Γιατί όλοι θέλουν να γίνουν MasterChef;

Ο «θείος Λεωνίδας», ο Ζαχίρ, ο Κρατς, ο Μανόλο, ο Χάμπος, η Σπυριδούλα, η Αλκηστις και ένα ριάλιτι, που δείχνει και είναι αήττητο όχι μόνο στην τηλεόραση, αλλά και στην κοινωνία

Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
chef_ar
Αν κάτι μπορεί να τροφοδοτήσει την ανάγκη του κόσμου για την ανάδειξη νέων λαϊκών ηρώων αυτό είναι η τηλεοπτική δεξαμενή προσώπων. Η αντίστοιχη πολιτική απέτυχε, η αθλητική τα τελευταία χρόνια έχει δυναμική αλλά όχι τόσο μεγάλη επίδραση και φυσικά η σχέση της κοινωνίας με τα γράμματα και τις τέχνες περνά κρίση ίσως πιο έντονη από την αντίστοιχη οικονομική.

Κάθε επιτυχημένη παραγωγή πέρα από το περίφημο και περιλάλητο concept ή σενάριο οφείλει να βασιστεί πάνω σε τύπους χαρακτήρων. Τους οποίους στη συνέχεια το τηλεοπτικό κοινό θα λατρέψει ή θα μισήσει, θα ταυτιστεί μαζί τους ή θα τους δει με την άκρη του ματιού του. Το επόμενο στάδιο είναι αυτό όπου ο τηλεθεατής θα μπει στη διαδικασία να τους παρακολουθεί προκειμένου να δει την εξέλιξη όλου του προγράμματος αλλά και τη δική τους προσωπικά. Στη μυθοπλασία κάτι τέτοιο είναι μάλλον δύσκολο να συμβεί. Εκεί όπου τα πρόσωπα πρωταγωνιστούν ή κυριαρχούν, σε βαθμό ενίοτε και επικίνδυνο, είναι τα ριάλιτι.

Το «MasterChef», για παράδειγμα, είναι η κυρίαρχη τηλεοπτική συνταγή για τη φετινή σεζόν - και αυτό φυσικά το αποδεικνύουν σε πρώτη φάση τα νούμερα τηλεθέασης και σε δεύτερο επίπεδο ο ντόρος που γίνεται γύρω από τα πρόσωπα. Πρόσωπα που με τη δράση και τα λεγόμενά τους και λιγότερο με τη μαγειρική ικανότητά τους καταφέρνουν να μονοπωλούν τη δημοσιότητα που προσφέρει απλόχερα η τηλεόραση. Γιατί είναι τουλάχιστον ευφυές να μπορείς να μπολιάσεις την ίντριγκα και τη ριάλιτι πλοκή με ολίγη από επαγγελματική αποκατάσταση. Σε αντίθεση με το «Survivor», στην περίπτωση του «MasterChef» μία εκπομπή έρχεται να καλύψει μία μεγάλη ανάγκη του δυναμικού κοινού που το παρακολουθεί μετά μανίας. Την επαγγελματική προοπτική η οποία αγνοείται στους κόλπους της κοινωνίας, αλλά μια χαρά τη βρίσκεις στους αντίστοιχους τηλεοπτικούς.

Μέσα σε λίγα επεισόδια γίνεσαι φίρμα και περιζήτητος αρκεί να φερθείς έξυπνα, μεθοδικά και φυσικά να παραμείνεις πιστός στη στρατηγική που θα χαράξεις. Διανύουμε πλέον μονοπάτια περίεργα, όπου αν κάποτε για εμάς η στρατηγική ήταν έννοια άρρηκτα συνδεδεμένη με μυαλά ευφυή, όπως του Μιλτιάδη ο οποίος οδήγησε τους Αθηναίους σε μία από τις σημαντικότερες νίκες τους απέναντι στους Πέρσες στη Μάχη του Μαραθώνα, πλέον δεν είναι. Η στρατηγική από τηλεοπτικού άμβωνος διδάσκεται με άλλους όρους. Με αυτούς που θέλει φερέλπιδες παίκτες ριάλιτι να διεκδικούν τη μερίδα του λέοντος στα παιχνίδια και στα sites μέσα από την εξόντωση του αντιπάλου, ηθικά και ψυχολογικά, μέσα από τον σωστό βηματισμό που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε αναπαραγωγή ατάκας ή χυδαίας συμπεριφοράς και άντε, αν υπάρχει ενδιαφέρον, στη νίκη ή στη διάκριση που μπορεί να επιτευχθεί στο τέλος κάποιας δοκιμασίας.


chef1
Στην περίπτωση του «MasterChef» η κριτική επιτροπή (Κοντιζάς, Κουτσόπουλος, Ιωαννίδης) είναι από τα βασικότερα συστατικά της επιτυχίας



Το ριάλιτι των κανονικών ανθρώπων

Κλείσιμο
Επειδή όλο αυτό μοιάζει απλό -έως... απλοϊκό-, η παραγωγή του «MasterChef» φέτος πρόσθεσε άλλο ένα βήμα στη συνταγή. Αφουγκραζόμενοι τα όσα συμβαίνουν στο κοινωνικό μωσαϊκό, οι επικεφαλής θεώρησαν ότι ένα ριάλιτι οφείλει να είναι ο μικρόκοσμος του έξω. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Οτι πλέον στο ριάλιτι μπορούν να δηλώσουν συμμετοχή μετανάστες και πρόσφυγες, θύματα μπούλινγκ, όχι απαραίτητα σέξι κορίτσια, άνθρωποι με κινητικές δυσκολίες και πολλοί άλλοι.

Από την περίοδο του κάστινγκ, το μαγειρικό ριάλιτι έδειξε τις προθέσεις του. Οπως και οι παίκτες. Ο Αφγανός Ζαχίρ μίλησε στην κάμερα για το οδοιπορικό της ζωής του που τον έφερε μέσα από καταυλισμούς και τουρκικές φυλακές, μέσα από συνθήκες πείνας και εκμετάλλευσης, και μετά από πολλά περιστατικά προσβολών και ταπείνωσης πίσω από τον πιο δημοφιλή τηλεοπτικό πάγκο κουζίνας. Η ντοπιολαλιά του «Κρατς» έγινε talk of the town. Το ίδιο φυσικά ίσχυσε και για τον Χαράλαμπο ή Χάμπο, ο οποίος με περισσή ψυχραιμία όσο ετοίμαζε το δικό του πιάτο αφηγήθηκε περιστατικά βίας, το γνωστό μπούλινγκ, τα οποία τον στιγμάτισαν ψυχικά και σωματικά και τον έστειλαν μέχρι και στο νοσοκομείο.

Η Αλκηστις ήρθε με φόρα από την Κρήτη. Με φόρα κατέφτασε και η ξανθιά Ασημίνα η οποία λάμπει -και όχι λόγω ονόματος βεβαίως-βεβαίως... Από τις περίφημες οντισιόν πέρασαν ακόμη και άνθρωποι οι οποίοι μετακινούνται με αναπηρικά αμαξίδια, άνθρωποι οι οποίοι αν και συνταξιούχοι επιμένουν να κυνηγούν το όνειρό τους, μαμάδες πολλών παιδιών και παιδιά πολύτεκνων οικογενειών που θέλουν πολύ να κάνουν αυτό που τους αρέσει, γυναίκες που μπορεί να έχουν παραπανίσια κιλά αλλά ευτυχώς το βάρος τους αυτή τη φορά δεν στάθηκε εμπόδιο στο να διεκδικήσουν μια θέση στον τηλεοπτικό ήλιο. Και κάπως έτσι οι ιστορίες καθημερινής τρέλας και ευαισθησίας, τα πρόσωπα της διπλανής πόρτας και τα νέα δεδομένα που διαμορφώνουν την κοινωνική συνείδηση ήρθαν να γίνουν συνιστώσες μιας μεγάλης τηλεοπτικής συνισταμένης, η οποία καταφέρνει όχι μόνο να ενώνει όσα φιγουράρουν μπροστά στο γυαλί, αλλά και αυτά τα οποία βρίσκονται έξω από αυτό.

Ισως εκεί να κρίθηκε και η παρτίδα. Στο ότι επιτέλους η τηλεόραση άνοιξε την πόρτα της και άφησε να μπουν κανονικοί άνθρωποι. Και αυτό δεν ήταν καλό μόνο για την ψυχολογία του τηλεθεατή, αλλά και για την καλλιέργεια μιας κοινωνικής συνείδησης που παύει να αντιμετωπίζει ως ξένο το διαφορετικό, που βλέπει ανθρώπους οι οποίοι αντιμετωπίζουν το ίδιο ενδεχομένως πρόβλημα με αυτούς, και που φυσικά πείθεται πως σε όλους αξίζει μια ευκαιρία. Επιπλέον, είναι καλό να γίνει σαφές ότι η τηλεόραση δεν ανήκει μόνο στους δίμετρους, στις ξανθές και στις τέλειες αναλογίες. Ο εξορθολογισμός του τηλεοπτικού κώδικα εισόδου στα τηλεοπτικά πλατό ήταν θέμα χρόνου να γίνει. Η «Ντανοποίηση» βοήθησε σημαντικά στο να προωθηθούν συνταγές που ήθελαν το λαϊκό είδωλο να ξεπηδά μέσα από συνοικιακές πλατείες, προσφυγικούς καταυλισμούς, απομακρυσμένα χωριά της περιφέρειας και μικροαστικά διαμερίσματα. Το μόνο που χρειάζεται είναι να έχεις όνειρο, να διαθέτεις ταλέντο και φυσικά να είσαι έτοιμος να πρωταγωνιστήσεις στην ίντριγκα που τροφοδοτεί το ριάλιτι. Γιατί, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, όταν έγινε η επιλογή η ικανότητα στη δημιουργία πιάτου ήρθε δεύτερη σε σχέση με την αντίστοιχη στην παραγωγή... μανούρας.


Είναι γάτα, είναι γάτα ο κοντός χωρίς γραβάτα

Για να δέσει η συνταγή δεν αρκεί να έχεις μόνο καλή ορχήστρα αλλά και τον σωστό μαέστρο. Οταν μιλάμε για «MasterChef» η κριτική επιτροπή είναι ένα από τα βασικότερα συστατικά του και φέτος ευτύχησε να έχει έναν σεφ που γνωρίζει δόξες τηλεοπτικού ροκ σταρ, τον «αδικημένο» της τριάδας (Κοντιζάς, Ιωαννίδης, Κουτσόπουλος), καθώς επειδή το ύψος των δύο άλλων είναι πάνω από τα δύο μέτρα κάνει το 1,74 να δείχνει λίγο. Στην ουσία όμως ο Λεωνίδας Κουτσόπουλος, ο «Λεό», είναι ο MVP του «MasterChef». Είναι ένας δαιμόνιος σεφ που ξεπήδησε από τα παρασκήνια όπου δούλευε όλα αυτά τα χρόνια και αιχμαλώτισε τον τηλεοπτικό φακό με το χιούμορ, την ατάκα και την εξυπνάδα του. Ξέρει να κάνει παιχνίδι, γνωρίζει πολύ καλά να παίζει επίθεση και άμυνα, να βάζει σε όρια ό,τι ξεφεύγει, να γοητεύει τα πλήθη, ακόμη και τα θηλυκά, και να τουιτάρει.

Εχει ευαισθησίες και χωρίς τσιτάτα τις εκφράζει και τις εξωτερικεύει, τρολάρει τους δύο συνεργάτες του και έκανε trend τη λέξη που χαρακτηρίζει το φετινό ριάλιτι μαγειρικής: «Σατανάδες». Ο «Λεό» είναι το πρόσωπο που φέτος κλέβει την παράσταση και καταφέρνει κάποιες στιγμές να κάνει το 2,04 των άλλων σεφ να δείχνει λίγο. Εχει χάρισμα. Και ακόμη περισσότερο έχει ενσυναίσθηση και πατά γερά στο έδαφος. Εχοντας δώσει αμέτρητες συνεντεύξεις, έχοντας μιλήσει πολλάκις για τα προσωπικά και τα επαγγελματικά του, με την ευγένεια που τον διακρίνει προσπαθεί να αρνηθεί τα δεκάδες αιτήματα για συνεντεύξεις λέγοντας: «Τουλάχιστον ας πάρω έναν καινούριο σκύλο για να έχω να πω κάτι διαφορετικό και ωραίο».

Τούρτα φυσικά χωρίς κερασάκι δεν είναι ωραία, γι’ αυτό και όλα τα παραπάνω δεν θα συνιστούσαν αντικείμενο συζήτησης αν δεν υπήρχε το κατάλληλο πρόσωπο για να τα αναδείξει. Ο Νίκος Χριστοφόρου, ο Ελληνας παραγωγός που απέδειξε, εκτός του ότι οι Τούρκοι τηλεοπτικά μπορούν να ηττηθούν, και μάλιστα γρήγορα, ότι για να κάνεις καλή τηλεόραση πρέπει να ξέρεις να την κάνεις.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα

Δείτε Επίσης