Περιβαλλοντικός λαϊκισμός: Οταν το περιβάλλον είναι απλώς ένα πρόσχημα
Ο περιβαλλοντικός λαϊκισμός αποτελεί ένα πολιτικό και κοινωνικό φαινόμενο που παρουσιάζεται όλο και πιο έντονα στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια όχι μόνο παρεμποδίζοντας νόμιμα σημαντικά έργα και επενδύσεις με θετικό περιβαλλοντικό και αναπτυξιακό αποτύπωμα, αλλά και επιβραβεύοντας εξ αντανακλάσεως κάθε είδους αποδεδειγμένα παράνομες και καταστροφικές συμπεριφορές για το περιβάλλον που έχουν ευρεία «λαϊκή» βάση
Τα σχετικά παραδείγματα είναι εξαιρετικά εκτεταμένα και κρύβουν από πίσω τους ποικιλία κινήτρων και συμφερόντων μεταμφιεσμένων πίσω από τη μάσκα της «περιβαλλοντικής ευαισθησίας». Τα πιο αθώα από τα κίνητρα αυτά είναι απλή κομματική ή τοπική εκμετάλλευση της άγνοιας και του φόβου των ανθρώπων, ιδίως στην περιφέρεια, για οτιδήποτε καινούριο, αλλά και ο εγγενής (ενδεχομένως και αναπόφευκτος) φθόνος που υπάρχει σε πολλούς για οργανωμένες επενδύσεις, από τις οποίες δεν προκύπτει ευθέως προσωπικό όφελος για τους ίδιους.
Από τα αναρίθμητα σχετικά παραδείγματα αρκεί κανείς να εντρυφήσει σε δύο από τους πιο πρόσφατους σχετικούς μύθους για να αντιληφθεί το παράλογο της κατάστασης που δημιουργείται.
1/ Ανεμογεννήτριες και πυρκαγιές
Η βασική αιτία των καταστροφικών πυρκαγιών που ζούμε τα τελευταία χρόνια είναι η κλιματική κρίση και οι πολύ υψηλές θερμοκρασίες που καθιστούν τα μεσογειακά ιδίως δάση εξαιρετικά ευάλωτα στις λεγόμενες υπερπυρκαγιές. Εύκολη λύση στο πρόβλημα δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο (βλέπε το παράδειγμα της πανίσχυρης οικονομικά Καλιφόρνιας) και η βελτίωση του μηχανισμού κατάσβεσης σε συνδυασμό με εκτεταμένα έργα πρόληψης και την ενεργή διαχείριση των δασών (με τη μεταρρύθμιση που θέσπισα και βρίσκεται σε εξέλιξη) αποτελούν την καταρχήν αντίδραση της Πολιτείας.
Το βέβαιο είναι ότι τα δάση μας για να γίνουν πιο ανθεκτικά στα φαινόμενα αυτά απαιτούν ένα πολύ μεγάλο πρόγραμμα διάνοιξης δασικών δρόμων που να χωρίζουν το δάσος σε τμήματα και να δίνουν στις πυροσβεστικές δυνάμεις πρόσβαση για την κατασκευή προσωρινών αντιπυρικών ζωνών στα κατάλληλα σημεία, που είναι διαφορετικά για κάθε πυρκαγιά. Αυτός τελικά είναι ο μόνος τρόπος για να τις σταματήσεις. Το κόστος για την κατασκευή και συντήρηση δεκάδων χιλιάδων χιλιομέτρων δασικών δρόμων υπερβαίνει κατά πολύ τις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας, παρά τις τεράστιες δαπάνες που έχουν γίνει στο πλαίσιο του προγράμματος Anti-nero με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και για τον λόγο αυτό οι δρόμοι που διανοίγονται μέσα στο δάσος για να εξυπηρετήσουν την εγκατάσταση ανεμογεννητριών είναι μια ουσιαστική συνεισφορά στις προσπάθειες πρόληψης των πυρκαγιών.
Ολες οι ανεμογεννήτριες που έχουμε βάλει ή και θα χρειαστούμε μέχρι το 2050 δεν χρειάζονται περισσότερο χώρο μαζί με τους δρόμους τους, από το 1/10 των εκτάσεων που χάνουμε σε έναν μόνο χρόνο από τις πυρκαγιές, ενώ και η ευρωπαϊκή νομοθεσία επιτρέπει την εγκατάστασή τους μέσα στις δασικές περιοχές ως έργα υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος. Συνεπώς, δεν υπάρχει κανένα κίνητρο να καεί το δάσος για να βάλεις δήθεν ανεμογεννήτριες. Αντίθετα, η εμπειρία δείχνει ότι μετά από μεγάλες οικολογικές καταστροφές παγώνουν όλες οι σχετικές επενδύσεις μέχρι να αναπτυχθεί ξανά το δάσος λόγω της ευαλωτότητας του οικοσυστήματος στην περίοδο της φυσικής αναδάσωσης. Εξ ου και η αναστολή επενδύσεων ανεμογεννητριών στα καμένα στην Εύβοια και τον Εβρο. Συνεπώς, οι επενδυτές στον χώρο των ανεμογεννητριών είναι εξ ορισμού χαμένοι όποτε συμβαίνει μια μεγάλη δασική πυρκαγιά.
Κι όμως, ένας από τους διαδεδομένους μύθους είναι ότι οι ανεμογεννήτριες προκαλούν ή συνδέονται με δασικές πυρκαγιές (χαρακτηριστικός τίτλος σχετικού άρθρου «Πώς εν κρυπτώ καίνε τα δάση και “φυτεύουν” ανεμογεννήτριες»). Μιλάμε για μια πλήρη αντιστροφή της πραγματικότητας, η οποία μάλιστα στοχοποιεί μια τεχνολογία που είναι κρίσιμη για την παγκόσμια μάχη για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, που αποτελεί σήμερα τη βασική απειλή για τα δάση στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο πλανήτη.
2/ Επιθέσεις κατά του CCS στη Θάσο
Δεύτερο χαρακτηριστικό παράδειγμα περιβαλλοντικού λαϊκισμού, οι επιθέσεις κατά της επένδυσης της αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στη Θάσο. Το CO2, το βασικό αέριο που προκαλεί την κλιματική κρίση, θα αποθηκευτεί κάτω από τον βυθό της θάλασσας, στον χώρο που υπήρχαν τα παλαιά κοιτάσματα πετρελαίου του Πρίνου. Είναι ένας χώρος που έχει προ πολλού αποδείξει την ασφάλειά του, καθώς το πετρέλαιο και ελάχιστο αέριο που υπήρχε εκεί είχε μείνει πάνω από 5.000.000 χρόνια (παρά τους σεισμούς κ.λπ.) ασφαλώς αποθηκευμένο. Το ίδιο το CO2 υπάρχει στην ατμόσφαιρα και η διαρροή του σε περίπτωση ατυχήματος (π.χ. βυθίζεται ένα πλοίο με CO2), σε ανοικτό χώρο και τουλάχιστον 8 χιλιόμετρα μακριά από την κοντινότερη ακτή, δεν μπορεί να έχει άξιες λόγου επιπτώσεις στο περιβάλλον της Θάσου ή στους κατοίκους της περιοχής. Σε αντίθεση με τον ίδιο τον Πρίνο, που ως κοίτασμα πετρελαίου είχε πάντα (ευτυχώς δεν συνέβη ως τώρα) τον κίνδυνο μιας πετρελαιοκηλίδας. Κίνδυνος που θα πάψει να υπάρχει αφού με το CCS πιθανότατα θα σταματήσει η εκμετάλλευση του κοιτάσματος πετρελαίου.
Παρ’ όλα αυτά, οι τοπικοί παράγοντες μιλούν για «χαβούζα», «σκουπιδότοπο» κ.λπ. Πραγματικοί παράνομοι σκουπιδότοποι υπήρχαν βεβαίως στη Θάσο στο παρελθόν, μέχρι και τουλάχιστον το 2022 που αποκαλύφθηκε παράνομος σκουπιδότοπος στο Ποτό, στη θέση ενός εγκαταλελειμμένου βιολογικού καθαρισμού. Αλλά αυτοί, όπως και γενικότερα όλες οι μαζικές τοπικές περιβαλλοντικές καταστροφές στη χώρα που εμπλέκουν τους πολλούς (παράνομες χωματερές και διάθεση λυμάτων, αυθαίρετα, υπερχρήση φυτοφαρμάκων, κακή λειτουργία βιολογικών κ.λπ.), αντιμετωπίζονται με άλλα μέτρα και σταθμά από τους περιβαλλοντικούς λαϊκιστές.
Ενώ αδιαφορούν για τις πραγματικές καταστροφές που συμβαίνουν γύρω τους (αν δεν είναι και συνένοχοι για κάποιες από αυτές), στοχοποιούν τις νέες και κατά κανόνα μεγαλύτερες επενδύσεις πριν ακόμα αυτές ξεκινήσουν. Παρά το γεγονός ότι πλέον όλες οι επενδύσεις κάποιου μεγέθους έχουν Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, που αποτελούν αντικείμενο δημόσιας διαβούλευσης, στηρίζονται στην πιο αυστηρή περιβαλλοντική νομοθεσία στον κόσμο (την ευρωπαϊκή) και αξιολογούνται από ένα δικαστήριο (το ΣτΕ) κατεξοχήν ενεργό σε περιβαλλοντικά θέματα.
Γιατί; Ο λόγος είναι απλός. Γιατί βασικό κίνητρο των περιβαλλοντικών λαϊκιστών δεν είναι η αγωνία για το περιβάλλον. Το περιβάλλον γι’ αυτούς είναι απλώς ένα πρόσχημα.
* Θεόδωρος Σκυλακάκης: Βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας
Από τα αναρίθμητα σχετικά παραδείγματα αρκεί κανείς να εντρυφήσει σε δύο από τους πιο πρόσφατους σχετικούς μύθους για να αντιληφθεί το παράλογο της κατάστασης που δημιουργείται.
1/ Ανεμογεννήτριες και πυρκαγιές
Η βασική αιτία των καταστροφικών πυρκαγιών που ζούμε τα τελευταία χρόνια είναι η κλιματική κρίση και οι πολύ υψηλές θερμοκρασίες που καθιστούν τα μεσογειακά ιδίως δάση εξαιρετικά ευάλωτα στις λεγόμενες υπερπυρκαγιές. Εύκολη λύση στο πρόβλημα δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο (βλέπε το παράδειγμα της πανίσχυρης οικονομικά Καλιφόρνιας) και η βελτίωση του μηχανισμού κατάσβεσης σε συνδυασμό με εκτεταμένα έργα πρόληψης και την ενεργή διαχείριση των δασών (με τη μεταρρύθμιση που θέσπισα και βρίσκεται σε εξέλιξη) αποτελούν την καταρχήν αντίδραση της Πολιτείας.
Το βέβαιο είναι ότι τα δάση μας για να γίνουν πιο ανθεκτικά στα φαινόμενα αυτά απαιτούν ένα πολύ μεγάλο πρόγραμμα διάνοιξης δασικών δρόμων που να χωρίζουν το δάσος σε τμήματα και να δίνουν στις πυροσβεστικές δυνάμεις πρόσβαση για την κατασκευή προσωρινών αντιπυρικών ζωνών στα κατάλληλα σημεία, που είναι διαφορετικά για κάθε πυρκαγιά. Αυτός τελικά είναι ο μόνος τρόπος για να τις σταματήσεις. Το κόστος για την κατασκευή και συντήρηση δεκάδων χιλιάδων χιλιομέτρων δασικών δρόμων υπερβαίνει κατά πολύ τις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας, παρά τις τεράστιες δαπάνες που έχουν γίνει στο πλαίσιο του προγράμματος Anti-nero με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και για τον λόγο αυτό οι δρόμοι που διανοίγονται μέσα στο δάσος για να εξυπηρετήσουν την εγκατάσταση ανεμογεννητριών είναι μια ουσιαστική συνεισφορά στις προσπάθειες πρόληψης των πυρκαγιών.
Ολες οι ανεμογεννήτριες που έχουμε βάλει ή και θα χρειαστούμε μέχρι το 2050 δεν χρειάζονται περισσότερο χώρο μαζί με τους δρόμους τους, από το 1/10 των εκτάσεων που χάνουμε σε έναν μόνο χρόνο από τις πυρκαγιές, ενώ και η ευρωπαϊκή νομοθεσία επιτρέπει την εγκατάστασή τους μέσα στις δασικές περιοχές ως έργα υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος. Συνεπώς, δεν υπάρχει κανένα κίνητρο να καεί το δάσος για να βάλεις δήθεν ανεμογεννήτριες. Αντίθετα, η εμπειρία δείχνει ότι μετά από μεγάλες οικολογικές καταστροφές παγώνουν όλες οι σχετικές επενδύσεις μέχρι να αναπτυχθεί ξανά το δάσος λόγω της ευαλωτότητας του οικοσυστήματος στην περίοδο της φυσικής αναδάσωσης. Εξ ου και η αναστολή επενδύσεων ανεμογεννητριών στα καμένα στην Εύβοια και τον Εβρο. Συνεπώς, οι επενδυτές στον χώρο των ανεμογεννητριών είναι εξ ορισμού χαμένοι όποτε συμβαίνει μια μεγάλη δασική πυρκαγιά.
Κι όμως, ένας από τους διαδεδομένους μύθους είναι ότι οι ανεμογεννήτριες προκαλούν ή συνδέονται με δασικές πυρκαγιές (χαρακτηριστικός τίτλος σχετικού άρθρου «Πώς εν κρυπτώ καίνε τα δάση και “φυτεύουν” ανεμογεννήτριες»). Μιλάμε για μια πλήρη αντιστροφή της πραγματικότητας, η οποία μάλιστα στοχοποιεί μια τεχνολογία που είναι κρίσιμη για την παγκόσμια μάχη για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, που αποτελεί σήμερα τη βασική απειλή για τα δάση στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο πλανήτη.
2/ Επιθέσεις κατά του CCS στη Θάσο
Δεύτερο χαρακτηριστικό παράδειγμα περιβαλλοντικού λαϊκισμού, οι επιθέσεις κατά της επένδυσης της αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στη Θάσο. Το CO2, το βασικό αέριο που προκαλεί την κλιματική κρίση, θα αποθηκευτεί κάτω από τον βυθό της θάλασσας, στον χώρο που υπήρχαν τα παλαιά κοιτάσματα πετρελαίου του Πρίνου. Είναι ένας χώρος που έχει προ πολλού αποδείξει την ασφάλειά του, καθώς το πετρέλαιο και ελάχιστο αέριο που υπήρχε εκεί είχε μείνει πάνω από 5.000.000 χρόνια (παρά τους σεισμούς κ.λπ.) ασφαλώς αποθηκευμένο. Το ίδιο το CO2 υπάρχει στην ατμόσφαιρα και η διαρροή του σε περίπτωση ατυχήματος (π.χ. βυθίζεται ένα πλοίο με CO2), σε ανοικτό χώρο και τουλάχιστον 8 χιλιόμετρα μακριά από την κοντινότερη ακτή, δεν μπορεί να έχει άξιες λόγου επιπτώσεις στο περιβάλλον της Θάσου ή στους κατοίκους της περιοχής. Σε αντίθεση με τον ίδιο τον Πρίνο, που ως κοίτασμα πετρελαίου είχε πάντα (ευτυχώς δεν συνέβη ως τώρα) τον κίνδυνο μιας πετρελαιοκηλίδας. Κίνδυνος που θα πάψει να υπάρχει αφού με το CCS πιθανότατα θα σταματήσει η εκμετάλλευση του κοιτάσματος πετρελαίου.
Παρ’ όλα αυτά, οι τοπικοί παράγοντες μιλούν για «χαβούζα», «σκουπιδότοπο» κ.λπ. Πραγματικοί παράνομοι σκουπιδότοποι υπήρχαν βεβαίως στη Θάσο στο παρελθόν, μέχρι και τουλάχιστον το 2022 που αποκαλύφθηκε παράνομος σκουπιδότοπος στο Ποτό, στη θέση ενός εγκαταλελειμμένου βιολογικού καθαρισμού. Αλλά αυτοί, όπως και γενικότερα όλες οι μαζικές τοπικές περιβαλλοντικές καταστροφές στη χώρα που εμπλέκουν τους πολλούς (παράνομες χωματερές και διάθεση λυμάτων, αυθαίρετα, υπερχρήση φυτοφαρμάκων, κακή λειτουργία βιολογικών κ.λπ.), αντιμετωπίζονται με άλλα μέτρα και σταθμά από τους περιβαλλοντικούς λαϊκιστές.
Ενώ αδιαφορούν για τις πραγματικές καταστροφές που συμβαίνουν γύρω τους (αν δεν είναι και συνένοχοι για κάποιες από αυτές), στοχοποιούν τις νέες και κατά κανόνα μεγαλύτερες επενδύσεις πριν ακόμα αυτές ξεκινήσουν. Παρά το γεγονός ότι πλέον όλες οι επενδύσεις κάποιου μεγέθους έχουν Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, που αποτελούν αντικείμενο δημόσιας διαβούλευσης, στηρίζονται στην πιο αυστηρή περιβαλλοντική νομοθεσία στον κόσμο (την ευρωπαϊκή) και αξιολογούνται από ένα δικαστήριο (το ΣτΕ) κατεξοχήν ενεργό σε περιβαλλοντικά θέματα.
Γιατί; Ο λόγος είναι απλός. Γιατί βασικό κίνητρο των περιβαλλοντικών λαϊκιστών δεν είναι η αγωνία για το περιβάλλον. Το περιβάλλον γι’ αυτούς είναι απλώς ένα πρόσχημα.
* Θεόδωρος Σκυλακάκης: Βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα