What if…
Μάριος Καλέας

Μάριος Καλέας

What if…

Σενάρια, διλήμματα και ερωτήματα γύρω από τη διαχείριση της παράνομης μετανάστευσης στην Ευρώπη κατά τα προηγούμενα έτη

Η ευρωπαϊκή ιστορία ανά τους αιώνες συμπεριλαμβανομένης και αυτής του 21ου αιώνα πλάθεται και διαμορφώνεται μέσα από διαδοχικές κρίσεις είτε αυτές είναι οικονομικές και υγειονομικές είτε στρατιωτικές και ευρύτερα γεωπολιτικές. Ουδεμία, ωστόσο, κρίση επηρέασε τόσο ριζικά τα τελευταία έτη και ιδίως την μεταπολεμική περίοδο την κοινωνική ενότητα και συνοχή, την πολιτική κουλτούρα αλλά και την ευμετάβλητη ψυχολογία των Ευρωπαίων πολιτών όσο η σύνθετη και πολυεπίπεδη διαχείριση της παράνομης μετανάστευσης και κυρίως των συνεπειών αυτής. Από τις σοκαριστικές εικόνες των πλημμυρισμένων ακτών της Λαμπεντούζα και των Καναρίων νήσων μέχρι τα υπερκορεσμένα κέντρα υποδοχής του Βορειοανατολικού Αιγαίου και από τους φράκτες της Βουδαπέστης μέχρι το υπό κατάρρευση γερμανικό σύστημα ένταξης, το Brexit και τα γκετοποιημένα προάστια του Παρισίου.
Ας επιχειρήσουμε, λοιπόν, ένα «What if…». Μια άσκηση αναστοχασμού, ένα παιχνίδι γόνιμων εικασιών αλλά και υποθετικής διερεύνησης των πιθανών συνεπειών για την ευρωπαϊκή ήπειρο: Τι θα συνέβαινε αν ορισμένα από τα βασικά ιστορικά ορόσημα είτε δεν συνέβαιναν είτε είχαν εξελιχθεί κατά τρόπο διαφορετικό, παίρνοντας αποκλίνουσα τροπή και οδηγώντας σε ετερόκλιτες από τις γνωστές σήμερα κατευθύνσεις και συνακόλουθα στη χάραξη εκ διαμέτρου αντίθετων πολιτικών; Τι θα σήμαινε αυτό πρακτικά για τα ευρωπαϊκά κράτη, για τους γηγενείς και ξένους πληθυσμούς τους και, τελικά, για την ίδια την έννοια της Ευρώπης;

What if… δεν είχε ξεκινήσει ποτέ ο συριακός εμφύλιος;

Ο συριακός εμφύλιος αποτέλεσε ίσως το μεγαλύτερο ανθρωπιστικό δράμα μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μια επώδυνη τομή στην ιστορία της μέσης ανατολής με κλιμακωτές συνέπειες για τη Μεσόγειο και τη Δύση. Χιλιάδες νεκρών και αγνοουμένων μαζί με εκατομμύρια εσωτερικά εκτοπισμένων και προσφύγων, μια κατεστραμμένη ως προς τις υποδομές της χώρα, ένα πεδίο αντιμαχόμενων ντόπιων και ξένων δυνάμεων στην δεκατετράχρονη σχεδόν προσπάθεια επιβολής (ή ανατροπής) ενός status quo, και ένα μεταναστευτικό κύμα που άλλαξε την Ευρώπη συθέμελα. Ποια θα μπορούσε, όμως, να ήταν η σημερινή πραγματικότητα εάν ο εμφύλιος της Συρίας είχε αποφευχθεί μέσω εξεύρεσης διπλωματικής λύσης; η Μέση Ανατολή ίσως να είχε βιώσει μια πιο ήπια μετάβαση μετά την «Αραβική Άνοιξη». Η Συρία, ακόμα και υπό το αυταρχικό καθεστώς Άσαντ, θα μπορούσε να συνεχίζει να λειτουργεί ως σταθερός πυλώνας και αξιόπιστος συνομιλητής στη γεωπολιτική σκακιέρα, συνιστώντας αντίβαρο σε περιφερειακές εντάσεις και όχι δορυφόρος ή φερέφωνο των διαφόρων κατοπινών όψιμων συμμάχων της. Χωρίς τον πόλεμο, οι μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών δεν θα είχαν λάβει τέτοια έκταση: εκατομμύρια άνθρωποι θα συνέχιζαν να ζουν στις εστίες τους. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η Τουρκία δεν θα φιλοξενούσε σχεδόν 4,2 εκατομμύρια πρόσφυγες και άρα δεν θα αποτελούσαν οι τελευταίοι εν δυνάμει αντικείμενο εργαλείοποιησης με αποτέλεσμα τα νησιά του Αιγαίου να μην είχαν γνωρίσει ποτέ την ασφυκτική πίεση του 2015-2016 και ο Έβρος την ασύμμετρη απειλή του 2020. Η απουσία του Ισλαμικού Χαλιφάτου (ISIS) —ή έστω η διατήρησή του ως ένα αδύναμο και δίχως λαϊκά ερείσματα φονταμενταλιστικό μόρφωμα— θα είχε διαφοροποιήσει μερικώς την παγκόσμια ατζέντα ασφαλείας, αποτρέποντας κύματα ριζοσπαστικοποίησης και τρομοκρατίας και τον φαύλο κύκλο ισλαμοφοβίας που δηλητηρίασε αναπόφευκτα το δημόσιο λόγο σε πολλές δυτικές κοινωνίες.

Τα ερωτήματα, όμως, που ευλόγως γεννιούνται ακόμα και σε αυτή την περίπτωση είναι συγκεκριμένα: Ακόμα και εάν ο συριακός εμφύλιος είχε αποφευχθεί και μαζί με αυτόν τα καραβάνια των εκτοπισμένων, θα ήταν η Ευρώπη επαρκώς προετοιμασμένη πολιτικά, διπλωματικά και επιχειρησιακά απέναντι σε μελλοντικά μεταναστευτικά κύματα από άλλες γωνιές του πλανήτη ή μήπως απλώς θα καθυστερούσε το αναπόφευκτο; πόσο δεκτική ή οχυρωμένη μπορεί να είναι μια ήπειρος όταν γειτνιάζει με εστίες διαχρονικών συγκρούσεων απότοκο της ισχύος ολοκληρωτικών καθεστώτων που άλλοτε υπό τη μορφή θεοκρατιών και άλλοτε βασισμένες σε «δυναστείες του ενός» τορπιλίζουν τις αξίες της δημοκρατίας; μήπως εν προκειμένω το πραγματικό «αν» δεν εδράζεται στα όσα έλαβαν χώρα στη «γη του Ευφράτη» αλλά στην αδυναμία της Ευρώπης εκείνη την ταραγμένη περίοδο να διαμορφώσει μια ενιαία, συνεκτική μεταναστευτική πολιτική σε πείσμα των φυγόκεντρων της δυνάμεων;

What if… το 2015 στη θέση της Άγκελα Μέρκελ βρισκόταν κάποιος άλλος;

Το «Wir schaffen das» («θα τα καταφέρουμε») της Άγκελα Μέρκελ το 2015 δεν ήταν μια καθιερωμένη δήλωση εκείνης της εποχής. Στη φράση αυτή συμπυκνώθηκε η εικοσαετής μεταναστευτική πολιτική της Γερμανίας, η οποία αποτέλεσε με τη σειρά της την πεμπτουσία των πολιτικών των Βρυξελλών. Υπονοώντας την αποφυγή κάθε μορφής ελέγχου και προστασίας των συνόρων, την υποβάθμιση του αισθήματος δημόσιας τάξης έναντι των πολιτικών ένταξης και την προτεραιοποίηση μιας γενναιόδωρους επιδοματικής προσέγγισης, η τότε Καγκελάριος επηρέασε καθοριστικά τη μεταναστευτική πορεία της Ευρώπης, ούσα σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη για μια σειρά αστοχιών που ακολούθησαν εξαιτίας αυτού του άνευ όρων και προϋποθέσεων «καλωσορίσματος». Αν στη θέση της Γερμανίδας καγκελαρίου βρισκόταν κάποιος/α άλλος/η, ίσως η Ευρώπη να είχε δράσει διαφορετικά θωρακίζοντας πρωτίστως τα σύνορά της, προτάσσοντας το αίσθημα της ασφάλειας και γενικά ακολουθώντας μια πολιτική περισσότερο ορθολογική, μακριά από τα ενοχικά ένστικτα της ανατολικογερμανίδας πολιτικού. Και πάλι, όμως, τα ερωτήματα που εγείρονται είναι σύνθετα; θα ήταν η Ευρώπη ηθικά η ίδια χωρίς τη δήλωση της κας. Μέρκελ; Μήπως η εικόνα της ηπείρου ως «φάρου ανθρωπίνων δικαιωμάτων» θα είχε δεχθεί ανεπανόρθωτο πλήγμα; Ή μήπως, αντίθετα, η έγκαιρη αποτροπή των ανεξέλεγκτων ροών θα είχε εδραιώσει ένα αίσθημα «μέτρου», ευθυγραμμισμένο με τα θέλω της κοινής γνώμης που αντιλαμβάνεται πλέον στην πράξη ότι η άναρχη και ανεξέλεγκτη μετανάστευση επιδεινώνει βασικούς τομείς της καθημερινότητας;

What if… δεν είχε υπογραφεί η Κοινή Δήλωση ΕΕ–Τουρκίας;

Κλείσιμο
Η Κοινή Δήλωση Τουρκίας-ΕΕ που υπογράφτηκε το Μάρτιο του 2016 είχε ως βασικό σκοπό να αναχαιτίσει και να ελέγξει το δυσανάλογο όγκο των παράνομα αφιχθέντων, οι οποίοι ακολουθώντας τη βαλκανική οδό κατόρθωναν σε σύντομο χρονικό διάστημα να μεταβαίνουν αταυτοποίητοι στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης. Οι εικόνες με τα γεμάτα μετανάστες τρένα να καταφτάνουν ασταμάτητα στο σιδηροδρομικό σταθμό του Μονάχου την ώρα που οι χώρες του Βισεγκραντ αποφάσισαν μονομερώς να κλείσουν τα σύνορα τους ανάγκασαν την Κομισίον υπό την πίεση της Γερμανίας που στο μεταξύ είχε αντιληφθεί το αδιέξοδο της μέχρι πρότινος πολιτικής της, να υπογράψει την συγκεκριμένη συμφωνία, η οποία από πολλούς θεωρήθηκε «αναγκαίο κακό». Περιόρισε τις ροές, αλλά με υψηλό κόστος για τη χώρα μας: γεωγραφικός εγκλωβισμός μεταναστών σε ελληνικά νησιά, δημιουργία hotspots όπως αυτό στη Μόρια με τραγικές συνθήκες διαβίωσης για τους διαμένοντες και εργασίας για τους υπαλλήλους των Υπηρεσιών, εξάρτηση της Ευρώπης από τις ευμετάβλητες διαθέσεις της Άγκυρας. Ποια θα ήταν, όμως, άραγε η κατάσταση σήμερα εφόσον η ΕΕ δεν είχε προχωρήσει στη σύναψη της συγκεκριμένης συμφωνίας με τη γείτονα; Ίσως τα νησιά του Αιγαίου να μην είχαν μετατραπεί εκείνη την περίοδο σε «αποθήκες ψυχών» και πιθανόν η Ευρώπη να είχε αναζητήσει πιο δίκαιες, αναλογικές και βιώσιμες λύσεις κατανομής αφίξεων μεταξύ των ΚΜ εφαρμόζοντας την πολυπόθητη για τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου αρχή της αλληλεγγύης. Από την άλλη, βέβαια, η έλλειψη οποιουδήποτε πλαισίου σε συνδυασμό με την εφαρμοσθείσα πολιτική των ανοιχτών συνόρων μπορεί και να λειτουργούσε ως παράγοντας προσέλκυσης ακόμη μεγαλύτερου αριθμού μεταναστών, φτάνοντας τις τοπικές κοινωνίες γρηγορότερα στα όρια της αντοχής τους και την ίδια τη Σένγκεν στην τελική της κατάρρευση.

What if… η Ελλάδα το 2015–2019 είχε υιοθετήσει πολιτική αποτροπής;

Η Ελλάδα της περιόδου 2015–2019 ως χώρα πρώτης γραμμής και βασική πύλη εισόδου βρέθηκε στο επίκεντρο των γεγονότων. Η επιλογή της «απρόσκοπτης υποδοχής» είχε σαφές ανθρωπιστικό πρόσημο αλλά προκάλεσε και έντονες αναταράξεις που κλόνισαν αργότερα το εσωτερικό της χώρας. Η εικόνα με τις δεκάδες βάρκες συνοδεία του ελληνικού λιμενικού να καταφτάνουν στις ακτές του βορειοανατολικού αιγαίου και τους κατοίκους των νησιών να προστρέχουν για συμπαράσταση των επιβαινόντων αποτέλεσε αρχικά σύμβολο αλληλεγγύης και συμπόνοιας. Η έλλειψη, ωστόσο, υποδομών και κατάλληλα προετοιμασμένου διοικητικού μηχανισμού δεν άργησε να αναδείξει το χάσμα μεταξύ ουμανιστικής θεωρίας και διαχειριστικής ανεπάρκειας. Τι θα είχε λοιπόν συμβεί εάν η πολιτική τότε ήταν αποτροπή και αυστηρός έλεγχος συνόρων; Ίσως να είχαν αποφευχθεί οι εικόνες υπερπληθυσμού στη Μόρια και στη Σάμο. Ίσως να είχε σταλεί ξεκάθαρο μήνυμα ότι η χώρα δεν είναι «εύκολος διάδρομος» και συνακόλουθα τα δίκτυα των λαθροδιακινητών, που «οσμίζονται» σε συνεργασία με τους ντόπιους συνεργάτες τους την ευκαιρία κέρδους, να μην είχαν στοχοποιήσει τη χώρα μας σε τέτοια έκταση. Από την άλλη, ουδείς εγγυάται ότι η εικόνα της Ελλάδας στη διεθνή σκηνή, με κατηγορίες για σωρείες παραβιάσεων δικαιωμάτων, θα παρέμενε αλώβητη, και συνεπώς αναρωτιόμαστε πόσο θα άντεχε σε τέτοιες πιέσεις μια χώρα που μόλις έβγαινε από μνημόνια και σκληρή δημοσιονομική επιτήρηση.

What if… η πανδημία του COVID-19 δεν είχε κλείσει τα σύνορα;

Η πανδημία του 2020, λόγω των προληπτικών μέτρων που επιβλήθηκαν διεθνώς και οριζοντίως, «πάγωσε» προσωρινά τις ροές. Τι θα είχε προκύψει, όμως, εάν δεν είχαν ληφθεί μέτρα όπως κάποιοι τότε επιζητούσαν προτεραιοποιώντας τη συνέχιση των ροών σε βάρος της δημόσιας υγείας υπό το πρόσχημα του ανθρωπισμού και της εν γένει ευαλωτότητας των μεταναστευτικών αφίξεων; Τι θα συνέβαινε εάν τα μέτρα αποδεικνύονταν άκαρπα και οι ροές συνέχιζαν με αμείωτη ένταση; Πώς θα είχε συνδυαστεί το μεταναστευτικό με μια παράλληλη υγειονομική κρίση; Ίσως οι καταυλισμοί στα νησιά και στις συνοριακές ζώνες να είχαν μετατραπεί σε εστίες υπερμετάδοσης, με την υγειονομική διάσταση να λειτουργεί ως νέο επιχείρημα για το κλείσιμο των συνόρων και την αποτροπή. Ίσως πάλι η ίδια η ανάγκη για κοινή διαχείριση της πανδημίας να ανάγκαζε τα κράτη-μέλη σε μια πιο συντονισμένη ευρωπαϊκή απάντηση, που να έβλεπε το μεταναστευτικό όχι μόνο από την ανθρωπιστική του σκοπιά αλλά και ως ζήτημα δημόσιας υγείας. Σε κάθε περίπτωση, η κρίση θα δοκίμαζε τα όρια αλληλεγγύης μεταξύ των χωρών του Βορρά και του Νότου και θα ανεδείκνυε το διαρκές δίλημμα: θα μπορούσε η Ευρώπη να αντέξει δύο ταυτόχρονες κρίσεις χωρίς να θυσιάσει τις αξίες της ή μήπως η πανδημία θα αποκάλυπτε πρόωρα τον ήδη υπαρκτό κατακερματισμό της;

Ένα πολύπλοκο παζλ χωρίς μία λύση

Τα παραπάνω «What if…» δεν έχουν εύκολες απαντήσεις. Δεν έχουν καν απαντήσεις. Είναι οι παραμορφωτικοί καθρέφτες που μας δείχνουν ότι κάθε απόφαση –ή κάθε απουσία απόφασης– αφήνει ένα ανεξίτηλα διφορούμενο ιστορικό αποτύπωμα. Η Γερμανία, η Ουγγαρία, η Σουηδία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ελλάδα, η Ιταλία – κάθε χώρα έκανε διαφορετικές επιλογές ανάλογα με τις τότε συγκυρίες, συσχετισμούς δυνάμεων και άτυπες ή επίσημες πολιτικές συμμαχίες. Άλλες πιο σκληρές, άλλες πιο γενναιόδωρες αποφάσεις. Καμία, όμως, επιλογή δεν απέφυγε συνέπειες και επακόλουθα. Διότι το μεταναστευτικό δεν είναι απλώς νούμερα και ροές. Είναι διεθνείς σχέσεις, είναι οικονομικές πιέσεις, είναι πολιτισμικές αντοχές, είναι κοινωνικές ισορροπίες και φυσικά είναι ανθρώπινες ζωές. Είναι μία εξίσωση με αγνώστους, ανομοιογενείς και ευμετάβλητους παράγοντες δυναμικά εξελισσόμενους. Η Ευρώπη τις τελευταίες μεταπολεμικές δεκαετίες βρέθηκε μπροστά σε διλήμματα: άκρατος ανθρωπισμός ή ασφάλεια; Ανοιχτότητα ή προστασία συνόρων; Διεθνής αλληλεγγύη ή εθνική κυριαρχία; Κρατικός έλεγχος ή συνδιοίκηση με ΜΚΟ; Και κάθε φορά η απόφαση που ελήφθη διαμόρφωσε όχι μόνο το παρόν αλλά ως ένα βαθμό και το μέλλον. Το παρόν άρθρο δεν επιχειρεί να δώσει απαντήσεις. Δεν είναι αυτός ο σκοπός του και ούτε θα μπορούσε να το πράξει. Σκοπός είναι να υποκινήσει τη σκέψη πέρα από τις ανέξοδες λύσεις που προτείνονται δογματικά κατά καιρούς και να προκαλέσει τον αναγνώστη να αναλογιστεί: ποια Ευρώπη θέλουμε; Πόσο ανοιχτή, πόσο ασφαλής, πόσο ανθρώπινη, πόσο προσγειωμένη και ρεαλιστικά λειτουργούσα;. Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι τι θα είχε γίνει αν… Το πραγματικό ερώτημα είναι: τι θα γίνει από εδώ και πέρα και ποια είναι η θέση που η Ευρώπη και η χώρα μας ως ισότιμο μέλος θα υιοθετήσουν ανάμεσα σε διλήμματα που επαναλαμβάνονται διαχρονικά.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Δείτε Επίσης