Η φωτεινή πλευρά του δρόμου
Η φωτεινή πλευρά του δρόμου
Ο Γιώργος Μουχταρίδης ξέρει να κάνει καλό ραδιόφωνο και να δημιουργεί εξαιρετικές μουσικές συλλογές
Δύο πράγματα είναι σίγουρα για τον Γιώργο Μουχταρίδη
Σπούδασε στο τμήμα Διοίκησης και Οικονομίας στο ΤΕΙ, αλλά ακολούθησε διαφορετική κατεύθυνση από πολύ νωρίς. Μπήκε στον χώρο της δημοσιογραφίας το 1983 και αποτέλεσε μέλος της βασικής ομάδας του περιοδικού «Ηχος & Hi-Fi» μέχρι και το 1994. Παράλληλα εργαζόταν στα περιοδικά «Επτάμιση» και «Εικόνες», ενώ συνεργάστηκε και με τα ραδιόφωνα ΕΡΑ 4 και Σκάι, ως ραδιοφωνικός παραγωγός και μουσικός επιμελητής. Συνεργάστηκε ακόμη με τα ραδιόφωνα Pop FM και Ρυθμός, ως μουσικός παραγωγός, ενώ εργάζονταν και ως διευθυντής παραγωγής σε μεγάλα φεστιβάλ της Αθήνας. Από το 2003 μέχρι και το 2011 διετέλεσε διευθυντής προγράμματος του πλέον επιτυχημένου ραδιοφώνου της ΕΡΤ τα τελευταία 20 χρόνια, του Kosmos 93.6, στο οποίο έδωσε ύφος και χαρακτήρα.
: ξέρει να κάνει καλό ραδιόφωνο και καλές συλλογές. Ο άνθρωπος που ευθύνεται για την επιτυχία του Pepper 96.6 δεν είναι απλά ένας λάτρης του ραδιοφώνου, αλλά και της μουσικής γενικότερα. Γεννημένος στην Αθήνα, δεν σταμάτησε ποτέ να αγαπά την πόλη του και να απολαμβάνει τις δημιουργίες του. Γιατί μπορεί ο Γιώργος Μουχταρίδης να αγαπάει την ξένη μουσική, δεν σταματάει ωστόσο να θαυμάζει ανθρώπους που με μεράκι και ταλέντο ζουν μέσα από τις μελωδίες τους.Σπούδασε στο τμήμα Διοίκησης και Οικονομίας στο ΤΕΙ, αλλά ακολούθησε διαφορετική κατεύθυνση από πολύ νωρίς. Μπήκε στον χώρο της δημοσιογραφίας το 1983 και αποτέλεσε μέλος της βασικής ομάδας του περιοδικού «Ηχος & Hi-Fi» μέχρι και το 1994. Παράλληλα εργαζόταν στα περιοδικά «Επτάμιση» και «Εικόνες», ενώ συνεργάστηκε και με τα ραδιόφωνα ΕΡΑ 4 και Σκάι, ως ραδιοφωνικός παραγωγός και μουσικός επιμελητής. Συνεργάστηκε ακόμη με τα ραδιόφωνα Pop FM και Ρυθμός, ως μουσικός παραγωγός, ενώ εργάζονταν και ως διευθυντής παραγωγής σε μεγάλα φεστιβάλ της Αθήνας. Από το 2003 μέχρι και το 2011 διετέλεσε διευθυντής προγράμματος του πλέον επιτυχημένου ραδιοφώνου της ΕΡΤ τα τελευταία 20 χρόνια, του Kosmos 93.6, στο οποίο έδωσε ύφος και χαρακτήρα.
Ολα αυτά πριν έρθει στη ζωή του -και στη δική μας- ο Pepper. Κάθε πρωί ο Γιώργος από τις 10.00 μέχρι τις 12.00 αναλαμβάνει να μας ξυπνήσει με τον καλύτερο τρόπο και φυσικά έχει την επιμέλεια όλου του προγράμματος. Είναι ο άνθρωπος που έστησε τον σταθμό και που πραγματικά δίνει πνοή σε όλες τις δραστηριότητές του.
Μιλώντας μαζί του αναρωτιέμαι τι σημαίνει για αυτόν καλό ραδιόφωνο. Και η γνώμη του έχει ιδιαίτερη βαρύτητα, μια και έχει καταφέρει να το υπηρετεί εδώ και χρόνια, πόσο μάλλον τώρα που η κρίση έχει αλλοιώσει πολλά συστατικά του. «Το καλό ραδιόφωνο για εμένα σήμερα πρέπει να αποπνέει φρεσκάδα, πολυφωνία, σωστές μουσικές επιλογές -ανάλογα με τις διαθέσεις της κάθε ζώνης- και να μπορεί να ακολουθεί τους ακροατές του μέσα στη μέρα», απαντάει ο ίδιος και συνεχίζει: «Εχουμε όλοι πια μια μεγάλη βάση δεδομένων τραγουδιών και μουσικής για να διαλέγουμε τις καλύτερες από αυτές, αλλά και την περιέργεια ενός μικρού παιδιού για να ανακαλύπτουμε τις σπουδαίες και μεγάλες δημιουργικές φωνές του μέλλοντος».
Αυτό το τελευταίο είναι για εμένα και το βασικό στοιχείο της επιτυχίας του σταθμού. Οι ενδιαφέρουσες προτάσεις και η εμπιστοσύνη που δείχνουν οι ακροατές του για κάθε μια από αυτές. Τι πιστεύει όμως ο Γιώργος ότι τους έχει οδηγήσει στην επιτυχία; «Νομίζω ότι αυτό που κάνει τον Pepper ξεχωριστό είναι ότι από την αρχή ήταν ένα ραδιόφωνο με δικό του ξεχωριστό ήχο. Ενα ραδιόφωνο που απευθύνθηκε σε ένα κοινό που εκείνη τη χρονική περίοδο αναζητούσε να ανακαλύψει και να απολαύσει καινούργιους μουσικούς και συγκροτήματα. Καινούργιες τάσεις… Ηταν προϊόν μιας ανάγκης που είχαμε όλοι στην κοινωνία για το καινούργιο, το φρέσκο, αυτό που δεν είχε “κακό” παρελθόν, που δεν ήταν στιγματισμένο».
Και με ποιο τρόπο αυτό το μη στιγματισμένο ραδιόφωνο καταφέρνει να συνδυάζει παλιά και καινούργια τραγούδια; Αγαπημένα και νεότερα; Κλασικές αξίες και νέες τάσεις; «Με τον τρόπο του Duke Ellington που έλεγε “Τhere are two kinds of music. good music and the other kind”» μου λέει ο ίδιος και δεν ξαφνιάζομαι καθόλου. «Ολες οι καλές μουσικές χωράνε, αλλά δίνουμε έμφαση πάντα στα καινούργια τραγούδια», συμπληρώνει και επιβεβαιώνει απολύτως τις υποψίες μου. Αλλωστε όποιος ακούει κάθε πρωί την εκπομπή θα συμφωνήσει μαζί του.
Από το τέλος του 2013 λειτουργεί ένας ακόμα σταθμός, αδελφάκι του Pepper. Περισσότερο έντεχνος και κυρίως με ελληνικό ρεπερτόριο, ο Μέντα φιλοξενεί όλα εκείνα που αγαπάμε αλλά δεν χωρούν στο ύφος του Pepper. «Ο Μέντα όπως και ο Up είναι αρκετά διαφορετικά ραδιόφωνα οπότε το κοινό δεν μπερδεύεται με τον αρχικό σταθμό. Μοναδικό κοινό των τριών είναι η ποιότητα», αναφέρει ο Γιώργος.
Αυτή η ποιότητα που διαχωρίζει την καλή από την κακή μουσική. Το καλό από το κακό ραδιόφωνο. Αυτό που πίσω του έχει ανθρώπους που το νοιάζονται, που δεν σταματάνε λεπτό να ψάχνουν, που είναι δραστήριοι. Και το άλλο. Το ανούσιο, το συνηθισμένο, το παρωχημένο. Ρωτάω τον Γιώργο πώς βλέπει την εξέλιξη του μέσου: «Οσο πάει γίνεται και πιο πλούσιο, πιο εξειδικευμένο, πιο ζωντανό και άμεσο. Τα ραδιόφωνα πια έχουν και sites που τα συμπληρώνουν, μπορούν να έχουν και ιντερνετικά ξαδερφάκια που τα συμπληρώνουν, ταξιδεύουν σε ολόκληρο τον κόσμο μέσω του web. Ο κόσμος θα είναι πιο ανταγωνιστικός σίγουρα, αλλά το ίδιο συναρπαστικός».
Αφήνουμε λίγο πίσω το ραδιόφωνο και περνάμε στη δισκογραφία και πιο συγκεκριμένα στις συλλογές “The Bright side of life” που ο Γιώργος Μουχταρίδης επιμελείται. Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε ο τρίτος δίσκος και το κοινό δείχνει κάθε φορά πιο ενθουσιασμένο από πριν. Πώς ξεκίνησε αυτή η ιδέα; «Από την επιθυμία μου να περιγράψω την κατάσταση του μυαλού μου κάθε πρωί, αλλά και την ατμόσφαιρα που υπάρχει στο στούντιο. Η συλλογή είναι αυτό θέλω να ακούω σαν ακροατής και αυτό θέλω να δίνω. Τη φωτεινή πλευρά του δρόμου, ένα τραγούδι του Βαν Μόρισον από τη δεκαετία του ’70, αλλά και μια σταθερά στη ζωή μου σαν άποψη και τρόπο ζωής», μου εξομολογείται ο Γιώργος, ο οποίος δυσκολεύεται λίγο στις επιλογές. Οχι τόσο γιατί δεν μπορεί ο ίδιος να αποφασίσει, αλλά γιατί πολλοί καλλιτέχνες δεν δίνουν άδεια για να συμπεριληφθούν τα τραγούδια τους σε συλλογές.
Ο Γιώργος κατανοεί απόλυτα την επιθυμία τους, αλλά πολλές φορές αναγκάζεται να ψάξει για «ισοδύναμα». Ευτυχώς πάντα τα καταφέρνει! «Ψάχνω πάντα για τραγούδια καινούργια ή παλιά που να με εκφράζουν αισθητικά, να μου δίνουν την αίσθηση του δρόμου, του ταξιδιού και ταυτόχρονα να αποτελούν πρόταση έξω από τα συνηθισμένα. Νομίζω ότι σε γενικές γραμμές τα έχω καταφέρει» λέει ο ίδιος και από ό,τι φαίνεται συμφωνεί και μεγάλο μέρος των ακροατών μαζί του, μια και οι τρεις συλλογές έχουν γίνει χρυσές.
«Είναι κάτι που δεν περίμενα, αλλά χάρηκα και χαίρομαι γιατί και οι τρεις συλλογές έχουν γίνει χρυσές παρότι αφορούν τραγούδια που θεωρητικά είναι για λίγους (ίσως να μην είμαστε τόσο λίγοι τελικά). Το χαίρομαι επίσης γιατί έχουν πολύ, μα πολύ κόπο από την πλευρά όλων όσοι δουλεύουν για αυτές στις δισκογραφικές. Νομίζω ότι δεν μπορείς να κοροϊδέψεις τον άνθρωπο που πληρώνει και οι συλλογές “The bright side of the road” είναι good value for money. Αξίζουν περισσότερο από όσο κοστίζουν», συμπληρώνει ο Γιώργος.
Κλείνοντας την κουβέντα μας τον ρωτάω ποια μουσική ταιριάζει στην Αθήνα και ποια τραγούδια δεν θα άφηνε έξω από καμία εκπομπή του. «Στην Αθήνα ταιριάζει οποιαδήποτε μουσική σε ταξιδεύει και σου θυμίζει ότι στη ζωή υπάρχουν και άλλα πράγματα», μου απαντά και προσθέτει ότι αν μπορούσε, δεν θα παρέλειπε από κανένα του πρόγραμμα το “As time goes by”, με τη φωνή του Dooley Wilson. Και όταν κλείνει τα μάτια, ποια μελωδία του έρχεται πρώτη στο μυαλό; Το “The rip tide” από τους Beirut.
Μιλώντας μαζί του αναρωτιέμαι τι σημαίνει για αυτόν καλό ραδιόφωνο. Και η γνώμη του έχει ιδιαίτερη βαρύτητα, μια και έχει καταφέρει να το υπηρετεί εδώ και χρόνια, πόσο μάλλον τώρα που η κρίση έχει αλλοιώσει πολλά συστατικά του. «Το καλό ραδιόφωνο για εμένα σήμερα πρέπει να αποπνέει φρεσκάδα, πολυφωνία, σωστές μουσικές επιλογές -ανάλογα με τις διαθέσεις της κάθε ζώνης- και να μπορεί να ακολουθεί τους ακροατές του μέσα στη μέρα», απαντάει ο ίδιος και συνεχίζει: «Εχουμε όλοι πια μια μεγάλη βάση δεδομένων τραγουδιών και μουσικής για να διαλέγουμε τις καλύτερες από αυτές, αλλά και την περιέργεια ενός μικρού παιδιού για να ανακαλύπτουμε τις σπουδαίες και μεγάλες δημιουργικές φωνές του μέλλοντος».
Αυτό το τελευταίο είναι για εμένα και το βασικό στοιχείο της επιτυχίας του σταθμού. Οι ενδιαφέρουσες προτάσεις και η εμπιστοσύνη που δείχνουν οι ακροατές του για κάθε μια από αυτές. Τι πιστεύει όμως ο Γιώργος ότι τους έχει οδηγήσει στην επιτυχία; «Νομίζω ότι αυτό που κάνει τον Pepper ξεχωριστό είναι ότι από την αρχή ήταν ένα ραδιόφωνο με δικό του ξεχωριστό ήχο. Ενα ραδιόφωνο που απευθύνθηκε σε ένα κοινό που εκείνη τη χρονική περίοδο αναζητούσε να ανακαλύψει και να απολαύσει καινούργιους μουσικούς και συγκροτήματα. Καινούργιες τάσεις… Ηταν προϊόν μιας ανάγκης που είχαμε όλοι στην κοινωνία για το καινούργιο, το φρέσκο, αυτό που δεν είχε “κακό” παρελθόν, που δεν ήταν στιγματισμένο».
Και με ποιο τρόπο αυτό το μη στιγματισμένο ραδιόφωνο καταφέρνει να συνδυάζει παλιά και καινούργια τραγούδια; Αγαπημένα και νεότερα; Κλασικές αξίες και νέες τάσεις; «Με τον τρόπο του Duke Ellington που έλεγε “Τhere are two kinds of music. good music and the other kind”» μου λέει ο ίδιος και δεν ξαφνιάζομαι καθόλου. «Ολες οι καλές μουσικές χωράνε, αλλά δίνουμε έμφαση πάντα στα καινούργια τραγούδια», συμπληρώνει και επιβεβαιώνει απολύτως τις υποψίες μου. Αλλωστε όποιος ακούει κάθε πρωί την εκπομπή θα συμφωνήσει μαζί του.
Από το τέλος του 2013 λειτουργεί ένας ακόμα σταθμός, αδελφάκι του Pepper. Περισσότερο έντεχνος και κυρίως με ελληνικό ρεπερτόριο, ο Μέντα φιλοξενεί όλα εκείνα που αγαπάμε αλλά δεν χωρούν στο ύφος του Pepper. «Ο Μέντα όπως και ο Up είναι αρκετά διαφορετικά ραδιόφωνα οπότε το κοινό δεν μπερδεύεται με τον αρχικό σταθμό. Μοναδικό κοινό των τριών είναι η ποιότητα», αναφέρει ο Γιώργος.
Αυτή η ποιότητα που διαχωρίζει την καλή από την κακή μουσική. Το καλό από το κακό ραδιόφωνο. Αυτό που πίσω του έχει ανθρώπους που το νοιάζονται, που δεν σταματάνε λεπτό να ψάχνουν, που είναι δραστήριοι. Και το άλλο. Το ανούσιο, το συνηθισμένο, το παρωχημένο. Ρωτάω τον Γιώργο πώς βλέπει την εξέλιξη του μέσου: «Οσο πάει γίνεται και πιο πλούσιο, πιο εξειδικευμένο, πιο ζωντανό και άμεσο. Τα ραδιόφωνα πια έχουν και sites που τα συμπληρώνουν, μπορούν να έχουν και ιντερνετικά ξαδερφάκια που τα συμπληρώνουν, ταξιδεύουν σε ολόκληρο τον κόσμο μέσω του web. Ο κόσμος θα είναι πιο ανταγωνιστικός σίγουρα, αλλά το ίδιο συναρπαστικός».
Αφήνουμε λίγο πίσω το ραδιόφωνο και περνάμε στη δισκογραφία και πιο συγκεκριμένα στις συλλογές “The Bright side of life” που ο Γιώργος Μουχταρίδης επιμελείται. Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε ο τρίτος δίσκος και το κοινό δείχνει κάθε φορά πιο ενθουσιασμένο από πριν. Πώς ξεκίνησε αυτή η ιδέα; «Από την επιθυμία μου να περιγράψω την κατάσταση του μυαλού μου κάθε πρωί, αλλά και την ατμόσφαιρα που υπάρχει στο στούντιο. Η συλλογή είναι αυτό θέλω να ακούω σαν ακροατής και αυτό θέλω να δίνω. Τη φωτεινή πλευρά του δρόμου, ένα τραγούδι του Βαν Μόρισον από τη δεκαετία του ’70, αλλά και μια σταθερά στη ζωή μου σαν άποψη και τρόπο ζωής», μου εξομολογείται ο Γιώργος, ο οποίος δυσκολεύεται λίγο στις επιλογές. Οχι τόσο γιατί δεν μπορεί ο ίδιος να αποφασίσει, αλλά γιατί πολλοί καλλιτέχνες δεν δίνουν άδεια για να συμπεριληφθούν τα τραγούδια τους σε συλλογές.
Ο Γιώργος κατανοεί απόλυτα την επιθυμία τους, αλλά πολλές φορές αναγκάζεται να ψάξει για «ισοδύναμα». Ευτυχώς πάντα τα καταφέρνει! «Ψάχνω πάντα για τραγούδια καινούργια ή παλιά που να με εκφράζουν αισθητικά, να μου δίνουν την αίσθηση του δρόμου, του ταξιδιού και ταυτόχρονα να αποτελούν πρόταση έξω από τα συνηθισμένα. Νομίζω ότι σε γενικές γραμμές τα έχω καταφέρει» λέει ο ίδιος και από ό,τι φαίνεται συμφωνεί και μεγάλο μέρος των ακροατών μαζί του, μια και οι τρεις συλλογές έχουν γίνει χρυσές.
«Είναι κάτι που δεν περίμενα, αλλά χάρηκα και χαίρομαι γιατί και οι τρεις συλλογές έχουν γίνει χρυσές παρότι αφορούν τραγούδια που θεωρητικά είναι για λίγους (ίσως να μην είμαστε τόσο λίγοι τελικά). Το χαίρομαι επίσης γιατί έχουν πολύ, μα πολύ κόπο από την πλευρά όλων όσοι δουλεύουν για αυτές στις δισκογραφικές. Νομίζω ότι δεν μπορείς να κοροϊδέψεις τον άνθρωπο που πληρώνει και οι συλλογές “The bright side of the road” είναι good value for money. Αξίζουν περισσότερο από όσο κοστίζουν», συμπληρώνει ο Γιώργος.
Κλείνοντας την κουβέντα μας τον ρωτάω ποια μουσική ταιριάζει στην Αθήνα και ποια τραγούδια δεν θα άφηνε έξω από καμία εκπομπή του. «Στην Αθήνα ταιριάζει οποιαδήποτε μουσική σε ταξιδεύει και σου θυμίζει ότι στη ζωή υπάρχουν και άλλα πράγματα», μου απαντά και προσθέτει ότι αν μπορούσε, δεν θα παρέλειπε από κανένα του πρόγραμμα το “As time goes by”, με τη φωνή του Dooley Wilson. Και όταν κλείνει τα μάτια, ποια μελωδία του έρχεται πρώτη στο μυαλό; Το “The rip tide” από τους Beirut.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα