Οι συστάσεις για τον Βρετανοαμερικανό influencer
Andrew Tate είναι μάλλον περιττές. Πρώην kickboxer με σύντομο πέρασμα από το βρετανικό Big Brother -αποβλήθηκε εν μέσω κατηγοριών για βιασμό-, έγινε ευρέως γνωστός για την
ακραία σεξιστική ρητορική του στα media, απασχολώντας διαρκώς με τις εμπρηστικές δηλώσεις και μπλεξίματά του με τον νόμο για υποθέσεις
trafficking και κυκλωμάτων εκμετάλλευσης γυναικών.
Ο Τέιτ δεν σταματά να υποβιβάζει τις γυναίκες, κατηγορώντας τες για
εγγενή τεμπελιά, αμφισβητώντας την ανεξαρτησία τους και καταλογίζοντάς τους την ευθύνη για τις
σεξουαλικές επιθέσεις εναντίον τους.
Παράλληλα, ως αυτόκλητος θεματοφύλακας της «
παραδοσιακής αρρενωπότητας» και «υπό την καθοδήγηση του Θεού» (έχει ασπαστεί το Ισλάμ), εργάζεται σκληρά να προφυλάξει τα αγόρια και τους άνδρες από την εκθήλυνση που τους επιφυλάσσει ο
φεμινισμός και η
woke κουλτούρα.
Οι κοινωνίες, υποστήριζαν οι Σαινσιμονιστές τον 19ο αιώνα, εξελίσσονται μέσα από εναλλαγές μεταξύ περιόδων σταθερότητας και ηρεμίας και περιόδων επαναστάσεων και μεγάλων ανατροπών, όπως αυτές που επιδιώκουν τα παραπάνω κινήματα. Ο Tate δεν θέλει απλώς να σταματήσει τη ρόδα της κοινωνικής αλλαγής· θέλει να τη γυρίσει πίσω.
Με τις ακραίες απόψεις του για την ανδρική ταυτότητα και τη γυναικεία υποταγή να βρίσκουν πρόσφορο έδαφος, ο Tate εισβάλλει στο φαντασιακό των νέων και επηρεάζει τις αναπαραστάσεις τους για τον εαυτό τους, τη θέση τους στον κόσμο και τη σχέση τους με τις γυναίκες.
Η αυξανόμενη απειλή των manfluencers
Ο Andrew Tate είναι από τους πιο επιδραστικούς
manfluencers, άνδρες, δηλαδή, που ασκούν επιρροή μέσα από μισογυνικό περιεχόμενο και πεποιθήσεις. Το φαινόμενο των manfluencers αναγνωρίζεται επίσημα ως απειλή και μπαίνει στο μικροσκόπιο των επιστημόνων.
Τον περασμένο Ιούλιο, το Πανεπιστήμιο Monash στην Αυστραλία
κάλεσε ερευνητές να καταθέσουν εργασίες τους σχετικά με τον αντίκτυπο των manfluencers, τις αντιλήψεις περί αρρενωπότητας και τις εκφάνσεις του μισογυνισμού στα σχολικά περιβάλλοντα. Αφορμή, μια έρευνα από το Παιδαγωγικό Τμήμα του πανεπιστημίου που έδειξε ότι το ψηφιακό περιεχόμενο του Tate συμβάλλει στην άνοδο αντιλήψεων περί ανδρικής υπεροχής και την προώθηση της τοξικής αρρενωπότητας στα σχολεία της χώρας.
Μελέτη στη Σουηδία αποτύπωσε αντίστοιχες τάσεις στην ευρύτερη κοινωνία, συμπεραίνοντας ότι νέοι κυρίως άνδρες και όσοι είχαν βιώσει απόρριψη από γυναίκα αποτελούν το μεγαλύτερο κοινό των manfluencers, το οποίο χρεώνει στον φεμινισμό και τη διεκδίκηση των γυναικείων δικαιωμάτων τα προβλήματά του, προβαίνοντας ακόμη και σε βίαιες συμπεριφορές.
Μια από τις τελευταίες
έρευνες του Monash, που ανέλυσε περισσότερες από 2.200 αναρτήσεις του Andrew Tate στο διαδίκτυο και το Telegram, διαπίστωσε ότι το φαινομενικά αθώο περιεχόμενο αυτοβελτίωσης και ανδρικής αυτοφροντίδας δεν είναι παρά πύλη για μισογυνικό και εξτρεμιστικό υλικό, όπως η ταύτιση του σκληρού άνδρα με τη δύναμη και τον πλούτο σε αντιδιαστολή με τη γυναίκα. Οι ερευνητές εξέπεμψαν συναγερμό για κίνδυνο ριζοσπαστικοποίησης των νέων, αντίστοιχο με αυτόν που παρατηρείται σε εξτρεμιστικές θρησκευτικές και πολιτικές ομάδες.
Παλιά ιστορία με αβέβαιο μέλλον
Ο Andrew Tate γεννήθηκε το 1986, σε μια οικογένεια «
υπερ-παραδοσιακή, που σήμερα θα αποκαλούσαν μισογυνική»,
σύμφωνα με τον ίδιο. Μεγάλωσε στη δεκαετία του 1990 και στην κυριαρχία της τηλεόρασης, μια εποχή δόξας για τον alpha male (αρσενικό ηγέτης) και την αποτύπωση της υπεροχής του παντού, από τα glossy περιοδικά, με την αντικειμενοποίηση των γυναικών, έως τις ταινίες δράσης, με τους σκληροτράχηλους πρωταγωνιστές.
«Η τηλεόραση, ως ένας από τους βασικούς φορείς του μαζικού πολιτισμού, υπήρξε επί δεκαετίες ένας από τους κύριους μηχανισμούς αναπαραγωγής
έμφυλων στερεοτύπων, διαμορφώνοντας, θα λέγαμε, αντιλήψεις για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία. Η τηλεοπτική αφήγηση, ιδίως μέσα από τη μυθοπλασία παγκοσμίως, παγίωσε τον μισογυνισμό ως θέαμα» παρατηρεί ο
Νίκος Μαλαμάς, Υποψήφιος Διδάκτορας Ελληνικής Τηλεοπτικής Μυθολαπλασίας στο Τμήμα Επικοινωνίας Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου.
Σύμφωνα με τον κ. Μαλαμά, έχει αποδειχθεί ερευνητικά ότι η συστηματική αναπαράσταση του βιασμού, η θυματοποίηση των γυναικείων χαρακτήρων και η χρήση της σεξουαλικής βίας ως αφηγηματικού εργαλείου διαμόρφωσαν έναν τηλεοπτικό λόγο που συχνά ενισχύει και νομιμοποιεί την κουλτούρα του μισογυνισμού. «Η
«ανδρική ματιά» (male gaze), που κυριαρχούσε στις τηλεοπτικές αναπαραστάσεις, καθόρισε το πώς και το γιατί οι γυναίκες παρουσιάζονται με τρόπο που ενισχύει την παθητικότητά τους και συντηρεί σχέσεις εξουσίας» επισημαίνει.
Στην πορεία των χρόνων, έγινε σαφές ότι η τεχνολογία τρέχει πιο γρήγορα από τις εδραιωμένες αντιλήψεις. «Έχει παρατηρηθεί, από πολλούς ερευνητές, η μετάβαση αυτών των προτύπων από την τηλεόραση στα σύγχρονα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ας μην ξεχνάμε ότι τα social media κατά κύριο λόγο αντλούν από προϋπάρχοντα πολιτισμικά πρότυπα. Οι ίδιες οι τηλεοπτικές αφηγήσεις, που για δεκαετίες αναπαρήγαγαν τη γυναικεία αντικειμενοποίηση, επαναπροσδιορίστηκαν στο ψηφιακό περιβάλλον με νέες, αλλά εξίσου προβληματικές, μορφές» εξηγεί ο κ. Μαλαμάς.
Μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα, οι νέοι «εγκατέλειψαν» την τηλεόραση για χάρη των social media και του διαδικτύου. Το μέσο είχε αλλάξει, όχι όμως και το περιεχόμενο. «Από την αισθησιακή παρουσίαση της σεξουαλικής βίας σε τηλεοπτικά δράματα, περάσαμε σε μια κουλτούρα ψηφιακής αυτοαντικειμενοποίησης, όπου γυναίκες ενθαρρύνονται (ή πιέζονται) να υιοθετήσουν την εικόνα που για χρόνια προωθούσαν τα media» σημειώνει ο κ. Μαλαμάς. «Οι ίδιες οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, με αλγορίθμους που επιβραβεύουν την υπερσεξουαλικοποίηση και ενισχύουν τον σεξισμό, ουσιαστικά διαιωνίζουν τις τηλεοπτικές αναπαραστάσεις του παρελθόντος, κάνοντας τον
μισογυνισμό πιο διάχυτο μεν, αόρατο δε, και δύσκολα αντιμετωπίσιμο στη σύγχρονη εποχή».
Τα τελευταία χρόνια, παρατηρεί ο κ. Μαλαμάς, διαφαίνεται μια αλλαγή στις τηλεοπτικές απεικονίσεις της βίας κατά των γυναικών και εν γένει του μισογυνισμού, χάρη κυρίως στο ξέσπασμα του κινήματος του
#MeToo και στις πιο «δυνατές» φωνές γυναικών στη βιομηχανία του θεάματος. «Ωστόσο, παραμένει βασικό ερώτημα, αν αυτή η μεταστροφή πρόκειται για μια
ουσιαστική μετατόπιση ή για μια ακόμη εμπορευματοποίηση του φεμινιστικού αφηγήματος από τις πολιτιστικές βιομηχανίες».
Καθώς εξηγεί, η ίδια η φύση των τηλεοπτικών σειρών και ιδιαίτερα των streaming πλατφορμών, που σήμερα επικρατούν στην τηλεοπτική βιομηχανία, τροφοδοτείται από μηχανισμούς που βασίζονται στις προσδοκίες του κοινού. Επομένως, καταλήγει, «το κατά πόσο οι νέες αυτές αναπαραστάσεις θα οδηγήσουν σε βαθύτερη κοινωνική αλλαγή, εξαρτάται όχι μόνο από τους δημιουργούς περιεχομένου, αλλά και από το πώς το κοινό, αντιλαμβάνεται και αμφισβητεί τα κυρίαρχα τηλεοπτικά πρότυπα».
Eπίδραση στην ανδρική ταυτότητα και αυτοεκτίμηση
«Η ανδρικότητα έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές τα τελευταία χρόνια. Από τις παραδοσιακές αντιλήψεις και τη συναισθηματική αποστασιοποίηση, περάσαμε σε μία πιο ευέλικτη κατανόηση του τι σημαίνει να είναι κάποιος άνδρας» εξηγεί στο protothema η
Γεωργία Χριστίνα Κανελλοπούλου, Ψυχολόγος και Οικογενειακή Σύμβουλος, περιγράφοντας τη δυσκολία πολλών ανδρών να βρουν την ταυτότητά τους σε έναν κόσμο που αλλάζει.
«Πολλοί άνδρες θεραπευόμενοι, στην προσπάθεια τους να έρθουν σε επαφή με τον εαυτό της, κάθονται στον καναπέ πιεσμένοι, γεμάτοι άγχος για το αν καλύπτουν τα πρότυπα ενός
“σωστού άνδρα του σήμερα". Αυτό γεννά ακόμα περισσότερη πίεση για να είναι επιτυχημένοι στην δουλειά τους, να δουλεύουν πολύ, να γυμνάζονται πολύ, να τρώνε υγιεινά, να μάθουν να εκφράζονται συναισθηματικά» αναφέρει. «Φανταστείτε πόσο βάρος κουβαλάει ο άνδρας του σήμερα για να νιώσει επαρκής η ποθητός; Σκέψου τι αγώνας γίνεται μέσα τους για να κατακτήσουν την αυτοεκτίμηση για την οποία έρχονται αρχικά στην ψυχοθεραπεία» σημειώνει, φωτίζοντας μια άλλη πτυχή του ζητήματος.
«Αν εστιάσουμε πιο συγκεκριμένα στην κοινωνική πίεση για συγκεκριμένα σωματικά πρότυπα, θα δούμε πως οι manfluencers προωθούν έντονα την σωματική υγεία, την μυϊκότητα και γενικά ένα πολύ
αισθητικό αποτέλεσμα εξωτερικής εικόνας. Ενώ αυτό
εκ πρώτης όψεως φαντάζει ιδανικό -ποιος δεν θα ήθελε να βλέπει τους άντρες να ασχολούνται με το σώμα τους και την αυτοφροντίδα- παρ’ όλα αυτά εμπεριέχει και κάποιους κινδύνους και προκλήσεις» υπογραμμίζει η κ. Κανελλοπούλου, εξηγώντας πως ένας manfluencer ενδέχεται να αναπαράγει μη ρεαλιστικές εικόνες ανδρικής ταυτότητας και μη ρεαλιστικής ιδανικής ζωής. «Αυτό μπορεί να ασκεί πίεση σε κάποιον που θα το δει και θα πιστέψει πως έτσι θα είναι επιτυχημένη η ανδρική ταυτότητά του».
Στις συνεδρίες της με τους θεραπευόμενους ακούει φράσεις όπως «πρέπει να βγάζω πολλά χρήματα», «το σώμα μου δεν είναι αρκετά σμιλεμένο», «πρέπει να κάνω
ψυχοθεραπεία και να διαβάζω βιβλία αυτοβελτίωσης», «οφείλω να μιλάω και σοβαρά και αυστηρά για να κρατάω τα όρια και τον έλεγχο». Υπάρχουν άραγε τρόποι τρόποι να προστατευτεί ένας άνδρας από εικόνες και επιρροές που μπορεί να δράσουν αρνητικά στην γενικότερη αυτοπεποίθησή του;
«Ναι υπάρχουν!» τονίζει και αναλύει: «Οφείλουμε να μπορούμε να οριοθετούμε και να φιλτράρουμε την κάθε εικόνα που λαμβάνουμε για να οδηγηθούμε στην δική μας μοναδική επιθυμητή ανδρική ταυτότητα, όπως εμείς ορίζουμε το ιδανικό σώμα, την ιδανική οικονομική κατάσταση ή την καλή ψυχική υγεία».
Η κ. Κανελλοπούλου προτείνει τους παρακάτω τρόπους προστασίας:
- Περιορίζουμε την έκθεση στο περιεχόμενο ανθρώπων που θεωρούμε πως μας επηρεάζουν αρνητικά.
- Δημιουργία υποστηρικτικού συστήματος.
- Κριτική σκέψη- Αξιολογούμε και αμφισβητούμε τις πληροφορίες που μας παρέχονται.
- Ενδυνάμωση αυτοεκτίμησης και αυτογνωσίας. Γνωρίζω ποιος είμαι τι αξίζω και που θέλω να φτάσω.
*Με πληροφορίες από το BBC