Η απουσία ουσιαστικής αξιολόγησης - επιθεώρησης των δικαστικών λειτουργών, τροχοπέδη στην ομαλή λειτουργία της Δικαιοσύνης
Χριστίνα Τσαγκλή

Χριστίνα Τσαγκλή

Η απουσία ουσιαστικής αξιολόγησης - επιθεώρησης των δικαστικών λειτουργών, τροχοπέδη στην ομαλή λειτουργία της Δικαιοσύνης

Η μεγαλύτερη κακοδαιμονία όσον αφορά τη Δικαιοσύνη στη χώρα μας εντοπίζεται -διαχρονικά πλέον- στην καθυστέρηση της απονομής της, εγγίζουσα τα όρια της αρνησιδικίας, αλλά και στην ποιοτική υποβάθμιση των εκδιδομένων αποφάσεων. Γενεσιουργός αιτία αυτής της παθογένειας αποτελεί, κυρίως, η προϊούσα υπαλληλοποίηση των δικαστικών λειτουργών, εν απουσία ενός στοιχειωδώς αξιόπιστου συστήματος αξιολόγησης - επιθεώρησης του δικαιοδοτικού τους έργου

Το άρθρο 87 παρ. 3Σ ορίζει ότι η επιθεώρηση των τακτικών δικαστών διενεργείται από δικαστές ανώτερου βαθμού, καθώς και από τον εισαγγελέα και τους αντιεισαγγελείς του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με τους ορισμούς του νόμου. Ο κοινός νομοθέτης προέβλεψε το σύστημα αξιολόγησης των δικαστών στον Κώδικα Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988). Το σύστημα αυτό προβλέπει την κλήρωση των επιθεωρητών δικαστών, με ετήσια θητεία και τη σύνταξη υπ’ αυτών αιτιολογημένων εκθέσεων τόσο για τα δικαστήρια της περιφέρειάς τους όσο και για κάθε επιθεωρούμενο δικαστικό λειτουργό.

Αυτό που γίνεται, ωστόσο, στην πράξη, όπως είναι ευρέως γνωστό στον νομικό κόσμο, αλλά όχι στον μέσο πολίτη είναι ότι ο επιθεωρούμενος - αξιολογούμενος δικαστής, υποδεικνύει ο ίδιος έναν αριθμό αποφάσεων που έχει εκδώσει (5-10 συνήθως) και με βάση αυτές «αξιολογείται», χωρίς κανέναν ουσιαστικό έλεγχο για το σύνολο του έργου του και την εν γένει εύορκο άσκηση της δικαιοδοτικής του δραστηριότητας. Στο τέλος αυτής της διαδικασίας εκδίδονται υπό των επιθεωρητών, στερεότυπου περιεχομένου, εκθέσεις, όπου -σχεδόν- όλοι οι αξιολογηθέντες εμφανίζονται από «πολύ καλοί» έως «εξαίρετοι», ενώ, ομοίως, σχεδόν όλοι οι δικαστικοί λειτουργοί προάγονται μέχρι τους ανώτατους βαθμούς, με μοναδικό κριτήριο την αρχαιότητά τους, δηλαδή με βάση τη χρονική σειρά εισόδου τους στο δικαστικό σώμα.

Οπως είναι οφθαλμοφανές, πρόκειται για ένα σύστημα που μόνο κατ’ όνομα μπορεί να χαρακτηριστεί «επιθεώρηση», δεδομένου ότι έχει εκφυλιστεί σε μια απολύτως τυπική διαδικασία, χωρίς ούτε κατ’ ελάχιστον να διασφαλίζονται οι προϋποθέσεις για ουσιαστική και σε βάθος αξιολόγηση των «επιθεωρουμένων». Με τον τρόπο αυτό όχι μόνο φαλκιδεύεται η άσκηση του ατομικού δικαιώματος των πολιτών για παροχή εννόμου προστασίας, αλλά καταλύεται και η δημόσια εμπιστοσύνη προς τη λειτουργία της Δικαιοσύνης.

Είναι καιρός η Πολιτεία να ανταποκριθεί στο καθήκον τής πλήρους αναθεώρησης του ως άνω συστήματος και να θέσει σε ισχύ ένα σύγχρονο και αξιοκρατικό σύστημα αξιολόγησης, τόσο των δικαστικών λειτουργών ατομικά όσο και της απόδοσης κάθε δικαστηρίου. Στο πλαίσιο αυτό, έχουν ενδεικτικά προταθεί η επιλογή των επιθεωρητών σύμφωνα με τις δεξιότητες και τα προσόντα τους, η θέσπιση αναλυτικών κριτηρίων και μεθόδων αξιολόγησης (όπως τα ποσοστά ασκήσεως και ευοδώσεως ενδίκων μέσων, ο αριθμός παρεμπιπτουσών ή αναβλητικών αποφάσεων κ.λπ.), η πρόβλεψη ειδικής έκθεσης επιθεώρησης για τους δικαστές που ασκούν καθήκοντα διοίκησης, η σύσταση ειδικής υπηρεσίας σε κάθε ανώτατο δικαστήριο προς υποστήριξη του έργου των επιθεωρητών κ.λπ. (βλ. ενδεικτικά από Ιανουαρίου 2021 Εκθεση διαΝΕΟσις, «Μεταρρύθμιση σε Τρεις Κρίσιμους Τομείς του Δικαστικού Συστήματος»).

Είναι καιρός και οι δικαστικές αρχές να αντιληφθούν ότι οι ίδιες πρέπει πρώτες να στέρξουν στην αναθεώρηση αυτού του συστήματος που αποβαίνει σε βάρος τόσο των ικανών μελών τους όσο και της εικόνας τους στην κοινωνία. Η πρόσφατη άρνηση της προέδρου του Αρείου Πάγου να παράσχει στην Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας ανωνυμοποιημένα στατιστικά στοιχεία ανά δικαστήριο σε σχέση με τον χρόνο έκδοσης των δικαστικών αποφάσεων αποτελεί ένδειξη μιας στρεβλής αντίληψης σε σχέση με τη δημοκρατική νομιμοποίηση της δικαστικής εξουσίας.

Εκείνο που πρέπει να γίνει από όλους αντιληπτό είναι ότι, σύμφωνα με το Σύνταγμα, όλες οι εξουσίες πηγάζουν από τον λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα. Η δικαστική, ισόβια, εξουσία οφείλει να πιστοποιείται και να νομιμοποιείται διαρκώς έναντι του λαού και ο μόνος τρόπος προς τούτο είναι η θέσπιση μιας αντικειμενικής, αποτελεσματικής και αξιόπιστης επιθεώρησης των λειτουργών της. Διαφορετικά, καθίσταται γράμμα κενό η ίδια η έννοια της λαϊκής κυριαρχίας ως θεμέλιο του πολιτεύματος, με τρόπο μη συντασσόμενο με τη συνταγματική νομιμότητα και τις αρχές του Κράτους Δικαίου.

* Δικηγόρος, τ. γενική γραμματέας ΔΣΑ
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Best of Network

Δείτε Επίσης