Οι ανήσυχες μέρες του Αυγούστου και η συμφωνία ευθύνης κράτους και κοινωνίας
Παρότι το “πολιτικό έτος” είθισται να ξεκινά την 1η Σεπτεμβρίου, τα τελευταία χρόνια η έναρξη αυτή έχει μετατεθεί ουσιαστικά ένα μήνα νωρίτερα, καθώς η κλιματική αλλαγή και οι καταστροφικές πυρκαγιές που την συνοδεύουν, έχουν μετατρέψει το άλλοτε περίφημο για την ξεγνοιασιά και την ραστώνη του μεσογειακό καλοκαίρι σε μια περίοδο συχνών πολιτικών κρίσεων για τα κράτη της περιοχής
Έτσι, η εποχή που ήθελε τον Αύγουστο να είναι μήνας χωρίς ειδήσεις, έχει πλέον παρέλθει, και ίσως ανεπιστρεπτί. Δεν υπάρχει πια μήνας διακοπών, χαλαρότητας και επανάπαυσης για τους κρατικούς μηχανισμούς και τις πολιτικές τους ηγεσίες, και στις περιπτώσεις που αυτό δεν έχει συνειδητοποιηθεί επαρκώς, το οικονομικό, κοινωνικό και εντέλει πολιτικό κόστος που καλούνται να πληρώσουν όλοι οι εμπλεκόμενοι είναι βαρύτατο.
Έτσι κι αλλιώς, οι πολλαπλές κρίσεις που μαστίζουν τα σύγχρονα κράτη απαιτούν εντυπωσιακά μεγάλο βαθμό κινητοποίησης ανθρώπινων και υλικών πόρων αλλά και τεχνογνωσίας για να αντιμετωπιστούν. Πρέπει μάλιστα να είναι μια κινητοποίηση διαρκής και σε μόνιμη ετοιμότητα για απροειδοποίητες και ακραίες καταστάσεις.
Τα όσα εντελώς εξωπραγματικά έχουν ανακύψει την τελευταία 4ετία (πανδημία παγκοσμίων διαστάσεων με εκατομμύρια νεκρούς, πόλεμος στην Ευρώπη μετά από πολλές δεκαετίες, πληθωριστική κρίση ανάλογη της δεκαετίας του '70 κλπ) αποδεικνύουν ότι καμία φυσική ή κοινωνική απειλή δεν μπορεί πλέον να θεωρείται αναπάντεχη. Αλλά ακόμη και μια κατάσταση διαρκούς κρατικής κινητοποίησης δεν είναι αρκετή, αν δεν έχει υπάρξει μια συμφωνία ευθύνης από όλες τις πλευρές ως προς τι οφείλουν να κάνουν και τι πρέπει να περιμένουμε από εκείνους για την καλύτερη διαχείριση των τεράστιων αυτών προκλήσεων.
Πολιτική εξουσία
Καταρχάς, οι προδοκίες από το πολιτικό σύστημα είναι δικαιολογημένα πολύ υψηλές. Ιδίως κυβερνήσεις με νωπή λαϊκή εντολή που έχουν μάλιστα καταγράψει θριαμβευτικά ποσοστά όπως η σημερινή κυβέρνηση Μητσοτάκη γεννούν εξ αντικειμένου μεγάλες προσδοκίες για τα όσα μπορούν και οφείλουν να κάνουν έναντι της νέας αυτής πραγματικότητας. Θυμίζουν το μεγάλο ψυχολογικό βάρος που φέρουν πάντα τα φαβορί στις αθλητικές αναμετρήσεις: δεν έχουν δικαιολογία αποτυχίας, και αυτό δημιουργεί ενίοτε την εξής στρεβλή συνθήκη. Η κυβέρνηση να πρέπει να λειτουργεί και ως αντιπολίτευση του εαυτού της ελλείψει πραγματικής αντιπολίτευσης που σημαίνει ότι θα πρέπει να είναι μαζί ο ελεγκτής και ο ελεγχόμενος του έργου της.
Με δεδομένο το προφίλ του σημερινού πρωθυπουργού που ουδέποτε λειτούργησε αλαζονικά και με έπαρση στην προηγούμενη θητεία του, μπορούμε να είμαστε αρκετά σίγουροι ότι δεν πρόκειται να υποκύψει ούτε τώρα στην διαχρονική ροπή της εξουσίας προς την τύφλωση έναντι των αναπόφευκτων αδυναμιών της. Το έδειξε άλλωστε ήδη με τις απομακρύνσεις στελεχών που φάνηκαν να μην κατανοούν την κρισιμότητα των στιγμών. Μόνο που η Αρχή δεν είναι ποτέ υπόθεση ενός προσώπου στις Δημοκρατίες.
Οι ομάδες είναι που κάνουν την διαφορά, κι εκεί σε μια χώρα με χαμηλό κοινωνικό κεφάλαιο και μικρό δείκτη εμπιστοσύνης σε δίκτυα εκτός της οικογένειας όπως η Ελλάδα, μοιάζει συχνά να υστερούμε. Το ζήτημα είναι η κινητοποίηση του στελεχιακού δυναμικού εκείνου που ενώ είναι άξιο, συνεχίζει να ιδιωτεύει διότι δεν έχει πειστεί αν αξίζει η εμπλοκή με την διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη καλείται σε αυτή τη νέα της θητεία ουσιαστικά να προετοιμάσει την χώρα για τη νέα εποχή που έχει ξημερώσει παντού στον πλανήτη. Την εποχή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, των αποτελεσματικών κρατικών μηχανών, της δια βίου και εξατομικευμένης εκπαίδευσης, των ασφαλών υποδομών αλλά και της γεωπολιτικής αστάθειας καθώς και των κλιματικών, υγειονομικών και οικονομικών κρίσεων. Και για να πετύχει σε αυτό το στοίχημα θα πρέπει να λειτουργήσει εμπνέοντας όσους εμπνέονται από την πρόοδο και κατανοώντας με ενσυναίσθηση όσους δεν πείθονται, παραμένοντας σε παλιές ιδέες. Με άλλα λόγια, το δικό της σχέδιο σε καιρούς κρίσεων είναι να μην αφήσει κανέναν πίσω, κανέναν εντελώς απροστάτευτο, κανέναν εντελώς μόνο του.
Κράτος
Σε όλο αυτό, τα κρατικά συστήματα και οι δημόσιοι λειτουργοί τους αποτελούν τον πραγματικό εκτελεστικό βραχίονα της εκάστοτε κυβέρνησης, χωρίς την αποτελεσματική συμβολή του οποίου ακόμη και η πιο καλά μελετημένη απόφαση είναι προορισμένη να αποτύχει κατά την εφαρμογή της. Είναι συνεπώς και η δική τους ευθύνη τεράστια. Γνωρίζουμε από την πορεία του στον χρόνο ότι το ελληνικό κράτος είναι ικανό για το χειρότερο (βλ. το πρόσφατο φρικτό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη) αλλά και για το καλύτερο (βλ. το λαμπρό επίτευγμα της ψηφιοποίησης, την περασμένη τετραετία), πράγμα που σημαίνει ότι η επιτυχία δεν είναι αδύνατη όταν καταφέρεις να επιτύχεις έναν ευτυχή συνδυασμό εμπνευσμένης ηγεσίας και σωστής αξιοποίησης του δυναμικού του δημοσίου τομέα, χωρίς να υποτιμάται φυσικά και η διαθεσιμότητα των υλικών πόρων.
Ταμείο Ανάκαμψης και ΕΣΠΑ εγγυώνται ως το 2030 την τρίτη προϋπόθεση αλλά οι δύο πρώτες αφορούν τους ανθρώπινους πόρους που πρέπει να μάθουν να λειτουργούν όχι ως απλοί υπάλληλοι αλλά ως υπηρέτες του δημοσίου συμφέροντος. Στο παρελθόν της μεταπολιτευτικής περιόδου, η κοινωνία αποίκισε το κράτος μέσω των πελατειακών πρακτικών, αντιμετωπίζοντάς το με προσοδοθηρικούς όρους.
Η δημοσιοϋπαλληλία το έβλεπε με άλλα λόγια όχι ως λειτούργημα αλλά ως μέσο σταθερού εισοδήματος και βολέματος. Παρόλαυτά, η ποιότητα των στελεχών του δημοσίου δεν είναι καθόλου χειρότερη του ιδιωτικού τομέα. Το πλαίσιο λειτουργίας είναι που κάνει πάντα έναν εργαζόμενο λιγότερο ή περισσότερο αποδοτικό. Κι εκεί είναι το μυστικό για να μπορέσεις να πάρεις το καλύτερο δυνατό από εκείνον.
Κοινωνία των πολιτών
Την ίδια υπεθυνότητα οφείλει, ωστόσο, να επιδεικνύει και η κοινωνία των πολιτών. Εδώ ισχύει περισσότερο από ποτέ η περίφημη φράση του Τζ.Φ. Κέννεντυ προς τους πολίτες, μην κοιτάς τι κάνει η χώρα σου για σένα αλλά τι κάνεις εσύ για την χώρα σου. Ταιριαστή ιδίως για την ελληνική περίπτωση όπου οι πολίτες υπήρξαν διαχρονικά εθισμένοι να αντιμετωπίζουν το κράτος με μάλλον σχιζοφρενικό τρόπο: από τη μία να ζητούν από εκείνο τα πάντα με μαξιμαλιστικό τρόπο και από την άλλη να μην είναι διατεθειμένοι να δώσουν το παραμικρό, ούτε καν τους στοιχειώδεις φόρους που τους αναλογούν. Έτσι, η κρατική μηχανή έγινε εκείνο που αγαπούσαν να μισούν και μισούσαν που αγαπούσαν.
Προφανώς, από το κράτος την κρίσεων πρέπει να είμαστε πολύ απαιτητικοί διότι αποστολή του είναι πρωτίστως η προστασία της ίδιας της ζωής μας και του ευ ζειν γενικότερα. Αυτό ωστόσο δεν μειώνει την ατομική ευθύνη σε φιλελεύθερες κοινωνίες όπως οι δυτικές. Είναι για παράδειγμα άκρως αντιφατικό να διεκδικούμε τη διαρκή διεύρυνση των ατομικών ελευθεριών μας αλλά να απαιτούμε από το κράτος να επιλύσει και όλα τα προβλήματά μας. Ας συνειδητοποιήσουμε την λεπτή ισορροπία που πρέπει να διέπει την σχέση αυτών των δύο. Ούτε υπερβολικά παρεμβατικό κράτος ούτε όμως και πλεονασμός δικαιωμάτων χωρίς αντίστοιχες υποχρεώσεις.
Έτσι κι αλλιώς, οι πολλαπλές κρίσεις που μαστίζουν τα σύγχρονα κράτη απαιτούν εντυπωσιακά μεγάλο βαθμό κινητοποίησης ανθρώπινων και υλικών πόρων αλλά και τεχνογνωσίας για να αντιμετωπιστούν. Πρέπει μάλιστα να είναι μια κινητοποίηση διαρκής και σε μόνιμη ετοιμότητα για απροειδοποίητες και ακραίες καταστάσεις.
Τα όσα εντελώς εξωπραγματικά έχουν ανακύψει την τελευταία 4ετία (πανδημία παγκοσμίων διαστάσεων με εκατομμύρια νεκρούς, πόλεμος στην Ευρώπη μετά από πολλές δεκαετίες, πληθωριστική κρίση ανάλογη της δεκαετίας του '70 κλπ) αποδεικνύουν ότι καμία φυσική ή κοινωνική απειλή δεν μπορεί πλέον να θεωρείται αναπάντεχη. Αλλά ακόμη και μια κατάσταση διαρκούς κρατικής κινητοποίησης δεν είναι αρκετή, αν δεν έχει υπάρξει μια συμφωνία ευθύνης από όλες τις πλευρές ως προς τι οφείλουν να κάνουν και τι πρέπει να περιμένουμε από εκείνους για την καλύτερη διαχείριση των τεράστιων αυτών προκλήσεων.
Πολιτική εξουσία
Καταρχάς, οι προδοκίες από το πολιτικό σύστημα είναι δικαιολογημένα πολύ υψηλές. Ιδίως κυβερνήσεις με νωπή λαϊκή εντολή που έχουν μάλιστα καταγράψει θριαμβευτικά ποσοστά όπως η σημερινή κυβέρνηση Μητσοτάκη γεννούν εξ αντικειμένου μεγάλες προσδοκίες για τα όσα μπορούν και οφείλουν να κάνουν έναντι της νέας αυτής πραγματικότητας. Θυμίζουν το μεγάλο ψυχολογικό βάρος που φέρουν πάντα τα φαβορί στις αθλητικές αναμετρήσεις: δεν έχουν δικαιολογία αποτυχίας, και αυτό δημιουργεί ενίοτε την εξής στρεβλή συνθήκη. Η κυβέρνηση να πρέπει να λειτουργεί και ως αντιπολίτευση του εαυτού της ελλείψει πραγματικής αντιπολίτευσης που σημαίνει ότι θα πρέπει να είναι μαζί ο ελεγκτής και ο ελεγχόμενος του έργου της.
Με δεδομένο το προφίλ του σημερινού πρωθυπουργού που ουδέποτε λειτούργησε αλαζονικά και με έπαρση στην προηγούμενη θητεία του, μπορούμε να είμαστε αρκετά σίγουροι ότι δεν πρόκειται να υποκύψει ούτε τώρα στην διαχρονική ροπή της εξουσίας προς την τύφλωση έναντι των αναπόφευκτων αδυναμιών της. Το έδειξε άλλωστε ήδη με τις απομακρύνσεις στελεχών που φάνηκαν να μην κατανοούν την κρισιμότητα των στιγμών. Μόνο που η Αρχή δεν είναι ποτέ υπόθεση ενός προσώπου στις Δημοκρατίες.
Οι ομάδες είναι που κάνουν την διαφορά, κι εκεί σε μια χώρα με χαμηλό κοινωνικό κεφάλαιο και μικρό δείκτη εμπιστοσύνης σε δίκτυα εκτός της οικογένειας όπως η Ελλάδα, μοιάζει συχνά να υστερούμε. Το ζήτημα είναι η κινητοποίηση του στελεχιακού δυναμικού εκείνου που ενώ είναι άξιο, συνεχίζει να ιδιωτεύει διότι δεν έχει πειστεί αν αξίζει η εμπλοκή με την διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη καλείται σε αυτή τη νέα της θητεία ουσιαστικά να προετοιμάσει την χώρα για τη νέα εποχή που έχει ξημερώσει παντού στον πλανήτη. Την εποχή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, των αποτελεσματικών κρατικών μηχανών, της δια βίου και εξατομικευμένης εκπαίδευσης, των ασφαλών υποδομών αλλά και της γεωπολιτικής αστάθειας καθώς και των κλιματικών, υγειονομικών και οικονομικών κρίσεων. Και για να πετύχει σε αυτό το στοίχημα θα πρέπει να λειτουργήσει εμπνέοντας όσους εμπνέονται από την πρόοδο και κατανοώντας με ενσυναίσθηση όσους δεν πείθονται, παραμένοντας σε παλιές ιδέες. Με άλλα λόγια, το δικό της σχέδιο σε καιρούς κρίσεων είναι να μην αφήσει κανέναν πίσω, κανέναν εντελώς απροστάτευτο, κανέναν εντελώς μόνο του.
Κράτος
Σε όλο αυτό, τα κρατικά συστήματα και οι δημόσιοι λειτουργοί τους αποτελούν τον πραγματικό εκτελεστικό βραχίονα της εκάστοτε κυβέρνησης, χωρίς την αποτελεσματική συμβολή του οποίου ακόμη και η πιο καλά μελετημένη απόφαση είναι προορισμένη να αποτύχει κατά την εφαρμογή της. Είναι συνεπώς και η δική τους ευθύνη τεράστια. Γνωρίζουμε από την πορεία του στον χρόνο ότι το ελληνικό κράτος είναι ικανό για το χειρότερο (βλ. το πρόσφατο φρικτό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη) αλλά και για το καλύτερο (βλ. το λαμπρό επίτευγμα της ψηφιοποίησης, την περασμένη τετραετία), πράγμα που σημαίνει ότι η επιτυχία δεν είναι αδύνατη όταν καταφέρεις να επιτύχεις έναν ευτυχή συνδυασμό εμπνευσμένης ηγεσίας και σωστής αξιοποίησης του δυναμικού του δημοσίου τομέα, χωρίς να υποτιμάται φυσικά και η διαθεσιμότητα των υλικών πόρων.
Ταμείο Ανάκαμψης και ΕΣΠΑ εγγυώνται ως το 2030 την τρίτη προϋπόθεση αλλά οι δύο πρώτες αφορούν τους ανθρώπινους πόρους που πρέπει να μάθουν να λειτουργούν όχι ως απλοί υπάλληλοι αλλά ως υπηρέτες του δημοσίου συμφέροντος. Στο παρελθόν της μεταπολιτευτικής περιόδου, η κοινωνία αποίκισε το κράτος μέσω των πελατειακών πρακτικών, αντιμετωπίζοντάς το με προσοδοθηρικούς όρους.
Η δημοσιοϋπαλληλία το έβλεπε με άλλα λόγια όχι ως λειτούργημα αλλά ως μέσο σταθερού εισοδήματος και βολέματος. Παρόλαυτά, η ποιότητα των στελεχών του δημοσίου δεν είναι καθόλου χειρότερη του ιδιωτικού τομέα. Το πλαίσιο λειτουργίας είναι που κάνει πάντα έναν εργαζόμενο λιγότερο ή περισσότερο αποδοτικό. Κι εκεί είναι το μυστικό για να μπορέσεις να πάρεις το καλύτερο δυνατό από εκείνον.
Κοινωνία των πολιτών
Την ίδια υπεθυνότητα οφείλει, ωστόσο, να επιδεικνύει και η κοινωνία των πολιτών. Εδώ ισχύει περισσότερο από ποτέ η περίφημη φράση του Τζ.Φ. Κέννεντυ προς τους πολίτες, μην κοιτάς τι κάνει η χώρα σου για σένα αλλά τι κάνεις εσύ για την χώρα σου. Ταιριαστή ιδίως για την ελληνική περίπτωση όπου οι πολίτες υπήρξαν διαχρονικά εθισμένοι να αντιμετωπίζουν το κράτος με μάλλον σχιζοφρενικό τρόπο: από τη μία να ζητούν από εκείνο τα πάντα με μαξιμαλιστικό τρόπο και από την άλλη να μην είναι διατεθειμένοι να δώσουν το παραμικρό, ούτε καν τους στοιχειώδεις φόρους που τους αναλογούν. Έτσι, η κρατική μηχανή έγινε εκείνο που αγαπούσαν να μισούν και μισούσαν που αγαπούσαν.
Προφανώς, από το κράτος την κρίσεων πρέπει να είμαστε πολύ απαιτητικοί διότι αποστολή του είναι πρωτίστως η προστασία της ίδιας της ζωής μας και του ευ ζειν γενικότερα. Αυτό ωστόσο δεν μειώνει την ατομική ευθύνη σε φιλελεύθερες κοινωνίες όπως οι δυτικές. Είναι για παράδειγμα άκρως αντιφατικό να διεκδικούμε τη διαρκή διεύρυνση των ατομικών ελευθεριών μας αλλά να απαιτούμε από το κράτος να επιλύσει και όλα τα προβλήματά μας. Ας συνειδητοποιήσουμε την λεπτή ισορροπία που πρέπει να διέπει την σχέση αυτών των δύο. Ούτε υπερβολικά παρεμβατικό κράτος ούτε όμως και πλεονασμός δικαιωμάτων χωρίς αντίστοιχες υποχρεώσεις.
Δεν είναι ομολογουμένως εύκολα τα συμβόλαια υπευθυνότητας μεταξύ πολλών και διαφορετικών εταίρων με ενίοτε αντικρουόμενα συμφέροντα. Αλλά είναι απολύτως αναγκαία σε στιγμές κρίσεων όπου δεν αρκεί ένας για να δώσει μόνος του τη λύση. Και αυτή η κουλτούρα υπευθυνότητας και συνεργασίας που έλειπε διαχρονικά από την χώρα, είναι, τώρα που ξεπεράστηκαν το διχαστικό κλίμα και η τοξική εχθροπάθεια του παρελθόντος, η ευκαιρία να οικοδομηθεί σε πιο στέρεες βάσεις.
Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος, Καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και Αντιπρόεδρος του Παρατηρητηρίου για τη Διδασκαλία της Ιστορίας στο Συμβούλιο της Ευρώπης
Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος, Καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και Αντιπρόεδρος του Παρατηρητηρίου για τη Διδασκαλία της Ιστορίας στο Συμβούλιο της Ευρώπης
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα