
Η Ελλάδα χρειάζεται μια στρατηγική αύξησης της Εθνικής Πολιτικής Ισχύος της
Σύμφωνα με τον Θωμά Κρίστενσεν (1997) κάθε χώρα στο πλαίσιο αντιμετώπισης των προκλήσεων ασφάλειας στις οποίες είναι εκτεθειμένη χαράσσει την αντίστοιχη στρατηγική σύμφωνα με την εθνική της πολιτική ισχύ (National Political Power)
Ως εθνική πολιτική ισχύος ο Κρίστενσεν ορίζει «τη δυνατότητα των ηγετών των Χωρών να κινητοποιήσουν τον ανθρώπινο και υλικό πλούτο του έθνους τους γύρω από πρωτοβουλίες στον τομέα της ασφάλειας». Συνακόλουθα η δυνατότητα μιας χώρας σε καιρό ειρήνης να προσελκύσει νέες και νέους να σταδιοδρομήσουν στους κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων της αποτελεί ένδειξη και της πολιτικής της ισχύος.
Στις 21 Νοεμβρίου 2024, ημέρα των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας μας, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Στρατιωτικών (Π.Ο.Ε.Σ) απέστειλε επιστολή στον Υπουργό Εθνικής Άμυνας με την οποία εκφράζει την έντονη ανησυχία της για τη μεγάλη αύξηση που παρατηρείται στις παραιτήσεις σπουδαστών από τις Στρατιωτικές Σχολές της Χώρας καθώς και από τη σημαντική μείωση του αριθμού των υποψηφίων για εισαγωγή σε αυτές. Εντοπίζει τις αιτίες αυτού του φαινομένου σε μια σειρά ζητημάτων μισθολογικής, ασφαλιστικής, συνταξιοδοτικής και επαγγελματικής φύσεως.
Δεν χωράει αμφιβολία ότι τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας μας δικαιούνται και αξίζουν μια σειρά επιπλέον παροχών για να ζήσουν με τις οικογένειες τους με την πρέπουσα αξιοπρέπεια και να ανταποκριθούν επιτυχώς σε συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις και υπηρεσιακές ανάγκες.
Δεν χωράει επίσης αμφιβολία ότι σημαντικός παράγοντας στην επιλογή σταδιοδρομίας για κάθε νέο ή νέα στη Χώρα μας είναι και τα ζητήματα που η Π.Ο.Ε.Σ θίγει στην επιστολή της.
Οι μισθολογικές και ασφαλιστικές αποδοχές καθώς και η επαγγελματική εξέλιξη σίγουρα δεν είναι όμως ή δεν θα έπρεπε να είναι το μοναδικό κριτήριο για να σταδιοδρομήσει κάποιος στις ένοπλες δυνάμεις της Πατρίδας μας. Και ευτυχώς δεν είναι έτσι. Η συντριπτική πλειοψηφία των νέων της Χώρας μας που επιλέγουν να σταδιοδρομήσουν στις ΕΔ έχουν και άυλα κίνητρα. Η αγάπη για την Πατρίδα και η διαπαιδαγώγηση τους σ’ ένα κοινωνικό περιβάλλον που δεν αρνείται την πρόοδο και την εξέλιξη αλλά ταυτόχρονα παραμένει προσηλωμένο σε διαχρονικά ιδανικά και αξίες που κράτησαν αυτό το έθνος όρθιο ακόμη και σε καιρούς που δεν είχε κρατική υπόσταση, είναι βασικοί λόγοι της απόφασής τους να σταδιοδρομήσουν στις ΕΔ.
Κατά την άποψη του γράφοντος ένας από τους λόγους που παρατηρείται όχι μόνο το φαινόμενο της μείωσης του ενδιαφέροντος των νέων της Πατρίδας μας για να επιλέξουν να σταδιοδρομήσουν στις ένοπλες δυνάμεις της αλλά και η αύξηση των παραιτήσεων από τις παραγωγικές σχολές της είναι πολύ βαθύτερος από αυτόν που η Π.Ο.Ε.Σ περιγράφει. Είναι ότι ως κοινωνία έχουμε αρχίσει, έστω και σε περιορισμένη έκταση, να θεωρούμε παραδοσιακούς θεσμούς, ακόμη και αυτόν των ΕΔ, ως δεδομένους ακόμη και ως ξεπερασμένους υποβαθμίζοντας ταυτόχρονα σημασιολογικά αρχές και αξίες που αντιπροσωπεύουν.
Παρά την γεωπολιτική ρευστότητα της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα και τις διαχρονικές απειλές που αντιμετωπίζουμε ως χώρα, επιταχύναμε δυσανάλογα τους ρυθμούς της εισαγωγής στην κοινωνία μας και στο εκπαιδευτικό μας σύστημα ενός ακραίου διεθνισμού ο οποίος απορρίφθηκε πρόσφατα από μεγάλες πλειοψηφίες ακόμη και στις χώρες στις οποίες αναδύθηκε. Χωρίς αυτή η εισαγωγή να είναι απαραίτητα κακή ή να επιδιώχθηκε σκόπιμα είχε ως αποτέλεσμα την υποσυνείδητη μετατόπιση παραδοσιακών αρχών και αξιών σε δεύτερη θέση αν όχι στο περιθώριο στο πλαίσιο ανάμνησης των ενδόξων στιγμών του λαού μας.
Το πρόβλημα συνακόλουθα του μειωμένου ενδιαφέροντος των νέων της Χώρας μας να σταδιοδρομήσουν στις τάξεις των ΕΔ της δεν θα πρέπει να εντοπίζεται μόνο σε καθαρά μισθολογικούς και επαγγελματικούς λόγους. Πρωτίστως το πρόβλημα αυτό εντοπίζεται στην αδυναμία των εσωτερικών της θεσμών κοινωνικοποίησης, όπως η οικογένεια, η πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ακόμη και η ίδια η στρατιωτική θητεία, να προσφέρουν πολιτική παιδεία ικανή να συνδράμει όχι μόνο στην συνειδητοποίηση από την πλευρά της νέας γενιάς για την συνταγματική της υποχρέωση να προσφέρει στην άμυνα της Χώρας αλλά στον αυτόβουλο ενστερνισμό και εσωτερίκευση μιας πατριωτικής και ακομμάτιστης φιλοπατρίας μακριά από εθνικιστικές κορώνες και ακρότητες.
Η Ελληνική κοινωνία με άλλα λόγια χρειάζεται και μια ευδιάκριτη φιλοπατριωτική κατεύθυνση στους θεσμούς κοινωνικοποίησης της. Τα «τείχη» αυτής της Χώρας, για να παραφράσουμε τα λεγόμενα τόσο του Λυκούργου της Σπάρτης όσο και του Περικλή από τον «Επιτάφιο» του, θα πρέπει σε κάθε γενιά να επαναθεμελιώνονται στην παιδεία των πολιτών της.
Δυστυχώς η Ελληνική κοινωνία δεν έχει την πολυτέλεια να εφησυχάσει ή να αφήσει την επόμενη γενιά της να πράξει κάτι τέτοιο. Για να απολαύσουμε τους καρπούς της ειρήνης και της σταθερότητας, εκτός από σύγχρονα οπλικά συστήματα και μέσα, χρειαζόμαστε και πατριωτικά συνειδητοποιημένους πολίτες. Αυτό καθίσταται επιβεβλημένο σε μια εποχή που η επιστροφή αναθεωρητικών πρακτικών και ρητορικής αυξάνει σε συχνότητα και γίνεται όλο και πιο ανησυχητική.
Η χάραξη και άσκηση στρατηγικής αύξησης της πολιτικής ισχύος της Πατρίδας μας δεν θα πρέπει να έχει στόχο περιορισμένο σε ορίζοντα δεκαετίας αλλά θα πρέπει να αποτελέσει συνδετικό κρίκο των επόμενων γενεών Ελλήνων. Η ανάληψη πρωτοβουλιών προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να θεωρηθεί επιβεβλημένη. Ένα πρώτο βήμα θα πρέπει να περιλαμβάνει την καταγραφή των σημερινών κοινωνικών δεδομένων σε έμψυχο και άψυχο υλικό και κυρίως να θέτει με σαφήνεια τους στόχους για το μέλλον.
*Ο κ. Γεώργιος Κουκουδάκης είναι δήμαρχος Ύδρας και αναπληρωτής καθηγητής στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων
Στις 21 Νοεμβρίου 2024, ημέρα των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας μας, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Στρατιωτικών (Π.Ο.Ε.Σ) απέστειλε επιστολή στον Υπουργό Εθνικής Άμυνας με την οποία εκφράζει την έντονη ανησυχία της για τη μεγάλη αύξηση που παρατηρείται στις παραιτήσεις σπουδαστών από τις Στρατιωτικές Σχολές της Χώρας καθώς και από τη σημαντική μείωση του αριθμού των υποψηφίων για εισαγωγή σε αυτές. Εντοπίζει τις αιτίες αυτού του φαινομένου σε μια σειρά ζητημάτων μισθολογικής, ασφαλιστικής, συνταξιοδοτικής και επαγγελματικής φύσεως.
Δεν χωράει αμφιβολία ότι τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας μας δικαιούνται και αξίζουν μια σειρά επιπλέον παροχών για να ζήσουν με τις οικογένειες τους με την πρέπουσα αξιοπρέπεια και να ανταποκριθούν επιτυχώς σε συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις και υπηρεσιακές ανάγκες.
Δεν χωράει επίσης αμφιβολία ότι σημαντικός παράγοντας στην επιλογή σταδιοδρομίας για κάθε νέο ή νέα στη Χώρα μας είναι και τα ζητήματα που η Π.Ο.Ε.Σ θίγει στην επιστολή της.
Οι μισθολογικές και ασφαλιστικές αποδοχές καθώς και η επαγγελματική εξέλιξη σίγουρα δεν είναι όμως ή δεν θα έπρεπε να είναι το μοναδικό κριτήριο για να σταδιοδρομήσει κάποιος στις ένοπλες δυνάμεις της Πατρίδας μας. Και ευτυχώς δεν είναι έτσι. Η συντριπτική πλειοψηφία των νέων της Χώρας μας που επιλέγουν να σταδιοδρομήσουν στις ΕΔ έχουν και άυλα κίνητρα. Η αγάπη για την Πατρίδα και η διαπαιδαγώγηση τους σ’ ένα κοινωνικό περιβάλλον που δεν αρνείται την πρόοδο και την εξέλιξη αλλά ταυτόχρονα παραμένει προσηλωμένο σε διαχρονικά ιδανικά και αξίες που κράτησαν αυτό το έθνος όρθιο ακόμη και σε καιρούς που δεν είχε κρατική υπόσταση, είναι βασικοί λόγοι της απόφασής τους να σταδιοδρομήσουν στις ΕΔ.
Κατά την άποψη του γράφοντος ένας από τους λόγους που παρατηρείται όχι μόνο το φαινόμενο της μείωσης του ενδιαφέροντος των νέων της Πατρίδας μας για να επιλέξουν να σταδιοδρομήσουν στις ένοπλες δυνάμεις της αλλά και η αύξηση των παραιτήσεων από τις παραγωγικές σχολές της είναι πολύ βαθύτερος από αυτόν που η Π.Ο.Ε.Σ περιγράφει. Είναι ότι ως κοινωνία έχουμε αρχίσει, έστω και σε περιορισμένη έκταση, να θεωρούμε παραδοσιακούς θεσμούς, ακόμη και αυτόν των ΕΔ, ως δεδομένους ακόμη και ως ξεπερασμένους υποβαθμίζοντας ταυτόχρονα σημασιολογικά αρχές και αξίες που αντιπροσωπεύουν.
Παρά την γεωπολιτική ρευστότητα της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα και τις διαχρονικές απειλές που αντιμετωπίζουμε ως χώρα, επιταχύναμε δυσανάλογα τους ρυθμούς της εισαγωγής στην κοινωνία μας και στο εκπαιδευτικό μας σύστημα ενός ακραίου διεθνισμού ο οποίος απορρίφθηκε πρόσφατα από μεγάλες πλειοψηφίες ακόμη και στις χώρες στις οποίες αναδύθηκε. Χωρίς αυτή η εισαγωγή να είναι απαραίτητα κακή ή να επιδιώχθηκε σκόπιμα είχε ως αποτέλεσμα την υποσυνείδητη μετατόπιση παραδοσιακών αρχών και αξιών σε δεύτερη θέση αν όχι στο περιθώριο στο πλαίσιο ανάμνησης των ενδόξων στιγμών του λαού μας.
Το πρόβλημα συνακόλουθα του μειωμένου ενδιαφέροντος των νέων της Χώρας μας να σταδιοδρομήσουν στις τάξεις των ΕΔ της δεν θα πρέπει να εντοπίζεται μόνο σε καθαρά μισθολογικούς και επαγγελματικούς λόγους. Πρωτίστως το πρόβλημα αυτό εντοπίζεται στην αδυναμία των εσωτερικών της θεσμών κοινωνικοποίησης, όπως η οικογένεια, η πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ακόμη και η ίδια η στρατιωτική θητεία, να προσφέρουν πολιτική παιδεία ικανή να συνδράμει όχι μόνο στην συνειδητοποίηση από την πλευρά της νέας γενιάς για την συνταγματική της υποχρέωση να προσφέρει στην άμυνα της Χώρας αλλά στον αυτόβουλο ενστερνισμό και εσωτερίκευση μιας πατριωτικής και ακομμάτιστης φιλοπατρίας μακριά από εθνικιστικές κορώνες και ακρότητες.
Η Ελληνική κοινωνία με άλλα λόγια χρειάζεται και μια ευδιάκριτη φιλοπατριωτική κατεύθυνση στους θεσμούς κοινωνικοποίησης της. Τα «τείχη» αυτής της Χώρας, για να παραφράσουμε τα λεγόμενα τόσο του Λυκούργου της Σπάρτης όσο και του Περικλή από τον «Επιτάφιο» του, θα πρέπει σε κάθε γενιά να επαναθεμελιώνονται στην παιδεία των πολιτών της.
Δυστυχώς η Ελληνική κοινωνία δεν έχει την πολυτέλεια να εφησυχάσει ή να αφήσει την επόμενη γενιά της να πράξει κάτι τέτοιο. Για να απολαύσουμε τους καρπούς της ειρήνης και της σταθερότητας, εκτός από σύγχρονα οπλικά συστήματα και μέσα, χρειαζόμαστε και πατριωτικά συνειδητοποιημένους πολίτες. Αυτό καθίσταται επιβεβλημένο σε μια εποχή που η επιστροφή αναθεωρητικών πρακτικών και ρητορικής αυξάνει σε συχνότητα και γίνεται όλο και πιο ανησυχητική.
Η χάραξη και άσκηση στρατηγικής αύξησης της πολιτικής ισχύος της Πατρίδας μας δεν θα πρέπει να έχει στόχο περιορισμένο σε ορίζοντα δεκαετίας αλλά θα πρέπει να αποτελέσει συνδετικό κρίκο των επόμενων γενεών Ελλήνων. Η ανάληψη πρωτοβουλιών προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να θεωρηθεί επιβεβλημένη. Ένα πρώτο βήμα θα πρέπει να περιλαμβάνει την καταγραφή των σημερινών κοινωνικών δεδομένων σε έμψυχο και άψυχο υλικό και κυρίως να θέτει με σαφήνεια τους στόχους για το μέλλον.
*Ο κ. Γεώργιος Κουκουδάκης είναι δήμαρχος Ύδρας και αναπληρωτής καθηγητής στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα