Στα «ευάλωτα νοικοκυριά» η μεσαία τάξη!
Αναμφίβολα ζούμε σε μία από τις ομορφότερες χώρες του κόσμου
Με μια νησιωτική Ελλάδα μοναδική, όπως και όλες οι ακτογραμμές της χώρας. Εξ ου και κάθε χρόνο μάς επισκέπτονται σχεδόν πάνω από 40 εκατομμύρια ξένοι για να απολαύσουν αυτές τις ομορφιές της πατρίδας μας. Επισκέπτες-τουρίστες με προφανώς ανώτερο εισόδημα από τον μέσο όρο των Ελλήνων. Και αυτό γιατί, σύμφωνα με έρευνα της Eurostat, το 46% των Ελλήνων δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν διακοπές και να γνωρίσουν τις ομορφιές του τόπου τους.
Και είναι οξύμωρο και παράδοξο όταν τα τελευταία χρόνια όλοι οι μακροοικονομικοί δείκτες που εμφανίζει η οικονομία μας αποτελούν παράδειγμα success story από όλους του ξένους αναλυτές και τους οίκους αξιολόγησης. Ανάπτυξη πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, υπερπλεονάσματα στον Προϋπολογισμό πάνω από 4,5 δισ. ευρώ, πτώση της ανεργίας κάτω από το 9%, επενδύσεις σημαντικές, κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης πάνω από 30 δισ. ευρώ, τεράστιες επενδύσεις στις υποδομές της χώρας, ψηφιακά άλματα στη λειτουργία του κράτους κ.λπ.
Αυτές οι δύο εικόνες δείχνουν ότι κάτι δεν πάει καλά στο μείγμα της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, αφού ο μισός πληθυσμός δεν βλέπει βελτίωση στη ζωή του και δεν μπορεί να απολαύσει κάποια στοιχειώδη αγαθά, ένα από τα οποία είναι και οι διακοπές. Είναι ακατανόητο πώς γίνεται να παραμένουν στο περιθώριο τόσοι πολλοί συμπολίτες μας την ίδια στιγμή που ευημερούν όλοι οι οικονομικοί δείκτες. Διότι το λογικό και δίκαιο σε μια ευημερούσα οικονομία είναι να παίρνουν κοινωνικό μέρισμα όλοι οι πολίτες.
Να διαχέεται ο παραγόμενος πλούτος με δικαιότερο τρόπο. Μπορεί τα τελευταία χρόνια η κυβέρνηση να πήρε αρκετά μέτρα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, όπως η αύξηση του ενεργειακού κόστους με επιδοτήσεις στο ρεύμα και με διάφορα pass ή έκτακτα επιδόματα, αυξήσεις κατώτατου μισθού κ.λπ., αλλά αυτά αφορούσαν κυρίως τα πολύ ευάλωτα νοικοκυριά. Οι ευάλωτοι συμπολίτες μας, όμως, με απλή λογική αλλά και εισοδηματικά κριτήρια δεν είναι οι μισοί Ελληνες.
Γεγονός που αναδεικνύει μια πτυχή που όλες οι κυβερνήσεις ξέρουν αλλά αρνούνται να ομολογήσουν. Η πάλαι ποτέ μεσαία τάξη έχει και πάλι εγκαταλειφθεί και καλείται μόνο να πληρώνει φόρους χωρίς κανένα αντίκρισμα στην αγοραστική της δύναμη, που συνεχώς μειώνεται από την ακρίβεια. Και αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί χωρίς επιπτώσεις τόσο πολιτικές όσο και οικονομικές στο επίπεδο της κατανάλωσης και κατά συνέπεια της ανάπτυξης.
Τα πλεονάσματα που προκύπτουν από τη σφιχτή δημοσιονομική πολιτική, που είναι θεμιτή και απαραίτητη για την πορεία της χώρας, δεν μπορεί να πηγαίνουν μόνο στους ευάλωτους και στις δημόσιες επενδύσεις.
Είναι πλέον αδήριτη ανάγκη η κυβέρνηση να αλλάξει το μείγμα διανομής των υπερπλεονασμάτων με δικαιότερο τρόπο έτσι ώστε όλοι να το νιώσουν στην τσέπη τους. Και αν είναι ανέφικτο να αυξηθούν τα εισοδήματα μέσω μισθολογικής πολιτικής, η κυβέρνηση έχει τρόπο να συντρέξει στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος μέσω μείωσης των φόρων. Χαμηλότεροι και περισσότεροι φορολογικοί συντελεστές, μελέτη ξανά του δυσθεώρητου ύψους 24% του ΦΠΑ σε ορισμένα προϊόντα ή κάποια άλλα προσφορότερα μέτρα που θα έχουν άμεσο αντίκτυπο στη μεσαία τάξη, η οποία χτυπήθηκε αλύπητα από τις κυβερνήσεις του ΣΥΡΙΖΑ, πήρε μια μικρή ανάσα την πρώτη τετραετία του Μητσοτάκη, αλλά στη συνέχεια και πάλι ξεχάστηκε. Στο μεταξύ, τα κύματα ακρίβειας που συνεχίζουν μέχρι σήμερα την έχουν μετατρέψει και πάλι στο βασικό υποζύγιο για να ευημερούν οι μακροοικονομικοί δείκτες και να παίρνει εύσημα η χώρα αφού μειώνει το ογκώδες εξωτερικό χρέος.
Από καιρό βέβαια διακινείται από τους κυβερνητικούς παράγοντες ότι στις ανακοινώσεις της φετινής ΔΕΘ θα υπάρχει μέριμνα και για τα μεσαία εισοδήματα. Ολα όμως θα εξαρτηθούν από την εικόνα που θα έχει προκύψει στα δημοσιονομικά στα μέσα Αυγούστου. Ας ελπίσουμε πως όντως το εννοούν, γιατί διαφορετικά, συνεπικουρούντος του βαριού κλίματος για την κυβερνητική παράταξη από τα σκάνδαλα ή τη σκανδαλολογία, η αποδοχή της θα υποστεί κι άλλο βαρύ, ίσως και καθοριστικό, πλήγμα. Ας μην ξεχνούν μάλιστα ότι ο Ελληνας στο τέλος ψηφίζει -σε μεγάλο βαθμό- με γνώμονα την τσέπη του!
Και είναι οξύμωρο και παράδοξο όταν τα τελευταία χρόνια όλοι οι μακροοικονομικοί δείκτες που εμφανίζει η οικονομία μας αποτελούν παράδειγμα success story από όλους του ξένους αναλυτές και τους οίκους αξιολόγησης. Ανάπτυξη πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, υπερπλεονάσματα στον Προϋπολογισμό πάνω από 4,5 δισ. ευρώ, πτώση της ανεργίας κάτω από το 9%, επενδύσεις σημαντικές, κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης πάνω από 30 δισ. ευρώ, τεράστιες επενδύσεις στις υποδομές της χώρας, ψηφιακά άλματα στη λειτουργία του κράτους κ.λπ.
Αυτές οι δύο εικόνες δείχνουν ότι κάτι δεν πάει καλά στο μείγμα της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, αφού ο μισός πληθυσμός δεν βλέπει βελτίωση στη ζωή του και δεν μπορεί να απολαύσει κάποια στοιχειώδη αγαθά, ένα από τα οποία είναι και οι διακοπές. Είναι ακατανόητο πώς γίνεται να παραμένουν στο περιθώριο τόσοι πολλοί συμπολίτες μας την ίδια στιγμή που ευημερούν όλοι οι οικονομικοί δείκτες. Διότι το λογικό και δίκαιο σε μια ευημερούσα οικονομία είναι να παίρνουν κοινωνικό μέρισμα όλοι οι πολίτες.
Να διαχέεται ο παραγόμενος πλούτος με δικαιότερο τρόπο. Μπορεί τα τελευταία χρόνια η κυβέρνηση να πήρε αρκετά μέτρα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, όπως η αύξηση του ενεργειακού κόστους με επιδοτήσεις στο ρεύμα και με διάφορα pass ή έκτακτα επιδόματα, αυξήσεις κατώτατου μισθού κ.λπ., αλλά αυτά αφορούσαν κυρίως τα πολύ ευάλωτα νοικοκυριά. Οι ευάλωτοι συμπολίτες μας, όμως, με απλή λογική αλλά και εισοδηματικά κριτήρια δεν είναι οι μισοί Ελληνες.
Γεγονός που αναδεικνύει μια πτυχή που όλες οι κυβερνήσεις ξέρουν αλλά αρνούνται να ομολογήσουν. Η πάλαι ποτέ μεσαία τάξη έχει και πάλι εγκαταλειφθεί και καλείται μόνο να πληρώνει φόρους χωρίς κανένα αντίκρισμα στην αγοραστική της δύναμη, που συνεχώς μειώνεται από την ακρίβεια. Και αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί χωρίς επιπτώσεις τόσο πολιτικές όσο και οικονομικές στο επίπεδο της κατανάλωσης και κατά συνέπεια της ανάπτυξης.
Τα πλεονάσματα που προκύπτουν από τη σφιχτή δημοσιονομική πολιτική, που είναι θεμιτή και απαραίτητη για την πορεία της χώρας, δεν μπορεί να πηγαίνουν μόνο στους ευάλωτους και στις δημόσιες επενδύσεις.
Είναι πλέον αδήριτη ανάγκη η κυβέρνηση να αλλάξει το μείγμα διανομής των υπερπλεονασμάτων με δικαιότερο τρόπο έτσι ώστε όλοι να το νιώσουν στην τσέπη τους. Και αν είναι ανέφικτο να αυξηθούν τα εισοδήματα μέσω μισθολογικής πολιτικής, η κυβέρνηση έχει τρόπο να συντρέξει στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος μέσω μείωσης των φόρων. Χαμηλότεροι και περισσότεροι φορολογικοί συντελεστές, μελέτη ξανά του δυσθεώρητου ύψους 24% του ΦΠΑ σε ορισμένα προϊόντα ή κάποια άλλα προσφορότερα μέτρα που θα έχουν άμεσο αντίκτυπο στη μεσαία τάξη, η οποία χτυπήθηκε αλύπητα από τις κυβερνήσεις του ΣΥΡΙΖΑ, πήρε μια μικρή ανάσα την πρώτη τετραετία του Μητσοτάκη, αλλά στη συνέχεια και πάλι ξεχάστηκε. Στο μεταξύ, τα κύματα ακρίβειας που συνεχίζουν μέχρι σήμερα την έχουν μετατρέψει και πάλι στο βασικό υποζύγιο για να ευημερούν οι μακροοικονομικοί δείκτες και να παίρνει εύσημα η χώρα αφού μειώνει το ογκώδες εξωτερικό χρέος.
Από καιρό βέβαια διακινείται από τους κυβερνητικούς παράγοντες ότι στις ανακοινώσεις της φετινής ΔΕΘ θα υπάρχει μέριμνα και για τα μεσαία εισοδήματα. Ολα όμως θα εξαρτηθούν από την εικόνα που θα έχει προκύψει στα δημοσιονομικά στα μέσα Αυγούστου. Ας ελπίσουμε πως όντως το εννοούν, γιατί διαφορετικά, συνεπικουρούντος του βαριού κλίματος για την κυβερνητική παράταξη από τα σκάνδαλα ή τη σκανδαλολογία, η αποδοχή της θα υποστεί κι άλλο βαρύ, ίσως και καθοριστικό, πλήγμα. Ας μην ξεχνούν μάλιστα ότι ο Ελληνας στο τέλος ψηφίζει -σε μεγάλο βαθμό- με γνώμονα την τσέπη του!
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα