. Πολλοί ήταν εκείνοι που περίμεναν την περασμένη Κυριακή το βράδυ ότι ο Ολυμπιακός θα είχε παραμείνει στη μεγαλειώδη νίκη επί της ΤΣΣΚΑ στον ημιτελικό. Λάθεψαν όμως γιατί οι «ερυθρόλευκοι» εμφανίστηκαν ακόμη πιο διψασμένοι για την κατάκτηση της κούπας από τη Ρεάλ.Ρωτήσαμε τον κόουτς πώς μπόρεσε να διαχειριστεί τους παίκτες στον ψυχολογικό τομέα και εκείνος μας απάντησε: «Για να μπορείς να διαχειριστείς ψυχολογικά μια ομάδα και μια κατάσταση, είτε θετική είτε αρνητική, πρέπει να είσαι προσγειωμένος και καλλιεργημένος ως άνθρωπος, να μην υποτιμάς ούτε τους συνεργάτες που έχεις δίπλα σου, αλλά ούτε όλους όσοι είναι απέναντί σου. Και η λύπη και η χαρά αμβλύνονται μέσα από την αλήθεια». 

Λάτρης του ποδοσφαίρου και φανατικός οπαδός της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ από τότε που η ομάδα αγωνίστηκε για μια χρονιά στη Β’ κατηγορία της Αγγλίας, αρχές του ’70, αναφέρει: «Είμαι οπαδός της Μάντσεστερ από 5 ετών. Ο αδελφός του πατέρα μου ζούσε στην Αγγλία και μου έφερε μια φανέλα της Γιουνάιτεντ. Αυτό ήταν. Την παρακολουθώ από τότε που είχε πέσει στη Β’ κατηγορία».

Δηλώνει θαυμαστής του σερ Αλεξ Φέργκιουσον για τον λόγο ότι ο Σκοτσέζος προπονητής έχει το πνεύμα του νικητή ακόμη και τώρα που έκλεισε τα 71 του: «Στον Φέργκιουσον μου αρέσει το κίνητρο που είχε σε κάθε παιχνίδι για τη νίκη. Η δίψα του για διακρίσεις. Ο Μαντσίνι είπε ότι ο Φέργκιουσον αποχώρησε γιατί δεν άντεχε άλλο την πίεση. Και για να νιώθεις πίεση σημαίνει ότι θέλεις να κερδίζεις. Και ο Φέργκιουσον ακόμα και στα 71 του ήθελε να κερδίζει κάθε παιχνίδι».Οσο για την επόμενη μέρα στον Ολυμπιακό, στέλνει το δικό του μήνυμα σε φίλους και αντιπάλους: «Πιστεύω ότι αυτά που συμβαίνουν τώρα, με σωστή διαχείριση που είμαι σίγουρος ότι θα κάνουν οι Αγγελόπουλοι, αποτελούν την αρχή για μια πορεία που θα φέρει χαμόγελα και πολλές διακρίσεις μέσα στα επόμενα χρόνια».



Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Δείτε Επίσης