Τη δυσαρέσκεια του
Πατριαρχείου μετέφεραν χθες οι εκπρόσωποί του στον υπουργό Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου, επαναλαμβάνοντας «την ανησυχία και τον προβληματισμό» τους στον υπουργό «για τις συζητούμενες τροποποιήσεις του Ελληνικού Συντάγματος», οπως είπαν χαρακτηριστικά.
Επίσης, όπως προκύπτει από χθες, θα δημιουργηθούν ιερείς δύο ταχυτήτων με το σημείωμα Γαβρόγλου, καθώς ο κλήρος της Κρήτης δεν φαίνεται οτι περιλαμβάνεται στο τελικό κείμενο, σύμφωνα με τις δηλώσεις του εκπροσώπου του Πατριαρχείου.
“Μας εστάλη χθες ένα περιγραφικό κείμενο το οποίο δεν περιλαμβάνει την Εκκλησία της Κρήτης και υπάρχει ανησυχία βεβαία από πλευράς της Εκκλησίας της Κρήτης και ημών. Δεν μπορεί έτσι όπως έχει να πω ότι μας εκφράζει. Πιστεύουμε ότι η διαβεβαίωση του κ. Υπουργού ότι θα συνεχιστεί ο διάλογος, είναι κάτι το ελπιδοφόρο'' συμπλήρωσε ο Σεβασμιώτατος.
"Στο πλαίσιο του συνεχιζόμενου διαλόγου για την υλοποίηση της Συμφωνίας Πολιτείας και Εκκλησίας της Ελλάδος, πραγματοποιήθηκε χθες συνάντηση με την αντιπροσωπεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου” υπογράμμισε ο Μητροπολίτης Γέρων Πριγκηποννήσων Δημήτριος, σε δηλώσεις του μετά τη χθεσινή συνάντηση με τον υπουργό Παιδείας
Κώστα Γαβρόγλου.
''Δεν θέλει το Πατριαρχείο να
διασαλευθούν τα δίκαια, τα μισθολογικά, τα εργασιακά, τα ασφαλιστικά του κλήρου. Αυτή την επιθυμία την διαβίβασε και ο Παναγιώτατος στον εξοχότατο Πρωθυπουργό κ. Τσίπρα στην Χάλκη, οποίος την άκουσε με πολύ σοβαρότητα, και την επαναλάβαμε και πάλι στον Υπουργό κατά την διάρκεια της ωραίας συνεργασίας που είχαμε'' υπογράμμισε ο Μητροπολίτης Γέρων Πριγκηποννήσων, για να τονίσει στη συνέχεια ότι: ''Η Μητέρα Εκκλησία αγκαλιάζει όλο τον κλήρο''.
Στην συνάντηση συμμετείχαν ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Κώστας Γαβρόγλου, ο Γενικός Γραμματέας της Κυβέρνησης, ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου και ο Γενικός Γραμματέας Θρησκευμάτων. Εκ μέρους του Οικουμενικού Πατριαρχείου συμμετείχαν ο Μητροπολίτης Γέρων Πριγκιποννήσων κ. Δημήτριος, ο Μητροπολίτης Γαλλίας κ. Εμμανουήλ, ο Μητροπολίτης Κισάμου και Σελίνου κ. Αμφιλόχιος, o Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως κ. Αμφιλόχιος και ο Αρχιδιάκονος του Οικουμενικού Πατριάρχη κ. Θεόδωρος.
Μετά τη συνάντηση, ο υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων κ. Κώστας Γαβρόγλου, μεταξύ άλλων, δήλωσε: «Είχαμε σήμερα τη χαρά να φιλοξενήσουμε στο Υπουργείο Παιδείας την αντιπροσωπεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στην οποία συμμετέχει και αντιπροσωπεία από την Εκκλησία της Κρήτης, για να μπορέσουμε να αναλύσουμε το πλαίσιο συμφωνίας ανάμεσα στην Πολιτεία και την Εκκλησία της Ελλάδος και να απαντήσουμε σε όποια διευκρινιστικά ερωτήματα τεθούν. Πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους, όχι μόνο από την Εκκλησία αλλά από όλη την κοινωνία, το πλαίσιο της Συμφωνίας ανάμεσα στην Πολιτεία και την Εκκλησία της Ελλάδας. Ειδικά για το θέμα της μισθοδοσίας του Κλήρου, για πρώτη φορά ο κλήρος εξασφαλίζεται με τον τρόπο που πρέπει να εξασφαλίζεται σ’ ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Σήμερα αρχίσαμε να συζητάμε και τις ιδιαιτερότητες και τα
διακριτά προβλήματα που έχει το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Εκκλησία της Κρήτης, για να δούμε πώς αυτά θα μπορέσουν να λυθούν, πάντοτε στο πλαίσιο ενός σύγχρονου δημοκρατικού κράτους. Σίγουρα θα συνεχιστεί αυτός ο διάλογος και είμαστε βέβαιοι ότι θα μπορέσουμε να τα επιλύσουμε».
Αναθεώρηση Συντάγματος: Οι θέσεις της Εκκλησίας εστάλησαν στα κόμματα
Τις θέσεις της για τη συνταγματική αναθεώρηση έστειλε η Εκκλησία της Ελλάδος προς τους προέδρους των κομμάτων του Κοινοβουλίου και τους ανεξάρτητους βουλευτές.
Ιδιαίτερη αναφορά στο θέμα της οικογένειας καθώς η "σχετική διάταξη περί αναγνώρισης της οικογένειας, ως βασικού κυττάρου της ελληνικής κοινωνίας, δεν πρέπει να απαλειφθεί ή να δώσει τη θέση της μέσα στο κείμενο του συντάγματος σε άλλες μορφές συμβίωσης, οι οποίες δεν έχουν καμία παράδοση στην ελληνική κοινωνία, αλλά ούτε εξασφαλίζουν και την προοπτική ιστορικής επιβίωσης του ελληνικού λαού ή εθνικής και κοινωνικής συνοχής της χώρας".
Επίσης, για το "θρησκευτικά ουδέτερο κράτος" τονίζεται ότι η εισαγωγή στο Σύνταγμα της ρήτρας ότι η Ελλάδα είναι "θρησκευτικά ουδέτερο κράτος" είναι πολιτικά, νομικά και εν γένει επιστημονικά αόριστη, ενώ ο όρος "επικρατούσα θρησκεία'' έχει περιεχόμενο ιστορικό και πολιτισμικό, πληθυσμιακό και διαπιστωτικό της ιστορικής, αλλά και ενεργού σχέσης του ελληνικού έθνους με την ορθόδοξη παράδοση.
Επίσης γίνεται αναφορά και στον πολιτικό όρκο καθώς τονίζεται ότι "η τυχόν επιβολή αποκλειστικά πολιτικού όρκου σε όλους τους κρατικούς αξιωματούχους και δημόσιους λειτουργούς και υπαλλήλους, αντί της δυνατότητας επιλογής μεταξύ πολιτικής ή θρησκευτικής ορκοδοσίας, συνιστά μια μορφή απόλυτης απαγόρευσης εκδήλωσης θρησκευτικών πεποιθήσεων, αλλά ταυτόχρονα, συνδυαζόμενη με τη ρήτρα περί θρησκευτικής ουδετερότητας, αποκαλύπτει ότι το νόημα της τελευταίας ρήτρας αποσκοπεί στη θεμελίωση του θρησκευτικά αδιάφορου κράτους".
Για τον θεσμό της οικογένειας υπογραμμίζεται ότι "η συνταγματική αναφορά και προστασία του θεσμού της οικογένειας ως θεμελίου συντήρησης και προαγωγής του έθνους' πρέπει να διατηρηθεί". Το ενδιαφέρον της Εκκλησίας πηγάζει από την όλη διδασκαλία της, ιδιαίτερα από τα κείμενα των Ευαγγελίων, αλλά και από τον ρόλο της παραδοσιακής οικογένειας στην επιβίωση του έθνους. Η σχετική διάταξη περί αναγνώρισης της οικογένειας, ως βασικού κυττάρου της ελληνικής κοινωνίας, δεν πρέπει να απαλειφθεί ή να δώσει τη θέση της μέσα στο κείμενο του συντάγματος σε άλλες μορφές συμβίωσης, οι οποίες δεν έχουν καμία παράδοση στην ελληνική κοινωνία, αλλά ούτε εξασφαλίζουν και την προοπτική ιστορικής επιβίωσης του ελληνικού λαού ή εθνικής και κοινωνικής συνοχής της χώρας.