Κείμενα συλλογικής αυτοβιογραφίας
Κείμενα συλλογικής αυτοβιογραφίας
Στο νέο βιβλίο του Χρήστου Χωμενίδη « Οσο πιο δυνατά με έδερνε, τόσο πιο δυνατά του τραγουδούσα» συγκεντρώνονται κείμενα που δημοσιεύθηκαν σε μια πρώτη μορφή σε εφημερίδες, περιοδικά και διαδικτυακούς τόπους από το 2009 έως το 2017
Κι όμως, εγώ μένω καθηλωμένος στα δύο πρώτα κείμενα του νέου βιβλίου «συλλογικής αυτοβιογραφίας» του συγγραφέα Χρήστου Χωμενίδη. Το πρώτο στη λίστα των περιεχομένων έχεις ως τίτλο «Ένα τριαντάφυλλο για την Κλυτώ» και το δεύτερο, «Ο Αϊ-Βασίλης κι εγώ». Το πρώτο είναι για τη σύντροφο του παππού του, από την πλευρά του πατέρα του. Του Χρήστου Χωμενίδη, από τους ιδρυτές του ΕΑΜ, από την πλευρά των ολιγάριθμων ομάδων των σοσιαλιστών που έμειναν πιστοί στη Β΄ Διεθνή. Του Χρήστου Χωμενίδη που απαγχονίστηκε από τους Γερμανούς στη Πάτρα τον Μάϊο του 1944. Η Κλυτώ, λοιπόν, ήταν η σύντροφος του. Δεν πέρασαν ποτέ το κατώφλι της εκκλησίας αλλά η αγάπη τους ήταν πέρα από τα μέτρα της εποχής.
Ο Χρήστος Χωμενίδης με το γραπτό του κάνει και ένα μνημόσυνο στην Κλυτώ. Το τέλος της μπορείτε να το διαβάσετε στην ιστορία στο βιβλίο με τίτλο « Όσο πιο δυνατά με έδερνε, τόσο πιο δυνατά του τραγουδούσα». Το δεύτερο είναι μια εκ βαθέων αφήγηση ενός τραγικού συμβάντος.
Όπως διαβάζω σε ένα μικρό εισαγωγικό σημείωμα του συγγραφέα: «Τα κείμενα του βιβλίου δημοσιεύθηκαν σε μια πρώτη μορφή σε εφημερίδες, περιοδικά και δια-δικτυακούς τόπους από το 2009 έως το 2017. Ξανακοιτάζοντάς τα, διαπίστωσα ότι συγκροτούν μια ενότητα που παλινδρομεί μεταξύ μυθοπλασίας και καταγραφής της πραγματικότητας και αποδίδει ανθρώπους, γεγονότα και τοπία. Δείτε το παρόν βιβλίο ως μια απόπειρα συλλογικής αυτοβιογραφίας».
Ένα μικρό απόσπασμα – ενδεικτικό των κειμένων: «Το ελληνικό καλοκαίρι μού φαινόταν ανέκαθεν ο μοναδικός ακατάλυτος νόμος µας. Η άσπρη µας πέτρα ξέξασπρη που φωτίζει τον κόσμο και καταργεί τους λεκέδες του. Η διαφανής σαυρούλα που σκαρφαλώνει στο περβάζι. Οι ρόδες των ποδηλάτων που μισοβυθίζονται στην άμμο. Οι αφίσες που προαναγγέλλουν το πανηγύρι του Αγίου Παντελεήμονος και του Σωτήρα. Δημοτικολαϊκά συγκροτήματα πάνω σε πρόχειρα στηµένα ικριώματα στην πλατεία, αρνιά και γουρουνοπούλες που σουβλίζονται απ’ το πρωί, ο παπάς της ενορίας κερνάει το πιο καλό κοψίδι στον εξάδελφό του απ’ την Αστόρια.
Το ελληνικό καλοκαίρι είναι τα βογκητά των ζευγαριών που κάνουν έρωτα πίσω από τα μισόκλειστα παντζούρια. Είναι η οθόνη του υπαίθριου σινεμά που θροΐζει σε ένα μελτεμάκι. Είναι τα θηριώδη σουτιέν και βρακιά της γιαγιάς που –κρεμασμένα από τα μανταλάκια– ρίχνουν σκιές προϊστορικών τεράτων στον απέναντι τοίχο. Στο ελληνικό καλοκαίρι, το µόνο που μπορείς να σφάξεις είναι ένα καρπούζι. Εάν έγραφα μια ελληνική κωμωδία, θα έβαζα κάποιον φανατικό ιδεολόγο –αδιάφορο ποιανής ιδεολογίας– να επιχειρεί να εκφωνήσει λόγο σε παραλία. Ένας αέρας κυκλαδίτικος να καλύπτει τη φωνή του και να του παίρνει τα χαρτιά, ένα κύμα να τον μουσκεύει, ένα μισόγυμνο κορμί να τον ανταγωνίζεται θρασύτατα. Θα τον έβαζα να μουλαρώνει και να τελειώνει τον λόγο του µε τη φράση: «Θα Ξαναγυρίσουμε και θα Τρέμει η Γης!». Κι έπειτα ένα σμήνος γλάρων –σαν χορωδία αγγέλων ή τραγοπόδαρων σατύρων– να τον ειρωνεύεται γαβγίζοντας.
Διαβάζω ελληνική μυθολογία. Κανείς απ’ τους θεούς ή από τις μοίρες δεν προαναγγέλλει πουθενά τη συντέλεια του κόσμου. Δεν απειλεί πως οι άνθρωποι θα κριθούν κατά τα έργα και τις αμαρτίες τους. Δεν προφητεύει μια Δευτέρα Παρουσία. Ποια Δευτέρα Παρουσία; Αφού όλα και όλοι είναι ήδη, νυν και αεί, εδώ. Και η γη δεν τρέμει παρά από τους οργασμούς µας. Κι απ’ τις ωδίνες των τοκετών µας. Το ελληνικό καλοκαίρι περιέχει τα πάντα. Δίνει λογαριασμό μονάχα στον εαυτό του».
Ο Χρήστος Χωμενίδης με το γραπτό του κάνει και ένα μνημόσυνο στην Κλυτώ. Το τέλος της μπορείτε να το διαβάσετε στην ιστορία στο βιβλίο με τίτλο « Όσο πιο δυνατά με έδερνε, τόσο πιο δυνατά του τραγουδούσα». Το δεύτερο είναι μια εκ βαθέων αφήγηση ενός τραγικού συμβάντος.
Όπως διαβάζω σε ένα μικρό εισαγωγικό σημείωμα του συγγραφέα: «Τα κείμενα του βιβλίου δημοσιεύθηκαν σε μια πρώτη μορφή σε εφημερίδες, περιοδικά και δια-δικτυακούς τόπους από το 2009 έως το 2017. Ξανακοιτάζοντάς τα, διαπίστωσα ότι συγκροτούν μια ενότητα που παλινδρομεί μεταξύ μυθοπλασίας και καταγραφής της πραγματικότητας και αποδίδει ανθρώπους, γεγονότα και τοπία. Δείτε το παρόν βιβλίο ως μια απόπειρα συλλογικής αυτοβιογραφίας».
Ένα μικρό απόσπασμα – ενδεικτικό των κειμένων: «Το ελληνικό καλοκαίρι μού φαινόταν ανέκαθεν ο μοναδικός ακατάλυτος νόμος µας. Η άσπρη µας πέτρα ξέξασπρη που φωτίζει τον κόσμο και καταργεί τους λεκέδες του. Η διαφανής σαυρούλα που σκαρφαλώνει στο περβάζι. Οι ρόδες των ποδηλάτων που μισοβυθίζονται στην άμμο. Οι αφίσες που προαναγγέλλουν το πανηγύρι του Αγίου Παντελεήμονος και του Σωτήρα. Δημοτικολαϊκά συγκροτήματα πάνω σε πρόχειρα στηµένα ικριώματα στην πλατεία, αρνιά και γουρουνοπούλες που σουβλίζονται απ’ το πρωί, ο παπάς της ενορίας κερνάει το πιο καλό κοψίδι στον εξάδελφό του απ’ την Αστόρια.
Το ελληνικό καλοκαίρι είναι τα βογκητά των ζευγαριών που κάνουν έρωτα πίσω από τα μισόκλειστα παντζούρια. Είναι η οθόνη του υπαίθριου σινεμά που θροΐζει σε ένα μελτεμάκι. Είναι τα θηριώδη σουτιέν και βρακιά της γιαγιάς που –κρεμασμένα από τα μανταλάκια– ρίχνουν σκιές προϊστορικών τεράτων στον απέναντι τοίχο. Στο ελληνικό καλοκαίρι, το µόνο που μπορείς να σφάξεις είναι ένα καρπούζι. Εάν έγραφα μια ελληνική κωμωδία, θα έβαζα κάποιον φανατικό ιδεολόγο –αδιάφορο ποιανής ιδεολογίας– να επιχειρεί να εκφωνήσει λόγο σε παραλία. Ένας αέρας κυκλαδίτικος να καλύπτει τη φωνή του και να του παίρνει τα χαρτιά, ένα κύμα να τον μουσκεύει, ένα μισόγυμνο κορμί να τον ανταγωνίζεται θρασύτατα. Θα τον έβαζα να μουλαρώνει και να τελειώνει τον λόγο του µε τη φράση: «Θα Ξαναγυρίσουμε και θα Τρέμει η Γης!». Κι έπειτα ένα σμήνος γλάρων –σαν χορωδία αγγέλων ή τραγοπόδαρων σατύρων– να τον ειρωνεύεται γαβγίζοντας.
Διαβάζω ελληνική μυθολογία. Κανείς απ’ τους θεούς ή από τις μοίρες δεν προαναγγέλλει πουθενά τη συντέλεια του κόσμου. Δεν απειλεί πως οι άνθρωποι θα κριθούν κατά τα έργα και τις αμαρτίες τους. Δεν προφητεύει μια Δευτέρα Παρουσία. Ποια Δευτέρα Παρουσία; Αφού όλα και όλοι είναι ήδη, νυν και αεί, εδώ. Και η γη δεν τρέμει παρά από τους οργασμούς µας. Κι απ’ τις ωδίνες των τοκετών µας. Το ελληνικό καλοκαίρι περιέχει τα πάντα. Δίνει λογαριασμό μονάχα στον εαυτό του».
Μέσα από κείμενα μικρότερα και μεγαλύτερα, επίκαιρα αλλά όχι επικαιρικά, που σκιαγραφούν όψεις της πραγματικότητας ή απογειώνονται προς τη μυθοπλασία, µε θρύψαλα, αναμμένα κάρβουνα και βότσαλα, ο Χρήστος Χωμενίδης αποπειράται µία πρώτη αυτοβιογραφία. Όχι δική του. Όλων µας.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα