Όταν μια υπό αμερικανική ηγεσία αρμάδα κατέπλευσε στον κόλπο του Τόκιο πριν από 80 χρόνια για να αποδεχθεί την ιαπωνική παράδοση στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, είχαν περάσει μόλις 27 ημέρες από τότε που η πρώτη – επίσης αμερικανική - ατομική βόμβα σκότωσε περίπου 70.000 ανθρώπους με ένα και μόνο πλήγμα στη Χιροσίμα. Είχαν περάσει 125 ημέρες από τότε που ο Αδόλφος Χίτλερ αυτοκτόνησε, τερματίζοντας τη ζωή του υπεύθυνου για τη σφαγή 60 εκατομμυρίων ψυχών και είχαν περάσει 218 ημέρες από την απελευθέρωση του Άουσβιτς από τον Κόκκινο Στρατό, όπου οι αποστεωμένοι επιζώντες μαρτύρησαν στα βάθη της ανθρώπινης κτηνωδίας.
Τα διδάγματα, για πολλούς Αμερικανούς, έμοιαζαν αυτονόητα: Ο απομονωτισμός, ο εθνικισμός και ο αυταρχισμός οδηγούν σε καταστροφή. Οι συμμαχίες, το ελεύθερο εμπόριο και η δημοκρατία είναι ο μόνος δρόμος μπροστά. Και οι ΗΠΑ πρέπει να αναλάβουν την ηγεσία.
Παρά τις αναταράξεις, αυτή η συναίνεση κράτησε σε γενικές γραμμές -τουλάχιστον μεταξύ των υπευθύνων χάραξης πολιτικής - για σχεδόν 80 χρόνια. Όμως η προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ, με την αδιάκοπη προσήλωσή της στην αμερικανική πρωτοκαθεδρία, μπορεί να σηματοδοτεί το τέλος της αλλά και αλλαγές που ο κόσμος δεν έχει ποτέ στο παρελθόν συναντήσει ή έρθει αντιμέτωπος.
O στρατηγός Ντάγκλας ΜακΆρθουρ υπογράφει το κείμενο της συνθηκολόγησης
«Πώς κινείσαι σε έναν πολύπλοκο και επικίνδυνο κόσμο; Δεν το κάνεις ξηλώνοντας αυτό που έχει λειτουργήσει», δήλωσε ο πρώην γερουσιαστής και υπουργός Άμυνας Τσακ Χέιγκελ, Ρεπουμπλικανός από τη Νεμπράσκα, σε συνέντευξη που παραχώρησε στη Washington Post. «Δεν ξηλώνεις μια μεταπολεμική παγκόσμια τάξη βασισμένη σε θεσμούς, στο κράτος δικαίου και στα κοινά συμφέροντα. Αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Είναι η μεγαλύτερη απειλή για το μέλλον της ανθρωπότητας». Ο πατέρας του Χέιγκελ υπηρέτησε στον Νότιο Ειρηνικό κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ο ίδιος, που τιμήθηκε με δύο «Purple Hearts» (Πορφυρές καρδιές) στο Βιετνάμ και διετέλεσε υπουργός Άμυνας υπό τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, υπογράμμισε επίσης ότι η μνήμη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν παντού όταν μεγάλωνε στη μικρή του πόλη στη Νεμπράσκα.
«Στη δεκαετία του ’50, όλοι στην πόλη ήταν βετεράνοι του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Κάθε παιδί εκείνης της εποχής είχε συναίσθηση του τι συνέβη, γιατί συνέβη, πώς κατέληξε και ποιο ήταν το μέλλον».
Όμως η γενιά που θυμάται τη ναζιστική Γερμανία, την Ιαπωνία των αυτοκρατόρων, τα στρατόπεδα θανάτου και τις θηριωδίες έχει σχεδόν εκλείψει. Από τους 16,4 εκατομμύρια Αμερικανούς βετεράνους του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μόλις 45.418 - πολύ λιγότερο από το 1% - είναι ακόμη εν ζωή, σύμφωνα με το Εθνικό Μουσείο Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Από τους πέντε Αμερικανούς προέδρους που έχουν υπηρετήσει αυτόν τον αιώνα, οι τέσσερις - Μπιλ Κλίντον, Τζορτζ Μπους, Τραμπ και Τζο Μπάιντεν - γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου ή αμέσως μετά. Ο επόμενος πρόεδρος είναι δεδομένο ότι θα έχει μεγαλώσει σε πολύ μεταγενέστερη εποχή. Όλα αυτά τη στιγμή που όλο και λιγότεροι Αμερικανοί σήμερα πιστεύουν ότι η ενεργός εμπλοκή στον κόσμο είναι σημαντική για τις ΗΠΑ. Το 2024, μόλις το 56% δήλωσε ότι η χώρα πρέπει να συμμετέχει ενεργά στις διεθνείς υποθέσεις - ιστορικά χαμηλό ποσοστό, σύμφωνα με δημοσκόπηση του Chicago Council on Global Affairs.
Κλείσιμο
Αυτή η αλλαγή αντανακλά και το αυξανόμενο αίσθημα πολλών Αμερικανών ότι οι ΗΠΑ προσπάθησαν να κάνουν υπερβολικά πολλά: να επεκταθούν υπέρμετρα, να σπαταλήσουν χρήματα, να θυσιάσουν ζωές, να αναμειχθούν εκεί όπου δεν τις ήθελαν και να αφήσουν άλλους να εκμεταλλευτούν την κατάσταση.
Οι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου υποστηρίζουν ότι δεν πρόκειται για διλημματική επιλογή και ότι ο Τραμπ πέτυχε να προάγει τη διεθνή σταθερότητα εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι τα αμερικανικά συμφέροντα έρχονται πρώτα. Επικαλούνται τη συμφωνία ειρήνης Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν, τις Συμφωνίες του Αβραάμ και μια ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ Ρουάντας και Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό ως αποδείξεις ότι ο Τραμπ είναι διατεθειμένος να δράσει στη διεθνή σκηνή, απλώς όχι με τρόπο που σπαταλά αμερικανικές ζωές και δολάρια.
«Το America First ποτέ δεν σήμαινε America Only, και ο πρόεδρος Τραμπ έχει αποκαταστήσει αποτελεσματικά τη θέση της Αμερικής στη διεθνή σκηνή, ενισχύοντας παράλληλα τη διεθνή σταθερότητα», δήλωσε η αναπληρώτρια εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Άννα Κέλι. «Τα επιτεύγματα της εξωτερικής πολιτικής του μιλούν από μόνα τους - με τη μόχλευση των διπλωματικών του σχέσεων, αποκαθίσταται το δίκαιο εμπόριο, πάνω από 70 Αμερικανοί που κρατούνταν στο εξωτερικό έχουν επιστρέψει, τα σύνορα είναι ασφαλή, η Ευρώπη αναλαμβάνει την ευθύνη για την άμυνά της και μακροχρόνιες συγκρούσεις ανά τον κόσμο έχουν λήξει».
Ο Κερτ Βόλκερ, πρέσβης των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ υπό τον Μπους, υποστηρίζει επίσης ότι η προσέγγιση του Τραμπ αντανακλά ένα διαχρονικό στοιχείο της αμερικανικής κοινής γνώμης. «Υπάρχει ένα υπόγειο ρεύμα στην αμερικανική ζωή που λέει ότι δεν θέλουμε να φορτωθούμε τον κόσμο, ότι μας χωρίζουν ωκεανοί, είμαστε ειρηνικοί και ελεύθεροι, και απλώς θέλουμε να συνεχίσουμε τη ζωή μας», δήλωσε. «Αυτή η τάση υπήρχε πάντα».
Ωστόσο, ο Βόλκερ υποστήριξε ότι οι περισσότεροι Αμερικανοί εξακολουθούν να πιστεύουν στην προώθηση των δημοκρατικών αξιών από τις ΗΠΑ. «Ο πρόεδρος Τραμπ και ο αντιπρόεδρος Βανς εκφράζουν μια απογοήτευση με το πώς νιώθουν ότι η Αμερική έχει κάνει υπερβολικά πολλά και ότι οι άλλοι πρέπει να κάνουν περισσότερα», είπε. «Μπορούν να κερδίσουν υποστηρικτές, αλλά δεν πιστεύω ότι εκεί βρίσκονται οι καρδιές των Αμερικανών σήμερα».
Επιπλέον, οι υπερασπιστές της μεταπολεμικής συναίνεσης υποστηρίζουν ότι, ακόμη κι αν πολλοί Αμερικανοί θα προτιμούσαν να αποσυρθούν από τον κόσμο, κάτι τέτοιο δεν είναι βιώσιμο.
«Ο κόσμος θα έρθει σε εσένα αν δεν είσαι εκεί - αυτό συνέβη στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Νομίσαμε ότι μπορούσαμε να μείνουμε απ’ έξω, και μετά μας επιτέθηκε η Ιαπωνία», είπε ο Ίβο Ντάαλντερ, διάδοχος του Βόλκερ ως πρέσβης στο ΝΑΤΟ υπό τον Ομπάμα. «Ο κίνδυνος είναι ότι σε έναν κόσμο που παραμένει βαθιά διασυνδεδεμένος — βαθιά αλληλεξαρτώμενος - η δυνατότητα αποχώρησης είναι σχεδόν μηδενική», πρόσθεσε.
Ογδόντα χρόνια πριν, απελπισμένοι να αποτρέψουν μια νέα παγκόσμια καταστροφή, οι ηγέτες οικοδόμησαν προπύργια που καθόρισαν τον σύγχρονο κόσμο. Συναντήθηκαν στο Νιου Χάμσαϊρ το 1944 για να δημιουργήσουν ένα διασυνδεδεμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα και στο Σαν Φρανσίσκο το 1945 για να ιδρύσουν τα Ηνωμένα Έθνη. Το ΝΑΤΟ γεννήθηκε το 1949 και λίγα χρόνια αργότερα μια πρώιμη εκδοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η φιλοσοφία ήταν σαφής: οτιδήποτε θα μπορούσε να δέσει τα κράτη ώστε να μην πολεμήσουν ξανά.
Ο Τραμπ έχει επιτεθεί σε πολλούς από αυτούς τους θεσμούς, αμφισβητώντας την αξία του ΝΑΤΟ και επικρίνοντας τα Ηνωμένα Έθνη. Για την Ευρωπαϊκή Ένωση είπε τον Φεβρουάριο ότι «δημιουργήθηκε για να εκμεταλλευτεί τις Ηνωμένες Πολιτείες». Με βαρύτατους δασμούς, ανέτρεψε το διεθνές εμπορικό σύστημα που ξεκίνησε με τη Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου του 1947.
Ο Τραμπ εκμεταλλεύτηκε τη διάχυτη απογοήτευση από τα αποτελέσματα της αμερικανικής διεθνούς εμπλοκής. Λίγοι θα αμφισβητούσαν ότι η Αμερική συχνά υπολήφθηκε των φιλοδοξιών της να αποτελέσει φάρο ελευθερίας. Ιδιαίτερα στον Ψυχρό Πόλεμο, οι ΗΠΑ υποστήριξαν τακτικά αυταρχικά καθεστώτα απλώς επειδή αντιτάσσονταν στη Σοβιετική Ένωση, ενώ στοχοποιούσαν δημοκρατικά κινήματα αν δεν συντάσσονταν με τη Δύση.
Για δεκαετίες, η Σοβιετική Ένωση, οπλισμένη με πυρηνικά, αποτελούσε μια απειλή που υπογράμμιζε την ανάγκη εμπλοκής. Η κατάρρευσή της το 1991 έκανε πολλούς να αναρωτηθούν αν αυτή η εμπλοκή ήταν ακόμη αναγκαία. Ο πόλεμος στο Ιράκ, που ξεκίνησε δώδεκα χρόνια αργότερα, φάνηκε να αναδεικνύει τη ματαιότητα της αμερικανικής υπερεπέκτασης, με τις ΗΠΑ να χάνουν περισσότερους από 4.500 στρατιώτες.
Ο Τραμπ δεν είναι όμως ο μόνος. Και στην Ευρώπη, όπου εκτυλίχθηκαν πολλές από τις τραγωδίες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τα άλλοτε αδιάσειστα διδάγματα του πολέμου χάνουν με ταχύτητα τη δύναμή τους. Η Βρετανία αποχώρησε από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2020, αποδοκιμάζοντας το μεταπολεμικό σύστημα συμμαχιών. Εθνικιστικά και αντιμεταναστευτικά κόμματα κερδίζουν δύναμη και αποβάλλουν το στίγμα τους - ακόμη και στη Γερμανία και τη Γαλλία, δύο χώρες-κλειδιά του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Όταν πλοία συμμαχικών εθνών συγκεντρώθηκαν στον κόλπο του Τόκιο το πρωί της 2ας Σεπτεμβρίου 1945, κάποιοι παρατηρητές είδαν όχι μόνο το τέλος του πολέμου αλλά και την προσδοκώμενη λήξη μιας εποχής σφαγών που περιλάμβανε τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Μεγάλη Ύφεση.
Οι Ιάπωνες εκπρόσωποι επιβιβάστηκαν στο USS Missouri και υπέγραψαν το Πρακτικό Παράδοσης λίγο μετά τις 9 π.μ., ακολουθούμενοι από τον στρατηγό Ντάγκλας ΜακΆρθουρ, που εξέφρασε την ελπίδα ότι «ένας καλύτερος κόσμος θα αναδυθεί από το αίμα και τη σφαγή του παρελθόντος».
Σε ραδιοφωνικό διάγγελμα αργότερα την ίδια ημέρα, ο ΜακΆρθουρ διακήρυξε: «Μια μεγάλη νίκη έχει κερδηθεί. Ο ουρανός δεν βρέχει πλέον θάνατο». Όμως πρόσθεσε μια πιο ζοφερή προειδοποίηση: «Είχαμε την τελευταία μας ευκαιρία. Αν δεν δημιουργήσουμε τώρα ένα πιο δίκαιο και ισορροπημένο σύστημα, η Αποκάλυψη θα σταθεί μπροστά στην πόρτα μας».
Οι Αμερικανοί ηγέτες και οι ομόλογοί τους τότε έσπευσαν να οικοδομήσουν αυτό το πιο δίκαιο σύστημα. Όμως, με τις μνήμες του πολέμου να σβήνουν, η αίσθηση του επικείμενου Αρμαγεδδώνα έχει επίσης ξεθωριάσει.
«Η ζωντανή μνήμη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έχει σχεδόν εκλείψει - κι αυτό είναι το σημαντικό», δήλωσε πρόσφατα και ο Έλιοτ Κοέν, πρώην κορυφαίος σύμβουλος της υπουργού Εξωτερικών Κοντολίζα Ράις. «Δεν υπήρξε ποτέ πλήρης συναίνεση ως προς τις λεπτομέρειες της εξωτερικής πολιτικής, αλλά υπήρχε μια συνειδητοποίηση ότι μπορούν να συμβούν πραγματικά φρικτά πράγματα και ότι η απομόνωση δεν αποτελεί ρεαλιστική επιλογή».
Αν ξεχάσουμε αυτό το μάθημα, τόνισε ο Κοέν, «παίζουμε με τη μοίρα μας. Αυξάνουμε τον κίνδυνο μιας καταστροφής. Για τη Βρετανία το 1940, υπήρχαν τουλάχιστον οι Ηνωμένες Πολιτείες που στέκονταν πίσω της. Σήμερα δεν υπάρχει καμία Αμερική που να στέκεται πίσω από την Αμερική».
Η La Roche-Posay γιορτάζει 50 χρόνια δερματολογικής φροντίδας προσφέροντας καινοτόμες λύσεις που συνδυάζουν ορατά αποτελέσματα και σεβασμό στην επιδερμίδα.