Η επίθεση στο
Σίδνεϊ δείχνει πως το
Ισλαμικό Κράτος εξακολουθεί να εμπνέει βία σε παγκόσμια κλίμακα και μάλιστα με μεγαλύτερη συχνότητα από άλλες τρομοκρατικές οργανώσεις.
Καθώς οι αυστραλιανές αρχές άρχισαν να αποτιμούν την έκταση της σφαγής και να αναζητούν στοιχεία μετά την τρομοκρατική επίθεση της περασμένης Κυριακής, εντόπισαν ένα γνώριμο σύμβολο, που έχει εμφανιστεί επανειλημμένα τα τελευταία χρόνια σε σκηνές φρικτής βίας.
Η μαύρη σημαία του Ισλαμικού Κράτους, γνωστού και ως
ISIS, δεν συνδέεται πλέον με το εκτεταμένο εδαφικό «χαλιφάτο» που η οργάνωση έλεγχε κάποτε στη συριακή έρημο. Δεν λειτουργεί πια ως λάβαρο που προσέλκυε ισλαμιστές μαχητές από όλο τον κόσμο ούτε ως σύμβολο μιας οργάνωσης με σφιχτό επιχειρησιακό έλεγχο των τρομοκρατικών της σχεδίων και του επικοινωνιακού της μηχανισμού.
Ωστόσο, η
εύρεση σημαιών του Ισλαμικού Κράτους στον τόπο της ένοπλης επίθεσης κατά εορτασμού της
Χάνουκα στο Σίδνεϊ -σύμφωνα με Αυστραλιανούς αξιωματούχους και βίντεο από το σημείο- λειτούργησε ως υπενθύμιση ότι η οργάνωση εξακολουθεί να εμπνέει βία παγκοσμίως, με μεγαλύτερη συχνότητα και επιμονή από άλλες τρομοκρατικές ομάδες.
Το Ισλαμικό Κράτος έχει περάσει από το να είναι
«μια κυβερνητική αρχή που σόκαρε τον κόσμο» στο να
«επιστρέψει στο DNA του ως τρομοκρατική οργάνωση που δεν ελέγχει έδαφος αλλά εξακολουθεί να αριθμεί χιλιάδες μέλη».
Από τότε που οι δυνάμεις υπό την ηγεσία των ΗΠΑ ανακοίνωσαν την ήττα του χαλιφάτου του
ISIS το
2019, το Ισλαμικό Κράτος
«γλίστρησε από το μυαλό και το βλέμμα μας», αλλά σε καμία περίπτωση δεν έχει εγκαταλείψει τους στόχους και τον σκοπό του.
Η επίθεση από την οποία έχασαν την ζωή τους
15 άνθρωποι στο
Μπόνταϊ Μπιτς του Σίδνεϊ ήταν η πιο πρόσφατη σε μια αλυσίδα επιθέσεων τα τελευταία χρόνια, όπου οι αρχές εντόπισαν μαύρες σημαίες ή άλλα σύμβολα πίστης στο Ισλαμικό Κράτος, ακόμη κι όταν δεν προέκυψαν σαφείς ενδείξεις άμεσης εμπλοκής της κεντρικής ηγεσίας της οργάνωσης στη στρατολόγηση, ριζοσπαστικοποίηση ή καθοδήγηση των δραστών.
Ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας,
Άντονι Αλμπανέζι, δήλωσε ότι δεν υπάρχει
«καμία ένδειξη συνεργασίας», υποδηλώνοντας ότι οι αρχές δεν έχουν εντοπίσει επιχειρησιακούς δεσμούς με ηγετικά στελέχη του Ισλαμικού Κράτους. Ωστόσο, αυστραλιανές και φιλιππινέζικες αρχές επιβεβαίωσαν την Τρίτη ότι οι ύποπτοι -
ο 50χρονος Σατζίντ Άκραμ και ο 24χρονος γιος του Ναβίντ Άκραμ- είχαν ταξιδέψει τον προηγούμενο μήνα στο νησί
Μιντανάο των
Φιλιππίνων, όπου δραστηριοποιείται εδώ και χρόνια τοπικός βραχίονας του Ισλαμικού Κράτους.
«Φαίνεται ότι υπάρχουν στοιχεία πως η επίθεση αυτή ήταν εμπνευσμένη από μια τρομοκρατική οργάνωση, από το ISIS», δήλωσε ο
Αλμπανέζι σε συνέντευξη Τύπου την Τρίτη, επικαλούμενος τις σημαίες του Ισλαμικού Κράτους που βρέθηκαν στο όχημα καταχωρημένο στο όνομα του νεότερου υπόπτου.
Είχε προηγηθεί η επίθεση στη Συρία με τους νεκρούς Αμερικανούς στρατιώτες
Η οργάνωση υπενθύμισε την παρουσία της και στη
Συρία, με επίθεση το Σάββατο που σκότωσε δύο στρατιώτες του αμερικανικού στρατού και έναν Αμερικανό διερμηνέα-πολίτη. Αμερικανοί αξιωματούχοι ανέφεραν ότι η επίθεση στην
Παλμύρα διαπράχθηκε από μέλος των συριακών δυνάμεων ασφαλείας, το οποίο ερευνάται για φερόμενη σύνδεση με το Ισλαμικό Κράτος.
Η επίθεση σημειώθηκε κατά τη διάρκεια συνάντησης με τη συμμετοχή αμερικανικών δυνάμεων από την Εθνοφρουρά της Αϊόβα, που συνεργάζονταν με συριακές δυνάμεις, οι οποίες εντάσσονται στο υπουργείο Εσωτερικών της χώρας, σύμφωνα με πρόσωπο που γνωρίζει τον ρόλο των ΗΠΑ. Η απειλή του Ισλαμικού Κράτους προέρχεται κυρίως από μαχητές συνδεδεμένους με το
ISIS, που κρύβονται στον άμαχο πληθυσμό. Παράλληλα, περίπου
26.000 άνθρωποι -κυρίως γυναίκες και παιδιά- βρίσκονται σε προσφυγικούς καταυλισμούς και ενδέχεται να είναι ευάλωτοι σε μελλοντική επιρροή και στρατολόγηση, ανέφερε το ίδιο πρόσωπο, ζητώντας ανωνυμία.