Κοσμοπολίτισσα, fashion icon και δημιουργός περίτεχνων κοσμημάτων, έρχεται κάθε καλοκαίρι στη χώρα μας, στο ιδιωτικό νησί των Νιάρχων, τη Σπετσοπούλα. Πριν ξεκινήσει τις φετινές διακοπές της παρουσίασε τη νέα της συλλογή στην γκαλερί Gagosian
Τα καλοκαίρια για την οικογένεια Νιάρχου είναι απολύτως συνυφασμένα με την Ελλάδα. Πόσο μάλλον για την Ευγενία, που κάθε χρόνο διοργανώνει reunion με τους φίλους της διαφημίζοντας τις ομορφιές της χώρας μας και την ελληνική καταγωγή της. Φέτος συνδύασε την άφιξή της στα πάτρια εδάφη με την παρουσίαση της τελευταίας της συλλογής κοσμημάτων: με έμπνευση από τον σουρεαλιστικό κόσμο του Μαν Ρέι, δημιούργησε φορέσιμα αριστουργήματα για τον δικό της οίκο Venyx, τα οποία θα φιλοξενηθούν σε επιλεγμένα μουσεία του κόσμου.
Θα συναντηθούμε ένα ζεστό καλοκαιρινό απόγευμα στην γκαλερί Gagosian της Αθήνας, στην οποία εκθέτει τη δουλειά της. Είναι, όπως πάντα, ντυμένη total black και φοράει τα κοσμήματα από την τελευταία συλλογή της, με την οποία ξεκινάμε την κουβέντα μας. «Η τωρινή συλλογή μου ονομάζεται “Τhe Man Ray Collection” και αντλεί την έμπνευσή της από τρία αριστουργήματα του σουρεαλιστή καλλιτέχνη Μαν Ρέι, τον οποίο πάντοτε θαύμαζα για τη ματιά του. Το πολυσχιδές έργο του άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα τόσο στη φωτογραφία όσο και στη ζωγραφική», μου εξηγεί.
Οι συγκεκριμένες δημιουργίες του Μαν Ρέι, οι οποίες συνδέονται με τη γυναικεία μορφή, είναι ο πίνακας «Observatory Time: The Lovers» που δημιουργήθηκε το 1936, η φωτογραφία «Glass Tears» του 1932 και το γλυπτό «The Venus Restored» που χρονολογείται στο 1936. «Πρόκειται για μια περιορισμένη συλλογή εννέα κομματιών. Τα φλογερά χείλη του “The Lovers” ζωντανεύουν με κόκκινο σμάλτο και χρυσό σε τρεις εκδοχές: καρφίτσα, τσόκερ με μεταξωτή κορδέλα και δαχτυλίδι με διαμάντια.
Η νέα συλλογή κοσμημάτων της Ευγενίας Νιάρχου «The Man Ray Collection» είναι εμπνευσμένη από τρία εμβληματικά έργα του σπουδαίου σουρεαλιστή καλλιτέχνη Μαν Ρέι
Ο Μαν Ρέι είχε εμπνευστεί το έργο από τη Λι Μίλερ, που ήταν και η μούσα του. Ηταν μια εμβληματική προσωπικότητα, η οποία ξεκίνησε ως μοντέλο, έγινε στη συνέχεια φωτογράφος και κινήθηκε ανάμεσα σε σημαντικούς καλλιτέχνες όπως οι Πικάσο και Κοκτό. Υπήρξε μια γυναίκα πολύ πιο μπροστά από την εποχή της, γι’ αυτό και αποτέλεσε σύμβολο, ένα διαχρονικό παράδειγμα χειραφέτησης και ελευθερίας», αναφέρει.
Από την εμβληματική φωτογραφία «Glass Tears» του Μαν Ρέι δημιουργήθηκαν περιδέραιο, μενταγιόν και δαχτυλίδι, ενώ το κόσμημα που προέκυψε από το διάσημο γλυπτό του καλλιτέχνη είναι ένα μενταγιόν που τονίζει τη σύνδεση της τέχνης με την υψηλή κοσμηματοποιία: ο γυναικείος κορμός από λευκό οπάλιο ή γκρι χαλαζία, που αιωρείται δεμένος με χρυσές αλυσίδες -σε ροζ, κίτρινο ή λευκό χρυσό-, διακρίνεται για τον περίτεχνο σχεδιασμό του, τη λιτή φινέτσα του πολύτιμου και τον διάχυτο ερωτισμό του.
«Είναι μια συλλογή εμπνευσμένη από τη γυναίκα. Τα χείλη είναι σαρκώδη και γυναικεία, το σώμα, που θυμίζει αρχαιοελληνικό άγαλμα, είναι γυναικείο. Μέσα από αυτή την τελευταία δουλειά μου τονίζεται η αγάπη μου για τα ταξίδια, την εξερεύνηση και την τέχνη», συμπληρώνει. Τη ρωτώ πώς αντιμετώπισαν οι φίλοι της τη νέα συλλογή της. «Τη βρήκαν μοναδική! Η αλήθεια είναι ότι είναι πολύ διαφορετική από κάθε άλλη. Σε κάποια κομμάτια η πολυτιμότητά τους αποτυπώνεται και στην τιμή τους - όπως τα χείλη με τα διαμάντια και το eye choker».
Με την Ευγενία Νιάρχου έχουμε ξανασυναντηθεί και συνομιλήσει άλλες τρεις φορές στο παρελθόν. Συνήθως επέλεγε τη Μύκονο για να παρουσιάσει τη δουλειά της, αλλά αυτή τη φορά επέμεινε στην Αθήνα και την γκαλερί Gagosian. «Είναι μια συλλογή άρρηκτα συνδεδεμένη με την τέχνη. Παρουσιάζοντάς την σε διάφορα μουσεία και γκαλερί του κόσμου, έχω τη δυνατότητα να έρθω σε επαφή μ’ ένα τελείως διαφορετικό κοινό. Αγαπώ τις γκαλερί γιατί αγαπώ την τέχνη».
Οι Νιάρχοι, άλλωστε, συγκαταλέγονται στους σημαντικότερους συλλέκτες του πλανήτη, όπως μου επιβεβαιώνει και η ίδια χαμογελώντας.
Ο παππούς της Σταύρος Νιάρχος, ένας από τους σημαντικότερους ανθρώπους της θάλασσας και των επιχειρήσεων, που τη δεκαετία του ’50 είχε ιδρύσει τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά και είχε επενδύσει στα Διυλιστήρια του Ασπροπύργου, είχε μόνιμη θέση στη λίστα «Forbes», ενώ η προσωπική συλλογή του με έργα τέχνης των Πικάσο, Βαν Γκογκ και Γκογκέν τον κατέτασσε στους μεγαλύτερους συλλέκτες της νεότερης Ιστορίας. Προγιαγιά της, δε, ήταν η αριστοκράτισσα Γκλόρια Γκίνες, η εκδότρια του περιοδικού «Harper’s Bazaar» και η πιο καλοντυμένη γυναίκα της εποχής της.
H Ευγενία Νιάρχου, ιδιαίτερα χαμηλών τόνων, φίνα και ευγενής, είναι μια γνήσια κοσμοπολίτισσα που επιλέγει ως μόνιμο τόπο διαμονής της το Λονδίνο. Το καθημερινό της πρόγραμμα είναι απαιτητικό.
«Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω μια συνηθισμένη καθημερινότητα. Κάθε μέρα, ανάλογα με τις απαιτήσεις της δουλειάς, διαμορφώνεται και το πρόγραμμά μου. Συνήθως ξυπνάω νωρίς και γεμίζω ενέργεια κάνοντας διαλογισμό και στη συνέχεια πηγαίνω στο γυμναστήριο. Επειτα ακολουθεί το γραφείο όπου έχω απανωτά ραντεβού με τους συνεργάτες μου. Είναι πολύ εποικοδομητικό να ανταλλάσσω απόψεις με το σχεδιαστικό μου τμήμα, παρόλο που σχεδιάζω η ίδια. Οσο για το βράδυ; Χαλαρώνω απολαμβάνοντας δείπνο με αγαπημένους φίλους». Οταν, όμως, έρχεται το καλοκαίρι, η Ευγενία πάντα βρίσκει τον χρόνο για να επισκεφτεί την Ελλάδα. «Τα καλοκαίρια δεν είναι ταυτισμένα μόνο με τη Σπετσοπούλα αλλά και με διάφορα άλλα ελληνικά νησιά. Ετσι αλλάζω τόπους, παραστάσεις και εμπειρίες», αναφέρει. Ανήσυχη και δημιουργική, δεν εφησυχάζει ποτέ. «Πάντα υπάρχουν στο μυαλό μου νέα projects. Είναι ένας τρόπος για να βρίσκομαι συνεχώς σε δημιουργικότητα και εγρήγορση. Πριν από λίγα χρόνια είχα συνεργασία με τη Μαρίνα Ραφαήλ σε μια σειρά από τσάντες, με το Atelier Saloni για ρούχα, ενώ υπέροχη δουλειά κάναμε και με τα Ancient Greek Sandals. Με εμπνέουν οι συνεργασίες, είναι ένας τρόπος για να εξελίσσεσαι. Και τώρα που μιλάμε βρίσκομαι σε συζητήσεις για κάποια πράγματα που πρόκειται να συμβούν στο άμεσο μέλλον».
Η Ευγενία είναι περήφανη για τους Ελληνες δημιουργούς. «Η δημιουργικότητα είναι αναπόσπαστο κομμάτι του ελληνικού DNA. Στον χώρο του κοσμήματος έχουμε τόσο σημαντικούς δημιουργούς. Η ιστορία του οίκου Λαλαούνη είναι σημαντική και διεθνής. Η Ιλεάνα Μακρή αποτελεί για εμένα έμπνευση, ενώ εξαιρετικές είναι και οι δημιουργίες του Νίκου Κούλη. Το ίδιο επιτυχημένη και διεθνής είναι και η Μαίρη Κατράντζου. Η Ελλάδα αποτελεί φυτώριο δημιουργών. Μέσα σε αυτό εντάσσω και το δικό μου brand. Πέρυσι, για παράδειγμα, ταξίδεψα στην Κρήτη. Η Ιστορία και ο πολιτισμός της σαφώς και επηρέασαν τη δουλειά μου». Με τον ίδιο ενθουσιασμό μιλάει και για τις ομορφιές του τόπου μας. «Μου αρέσει να βρίσκομαι εδώ. Απολαμβάνω τον ήλιο, τη θάλασσα και τους καλούς μου φίλους, που είτε ζουν εδώ είτε έρχονται τα καλοκαίρια. Απολαμβάνω να βρίσκομαι μέσα στο νερό και να γεύομαι ελληνικές γεύσεις. Αγαπώ, επίσης, την Ελληνική Ιστορία και τη Μυθολογία, δύο δυνατά στοιχεία που έχουν εμπνεύσει και συνεχίζουν να εμπνέουν πολλούς δημιουργούς».
Η «The Man Ray Collection» είναι μια περιορισμένη συλλογή εννέα κομματιών
Στην κουβέντα μας μπαίνει αναπόφευκτα και το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, που κάνει σημαντικό έργο τόσο στη χώρα μας όσο και στο εξωτερικό. «Είμαι πολύ περήφανη για το Ιδρυμα, το έργο και το τι έχει κάνει για την Ελλάδα. Τα πολιτιστικά και εκπαιδευτικά προγράμματά του είναι σημαντικά για κάθε κοινωνία. Είναι συγκινητικό το τι έχει επιτύχει από την ημέρα της ίδρυσής του μέχρι σήμερα. Είμαι ευγνώμων που ο κόσμος αναγνωρίζει το σημαντικό έργο που επιτελεί και για το γεγονός ότι το όνομα Νιάρχος είναι συνυφασμένο με την κοινωνική προσφορά». Τη ρωτώ αν είχε πάντα τη στήριξη της οικογένειάς της. Χαμογελά. «Ο πατέρας μου έχει υποστηρίξει πολύ τη δουλειά μου από την πρώτη στιγμή. Παρακολουθεί πάντα τι κάνω και εκτιμώ τις συμβουλές του, όπως άλλωστε και της μητέρας μου. Είμαι τυχερή γιατί έκανα και κάνω ό,τι κάνω έχοντας την απόλυτη στήριξη τόσο των δικών μου ανθρώπων όσο και του κοινού».
Καθώς ολοκληρώνεται η συζήτησή μας, τη ρωτώ αν, παρότι μεγαλωμένη στο εξωτερικό, αισθάνεται Ελληνίδα. «Σαφώς και αισθάνομαι Ελληνίδα!» απαντά με έμφαση. «Και μου αρέσει που εξάγω την ελληνική δημιουργικότητα. Μέσα από τα κοσμήματά μου πιστεύω ότι δίνω και μια γεύση από αυτό που αναγνωρίζεται ως “ελληνική έμπνευση”»