Ντροπή σου, Ολίβια: Μία αληθινή ιστορία δύναμης και αλλαγής

Ντροπή σου, Ολίβια: Μία αληθινή ιστορία δύναμης και αλλαγής

Το νέο βιβλίο του ψυχοθεραπευτή Γιώργου Λάγιου - Διαβάστε την προδημοσίευση στο protothema.gr

Ντροπή σου, Ολίβια: Μία αληθινή ιστορία δύναμης και αλλαγής
Μετά από τα δύο best seller βιβλία «Eσύ θα σε επέλεγες για γονιό σου;» (2018) και «Μέσα στο μυαλό σου» (2021), ο Γιώργος Λάγιος, κλινικός σύμβουλος ψυχικής υγείας και ψυχοθεραπευτής, επανέρχεται με ένα εξαιρετικά επίκαιρο μυθιστόρημα. Ένα έργο που βασίζεται στην πραγματική ιστορία μιας γυναίκας που κατάφερε να αλλάξει τον τρόπο σκέψης της και τελικά τη ζωή της.

Το «Ντροπή σου, Ολίβια» που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Διόπτρα είναι ένα βιβλίο που τονίζει την αξία της αυτοεκτίμησης, της αγάπης προς τον εαυτό και τα θέλω μας, ενάντια στην ντροπή που ενσταλάζει μέσα μας η κοινωνία και, ακόμα περισσότερο, ίσως η ίδια μας η οικογένεια.

Μπορεί να παγιδευτείς σε μια ολέθρια κατάσταση μέσα σε μια στιγμή. Όμως μια στιγμή χρειάζεται και για να πάρεις την απόφαση να αλλάξεις τα πάντα.

Διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο

Η Ολίβια βρίσκεται εγκλωβισμένη σε μια ζωή που δεν επέλεξε. Η ψυχολογική βία που υφίσταται αδιάλειπτα τη βυθίζει σε μια δραματική καθημερινότητα που αισθάνεται ότι καταστρέφει και την κόρη της. Ο αληθινός της εαυτός αποσυνδέθηκε πριν από πολύ καιρό, όταν αγνόησε όλα τα κόκκινα σημάδια και επέλεξε τον πιο λάθος σύντροφο.

Μετά από τόσα χρόνια, δεν μπορεί να διανοηθεί πως υπάρχει κάτι άλλο εκτός από αυτή τη ζωή. Αυτή τη ζωή που της έμαθαν ότι της αξίζει. Είναι δεδομένη, είναι λίγη, είναι ανάξια να ζητάει κάτι περισσότερο από αυτό.

Λίγο πριν από την καταστροφή της, αποφασίζει να επισκεφθεί έναν ψυχοθεραπευτή, ο οποίος σπάει τα πρωτόκολλα της ψυχολογίας για να μπορέσει να τη σώσει από το «κλειδωμένο» μυαλό της. Η μάχη που η Ολίβια δίνει για να πιστέψει πάλι στον εαυτό της είναι σχεδόν άνιση. Ίσως έχει μείνει ένα πολύ μικρό κομμάτι στην αυτοεκτίμησή της.

Ο Έκτορας, μέσα από την ψυχοθεραπεία, της δείχνει τον δρόμο για μια ζωή που δεν είχε καν ονειρευτεί. Θα της ξυπνήσει δυνάμεις που δεν ήξερε ότι έχει μέσα της.

Από εκείνη εξαρτάται αν θα αλλάξει αυτό που ζει τόσα χρόνια. Δεν είναι τόσο εύκολο, όμως. Ή μήπως είναι;

Ντροπή σου, Ολίβια: Μία αληθινή ιστορία δύναμης και αλλαγής
Κλείσιμο
Ακολουθεί προδημοσίευση του βιβλίου:

«Έχεις γράψει κάτι άλλο από αυτά που είπαμε να γράφεις κάθε βράδυ, το οποίο θα ήθελες να μοιραστείς;»
«Έχω γράψει πολλά, αλλά δεν έχω όρεξη τώρα».
«Δεν υπάρχει λόγος να πιέζεσαι». Και παρέμεινε σιωπηλός.

Κοίταζα κάτω και περίμενα να μου κάνει κάποια ερώτηση ή να μιλήσει. Αλλά δεν μιλούσε. Σε κάποιες φάσεις σήκωνα τα μάτια μου και τον κοίταζα κι εκείνος με κοίταζε με το γνωστό διαπεραστικό βλέμμα. Αισθάνθηκα ότι με δοκίμαζε. Προσπα­ θούσα να σκεφτώ αν έπρεπε να μιλήσω πρώτη ή να αντέξω όσο χρειαζόταν. Για να δούμε ποιος θα μιλήσει πρώτος. Εγώ δεν είχα όρεξη, ούτως ή άλλως.

Κοίταξα το ρολόι επιδεικτικά για να δει ότι το κοίταξα. Είχαν περάσει αρκετά λεπτά και δεν μιλούσε κανένας μας. Μέχρι που είπε…

«Λοιπόν, αυτά για σήμερα. Θα σε δω την επόμενη εβδομάδα».
«Τι εννοείς αυτά για σήμερα; Ποια αυτά, δεν είπαμε τίποτα, αφού δεν μιλάμε».
«Μιλάμε, και μάλιστα με εκκωφαντικό τρόπο, μέσα από τη σιωπή μας».
«Άρχισες τα βουδιστικά σου; Πρώτον, δεν τελείωσε ο χρόνος μας πάλι και, δεύτερον, αν δεν μου κάνεις κάποια ερώτηση, πώς θα συνεχιστεί η συζήτηση;»
«Μου ακούγεσαι θυμωμένη».
«Όχι, δεν είμαι καθόλου θυμωμένη. Απλώς σου λέω αυτό που συμβαίνει».
«Οπότε ίσως κάνω λάθος, δεν είσαι θυμωμένη. Ποιο είναι το συναίσθημα τότε;»
«Άντε πάλι με το συναίσθημά μου και ποιο είναι το συναί­ σθημά μου. Άλλο πράγμα σου λέω τώρα», είπα σηκώνοντας τον τόνο της φωνής μου.
«Είναι ξεκάθαρο ότι δεν είσαι θυμωμένη. Μήπως απλώς εκνευρισμένη με κάτι;»

Στον τόνο της φωνής του διέκρινα την ειρωνεία, αλλά ήταν καλυμμένη καλά.

«Δεν είμαι ούτε θυμωμένη ούτε εκνευρισμένη», είπα φωνα­ χτά κι έσφιξα τις γροθιές μου.
«Μμμ… μήπως είσαι χαρούμενη τότε;»

Εδώ όμως η ειρωνεία ήταν ξεκάθαρη και δεν άντεξα.

«Με ειρωνεύεσαι; Πιστεύεις ότι είναι μια καλή μέρα για μένα για να με ειρωνευτείς; Έρχομαι και σου λέω τα πιο προ­ σωπικά μου πράγματα κι εσύ τα χρησιμοποιείς για την ευχα­ ρίστησή σου; Περνάς καλά; Σε ρωτάω, περνάς καλά;» – με πολύ έντονο τρόπο.
«Η αλήθεια είναι ότι περνάω πολύ καλά», είπε με πολύ ήρε­ μο τόνο και κοιτάζοντάς με μέσα στα μάτια.
«Ε, είσαι πολύ μαλάκας κι εσύ. Όπως όλοι οι άντρες». Μόλις το είπα, συνειδητοποίησα τι βγήκε από το στόμα μου.
«Δεν το πιστεύω. Συγγνώμη, δεν ήθελα να σε βρίσω», απολογήθηκα.
«Ήθελες. Και πολύ καλά έκανες. Επιτέλους εκφράστηκες.
Όχι με τον καλύτερο τρόπο, αλλά εκτονώθηκες».
«Τι παιχνίδια είναι αυτά, δεν καταλαβαίνω!»
«Ολίβια, σήμερα θα μάθουμε μια καινούρια δύναμη. Είναι και η επιτομή της συναισθηματικής νοημοσύνης. Όταν έχουμε κάποιον απέναντί μας, θα προσπαθούμε πρώτα να ανιχνεύου­ με το συναίσθημά του. Τα λόγια που βγαίνουν από το στόμα του έχουν δευτερεύουσα σημασία. Είσαι θυμωμένη από τη στιγμή που μπήκες. Αυτό το συναίσθημα είχε κατακλύσει το δωμάτιο, φαινόταν από τον τρόπο που κοίταζες, από τις μικροεκφράσεις στο πρόσωπό σου, από το χρώμα της φωνής σου, ακόμα κι από τον τρόπο που ήπιες το νερό σου. Δεν χρειαζόμουν καν τις λέξεις σου για να καταλάβω το συναίσθημά σου. Το ότι με αποκάλεσες μαλάκα δεν με απασχολεί καθόλου. Ούτως ή άλ­ λως, ξέρω ότι δεν απευθύνεσαι σ’ εμένα. Μιλάει ο θυμός σου.
»Ο θυμός από κάτω έχει εκατοντάδες συναισθήματα. Ο θυ­ μός είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Υπάρχει πολύ ανε­ πεξέργαστο υλικό το οποίο συσσωρεύτηκε αυτές τις μέρες και, αν και έκανες εξαιρετική δουλειά, δεν αποφορτίστηκε πλήρως. Σ’ εμένα ίσως βλέπεις τον Δημήτρη και αυτή είναι μια κλασική περίπτωση “μεταβίβασης”, όπως το λέμε στην ψυχολογία. Όλη αυτή η εχθρότητα δεν κατευθύνεται σ’ εμένα. Ίσως θα ήθελες να το πεις αυτό στον Δημήτρη. Μπορεί να κάνω και λάθος, δεν ξέρω. Ας βάλουμε, λοιπόν, στη θέση μου τον Δημήτρη. Μπορείς να υποθέσεις ότι κάθεται στη θέση μου. Τι θα του έλεγες;»
«Τι θα του έλεγα;»
«Ελεύθερα. Μίλα τελείως ελεύθερα, λες και τον έχεις απέ­ ναντί σου».
«… Δεν ξέρω τι να πω…»
Έπειτα από λίγα δευτερόλεπτα όμως ξεκίνησα…
«… Μετά από τόσα χρόνια που έχω υπομείνει τόσες κατα­ στάσεις, τολμάς και με προσβάλεις με τον χειρότερο τρόπο. Δεν έχεις κανένα όριο; Είσαι ο πιο ανήθικος άνθρωπος που έχω γνωρίσει».

Η ένταση της φωνής μου άρχισε να ανεβαίνει.

«Είσαι αχάριστος. Κάθε μέρα προσπαθούσα να σου αποδεί­ ξω ότι αξίζω. Εσύ με έβαλες σε αυτή τη διαδικασία. Εγώ σου ζήτησα να παντρευτούμε; Εγώ σου ζήτησα στα είκοσι πέντε μου να εγκλωβιστώ; Εσύ ήθελες να παντρευτούμε, εσύ ήθελες να κάνουμε παιδί. Τόσα χρόνια κάνω τα πάντα για να σε ευχα­ ριστήσω, να είμαι η καλή γυναίκα, να είμαι αυτό που θέλεις ΕΣΥ να είμαι. Και ποιο είναι το ευχαριστώ; Να με ξεφτιλίζεις με όλους τους δυνατούς τρόπους. Είσαι σκουπίδι. Είσαι ο πιο μαλάκας άντρας που υπάρχει. Είσαι μαλάκας. ΕΙΣΑΙ ΜΑΛΑ­ ΚΑΣ», με τόσο δυνατή φωνή, που σχεδόν μας άκουσε όλη η πολυκατοικία.

Ακούστηκε ένα χτύπημα και η βοηθός του άνοιξε δειλά την πόρτα. Της έκανε νόημα με το χέρι πως όλα ήταν καλά, δεν χρειαζόταν να μπει. Δεν έδωσα καμία σημασία, δεν με ένοιαζε. Είχα ταχυπαλμία από την ένταση και ανέπνεα πολύ γρήγορα.

«Πάρε μια βαθιά εισπνοή μέσα από την κοιλιά σου και άφη­ σέ την αργά αργά, για όσα περισσότερα δευτερόλεπτα μπορείς. Στην εκπνοή ξεκινάει η χαλάρωση».

Πήρα μια πολύ βαθιά εισπνοή και εξέπνεα για πάνω από δέκα δευτερόλεπτα.

«Αισθάνεσαι καλύτερα;»
«Η αλήθεια είναι πως ναι».
«Ένα από τα πιο βασικά αίτια των ψυχοσωματικών είναι ότι πνίγουμε τα συναισθήματά μας και τις σκέψεις μας. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να εκτονωθούμε. Εδώ μπορείς να είσαι ο εαυτός σου. Αν αυτό σημαίνει ότι εκτός από τα πιο βαθιά μυστικά σου θέλεις να πεις και τις πιο σκοτεινές σκέψεις σου, εγώ το καλωσορίζω. Όπως παρατήρησες, έχεις πολλά να πεις στον Δημήτρη και ίσως θα σου δοθεί η ευκαιρία. Είναι απόλυτα κα­ τανοητό να νιώθεις έτσι. Πολλές φορές μεταφέρουμε τον θυμό που έχουμε ή οποιοδήποτε συναίσθημα για ένα πρόσωπο σε ένα άλλο. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή για να κατευθύνουμε τα συναισθήματά μας στον σωστό παραλήπτη. Για να το κάνουμε αυτό, όμως, θα πρέπει να παρατηρούμε όχι μόνο τι αισθάνεται ο άλλος, αλλά και τι αισθανόμαστε εμείς. Αυτή είναι και μια μορφή “αυτο­ενσυναίσθησης”. Δεν μπορούμε να αναγνωρί­ σουμε τα συναισθήματα στους άλλους αν δεν μπορούμε να τα αναγνωρίσουμε στον ίδιο μας τον εαυτό. Βγάζουν νόημα αυτά που λέω;»

Συνεδρία με εκπλήξεις...

Μου άνοιξε η Στέλλα την πόρτα και έτρεξα σχεδόν στο γραφείο του Έκτορα. Του έδειξα τα μηνύματα. Την ώρα που τα διάβαζε σιγομουρμούριζε, αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τι έλεγε.

«Θα με σκοτώσει; Το εννοεί;»
«Πολύ πιθανό να το εννοεί».
«Δεν με καθησυχάζει καθόλου αυτό που λες. Δηλαδή εγώ με ποιον ζούσα τόσο καιρό, με κάποιον που θέλει να με δολοφονήσει;»
«Στους χωρισμούς φαίνονται οι άνθρωποι. Όλες οι αγάπες, ή τουλάχιστον οι δηλώσεις αγάπης, εξανεμίζονται σε ένα δια­ ζύγιο. Το αν κάποιος νοιάζεται για σένα φαίνεται από το αν νοιάζεται και χωρίς προϋποθέσεις, όπως το να είσαι μαζί του. Πολλά άτομα δηλώνουν την αγάπη τους, αλλά αυτή η λέξη δεν έχει κάποιο συγκεκριμένο νόημα. Είναι όμως γεμάτη προϋ­ ποθέσεις και όρους. Είναι μια λέξη που ζητάει ανταλλάγματα, χωρίς ωστόσο να συνοδεύεται απαραίτητα και από πράξεις».
«Δηλαδή τόσα χρόνια με ποιον ζούσα;»
«Το ερώτημα δεν θα έπρεπε να είναι με ποιον ζούσες, αλλά καλύτερα για ποιο λόγο επέλεξες αυτόν για να ζήσεις μαζί του και για ποιο λόγο παρέμεινες μαζί του τόσα χρόνια».

Έσκυψα το κεφάλι.

«Είναι πολύ εύκολο για έναν έξυπνο ναρκισσιστή να σε βάλει σε μια διαδικασία και χωρίς να το καταλάβεις να νομίζεις ότι εσύ φταις για όλα. Τα χρόνια περνούν μέσα από τακτικές gaslighting».
«Τι είναι αυτό που είπες; Gas τι;»
«Gaslighting. Είναι μια μορφή ψυχολογικής χειραγώγησης μέσα από την οποία σε κάνει ο άλλος να μπερδεύεσαι, να μην μπορείς να καταλάβεις τι είναι πραγματικό και τι όχι. Αρνείται πράγματα που έχουν συμβεί, σε κατηγορεί για πράγματα που δεν έχουν συμβεί. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να σε κάνει να νιώθεις τρελή, διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα. Αυτό είναι μια μορφή ψυχολογικής βίας και είναι μία από τις πολλές μορφές βίας που έχεις δεχτεί σε αυτόν τον γάμο. Μετά από τόσα χρόνια ψυχικών βιασμών, ένα άτομο μπορεί να χάσει τη σχέση με τον εαυτό του για πάντα. Η Ολίβια των είκοσι πέντε χρονών πού είναι; Απουσιάζει τόσα χρόνια. Κάποια άτομα που χάνουν τον εαυτό τους δεν επανέρχονται ποτέ».

Άκουγα με τρόμο τις λέξεις που χρησιμοποιούσε.

«Μην ανησυχείς, όμως, γιατί εσύ δεν είσαι από αυτά τα άτομα. Έχεις κρατήσει ένα κομμάτι της αυτοεκτίμησής σου άθικτο. Και πάνω σ’ αυτό το κομμάτι χτίζουμε. Υπό άλλες συν­ θήκες, θα μπορούσες να βρίσκεσαι σε ένα νοσοκομείο ή ένα ψυχιατρείο. Ένας ναρκισσιστής είναι ένας εν δυνάμει δολοφό­ νος, γιατί ακόμα κι αν δεν σε σκοτώσει ο ίδιος στ’ αλήθεια, τα ψυχικά τραύματα που θα σου δημιουργήσει θα σε κάνουν να εύχεσαι να σε είχε σκοτώσει».
«Και τώρα τι πρέπει να κάνω;»
«Θα πας κανονικά στον δικηγόρο σου και θα βάλεις άμεσα σε εφαρμογή το σχέδιο».
«Μήπως αυτό τον εκνευρίσει περισσότερο;»
«Σίγουρα θα τον εκνευρίσει περισσότερο. Όμως δεν υπάρχει άλλη επιλογή».

Εκείνη τη στιγμή έγινε κάτι πολύ παράξενο. Μπήκε η Στέλλα στο γραφείο και είπε:

«Μπορείτε να σηκώσετε το σταθερό;»
«Είναι κάτι τόσο σημαντικό;»
«Ναι, δεν θα σας διέκοπτα διαφορετικά. Είναι κάποιος που επιμένει».

Το πρόσωπό της ήταν αρκετά ανήσυχο. Ο Έκτορας σηκώθηκε από την πολυθρόνα, πήγε στο γραφείο του και σήκωσε το σταθερό.

«Παρακαλώ».
«Εσύ είσαι ο ψυχολόγος;»

Είχε πολλή ησυχία στο γραφείο και μπορούσα να ακούσω την άλλη φωνή. Από τις πρώτες συλλαβές η φωνή αυτή μου φάνηκε πολύ γνώριμη και δυστυχώς το σώμα μου μου έδωσε πάλι την εντολή ότι βρίσκομαι σε απειλή. Ήταν ο Δημήτρης.

«Ναι, ποιος είστε παρακαλώ;»
«Είμαι ο Δημήτρης Παρίδης, ο σύζυγος της Ολίβιας. Δεν μου σηκώνει το τηλέφωνο και υποπτεύομαι πως της έχεις βάλει λόγια. Θα ήθελα να μάθω τι λέτε, τι της λες και τι σου λέει».
«Αντιλαμβάνομαι ότι είστε αναστατωμένος. Δυστυχώς, δεν μπορώ να αποκαλύψω τι λέμε στις συνεδρίες, διότι υπάρ­ χει απόλυτη εμπιστευτικότητα και οφείλω να τηρήσω το απόρρητο».
«Ώστε υπάρχει εμπιστευτικότητα. Ωραία, πόσο κοστίζει αυτή η εμπιστευτικότητα; Χίλια, δύο χιλιάδες ευρώ; Πες μου πού να σ’ τα μεταφέρω».
«Δυστυχώς, δεν υπάρχει κάποιο ποσό που θα μπορούσε να σπάσει την εμπιστευτικότητα. Να σας βοηθήσω σε κάτι άλλο;»

Ο Έκτορας κρατούσε σταθερή τη φωνή του και πάρα πολύ σοβαρή. Δεν ήταν η ζεστή φωνή που ήξερα, ούτε η αυστηρή που χρησιμοποιούσε και μ’ εμένα μερικές φορές. Ήταν μια άλλη φωνή που δεν την είχα ξανακούσει. Μια πολύ αντρική φωνή, η οποία ήταν «γεμάτη» και, παρότι σε χαμηλή ένταση, αρκετά βροντερή.

«Άκου, ψυχολόγε της δεκάρας, εφόσον δεν μου λες, θα σου πω εγώ. Μην τυχόν και ξαναμιλήσεις με τη γυναίκα μου. Αυτές τις μαλακίες που κάνει τις τελευταίες μέρες είμαι σίγουρος ότι τις κάνει γιατί ακούει εσένα. Λοιπόν, αν μάθω ότι ξαναμιλήσα­ τε, θα έρθω από κει».
«Κύριε Παρίδη, ευχαριστώ πολύ που με ενημερώνετε για τον τρόπο που σκέφτεστε, οπότε θα σας πω και για τον δικό μου τρόπο. Προφανώς, για να με πάρετε τηλέφωνο, ξέρετε και τη διεύθυνσή μου. Είμαι εδώ και σας περιμένω, όποτε θέλετε να μιλήσουμε. Από εκεί και πέρα θα σας συμβουλεύσω για το δικό σας καλό να μη μου υπαγορεύετε πώς να κάνω τη δουλειά μου. Σας προτείνω να βρείτε κάποιον να μιλήσετε άμεσα για τη δική σας ψυχολογική κατάσταση».
«Κοίτα που το παίζει μάγκας ο κομπογιαννίτης. Μάλλον δεν με κατάλαβες καλά. Θα έρθω από κει και θα σε γαμήσω, ρε βλάκα, το κατάλαβες;»
«Αντιλαμβάνομαι ότι έχετε πολύ περιορισμένο λεξιλόγιο, παρ’ όλα αυτά σας περιμένω. Θα σας πρότεινα πάντως να μην έχετε μεγάλες προσδοκίες».
«Κοροϊδεύεις; Δεν ξέρεις με ποιον έχεις μπλέξει! Ξέρεις ποιος είμαι εγώ;»
«Ξέρω πολύ καλά. Ξέρω επίσης ότι με βοηθήσατε πάρα πολύ να είμαι ένας πολύ χρήσιμος μάρτυρας».
«Μάρτυρας σε τι; Θα σε φοβηθώ; Θα μου κάνεις μήνυση;»
«Εγώ όχι... Εσείς μπήκατε στον κόπο να με καλέσετε και να με εκφοβίσετε και δυστυχώς αυτό δεν θα σας βοηθήσει, ούτε στην προσωπική σας ζωή ούτε στις νομικές μελλοντικές σας εκκρεμότητες».

Πώς μπορούσε και κρατούσε την ψυχραιμία του ο Έκτορας; Πώς απαντούσε χωρίς να μπαίνει στον πειρασμό να βρίσει; Πώς έδινε απαντήσεις χωρίς να ανεβαίνει η ένταση της φωνής του;

«Θα σ’ το πω για τελευταία φορά. Μακριά από τη γυναίκα μου, αλλιώς θα έχουμε άλλα».
«Ευχαριστώ για την υπενθύμιση. Να σας ενημερώσω ότι οι απειλές σας έχουν ακουστεί προσεκτικά. Πάντα απολαμβάνω να δέχομαι απειλές, ελπίζω να πάρετε μερικές αναπνοές και να σκεφτείτε ψύχραιμα τις επόμενες κινήσεις σας. Σας εύχομαι καλή συνέχεια».

Τότε άκουσα τον Δημήτρη να βρίζει και σιγά σιγά τον Έκτο­ ρα να κλείνει το τηλέφωνο, ενώ εκείνος συνέχιζε. Παρακολου­ θούσα τη συζήτηση λες και έβλεπα ταινία. Λες και συνέβαινε σε κάποια άλλη αυτό. Το έβλεπα απ’ έξω σαν παρατηρήτρια. Τι ήταν πάλι αυτό τώρα;

«Δεν ξέρω αν άκουγες τη συζήτηση, σε ενημερώνω ότι ήταν ο σύζυγός σου στο τηλέφωνο».

Τα μάτια μου δεν κινούνταν. Ο Έκτορας ήρθε μπροστά μου και κούνησε το χέρι του μπροστά απ’ τα μάτια μου.

«Ολίβια, με ακούς;»

Εκείνη τη στιγμή βάρεσε ένα παλαμάκι πολύ δυνατά. Απότομα επανήλθα στο σώμα μου.

«Έκτορα, συνέβη κάτι πολύ περίεργο», του είπα με έντονη ανησυχία. «Τώρα που σας άκουγα στο τηλέφωνο, ήταν σαν να σας έβλεπα απ’ έξω, σαν να μη συνέβαινε σ’ εμένα αυτό, σαν να μην καθόμουν εγώ σ’ αυτή τη θέση και σαν να ήμουν μια άλλη. Τι είναι αυτό τώρα; Πες μου, χάνω το μυαλό μου τελείως;»
«Όχι, δεν το χάνεις, μην ανησυχείς. Σε πολύ στρεσογόνες στιγμές, υπάρχει περίπτωση ο εγκέφαλος να δημιουργήσει έναν μηχανισμό αποσύνδεσης από τον εαυτό, που τον ονομά­ ζουμε αποπροσωποποίηση».
«Μα ήταν σαν να βγήκα από το σώμα μου. Άκουγα τα πάντα σε πολύ μεγάλη ένταση και είχα μουδιάσει εντελώς. Τα έβλεπα όμως από απόσταση. Δεν μπορούσα να καταλάβω αν ήταν πραγματικό αυτό που ζούσα ή αν το ονειρευόμουν».
«Είναι απόλυτα φυσιολογικό να σε φοβίζει μια τέτοιου είδους εμπειρία, διότι δεν την έχεις ξαναζήσει. Είναι μαγικό το πόσο διαφορετικά πράγματα επινοεί ο εγκέφαλός μας για να ερμηνεύσει με διαφορετικούς τρόπους αυτό που συμβαίνει μπροστά μας. Ίσως εκείνη τη στιγμή που άκουσες τον Δημήτρη στο τηλέφωνο να πυροδοτήθηκε τρόμος σε τέτοιο βαθμό, ώστε να έπρεπε να αποσυνδεθείς για να κρατήσεις την ψυχραιμία σου. Άκουσες τα πάντα;»
«Ναι, τα άκουσα όλα. Αισθάνομαι τόσο άσχημα. Μα πώς βρήκε το τηλέφωνό σου, πώς ήξερε ότι έρχομαι σ’ εσένα; Δεν του είπα ποτέ τίποτα».
«Χωρίς να είμαι σίγουρος, εφόσον πληρώνεις με την κάρτα σου, νομίζω ότι αν έχει πρόσβαση στις κινήσεις της θα μπορούσε πολύ εύκολα να το μάθει».
«Δεν το πιστεύω. Δεν το σκέφτηκα καθόλου. Άρα ξέρει… τα πάντα. Με κάρτα πληρώνω τα πάντα». Με έπιασε ταραχή για το τι μπορεί να ήξερε. «Εγώ φταίω, σου ζητάω συγγνώμη».
«Εσύ γιατί ζητάς συγγνώμη;»
«Επειδή εγώ είμαι η αιτία που δέχτηκες αυτό το τηλεφώνημα».
«Μην ανησυχείς καθόλου. Είναι ένα κλασικό απόγευμα Τρίτης».
«Σε θαυμάζω. Αλήθεια σε θαυμάζω».

Όντως αυτό σκεφτόμουν. Ότι τον θαύμαζα. Εκείνη τη στιγμή ένιωσα για λίγο τα αρνητικά συναισθήματα να καταλαγιάζουν και τον έβλεπα περισσότερο ως άντρα και λιγότερο ως ψυχοθεραπευτή.

«Μην κοιτάς τη μητέρα σου. Κι εμείς νομίζεις δεν είχαμε τις διαφορές μας; Για να είναι ένα ανδρόγυνο τόσα χρόνια μαζί, προφανώς έχει τσακωθεί μερικές φορές. Εγώ πρέπει να σ’ τα πω αυτά; Εσείς οι νέοι γι’ αυτό δεν μπορείτε να κρατήσετε τις σχέσεις σας. Εμείς οι παλιοί προσπαθούσαμε, παλεύαμε για την αγάπη μας και για το σπίτι μας».

Εκείνη τη στιγμή σκεφτόμουν ότι δεν πάλευαν για την αγά­ πη οι παλιοί. Πάλευαν για το τι θα πει ο κόσμος αν χωρίσουν. Έμεναν μαζί με οποιοδήποτε τίμημα, αρκεί να μη χώριζαν...

«Πατέρα, σας πήρα τηλέφωνο μέσα στην αγωνία μου και ζήτησα να έρθω να μείνω εδώ και μου αρνηθήκατε, έτσι δεν είναι, μητέρα;»
«Σου αρνήθηκα γιατί δεν ήθελα να φύγεις από το σπίτι σου και να εγκαταλείψεις τη συζυγική στέγη σου».
«Ναι, αλλά εγώ σας είχα ανάγκη».
«Κι εμείς έχουμε ανάγκη να ωριμάσεις επιτέλους», είπε ο πατέρας μου. Ο τόνος του έγινε πιο αυστηρός. «Αμέσως τρέχεις στη μαμά και στον μπαμπά στην πρώτη δυσκολία;»
«Πρώτη δυσκολία; Τόσα χρόνια περνάω δύσκολα. Κινδύνευ­ σε η ζωή μου για να φτάσω στο σημείο να ζητήσω βοήθεια».
«Έχεις σκεφτεί πως εσύ ευθύνεσαι για όλο αυτό; Όλο φταί­ νε οι άλλοι. Εσύ τι έκανες για να φτάσουν τα πράγματα μέχρι εκεί;»
«Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν πιστεύετε την ίδια σας την κόρη. Σας εξηγώ ότι εγώ είμαι το θύμα, ότι πραγματικά δεν είχα άλλη επιλογή, έκανα ό,τι μπορούσα σε αυτόν τον γάμο».
«Μπορείς πολλά περισσότερα», πετάχτηκε η μητέρα μου.
«Όχι, δεν μπορώ. Αυτός ο γάμος τελείωσε για μένα».
«Αν τελειώσει αυτός ο γάμος, τότε τελείωσες κι εσύ για εμάς», είπε ο πατέρας μου.

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ντροπή σου, Ολίβια: Μία αληθινή ιστορία δύναμης και αλλαγής
Ο Γιώργος Λάγιος κατέχει μεταπτυχιακό τίτλο ψυχολογίας –πιο συγκεκριμένα πάνω στη γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία–, καθώς και διδακτορικό στην ψυχοσεξολογία. Είναι καθηγητής Ψυχοσεξουαλικής Θεραπείας και συγγραφέας των δύο best sellers Eσύ θα σε επέλεγες για γονιό σου; (2018) και Μέσα στο μυαλό σου (2021).

Είναι επίσης κλινικός σύμβουλος ψυχικής υγείας, ομιλητής και δημιουργός των καινοτόμων διαδραστικών θεατρικών παραστάσεων ψυχολογίας. Έχει θεωρηθεί αρκετά αιρετικός για τις απόψεις του, όμως πάντα προσπαθεί να βρει νέους τρόπους να περάσει κοινωνικά μηνύματα.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Δείτε Επίσης