Εμβόλιο: Τα όρια της μη υποχρεωτικότητας
anthopoulos

Χαράλαμπος Ανθόπουλος

Εμβόλιο: Τα όρια της μη υποχρεωτικότητας

Ο ν. 4675/2020 (ΦΕΚ 54/Α/11.3.2020) προβλέπει ρητά ότι «σε περιπτώσεις εμφάνισης κινδύνου διάδοσης μεταδοτικού νοσήματος, που ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, μπορεί να επιβάλλεται, με απόφαση του υπουργού Υγείας, μετά από γνώμη της ΕΕΔΥ (Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας), υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού με σκοπό την αποτροπή της διάδοσης της νόσου. 

Με την ανωτέρω απόφαση ορίζονται η ομάδα του πληθυσμού ως προς την οποία καθίσταται υποχρεωτικός ο εμβολιασμός με καθορισμένο εμβόλιο, η τυχόν καθορισμένη περιοχή υπαγωγής στην υποχρεωτικότητα, το χρονικό διάστημα ισχύος της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, το οποίο πρέπει πάντοτε να αποφασίζεται ως έκτακτο και προσωρινό μέτρο προστασίας της δημόσιας υγείας για συγκεκριμένη ομάδα του πληθυσμού, η ρύθμιση της διαδικασίας του εμβολιασμού...».

Ειδικά στην περίπτωση της νόσου COVID-19 ισχύει και η ρύθμιση της ΠΝΠ της 25.2.2020 που κυρώθηκε με τον ν. 4682/2020, σύμφωνα με την οποία μπορεί να επιβάλλεται υποχρεωτικός εμβολιασμός στα πρόσωπα για τα οποία υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι μπορούν να μεταδώσουν άμεσα ή έμμεσα τη νόσο ή προέρχονται από περιοχές όπου έχει παρατηρηθεί μεγάλη διάδοση της νόσου.

Καμία από τις διατάξεις αυτές δεν προβλέπει τη δυνατότητα υποβολής όλου του πληθυσμού σε υποχρεωτικό εμβολιασμό. Συνεπώς, αν ληφθεί μια τέτοια απόφαση για το εμβόλιο κατά του νέου κορωνοϊού, θα χρειαστεί ειδική νομοθετική ρύθμιση, αυτή τη φορά βέβαια με τυπικό νόμο και όχι ΠΝΠ, αφού στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπάρχει «απρόβλεπτη ανάγκη».

Με δεδομένη την επικινδυνότητα της COVID-19, τόσο για την ατομική όσο και για τη δημόσια υγεία, το κρίσιμο συνταγματικό ερώτημα δεν είναι αν ο γενικός υποχρεωτικός εμβολιασμός είναι συνταγματικά επιτρεπτός, αλλά αν είναι συνταγματικά αναγκαίος, έτσι ώστε να είναι αντισυνταγματική, τουλάχιστον σε ορισμένες περιπτώσεις, η παράλειψη του κράτους να τον επιβάλει.

Η μετάδοση της νόσου μπορεί να μειωθεί ουσιωδώς μόνο αν εμβολιαστεί το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού -πάνω από το 75%- ώστε να δημιουργηθεί συλλογική ανοσία. Αντίθετα, αν εμβολιαστεί μόνο ένα μέρος του πληθυσμού -ας πούμε γύρω στο 50%-, τότε η εξάπλωση της νόσου δεν θα διακοπεί.

Δεδομένου ότι η συλλογική ανοσία είναι ένα δημόσιο αγαθό, διότι όλοι ωφελούνται από αυτήν, η υποχρέωση εμβολιασμού θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα καθήκον κοινωνικής αλληλεγγύης κατά την έννοια του άρθρου 25 παρ. 4 Συντ., το οποίο το κράτος δικαιούται και ενδεχομένως υποχρεούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες, με τις εύλογες εξαιρέσεις που δικαιολογούνται από ιατρικούς λόγους (βλ. Χ. Ανθόπουλος, Πανδημία, δικαίωμα στην υγεία και καθήκον αλληλεγγύης, ΕφημΔΔ 1/2020).

Κλείσιμο
Στην περίπτωση αυτή η ελευθερία αυτοκαθορισμού του ατόμου σε θέματα της προσωπικής του υγείας υποχωρεί έναντι του συλλογικού δικαιώματος στην υγεία, δηλαδή στην ουσία έναντι του δικαιώματος στην υγεία των άλλων (πρβλ. στο ίδιο πνεύμα και την μόλις εκδοθείσα απόφαση 2387/2020 του Δ’ Τμήματος του ΣτΕ). Η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού δεν μπορεί βέβαια να επιβληθεί με φυσικό καταναγκασμό αλλά μόνο με διοικητικές κυρώσεις, π.χ. με χρηματικό πρόστιμο ή με απαγόρευση πρόσβασης σε ορισμένους δημόσιους χώρους ή υπηρεσίες.

Ολα αυτά μοιάζουν προς το παρόν κάπως θεωρητικά, αφού τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχει προκριθεί η επιλογή της μη υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού κατά του κορωνοϊού. Μπορούν όμως να αποκτήσουν πρακτική σημασία αν αποδειχτεί ότι δεν αρκεί η απλή σύσταση για υποβολή σε εμβολιασμό.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ