Διατροφική πολιτική: Μια εθνική πρόκληση για την Υγεία, την επισιτιστική επάρκεια και την πρωτογενή παραγωγή
O Αντώνης Ζαμπέλας, πρόεδρος του Δ.Σ. του ΕΦΕΤ, γράφει για την αποσπασματική διατροφική πολιτική της χώρα και πόσο αυτή επιβαρύνει την υγεία των πολιτών και το Εθνικό Σύστημα Υγείας
Τα τελευταία 20 χρόνια, παθήσεις όπως ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, οι καρδιαγγειακές παθήσεις, η υπέρταση και ορισμένες μορφές καρκίνου έχουν αυξηθεί σημαντικά. Σύμφωνα με την Ελληνική Εταιρεία Παχυσαρκίας πάνω από το 35% του ενήλικου πληθυσμού πάσχει από παχυσαρκία, ενώ το 55% είναι υπέρβαροι. «Η αντιμετώπιση των σημερινών προβλημάτων απαιτεί μια ριζική αναθεώρηση του τρόπου με τον οποίο οργανώνεται, σχεδιάζεται και εφαρμόζεται η διατροφική πολιτική της χώρας» τονίζει στο άρθρο του ο καθηγητής Αντώνης Ζαμπέλας, πρόεδρος του Δ.Σ. του ΕΦΕΤ. Ολόκληρο το άρθρο του Αντώνη Ζαμπέλα* έχει ως εξής:
«Η Ελλάδα στον Καθρέφτη της Διατροφής της Σε μια χώρα που υπήρξε ιστορικός φάρος διατροφικού πολιτισμού, λίκνο της μεσογειακής διατροφής και γη της αγροτικής αυτάρκειας, η σημερινή εικόνα της διατροφικής πραγματικότητας προκαλεί έντονο προβληματισμό. Τα διατροφικά πρότυπα έχουν αλλοιωθεί ραγδαία τις τελευταίες δεκαετίες, η αγροτική πολιτική δεν συνδέεται με την προαγωγή της δημόσιας υγείας, και ο πληθυσμός, αν και υπερσιτισμένος, εμφανίζει σοβαρά συμπτώματα δυσθρεψίας, διατροφικών ανεπαρκειών, διατροφικής επισφάλειας και χρόνιων νοσημάτων. Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, όπου η απουσία εθνικής στρατηγικής και διατομεακού συντονισμού στη διατροφική πολιτική κοστίζει όχι μόνο σε υγειονομικό και κοινωνικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο επισιτιστικής κυριαρχίας, γεωργικής βιωσιμότητας και κοινωνικής συνοχής. Η αντιμετώπιση των σημερινών προβλημάτων απαιτεί μια ριζική αναθεώρηση του τρόπου με τον οποίο οργανώνεται, σχεδιάζεται και εφαρμόζεται η διατροφική πολιτική της χώρας.
1. Η Παρούσα Διατροφική Κατάσταση στην Ελλάδα 1.1 Η Μετατόπιση από τη Μεσογειακή Διατροφή στον Δυτικό Διατροφικό Πρότυπο Η μεσογειακή διατροφή, που χαρακτηρίζεται από υψηλή κατανάλωση λαχανικών, φρούτων, ελαιόλαδου, ψαριών και αδρά επεξεργασμένων δημητριακών, έχει αναγνωριστεί παγκοσμίως ως ένα από τα πιο υγιεινά πρότυπα διατροφής. Ωστόσο, η ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια έχει απομακρυνθεί από αυτό το πρότυπο. Οι σύγχρονες τάσεις δείχνουν αυξημένη κατανάλωση επεξεργασμένων τροφίμων, ζάχαρης, ζωικών λιπαρών, κρέατος και προϊόντων του, σε συνδυασμό με καθιστική ζωή και μειωμένη σωματική δραστηριότητα και υπερβολική έκθεση σε οθόνες. Μελέτες από το Εθνικό Κέντρο Έρευνας & Τεκμηρίωσης (2023) καταδεικνύουν ότι το 60% του πληθυσμού ακολουθεί πλέον διατροφή που αποκλίνει σημαντικά από τη μεσογειακή. Η μεταβολή αυτή συνδέεται με τις αστικές συνθήκες, την οικονομική κρίση και τις αλλαγές στον τρόπο ζωής.
1.2 Αυξανόμενα Χρόνια Νοσήματα Η συσχέτιση της διατροφής με τα χρόνια νοσήματα είναι αδιαμφισβήτητη. Τα τελευταία 20 χρόνια, οι παθήσεις όπως ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, οι καρδιαγγειακές παθήσεις, η υπέρταση και ορισμένες μορφές καρκίνου έχουν αυξηθεί σημαντικά. Η Ελληνική Εταιρεία Παχυσαρκίας αναφέρει ότι πάνω από το 35% του ενήλικου πληθυσμού είναι παχύσαρκο, ενώ το 55% είναι υπέρβαροι. Στον Πίνακα 1 δίνονται οι επιπολασμοί χρόνιων νοσημάτων στον ελληνικό πληθυσμό από την Πανελλαδική μελέτη Διατροφής και Υγείας. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε ηλικίες άνω των 65 ετών 1 στους περίπου 2 Έλληνες είναι δυσλιπιδιαμικός ή/και υπερτασικός, 1 στους 10 έχει ατομικό ιστορικό καρδιαγγειακών νοσημάτων και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 ενώ 1 στις 4 γυναίκες αυτής της ηλικίας πάσχουν από οστεοπόρωση. Ταυτόχρονα, η δυσθρεψία, δηλαδή η έλλειψη κρίσιμων μικροθρεπτικών συστατικών (βιταμίνες, μέταλλα), παρατηρείται ακόμα και σε υπέρβαρα άτομα, λόγω της κακής ποιότητας διατροφής.
Αυτή η διπλή μορφή θρεπτικής ανισορροπίας επιβαρύνει το σύστημα υγείας με αυξημένα έξοδα για θεραπεία και πρόληψη. Δύο μεγάλες σε Πανελλαδική κλίμακα μελέτες έχουν υποδείξει τα εξής:
Η μελέτη GRECO (2009, ~4 800 παιδιά 10–12 ετών απ΄ όλη τη χώρα) κατέγραψε: – Παιδιά με υπερβάλλον βάρος: ~29.5 %, με παχυσαρκία: ~11.7 % – Μόλις το 4.3 % είχαν καλή προσκόλληση στη μεσογειακή διατροφή – Η παχυσαρκία συσχετίστηκε με: αραιότερα γεύματα πρωινού, λιγότερα κενά μεταξύ γευμάτων, λιγότερα γεύματα με την οικογένεια, λιγότερο ύπνος, καθιστική ζωή, ηλεκτρονικές συσκευές στο παιδικό δωμάτιο – Παράγοντας με τον μεγαλύτερο κίνδυνο: αν ο/η γονέας είναι παχύσαρκος και ακόμα περισσότερο αν είναι και οι δύο γονείς. – Επιπλέον, η διατροφική πρόσληψη ελεύθερων σακχάρων συνδέθηκε με αυξημένη πιθανότητα παχυσαρκίας – Μικρογενετικοί – προγεννητικοί παράγοντες: μεγαλύτερο βάρος μητέρας στην έναρξη κύησης, ενεργό κάπνισμα συνδέονται με αυξημένη παιδική παχυσαρκία – Η έλλειψη ύπνου: βραδύτερος ύπνος τις καθημερινές συσχετίζεται με αυξημένο Δείκτη Σωματικής Μάζας.
Από την Πανελλαδική Μελέτη Διατροφής και Υγείας - 5000 άτομα με αντιπροσωπευτικό δείγμα κατέγραψε για πρώτη φορά με τόσο μεγάλη λεπτομέρεια την κατάσταση του διατροφικού προφίλ και της υγείας του ελληνικού πληθυσμού: – Το 99% των ενηλίκων παρουσιάζει ανεπάρκεια σε βιταμίνη D (Σχεδιαγραμμα 1). – Πάνω από το 70% εμφανίζει χαμηλή πρόσληψη σε βιταμίνες Α, Ε, Κ, C και κάλιο. – Οι γυναίκες άνω των 50 ετών και οι άνδρες άνω των 70 εμφανίζουν σημαντικά χαμηλότερη πρόσληψη ασβεστίου και μαγνησίου από τις προβλεπόμενες μέσες απαιτήσεις (Estimated Average Requirements, EAR). – Το 50% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας εμφανίζει ανεπαρκή πρόσληψη φυλλικού οξέος. – Το 50–79% του πληθυσμού υπερβαίνει τη μέγιστη συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη νατρίου (>2.300 mg/ημέρα), γεγονός που επιβαρύνει σοβαρά το καρδιαγγειακό σύστημα.
– Το 50% των ενηλίκων καπνίζει, το 72% καταναλώνει αλκοόλ, ενώ το 31% χρησιμοποιεί συμπληρώματα διατροφής. – Η πρόσληψη μακροθρεπτικών συστατικών τόσο στους ενήλικες όσο και στα παιδιά και εφήβους δίνονται στους Πίνακες 2 και 3. Χαρακτηριστικό το 59% των ενήλικων προσλαμβάνουν περισσότερα κορεσμένα λιπαρά από τις συστάσεις ενώ το 96% λιγότερα από τα ευεργετικά πολυακόρεστα λιπαρά. – Η πρόσληψη τροφίμων σε σύγκριση με τις συστάσεις δίνονται στα Σχεδιαγράμματα 4 (Άνδρες) και 5 (Γυναίκες). Είναι χαρακτηριστικό ότι τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες καταναλώνουν περισσότερα fast food, γλυκά, αλκοολούχα ποτά και κόκκινο κρέας συγκριτικά με τις συστάσεις, ενώ οι προσλήψεις λαχανικών, ψαριών, πουλερικών, οσπρίων, φρούτων ελαιόλαδου, ξηρών ανάλατων καρπών και αδρά επεξεργασμένων δημητριακών είναι χαμηλές.
Κλείσιμο
2. Επισιτιστική Επάρκεια και Κοινωνικές Ανισότητες 2.1 Επισιτιστική Επισφάλεια σε Περιόδους Κρίσης Παρά την ευημερία ορισμένων τμημάτων του πληθυσμού, η επισιτιστική επισφάλεια αποτελεί σημαντικό πρόβλημα (Σχεδιαγραμμα 6). Οι οικογένειες με χαμηλό εισόδημα αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην πρόσβαση σε θρεπτικά και ποιοτικά τρόφιμα. Μελέτη της Eurostat (2024) τοποθετεί την επισιτιστική επισφάλεια στην Ελλάδα στο 18%, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ (Σχεδιάγραμμα 7).
Επισιτιστική επισφάλεια, σημαίνει αδυναμία εξασφάλισης επαρκούς, ασφαλούς και θρεπτικής τροφής. Παιδιά πηγαίνουν σχολείο χωρίς επαρκές πρωινό, ηλικιωμένοι εξαρτώνται από κοινωνικές δομές για γεύματα και αυξάνεται η προσφυγή σε κοινωνικά παντοπωλεία. Αυτή η «νέα πείνα» είναι αποτέλεσμα συστημικής αποτυχίας. Η επισιτιστική επισφάλεια σχετίζεται όχι μόνο με τη φτώχεια, αλλά και με την έλλειψη γεωγραφικής πρόσβασης σε θρεπτικά τρόφιμα (food deserts), την ανεπαρκή διατροφική εκπαίδευση και το διατροφικό αναλφαβητισμό.
Η οικονομική κρίση και οι επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19 επιδείνωσαν την κατάσταση, ειδικά για ευάλωτες ομάδες όπως τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι και οι μονογονεϊκές οικογένειες. Η αυξημένες τιμές τροφίμων και τα χαμηλά εισοδήματα πάρα τις αυξήσεις, οδήγησαν ορισμένες πληθυσμιακές ομάδες σε περιορισμό της ποικιλίας και ποιότητας των γευμάτων.
2.2 Σχέση Κοινωνικοοικονομικής Κατάστασης με Διατροφή Η ποιότητα της διατροφής συχνά συνδέεται με το οικονομικό επίπεδο. Τα νοικοκυριά με περιορισμένους πόρους τείνουν να επιλέγουν φθηνότερα και συχνά λιγότερο θρεπτικά τρόφιμα, όπως επεξεργασμένα προϊόντα με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, νάτριο και λιπαρά. Αυτό δημιουργεί έναν κύκλο όπου η φτωχή διατροφή οδηγεί σε αυξημένα προβλήματα υγείας και οικονομικά βάρη, τόσο οικογενειακά όσο και στο Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Όταν η Ποσότητα Κρύβει την Ποιότητα. Η σύγχρονη μορφή της δυσθρεψίας δεν αφορά μόνο την έλλειψη θερμίδων, αλλά κυρίως τη θρεπτική φτώχεια. Τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα, πλούσια σε ζάχαρη, κορεσμένα λιπαρά και νάτριο, έχουν εκτοπίσει τη φρέσκια, ανεπεξέργαστη και τοπική τροφή από το τραπέζι των νοικοκυριών (Σχεδιάγραμμα 8). Το αποτέλεσμα είναι μια γενιά που μπορεί να μην πεινά κυριολεκτικά, αλλά δεν τρέφεται επαρκώς για να διατηρήσει καλή υγεία. Ειδικά οι ευάλωτες ομάδες πληθυσμού, όπως άνεργοι, χαμηλόμισθοι και ηλικιωμένοι, δεν έχουν πρόσβαση σε ποιοτική, θρεπτική τροφή. Η αύξηση των τιμών σε φρούτα, λαχανικά, ψάρια και ελαιόλαδο έχει καταστήσει τη μεσογειακή διατροφή μη προσβάσιμη για πολλά νοικοκυριά.
3. Η Πρωτογενής Παραγωγή: Κρίσιμη Αλυσίδα της Επισιτιστικής Ασφάλειας 3.1 Μειωμένη Αγροτική Παραγωγή και Εξάρτηση από Εισαγωγές Η πρωτογενής παραγωγή στην Ελλάδα έχει παρουσιάσει σημαντική μείωση, κυρίως λόγω της αποδυνάμωσης του αγροτικού τομέα, της γήρανσης του πληθυσμού των παραγωγών και της έλλειψης επαρκούς στήριξης. Η κάλυψη των βασικών διατροφικών αναγκών από εγχώρια προϊόντα έχει υποχωρήσει στο 50-55%, με σημαντική εξάρτηση από εισαγωγές δημητριακών, κρέατος και γαλακτοκομικών (Σχεδιάγραμμα 9).
Η ελληνική αγροτική παραγωγή έχει αποσυνδεθεί από τις διατροφικές ανάγκες του πληθυσμού. Το 80% των οσπρίων, το 70% των δημητριακών, το 60% του κρέατος και πάνω από το 50% των λαχανικών που καταναλώνονται στην Ελλάδα είναι εισαγόμενα. Η παραγωγή βασικών διατροφικών προϊόντων παραμένει αποσπασματική και ευάλωτη στις διεθνείς κρίσεις αλλά και στην κλιματική αλλαγή και τα ακραία καιρικά φαινόμενα. Η έλλειψη εθνικού σχεδίου για την αγροτική παραγωγή με βάση τις διατροφικές προτεραιότητες, η ανεπάρκεια στήριξης μικρών παραγωγών και η εμπορευματοποίηση της γης έχουν οδηγήσει σε ερημοποίηση της υπαίθρου και αποδυνάμωση της διατροφικής αυτάρκειας της χώρας. Η αυξημένη εξάρτηση από τις εισαγωγές καθιστά τη χώρα ευάλωτη σε διεθνείς διαταραχές της αγοράς, όπως αποδείχθηκε με το πρόβλημα που δημιουργήθηκε με τον πόλεμο στην Ουκρανία και την διατάραξη παροχής σιτηρών, όπως όμως και οι κρίσεις στην ενέργεια και στα καύσιμα, αλλά και σε γεωπολιτικές εντάσεις και από τα αποτελέσματα της κλιματικής κρίσης.
3.2 Έλλειψη Στρατηγικής και Υποστήριξης Η αγροτική πολιτική χαρακτηρίζεται από κατακερματισμό, γραφειοκρατία και αδυναμία προσαρμογής στις σύγχρονες απαιτήσεις. Η απουσία ενιαίας στρατηγικής που να συνδέει την πρωτογενή παραγωγή με τη δημόσια υγεία και την επισιτιστική επάρκεια επιδεινώνει το πρόβλημα. Επίσης, η τεχνολογική υποστήριξη, η εκπαίδευση και η χρηματοδότηση των μικρομεσαίων αγροτών είναι ανεπαρκής, ενώ η προώθηση βιώσιμων γεωργικών πρακτικών παραμένει περιορισμένη.
4. Θεσμικές Αδυναμίες και Έλλειψη Εθνικού Σχεδίου 4.1 Κατακερματισμός Φορέων και Έλλειψη Συντονισμού Η διατροφική πολιτική στην Ελλάδα δεν έχει ενιαίο φορέα συντονισμού. Υπάρχουν πολλοί εμπλεκόμενοι οργανισμοί και υπουργεία με επικαλυπτόμενες αρμοδιότητες, γεγονός που δυσχεραίνει τη λήψη αποφάσεων και την υλοποίηση ολιστικών πολιτικών. Αυτός ο κατακερματισμός οδηγεί σε ασυνέχεια, καθυστερήσεις και χαμηλή αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων.
4.2 Απουσία Επικέντρωσης στην Πρόληψη Οι προσπάθειες για πρόληψη μέσω διατροφής είναι αποσπασματικές και χωρίς συνέχεια. Οι δημόσιες εκστρατείες ενημέρωσης είναι περιορισμένες και απευθύνονται κυρίως στο γενικό πληθυσμό, χωρίς εξειδίκευση για ευάλωτες ομάδες. Η ενσωμάτωση της διατροφής στην εκπαίδευση των νέων είναι αδύναμη, ενώ η ενημέρωση των επαγγελματιών υγείας και των παραγωγών δεν καλύπτεται επαρκώς.
5. Η Σημασία της Εκπαίδευσης και Ενημέρωσης Η εκπαίδευση αποτελεί θεμέλιο για τη διαμόρφωση σωστών διατροφικών συνηθειών. Προγράμματα διατροφικής αγωγής στα σχολεία, σεμινάρια για γονείς και επαγγελματίες υγείας και εκστρατείες ενημέρωσης μπορούν να συμβάλλουν στην πρόληψη των χρόνιων νοσημάτων. Η κοινωνική συμμετοχή και η ενημέρωση μέσα από ΜΜΕ και ψηφιακά μέσα αποτελούν κρίσιμο αλλά όχι το μοναδικό εργαλείο για την αλλαγή συμπεριφορών.
Επίλογος Το Τρόφιμο είναι Πολιτική. Η διατροφή δεν είναι απλώς ατομική επιλογή. Είναι πολιτική επιλογή, συλλογικό δικαίωμα και βασική προϋπόθεση υγείας, ευημερίας και εθνικής κυριαρχίας. Αν η Ελλάδα θέλει να ανακτήσει τον τίτλο της ως κοιτίδα της υγιεινής διατροφής, πρέπει να διαμορφώσει ένα συνεκτικό, τεκμηριωμένο και φιλόδοξο εθνικό σχέδιο. Η διατροφή δεν είναι μια απλή καθημερινή συνήθεια ούτε αποκλειστικά ατομική ευθύνη. Είναι πολιτική πράξη, θεμέλιο κοινωνικής δικαιοσύνης, μοχλός δημόσιας υγείας και δείκτης εθνικής ανεξαρτησίας.
Όταν το 22% των νοικοκυριών στερείται βασικής επισιτιστικής επάρκειας, όταν τα ελληνόπουλα έχουν από τα υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας στην Ευρώπη και όταν η χώρα εξαρτάται ενεργειακά και διατροφικά από εισαγωγές, τότε το πρόβλημα είναι βαθιά συστημικό – και η απάντηση πρέπει να είναι εξίσου συστημική. Μια εθνική διατροφική πολιτική δεν είναι πολυτέλεια, αλλά ζήτημα εθνικής ασφάλειας, υγειονομικής πρόληψης και διαγενεακής ευθύνης. Δεν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος χωρίς θεσμικό συντονισμό, επένδυση σε τοπική παραγωγή, καθολική εκπαίδευση, κοινωνική προστασία και ριζικό επαναπροσδιορισμό της σχέσης μας με το τρόφιμο, τη γη μας και την υγεία.
Στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών ιδρύουμε Ινστιτούτο Ενιαίας Υγείας και Διατροφικής Πολιτικής το οποίο δεν είναι μόνο τεχνοκρατική πρόταση, αλλά πολιτική αναγκαιότητα και χρειάζεται την στήριξη της πολιτείας για να αναδιαταχθεί όλο το σύστημα τροφίμων στης χώρας. Απαιτείται μια νέα κοινωνική συμφωνία που θα ενώνει γεωργούς, υγειονομικούς, εκπαιδευτικούς, επιστήμονες, δήμους, σχολεία, καταναλωτές και την ίδια την Πολιτεία.
Μια συμμαχία για τη διατροφική δημοκρατία, που θα εξασφαλίζει καθολική πρόσβαση σε υγιεινή τροφή, δίκαιες αγορές για τον παραγωγό και βιώσιμο περιβάλλον για τις επόμενες γενιές. Η Ελλάδα έχει το ανθρώπινο δυναμικό, τις επιστημονικές γνώσεις, την ιστορική παρακαταθήκη και τις φυσικές δυνατότητες να ανακτήσει τον ρόλο της ως πρότυπο υγιούς, δίκαιης και αυτάρκους διατροφής. Το ερώτημα δεν είναι αν μπορεί, αλλά αν θέλει. Αν θέλουμε. Και αν είμαστε έτοιμοι, ως κοινωνία και ως Πολιτεία, να επιλέξουμε το δρόμο της πολιτικής βούλησης, της συλλογικής δράσης και της θεσμικής αλλαγής. Το τρόφιμο είναι πολιτική. Και τώρα είναι η ώρα να την ασκήσουμε.
Δώδεκα Άμεσες Προτεραιότητες Πολιτικής 1. Ίδρυση Ανεξάρτητης Αρχής Τροφίμων και Διατροφικής Πολιτικής. Ο ρόλος της θα είναι ο οριζόντιος συντονισμός και η χάραξη στρατηγικής βάσει επιστημονικών δεδομένων, καθώς και ο έλεγχος της αγοράς από την πρωτογενή παραγωγή έως το πιάτο.
2. Ίδρυση Ινστιτούτου Ενιαίας Υγείας και Διατροφικής Πολιτικής. Με αποστολή την επιστημονική τεκμηρίωση πολιτικών για τη σύνδεση γεωργίας, διατροφής και υγείας. Θα λειτουργεί ως κέντρο ερευνών, διασύνδεσης και χάραξης προτύπων, που θα στηρίζει και θα λειτουργεί ως σύμβουλος στην Ανεξάρτητη Αρχή.
3. Εφαρμογή Καθολικών Σχολικών Γευμάτων. Διανομή καθημερινών, θρεπτικών γευμάτων στα σχολεία, παρασκευασμένων από τοπικά προϊόντα και με πρότυπο τη μεσογειακή διατροφή. Συμβάλλει στην ισότητα, την καταπολέμηση της παιδικής δυσθρεψίας και την ενίσχυση της τοπικής γεωργίας.
4. Μείωση του ΦΠΑ σε φρέσκα και βασικά υγιεινά τρόφιμα. Π.χ. μηδενικός ή μειωμένος ΦΠΑ σε φρούτα, λαχανικά, όσπρια, ελαιόλαδο και ψάρια.
5. Αύξηση του ΦΠΑ ή ειδική φορολόγηση σε υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα πλούσια σε νάτριο, κορεσμένα λιπαρά και ζάχαρη.
6. Ανασχεδιασμός του ΠΑΑ (Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης) με στόχο τη διατροφική επάρκεια. Κατεύθυνση ενισχύσεων προς θρεπτικά σημαντικές καλλιέργειες (όσπρια, δημητριακά ολικής, κηπευτικά, ελαιόδεντρα) και στήριξη μικρών παραγωγών με κοινωνικά–οικολογικά κριτήρια.
7. Χαρτογράφηση και Αντιμετώπιση “Επισιτιστικών Ερήμων”. Παρεμβάσεις στις περιοχές με ελλιπή πρόσβαση σε φρέσκα και θρεπτικά τρόφιμα (π.χ. απομονωμένες νησιωτικές ή ορεινές περιοχές), μέσω επιδοτούμενων σημείων πώλησης και συνεργατισμών.
8. Εισαγωγή της διατροφικής αγωγής στην εκπαίδευση. Καθιέρωση ολοκληρωμένου υποχρεωτικού μαθήματος διατροφής και βιώσιμης κατανάλωσης από το Δημοτικό ως το Λύκειο, με πρακτικά εργαστήρια, σχολικούς λαχανόκηπους και σύνδεση με τοπικούς παραγωγούς.
9. Υποχρεωτική διατροφική επισήμανση τύπου Nutri-Score ή Warning Labels. Με καθαρή οπτική πληροφόρηση για το θρεπτικό προφίλ των τροφίμων στα ράφια, ώστε να διευκολύνεται η υγιεινή επιλογή και να ασκείται πίεση στη βιομηχανία για βελτίωση συνταγών.
10. Απαγόρευση διαφήμισης μη-υγιεινών τροφίμων και ποτών.
11. Ανασύνθεση προϊόντων. Με πρωτοβουλία των επιχειρήσεων τροφίμων ή/και με την απαραίτητη νομοθέτηση από την πολιτεία.
12. Δημόσιες Προμήθειες με Κριτήρια Υγείας και Τοπικότητας. Καθιέρωση διατροφικών και περιβαλλοντικών κριτηρίων σε όλα τα δημόσια ιδρύματα (σχολεία, νοσοκομεία, στρατός, γηροκομεία), ώστε να αποτελέσουν μοχλό υγιεινής κατανάλωσης και τοπικής ανάπτυξης.
Η προσπάθεια για την χώρα μας θα πρέπει να είναι πολυετής, εκφεύγει από το χρόνο υπουργικών θητειών και θα πρέπει να αγκαλιαστεί και να υποστηριχθεί από όλα τα κόμματα ώστε να υπάρχει συνέχεια και το προσδοκώμενο αποτέλεσμα που θα μας κάνει όλους περήφανους. Δεν είναι μόνο για εμάς. Έχουμε υποχρέωση στα παιδιά μας και στα εγγόνια μας».
* Ο Αντώνης Ζαμπέλας είναι:
• Πρόεδρος Διοικητικού Συμβουλίου, Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ),
• Μέλος Διοικητικού Συμβουλίου Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφάλειας Τροφίμων (European Food Safety Authority, EFSA),
• Καθηγητής Διατροφής του Ανθρώπου, Εργαστήριο Διαιτολογίας και Ποιότητας Ζωής, Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Ανθρώπου, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών,
• Honorary Professor, Division of Medicine, Faculty of Medical Sciences, University College London, UK.
Η διεθνής διάκριση iF Design Award 2024 για το ελαστικό ECSTA PS71 EV, επιβεβαιώνει τη δέσμευση της εταιρείας για λύσεις υψηλών προδιαγραφών και κορυφαίας συμπεριφοράς στον δρόμο.
Banana breads, σκανδιναβικά σέμλα με σαντιγί, cinnamon rolls, κρουασάν gianduja, brownies με αλμυρή καραμέλα και πολλές ακόμη high-quality επιλογές από τα premium bakeries της πόλης
Με λύσεις που περιλαμβάνουν GPS Plotter, βυθόμετρα, όργανα, αυτόματο πιλότο, ηχοσυστήματα, VHF, κάμερες, ραντάρ και πολλά ακόμα, μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες κάθε σκάφους.