Η χρονιά της κρίσης για κόμματα και ηγεσίες
Νίκος Φελέκης

Νίκος Φελέκης

Η χρονιά της κρίσης για κόμματα και ηγεσίες

Μέσα σε ένα ομιχλώδες και κατακερματισμένο σκηνικό καλούνται να αλλάξουν ή να βουλιάξουν. Ο διαγκωνισμός για την κυριαρχία στον χώρο δεν ενδιαφέρει την κοινωνία που ζητά εναλλακτική πρόταση και πρόγραμμα που θα αντιμετωπίζει τα προβλήματα. Τα συνέδρια, το νέο κόμμα Τσίπρα και τα υπαρξιακά διλήμματα για ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Αριστερά

Προ ημερών ρώτησα κάποιον που θεωρείται ειδήμων των δημοσκοπήσεων πώς βλέπει να εξελίσσονται τα πολιτικά πράγματα, τι θα γίνει με τα κυοφορούμενα νέα κόμματα, τι ποσοστό θα πάρει η Ν.Δ., το ΠΑΣΟΚ, εν πάση περιπτώσει όλα όσα συζητούνται στους καφενέδες, στα ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις.

Μου είπε: «Θα σου πω πρώτα έναν μύθο και μετά θα σου απαντήσω... Ο πρώτος βασιλιάς που καλλιέργησε αμπέλι λέγεται πως ήταν ο Αγκαίος, βασιλιάς της Τεγέας Αρκαδίας. Ηταν πολύ αυστηρός με τους εργάτες του και τους πίεζε να δουλεύουν σκληρά στα κτήματά του. Ενας λοιπόν από τους εργάτες του τον καταράστηκε: “Ποτέ να μην προφτάσεις να γευτείς το κρασί τού αμπελιού”. Οταν όμως έφτασε η ώρα του τρύγου και έκαναν το νέο κρασί, ο Αγκαίος είπε ειρωνικά στον υπηρέτη του: “Να λοιπόν που πρόλαβα να γευτώ κρασί”. Τότε ο υπηρέτης τού απάντησε με τη φράση: “Πολλά μεταξύ πέλει κύλικος και χείλεος άκρου”, δηλαδή πολλά γίνονται στον ελάχιστο χρόνο μεταξύ ποτηριού και τις άκρες των χειλιών. Εννοούσε αυτό που λέμε στις μέρες μας: όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος. Πραγματικά, την ίδια στιγμή φτάνει ο αγγελιαφόρος για να ενημερώσει τον βασιλιά πως ένας κάπρος (αγριογούρουνο) καταστρέφει το αμπέλι του. Αφήνει τότε ο Αγκαίος το ποτήρι του στον δίσκο δίχως να γευτεί το νέο κρασί και ορμάει στο αμπέλι, όπου τον κατασπάραξε το αγριογούρουνο. Ετσι, δεν πρόλαβε να γευτεί το κρασί και έμεινε η παροιμία: Πολλά μεταξύ πέλει κύλικος και χείλεος άκρου, ήγουν μεταξύ ποτηριού και χειλιών πολλά απρόοπτα μπορούν να συμβούν».

Και μετά τον μύθο η απάντηση, η οποία, ως είναι φυσικό, συνδέεται με τον μύθο. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι θα συμβεί στις εκλογές. Ολες οι δημοσκοπήσεις είναι στον αέρα. Πρωτίστως δημιουργούν κλίμα και λιγότερο ανιχνεύουν τις τάσεις του εκλογικού σώματος. Και ο λόγος είναι απλός. Ουδείς γνωρίζει πότε θα γίνουν οι εκλογές. Ούτε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, αφού μπορεί να συμβεί κάτι απρόοπτο και δραματικό που να τον αναγκάσει, ακόμη κι αν δεν το θέλει, να προσφύγει στις κάλπες. Είναι διαφορετικά αν οι εκλογές γίνουν σε τρεις, σε δέκα ή σε δεκατέσσερις μήνες. Ο πρώτος άγνωστος χ, λοιπόν, είναι ο χρόνος των εκλογών. Και ως εκ εκ τούτου, μεταξύ ποτηριού και χειλιών πολλά απρόοπτα μπορούν να συμβούν.

Οι συνθήκες

Ο δεύτερος αφορά τις συνθήκες στις οποίες θα στηθούν οι κάλπες. Διαφορετικά θα είναι τα αποτελέσματα εάν γίνουν σε συνθήκες π.χ. κρίσης με την Τουρκία και διαφορετικά αν η ακρίβεια έχει χτυπήσει ταβάνι ή βγουν και νέα σκάνδαλα ή στη δίκη για τα Τέμπη, που θα ξεκινήσει τον Μάρτιο, υπάρξουν αποκαλύψεις που θα επηρεάσουν είτε θετικά είτε αρνητικά την κοινή γνώμη. Οπως διαφορετικά θα είναι αν η κατάσταση έχει βελτιωθεί για την κυβέρνηση και η αντιπολίτευση συνεχίσει αφενός να είναι κατακερματισμένη και αφετέρου η διαφορά του δεύτερου κόμματος από την προπορευόμενη Ν.Δ. είναι διψήφια.

Ο τρίτος συνδέεται με τα κόμματα που θα συμμετάσχουν στις εκλογές. Θα είναι τα υφιστάμενα; Θα έχουν φτιάξει κόμματα ο Τσίπρας, η Καρυστιανού, ο Σαμαράς; Θα εμφανιστεί και κάποιο άλλο; Από δεξιά, από αριστερά; Θα έχουν συμφωνήσει τα κόμματα της προοδευτικής αντιπολίτευσης σε κοινό εκλογικό μέτωπο, όπως ορισμένοι επιδιώκουν, ή θα αλληλοεξοντώνονται στη μάχη για τη δεύτερη θέση; Μήπως οι εξελίξεις οδηγήσουν σε αλλαγές και στην ηγεσία του κυβερνητικού στρατοπέδου όπως κάποιοι προφητεύουν;

Αφού δεν γνωρίζουμε τον χρόνο και τις συνθήκες που θα γίνουν οι εκλογές, ούτε και τα κόμματα που θα συμμετάσχουν σ’ αυτές, οι δημοσκοπήσεις είναι λογικό να οσμίζονται το αποτέλεσμα και να μην μπορούν να το προβλέψουν. Τα ευρήματά τους μάλλον επηρεάζουν τους αναποφάσιστους, αλλά δεν είναι όμως και σίγουρο ότι μπορούν να κατευθύνουν και το χέρι τους στην κάλπη. Αυτός είναι και ο επιπλέον λόγος που οι μετρήσεις της κοινής γνώμης εμπεριέχουν μεγάλο βαθμό απροσδιοριστίας: σύμφωνα με τις έρευνες, τουλάχιστον 10% των ψηφοφόρων αποφασίζει το κόμμα που θα ψηφίσει την τελευταία εβδομάδα και άλλο ένα 5% οριστικοποιεί την προτίμησή του πίσω από το παραβάν. Στις επερχόμενες εκλογές το ποσοστό των ψηφοφόρων που θα αποφασίσει κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή ενδέχεται -σύμφωνα με τα λεγόμενα όσων ασχολούνται επαγγελματικά με την εκλογική συμπεριφορά των πολιτών- να φτάσει ή και να ξεπεράσει το 30%.

Είναι τόσο μεγάλη η πολιτική ρευστότητα που δεν μπορούν, όπως μας λένε, να διατυπωθούν βεβαιότητες - ει μη μόνον όταν προκηρυχθούν και επισήμως οι εκλογές. Παλαιότερα γνωρίζαμε ότι υπήρχαν δύο μεγάλα μπλοκ ψηφοφόρων (της Κεντροαριστεράς και της Δεξιάς), της τάξεως του 40% έκαστο, με μικρές διαφορές προς τα πάνω ή προς τα κάτω. Κάποιο μπορεί να έπαιρνε 44% και το άλλο 38%. Μετά, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε τη θέση του ΠΑΣΟΚ, τα ποσοστά και των δύο μπλοκ μειώθηκαν, αλλά το άθροισμά τους ξεπερνούσε το 65%. Στις τελευταίες εκλογές έπεσε κάτω από 60%. Και στις δημοσκοπήσεις, με αναγωγή ή εκτίμηση ψήφου, δύσκολα φτάνει το 45%. Το εκλογικό σώμα είναι χυλός. «Με εξαίρεση ένα ποσοστό της τάξεως του 40%, το υπόλοιπο 60% μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να ψηφίσει τα πάντα». Δεν είναι τυχαίο ότι ο «Κανένας» προηγείται στις δημοσκοπήσεις, ενώ τα λεγόμενα μικρομεσαία κόμματα (ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ, Βελόπουλος, Ζωή, Κασσελάκης, Βαρουφάκης, Λατινοπούλου, Νίκη, Νέα Αριστερά) αθροιστικά στις δημοσκοπήσεις ξεπερνούν το 40%.

Το πώς λοιπόν θα διαμορφωθούν τα τελικά ποσοστά -και ιδιαίτερα της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ που στις δημοσκοπήσεις εμφανίζονται στην πρώτη και στη δεύτερη θέση- εξαρτάται από τις αλλαγές που θα επιφέρουν στην εκλογική αριθμητική τα τρία νέα κόμματα (Τσίπρα, Καρυστιανού, Σαμαρά), που στην πορεία προς τις εκλογές, με διαφορετική χρονική σειρά, αναμένεται να δημιουργηθούν. Και όχι μόνο τις αλλαγές στα εκλογικά ποσοστά, αλλά και την πολιτική δυναμική που ως εναλλακτικές κυβερνητικές προτάσεις ενδέχεται να δημιουργήσουν προκειμένου να σηκωθούν από τον καναπέ οι απογοητευμένοι ψηφοφόροι. Αυτός είναι ένας πρόσθετος λόγος στην εξίσωση της απροσδιοριστίας. Θα επιστρέψουν στις κάλπες και πόσοι από τους ψηφοφόρους που είχαν επιλέξει την αποχή; Και από ποια ιδεολογικο-πολιτική κατηγορία; Της Αριστεράς ή της Δεξιάς; Εξυπακούεται πως η εξίσωση γίνεται περισσότερο περίπλοκη αν αντί για μείωση της αποχής έχουμε αύξηση - και μάλιστα σε ποσοστό που να ξεπερνά τη συμμετοχή. Κατά συνέπεια, οι προβλέψεις του εκλογικού αποτελέσματος από τους δημοσκόπους έχουν αυξανόμενο βαθμό δυσκολίας, για να το πούμε όσο το δυνατόν πιο κομψά.

Κλείσιμο

Προβληματισμοί

Ολα τα ανωτέρω προκαλούν ισχυρούς πονοκεφάλους από τα υφιστάμενα κόμματα μέχρι και στα υπό ίδρυση. Οι πολιτικές στρατηγικές γίνονται πιο σύνθετες και η εκλογική τακτική πολυπαραγοντική. Ο προβληματισμός δε για το δέον και μέλλον γενέσθαι δεν περιορίζεται στον πρωθυπουργό και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά εκτείνεται στο σύνολο των ηγεσιών και κυρίως της Πληθυντικής (Κεντρο)Αριστεράς, της οποίας ο υπέρτατος, κατά τα λεγόμενά της, στόχος είναι «να μην υπάρξει τρίτη τετραετία Μητσοτάκη». Αυτός ο στόχος είναι για πολλούς αναλυτές και το μεγάλο μειονέκτημα της προοδευτικής αντιπολίτευσης. Επιδιώκουν να αλλάξει βάρδια το γκουβέρνο, να αντικαταστήσουν αυτοί (ο Ανδρουλάκης, ο Τσίπρας) τη Δεξιά και τον Μητσοτάκη, αλλά δεν προτείνουν ένα διαφορετικό εθνικό αφήγημα, ένα άλλο πολιτικό σχέδιο, ούτε παρουσιάζουν την τεχνοκρατικά ικανή και πολιτικά φρέσκια ομάδα εξουσίας, αλλά ούτε και αναφέρονται με σαφήνεια στις νέες προτεραιότητες για τη χώρα και την επιδιωκόμενη κοινωνική ανόρθωση. Αντί για την επίλυση των λαϊκών προβλημάτων και την ανακούφιση των ασθενέστερων έχουν ως προτεραιότητα είτε την κυβερνητική σκάντζα βάρδια, είτε την επικράτηση στην Κεντροαριστερά. Δεν κατανοούν ότι οι πολίτες ήκιστα ενδιαφέρονται αν αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα είναι ο Τσίπρας, ο Ανδρουλάκης ή ακόμη και η Καρυστιανού. Αυτό που απασχολεί τους ψηφοφόρους είναι να βελτιωθεί η ζωή τους και εφόσον η παρούσα κυβέρνηση δεν το καταφέρνει, να υπάρξει πολιτική αλλαγή. Τόσο απλά. Οσο αυτό δεν το καταλαβαίνουν, τόσο η βελόνα θα είναι κολλημένη και τα ποσοστά όλων των αντιπολιτευόμενων κομμάτων θα είναι γλίσχρα. Και για να κουνηθεί η βελόνα θα πρέπει να παρουσιάσουν εναλλακτικό κυβερνητικό πρόγραμμα. Συγκεκριμένο, όχι γενικότητες. Και η επεξεργασία του θα πρέπει εκτός από τα κόμματα και τις κοινωνικές οργανώσεις να εμπλέκει και τις τοπικές κοινωνίες. Μόνο έτσι η ογκούμενη κοινωνική δυσαρέσκεια μπορεί να μετατραπεί σε πολιτική πλειοψηφία. Και, δόξα τω Θεώ, το 2026 θα έχουν πολλές ευκαιρίες να το πετύχουν.

Καταρχάς υπάρχουν τα κομματικά συνέδρια. Την αρχή θα την κάνει η Νέα Αριστερά. Στις 22-25 Ιανουαρίου πρέπει να αποφασίσουν με ποιους θα πάνε και ποιους θ’ αφήσουν. Θα φτιάξουν ένα μικρό Λαϊκό Μέτωπο με τον ΣΥΡΙΖΑ; Θα πάνε με τον Τσίπρα; Με τον Βαρουφάκη; Με το ΠΑΣΟΚ, αν τους απευθύνει πρόσκληση ο Ανδρουλάκης; Θα δώσουν μόνοι τους την τελευταία τους μάχη για το Κοινοβούλιο; Ακολουθεί το ΚΚΕ (29-31 Ιανουαρίου), αλλά ο Περισσός δεν ενδιαφέρεται για Λαϊκά Μέτωπα, ούτε για τον Τσίπρα, ούτε για το ΠΑΣΟΚ, ούτε και για το γκουβέρνο. Στα τέλη Μαρτίου, εκτός απροόπτου, παίρνει σειρά το ΠΑΣΟΚ. Θα δουν αν μπορούν να κουνήσουν τη βελόνα μόνοι τους ή θα χρειαστούν και τη βοήθεια άλλων και ποιων; Σίγουρα όχι του Τσίπρα - εκτός αν οι εξελίξεις οδηγήσουν και σε αλλαγή ηγεσίας προκειμένου να προηγηθεί έστω και με μία ψήφο της Ν.Δ., όπως είναι ο διακηρυγμένος στόχος της Χαριλάου Τρικούπη.

Στόχοι και προγράμματα

Εκτός από τα κομματικά συνέδρια, στα οποία τα κόμματα της προοδευτικής αντιπολίτευσης θα πρέπει να ξεκαθαρίσουν στόχους, προγράμματα και συμμαχίες, το 2026 θα υπάρχει μια δεύτερη μεγάλη ευκαιρία για την πορεία τους μέχρι τις κάλπες. Και αυτή δεν είναι άλλη από τη συνταγματική αναθεώρηση. Ηδη αρκετοί θεωρούν πως μπορούν να την αξιοποιήσουν για να δώσουν στο αίτημα της Πολιτικής Αλλαγής συγκεκριμένο περιεχόμενο, ενώ αυτοί που ονειρεύονται την αναδιοργάνωση της Προοδευτικής Παράταξης υποστηρίζουν πως η συνταγματική αναθεώρηση μπορεί να αποτελέσει την ευκαιρία για να πραγματωθεί ο δεύτερος στόχος, δηλαδή το Κοινό Πρόγραμμα της μεγάλης και Κυβερνώσας (Κεντρο)Αριστεράς. Θα μου πείτε, ανέκαθεν οι νηστικοί καρβέλια ονειρεύονται, όμως η Προοδευτική Συμμαχία και το Κοινό Πρόγραμμα θα είναι οι δύο μεγάλοι στόχοι που θα κριθούν το νέο έτος. Αν μπορούν να υπάρξουν. Και μεταξύ ποίων.

Και επειδή το 2026 εκ των πραγμάτων είναι προεκλογικό έτος (αφού το αργότερο μέχρι τον Μάρτιο του 2027 θα στηθούν οι κάλπες), είναι μάλλον λογικό οι εσωκομματικές διεργασίες να επικεντρωθούν σε αυτά. Ο ΣΥΡΙΖΑ ενδεχομένως θα αναγκαστεί το 2026 να κάνει και αυτός συνέδριο. Οχι όμως για ενδυνάμωση της Κουμουνδούρου, αλλά για να αποφασιστεί η αυτοδιάλυση του κόμματος που ίδρυσε ουσιαστικά ο Τσίπρας και το οποίο τώρα θα πρέπει να διαλυθεί αφού ο Αλέξης τούς το έχει ξεκόψει: στο κόμμα του θα ενταχθούν κάποιοι βουλευτές και στελέχη, όχι το σύνολο του κομματικού απαράτ - και πάντως δεν θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ συνιστώσα του νέου κόμματος. Η Κουμουνδούρου σβήνει τα φώτα και θα πρέπει να δουν ορισμένοι, όπως ο Παύλος Πολάκης, αν μπορούν να γίνουν... ηλεκτρολόγοι για να τη λειτουργήσουν έστω με χαμηλό φωτισμό.

Το ίδιο ενδέχεται να συμβεί και με τη Νέα Αριστερά. Ο Τσίπρας θα ήθελε στο κόμμα του τον Χαρίτση, την Αχτσιόγλου, τον Τζανακόπουλο, τον Ηλιόπουλο, όχι όμως και τον Φίλη, τον Τσακαλώτο, τον Σκουρλέτη, τον Σακελλαρίδη, αλλά ούτε και αυτοί θέλουν να βαδίσουν ξανά μαζί του. Τις επόμενες μέρες, σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, θα συναντηθεί ο Τσίπρας με τον Χαρίτση προκειμένου ο πρώην πρωθυπουργός να αναλύσει στον αρχηγό της Νέας Αριστεράς το σχέδιό του για την αναδιοργάνωση της Προοδευτικής Παράταξης. Εκτός από τον Χαρίτση, ο Τσίπρας έχει πει στους συνεργάτες του να του κλείσουν ραντεβού και με άλλους βουλευτές και ηγετικά στελέχη από τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Αριστερά, αλλά και κάποιες συλλογικότητες της Οικολογίας και των δικαιωμάτων.

Στρατηγική όξυνσης

Τέλος, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι το 2026 θα συνεχιστεί η κοινωνική αναταραχή λόγω των αγροτικών μπλόκων, η οποία μάλιστα μπορεί να οξυνθεί υπέρμετρα αν τελεσφορήσει η στρατηγική ορισμένων σκληρών της αντιπολίτευσης ο ξεσηκωμός των αγροτών να διαρκέσει τουλάχιστον μέχρι στις 28 Φεβρουαρίου, οπότε και θα συμπληρώνονται τρία χρόνια από την τραγωδία των Τεμπών. Εξυπακούεται πως εφόσον «συναντηθούν» τα Τέμπη με τους αγρότες, η πολιτική ζωή το 2026 θα πάρει φωτιά και θα είναι πιο εύκολο στα κόμματα της αντιπολίτευσης να οργανώσουν αντικυβερνητικά κοινωνικά κινήματα που θα ξεκινούν από το «οξυγόνο» για τα Τέμπη μέχρι τη διεκδίκηση φθηνότερων ενοικίων και στέγης και από τη δικαιοσύνη στις επιδοτήσεις και τις αποζημιώσεις των αγροτοκτηνοτρόφων μέχρι την πάταξη της ακρίβειας και την αύξηση της αγοραστικής δυνατότητας εργαζομένων και συνταξιούχων. «Αφού δεν μπορούμε να αυξήσουμε τα ποσοστά των κομμάτων μας, ας προσπαθήσουμε να αυξήσουμε την κοινωνική πίεση στην κυβέρνηση με τη δημιουργία κινημάτων γύρω από ζέοντα προβλήματα», μας λέει επιφανής παράγων της Αριστεράς. Και προσθέτει: «Με αυτό τον τρόπο, αν δηλαδή ομονοήσουμε στην κοινωνία, δηλαδή στη βάση, ίσως καταφέρουμε να ενωθούμε και στην κορυφή ξεπερνώντας τον διχασμό και την πολυδιάσπαση».

Ενδεχομένως, είναι και ο μόνος τρόπος για να ανεβάσουν τα ποσοστά τους τα κόμματα της προοδευτικής αντιπολίτευσης και να κατέλθουν με Κοινό Πρόγραμμα και σε ενιαίο ψηφοδέλτιο. Αν όχι στις πρώτες, τουλάχιστον στις δεύτερες εκλογές. Σε κάθε περίπτωση, το 2026 θα κριθεί αν η ρευστότητα θα αυξηθεί και θα αναδιατάξει εκ βάθρων το πολιτικό σύστημα και πρωτίστως την Κεντροαριστερά ή θα εξευρεθούν εκείνες οι ισορροπίες που θα ενταφιάσουν τις αυτοδύναμες κυβερνήσεις και θα καταστήσουν δυνατή τη διακυβέρνηση της χώρας μέσω της συνεργασίας δύο ή και τριών κομμάτων, όπως και στα περισσότερα κράτη της Ευρώπης...
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Δείτε Επίσης