Δεν έκλεισε καλά-καλά μήνας από τότε που η κυβέρνηση, εκεί στα τέλη Αυγούστου, θριαμβολογούσε για το τέλος των μνημονίων και την έξοδό μας στις αγορές και αυτές μας έδειξαν τα δόντια τους: ξεπούλησαν τις ελληνικές τράπεζες και τα ελληνικά ομόλογα, δείχνοντας σαφέστατα με αυτόν τον τρόπο ότι η πόρτα τους είναι κλειστή για την Ελλάδα.
Γιατί συνέβη αυτό; Διότι η κυβέρνηση έκανε σαφείς τις προθέσεις της να τα δώσει όλα πριν τις εκλογές, να εγκαταλείψει τις μεταρρυθμίσεις και να διαλύσει έτσι τις ορατές αλλά και πιο μακρινές προοπτικές της χώρας. Τι κρύβουν οι κυβερνητικές εξαγγελίες;
Καταρχάς η δημοσίευση διπλού Προϋπολογισμού, δηλαδή Προϋπολογισμού με δύο σενάρια, όπως αυτός του 2019 που παρουσίασε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, δεν έχει ξαναγίνει. Δείχνει από αμηχανία μέχρι κομφούζιο και αυτό οι αγορές το αντιμετωπίζουν πολύ αρνητικά.
Δεύτερον, η κυβέρνηση εξαγγέλλει διαρκώς παροχές και έχει σταματήσει τις μεταρρυθμίσεις. Επίσης έχει φρενάρει και τις διαδικασίες αποκρατικοποιήσεων που ενδιαφέρουν πρωτίστως τους ξένους, ενώ διαρρέουν διαρκώς σχέδια του κυβερνητικού αλλά και του κομματικού επιτελείου για το πού θα σπαταληθεί το μαξιλαράκι της ρευστότητας που έχει περισσέψει από τα μνημόνια ώστε να φρενάρει ή και να ανατρέψει την πολιτική κατρακύλα της κυβέρνησης πριν τις εκλογές.
Υπό αυτές τις συνθήκες, λοιπόν, η κυβέρνηση κινείται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που έχει συμφωνήσει με την Ευρώπη και από αυτή που αναμένουν οι αγορές. Με αποτέλεσμα, καθώς το διαπιστώνουν, να μας επιτίθενται ανελέητα. Το ξεπούλημα των τραπεζικών μετοχών προκάλεσε πανικό στην κυβέρνηση μέχρι να διαπιστώσει πού οφείλονται οι μαζικές ρευστοποιήσεις. Πρόκειται τελικά για αληθινές πωλήσεις μετοχών κατά 70% και για ανοιχτές πωλήσεις κερδοσκοπίας (short) κατά 30%, σύμφωνα με χρηματιστηριακές πηγές. Η αφορμή των πωλήσεων είναι τα προβλήματα των τραπεζών, αλλά η αιτία είναι η εμφανής απόκλιση της κυβερνητικής πολιτικής από τις συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις.
Απηύδησαν οι ξένοι
Εννέα χρόνια μετά την έναρξη της κρίσης και την αποκάλυψη της τραγικής κατάστασης της ελληνικής οικονομίας, οι ξένοι έχουν βαρεθεί να περιμένουν. Εχουν βαρεθεί τα ψέματα, τις καθυστερήσεις, τον λαϊκισμό. Οσοι πίστεψαν στις προοπτικές της χώρας και επένδυσαν εδώ έχασαν τα λεφτά τους. Ιδίως αυτοί που τα έριξαν στις ελληνικές τράπεζες. Τώρα δεν θέλουν να ξανακούσουν κουβέντα και αρνούνται να βάλουν έστω και ένα ευρώ για νέες αυξήσεις κεφαλαίου. Οι δε τράπεζες δεν έχουν καταφέρει να αντιμετωπίσουν τα κόκκινα δάνεια, τα οποία πλησιάζουν σήμερα τα 90 δισ. ευρώ, και αυτό τους προκαλεί πολύ μεγάλα προβλήματα. Πηγές της αγοράς κάνουν λόγο για ανάγκη νέων αυξήσεων κεφαλαίου, πράγμα που ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας διαψεύδει, εξηγώντας ότι δεν χρειάζονται αυξήσεις. Επισημαίνει μάλιστα ότι τα stress tests που πέρασαν επιτυχώς οι τράπεζες ήταν τα αυστηρότερα και έχουν επάρκεια κεφαλαίων. Συνεπώς δεν υπάρχει τεκμηρίωση στη φήμη περί ανάγκης νέων αυξήσεων. Αυτό αποκλείει και την ανάγκη κουρέματος των καταθέσεων, η οποία θα ακολουθούσε μια ενδεχομένως αποτυχημένη προσπάθεια αύξησης κεφαλαίων.
Τα κόκκινα δάνεια είναι πράγματι πρόβλημα λόγω του τεράστιου ύψους τους, αλλά φαίνεται πως γίνεται μεγάλη προσπάθεια να αντιμετωπιστούν με τη δημιουργία ορισμένων εργαλείων που θα τα μειώσουν κατά 20 δισ. ευρώ.
Ο πτωχευμένος εγγυάται;
Τα εργαλεία αυτά, όμως, χρειάζονται για να λειτουργήσουν την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου και εδώ προκύπτει το πρώτο πρόβλημα, ότι δηλαδή η Ευρώπη πρέπει να εγκρίνει αυτή την πρακτική. Δεν την είχε εγκρίνει παλαιότερα όταν είχε συζητηθεί και δεν αναμένεται να την εγκρίνει η DG Comp, δηλαδή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού. Η Ευρώπη θα εγκρίνει τιτλοποιήσεις των κόκκινων δανείων, αλλά χωρίς εγγυήσεις του Δημοσίου, σύμφωνα με πολύ καλά πληροφορημένες πηγές, διότι αυτό θα θεωρούνταν ευθέως κρατική ενίσχυση που νοθεύει τον ανταγωνισμό.
Αν όμως τελικά υιοθετηθεί το σχέδιο για τα ειδικά εργαλεία των τραπεζών και γίνουν τιτλοποιήσεις κόκκινων δανείων με εγγύηση του Δημοσίου, τότε ανακύπτουν άλλα προβλήματα: Σε ποιες τιμές θα αγοράσουν οι ξένοι αυτά τα ομόλογα, τα οποία θα θεωρήσουν -και ορθώς- ομόλογα πτωχευμένου κράτους και τι επιτόκια θα χρεώσουν εφόσον πρόκειται για νέο, πρόσθετο δανεισμό; Μην ξεχνάμε επίσης ότι η εγγύηση του Δημοσίου βαραίνει φυσικά τους φορολογούμενους, αφού πρόκειται για έμμεσο δανεισμό που, κατά πάσα πιθανότητα, θα καταλήξει σε άμεσο δανεισμό. Και ενώ ο κ. Δημήτρης Κουτσούμπας δηλώνει «μην τολμήσετε να επιβαρύνετε τους Ελληνες για τις τράπεζες», εννοώντας φυσικά τις κατασχέσεις ακινήτων και τους πλειστηριασμούς, οι Ελληνες δεν γλιτώνουν την επιβάρυνση λόγω νέων μελλοντικά φόρων, πράγμα που δεν ενοχλεί καθόλου ούτε τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ ούτε και τον κ. Αλέξη Τσίπρα. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, αν εγκριθούν και λειτουργήσουν αυτά τα εργαλεία για τις τράπεζες, το πρόβλημα λύνεται προσωρινά και επί της ουσίας μετατίθεται για το μέλλον. Πράγμα που θέλει και η Ευρώπη, η οποία δεν μπορεί φέτος να ασχοληθεί άλλο μαζί μας λόγω του ότι έχει και τις ευρωεκλογές.