Λίγες ημέρες μετά την ιστορική συμφωνία εξαγοράς της
Warner Bros. Discovery (WBD) από το Netflix έναντι 82,7 δισ. δολαρίων, η
Paramount Skydance (PSKY.O) υπέβαλε σήμερα εχθρική προσφορά ύψους 108,4 δισ. δολαρίων για τη Warner Bros Discovery (WBD.O), σε μια τελευταία προσπάθεια να ξεπεράσει την προσφορά του
Netflix.
Την Παρασκευή το Netflix κέρδισε έναν πλειστηριασμό που διήρκεσε εβδομάδες με την Paramount και την Comcast, εξασφαλίζοντας μια συμφωνία ύψους 72 δισ. δολαρίων για την τηλεόραση, τα κινηματογραφικά στούντιο και τα περιουσιακά στοιχεία streaming της Warner Bros Discovery.
Η συμφωνία, που αφορά τα κινηματογραφικά στούντιο και την υπηρεσία streaming HBO Max της Warner Bros Discovery, περιλαμβάνει μετρητά και μετοχές και έχει εκτιμηθεί στα 27,75 δολάρια ανά μετοχή της WBD, σύμφωνα με τις δηλώσεις των εταιρειών. Αυτό ανεβάζει τη συνολική αξία της συναλλαγής (Enterprise Value) περίπου στα 82,7 δισ. δολάρια, εκ των οποίων τα 72 δισ. είναι η αξία των μετοχών.
Η εξαγορά αναμένεται να ολοκληρωθεί μετά την απόσχιση της Warner Bros Discovery από τη μονάδα παγκόσμιων τηλεοπτικών δικτύων της, Discovery Global, που περιλαμβάνει το TNT και το CNN, σε μια ξεχωριστή εισηγμένη εταιρεία, κίνηση που αναμένεται να ολοκληρωθεί το τρίτο τρίμηνο του 2026.
Το deal που ανακοινώθηκε την Παρασκευή (5/12) ακολουθεί έναν μήνα έντονου ανταγωνισμού προσφορών, κατά τον οποίο το Netflix κυριάρχησε με προσφορά σχεδόν 28 δολαρίων ανά μετοχή, ξεπερνώντας την προσφορά σχεδόν 24 δολαρίων ανά μετοχή από την Paramount Skydance για την πλήρη εξαγορά της Warner Bros Discovery.
Ωστόσο, η τελευταία προσπάθεια της Paramount σημαίνει ότι ο αγώνας για τη Warner Bros και τα πολύτιμα περιουσιακά στοιχεία της HBO και της DC Comics δεν θα τελειώσει σύντομα.
Η προσφορά του Netflix συνοδεύεται από τέλος ακύρωσης ύψους 5,8 δισ. δολαρίων και ήταν πιθανό να αντιμετωπίσει αυστηρό έλεγχο από τις αρχές ανταγωνισμού.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ,
Ντόναλντ Τραμπ, έθεσε ερωτήματα σχετικά με την προσφορά το Σαββατοκύριακο. Η προσφορά έχει ήδη προκαλέσει έντονη κριτική από βουλευτές και συνδικάτα του Χόλιγουντ, οι οποίοι εκφράζουν ανησυχίες ότι θα μπορούσε να οδηγήσει σε περικοπές θέσεων εργασίας καθώς και σε υψηλότερες τιμές για τους καταναλωτές.
Ωστόσο, και η προσφορά της Paramount θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τις δικιές της δυσκολίες. Η συγχώνευση Paramount - Warner Bros θα ενίσχυε τη δεσπόζουσα θέση της στην αγορά των στούντιο, κάτι που ορισμένοι φοβούνται ότι θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλειες θέσεων εργασίας, καθώς ο κλάδος ενοποιείται ραγδαία.
Σύμφωνα με το Reuters, η Paramount είχε αυξήσει την προσφορά της σε 30 δολάρια ανά μετοχή την Πέμπτη για ολόκληρη την εταιρεία, αλλά το διοικητικό συμβούλιο της Warner Bros είχε ανησυχίες σχετικά με τη χρηματοδότηση.
«Η εξαγορά της Warner Bros Discovery απέχει πολύ από το τέλος της. Το Netflix έχει το πάνω χέρι, αλλά θα υπάρξουν ανατροπές πριν από τον τερματισμό. Η Paramount θα απευθυνθεί στους μετόχους, τις ρυθμιστικές αρχές και τους πολιτικούς για να προσπαθήσει να εμποδίσει τη Netflix. Η μάχη ενδέχεται να παραταθεί» δήλωσε ο ανώτερος αναλυτής της Emarketer, Ross Benes.
Η Paramount υπέβαλε πολλαπλές προσφορές από τον Σεπτέμβριο για να δημιουργήσει έναν ισχυρό όμιλο ψυχαγωγίας ικανό να ανταγωνιστεί το Netflix και τεχνολογικούς γίγαντες, όπως η Apple, που έχουν επεκταθεί στον τομέα των μέσων ενημέρωσης, αλλά οι προσφορές της απορρίφθηκαν.
Η Paramount παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα στούντιο του Χόλιγουντ, αλλά τα έσοδά της από τα εισιτήρια είναι ασταθή, με περιστασιακές επιτυχίες franchise που αντισταθμίζονται από περιόδους κατά τις οποίες η Disney, η Universal και η Warner Bros την ξεπερνούν σε μερίδιο αγοράς στις ΗΠΑ.
Έστειλε επιστολή στη Warner Bros, αμφισβητώντας τη διαδικασία πώλησης και ισχυριζόμενη ότι η εταιρεία εγκατέλειψε μια δίκαιη διαδικασία υποβολής προσφορών, γεγονός που ανέδειξε το Netflix ως νικητή του πλειστηριασμού.
Αυτό ακολούθησε αναφορές ότι η διοίκηση της Warner Bros χαρακτήρισε τη συμφωνία με το Netflix «σίγουρη επιτυχία», ενώ μίλησε αρνητικά για την προσφορά της Paramount.
Σε συνέντευξή του στο CNBC τη Δευτέρα, ο διευθύνων σύμβουλος της Paramount, David Ellison, δήλωσε ότι υπάρχει «ενδογενής προκατάληψη» εναντίον της εταιρείας του στη διαδικασία υποβολής προσφορών.
«Θα είμαστε ο μεγαλύτερος επενδυτής σε αυτή τη συμφωνία. Βρισκόμαστε εδώ σήμερα, επειδή αγωνιζόμαστε για τους μετόχους μας, αλλά και για τους μετόχους της Warner Bros Discovery» δήλωσε ο Ellison σε συνέντευξή του στο CNBC.
Ορισμένοι αναλυτές και εμπειρογνώμονες του κλάδου θεωρούν την Paramount ως τον καλύτερο υποψήφιο για την εξαγορά της Warner Bros Discovery, δεδομένης της οικονομικής ευρωστίας του Ellison, ο οποίος υποστηρίζεται από τον πατέρα του, συνιδρυτή της Oracle και δεύτερο πλουσιότερο άνθρωπο στον κόσμο, Larry Ellison, ο οποίος έχει στενούς δεσμούς με την κυβέρνηση Τραμπ.
Σύμφωνα με το Bloomberg, ο Τραμπ συναντήθηκε με τον συν-διευθύνοντα σύμβουλο του Netflix, Ted Sarandos, στα μέσα Νοεμβρίου, λέγοντας στον εκτελεστικό ότι η Warner Bros πρέπει να πουληθεί στον υψηλότερο πλειοδότη.
Η συγχωνευμένη εταιρεία θα έχει σημαντική επικάλυψη και τα συνολικά έσοδα από streaming θα μειωθούν, εκτός αν το Netflix διπλασιάσει τις τιμές της ή λειτουργήσει ξεχωριστές πλατφόρμες, κάτι που δεν αναμένει η χρηματιστηριακή εταιρεία, σύμφωνα με αναλυτές της Morningstar.
Επιδιώκοντας να κατευνάσει τις ανησυχίες περί ανταγωνισμού, ο Sarandos είχε δηλώσει ότι η συμφωνία θα δημιουργούσε αξία για τους καταναλωτές, τους μετόχους και τους δημιουργούς, σημειώνοντας ότι το Netflix είναι «ιδιαίτερα βέβαιη» για τη ρυθμιστική διαδικασία.
Αναλυτές ανέφεραν ότι το κίνητρο του Netflix θα προερχόταν από την προσπάθεια εξασφάλισης αποκλειστικού, μακροπρόθεσμου ελέγχου επί υψηλής αξίας πνευματικών δικαιωμάτων και από τη μείωση της εξάρτησής της από εξωτερικά στούντιο, καθώς επεκτείνεται στο gaming, το ζωντανό θέαμα και τα ευρύτερα καταναλωτικά οικοσυστήματα.
Η πρόσβαση στον τεράστιο θησαυρό πνευματικών δικαιωμάτων της WBD θα παρείχε άμεση αξιοπιστία, απήχηση στο κοινό και δυνατότητες εμπορικής αξιοποίησης για τις φιλοδοξίες της στον τομέα του gaming (παιχνιδιών), έναν τομέα, όπου το Netflix εξακολουθεί να χτίζει πρωτότυπο περιεχόμενο και αναγνωρισιμότητα της μάρκας.