«Το ανάθεμα», του Γρηγόρη Χαλιακόπουλου

«Το ανάθεμα», του Γρηγόρη Χαλιακόπουλου

«Το ανάθεμα», αναφέρεται στο  άτομο παρατηρητή και στην πολυπληθή κοινωνία στην οποία ζει και βιώνει την καθημερινότητά του

«Το ανάθεμα», του Γρηγόρη Χαλιακόπουλου
Κριτική της φιλολόγου, Ματίνας Μιχαλακοπούλου

Αιτία και αφορμή για τη συγγραφή αυτού του κειμένου, είναι το νέο μυθιστόρημα του συγγραφέα Γρηγόρη Χαλιακόπουλου «Το Ανάθεμα» με υπότιτλο «η Νάντια της Γιόλακας» το οποίο  κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Άγκυρα». Αυτή τη φορά προορισμός μας μια φαντασιακή πόλη, η Βαλεριάνα, που όπως ο ίδιος δηλώνει ο καθένας μπορεί να τη θεωρήσει ως τη δική του πατρίδα.

Το βιβλίο αυτό ολοκληρώνει μια τριλογία. Στην «καρδιά του δότη» ο συγγραφέας προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσει το άτομο και το είδωλο του στον καθρέφτη, μια δηλαδή καθαρά βιωματική σχέση, γίνεται ταξιδιάρης γλάρος και πετά πάνω από τις νήσους Στροφάδες για να χαθεί στους απέραντους ωκεανούς. Στο «Να φοβάσαι τον άντρα» πασχίζει να αποκωδικοποιήσει τις αντιθέσεις και τα συγκρουσιακά στοιχεία ενός ζευγαριού, όπου ο ένας καταλήγει στην απομόνωση και στο αυτοσυνειδησιακό βύθισμα η δε σύντροφος στο ανηλεές κυνήγι της καριέρας.

«Το ανάθεμα», από την άλλη, αναφέρεται στο  άτομο παρατηρητή και στην πολυπληθή κοινωνία στην οποία ζει και βιώνει την καθημερινότητά του. Μια καθημερινότητα στην οποία συνυπάρχουν εθισμοί, συγκρούσεις, οικτροί συμβιβασμοί, προδοσίες, αναλγησία και ευαισθησία μαζί, με αποτέλεσμα τμήματα κοινωνίας να περιθωριοποιούνται, άλλα να οδηγούνται στην αναρρίχηση για την κατάκτηση εξουσιαστικών θώκων και άλλα να ακολουθούν χωρίς αντίσταση και αντίδραση τη μοίρα όπου οι άλλοι τους έχουν επιφυλάξει.

Βασικά χαρακτηριστικά της γραφής του Γρηγόρη, ο θάνατος και η ζωή, το γέλιο και το δάκρυ. Χρόνια άλλωστε ξορκίζει την άγνοια του θανάτου, δείχνοντας περιπαικτικά τη γλώσσα του απέναντι στον ίδιο το θάνατο, μορφοποιώντας τον ανάλογα με τη συγγραφική του περιπλάνηση.
Κλείσιμο

Πριν καλά καλά κρατήσω αυτό το βιβλίο στα χέρια μου διάβασα στο διαδίκτυο το περιεχόμενο του οπισθόφυλλου που έχει ως εξής: «Μια κατάρα έχει πέσει πάνω στην πόλη της Βαλεριάνας. Αρχικά κουφαίνονται οι ηλικιωμένες γυναίκες και ακολούθως τυφλώνονται τα νέα κορίτσια. Είναι η τιμωρία για τα σοβαρά σφάλματα, τις προδοσίες και τις ανομίες των κατοίκων αυτής της πόλης. Και όμως, υπάρχει λύση για την πολυπόθητη κάθαρση: η δημόσια εξομολόγηση όλων των πολιτών στην κεντρική πλατεία.

Ο πάτερ Ιερεμίας, ανακρίνει τον καθένα αμαρτωλό ξεχωριστά, ενώ η υπόθεση παίρνει διεθνείς διαστάσεις. Ο διασυρμός είναι μεγάλος. Η Μπία, μια πρώην κωφάλαλη, αναλαμβάνει ως νέος Χριστός να βγάλει από το αδιέξοδο τους συμπολίτες της. Με δική της πρωτοβουλία χρεώνεται τις αμαρτίες και τα κρίματα όλων. Υπάρχει, όμως, ένα καλά κρυμμένο μυστικό που ανατρέπει όλα τα δεδομένα και αναστατώνει το πλήθος που επί μήνες βιώνει στην πλατεία τον εξευτελισμό και τη διαπόμπευση του. Και αυτό το γνωρίζει μόνο η Νάντια της Γιόλακας…»

 Δεν είχα προλάβει λοιπόν καλά καλά να ολοκληρώσω τις τελευταίες αυτές γραμμές  του κειμένου και είχαν ήδη καρφωθεί στο μυαλό μου τέσσερις λέξεις.  Οι λέξεις αυτές είναι : « Ύβρις, άτη, νέμεσις, τίσις» Αποκωδικοποιώντας τες συνάγουμε ότι η ύβρις είναι η υπερεκτίμηση δυνάμεων, η παράβαση ηθικών κανόνων που προκαλεί την επέμβαση των θεών και κυρίως του Δία που στέλνει στον υβριστή την «άτη» δηλαδή το θόλωμα την τύφλωση του νου. Αυτή με τη σειρά της οδηγεί σε νέες ύβρεις σε νέα ανομήματα που προκαλούν την νέμεση την οργή και εκδίκηση των θεών η οποία επιφέρει την τίσιν δηλαδή την τιμωρία και την συντριβή του ήρωα.

 Όταν ξεκίνησα όμως το διάβασμα του βιβλίου ένιωσα ότι οι Θεοί μάλλον, είχαν θολώσει το δικό μου το νου, γιατί από τις πρώτες κιόλας σελίδες είχα ξεκαρδιστεί στα γέλια. Όσο μάλιστα προχωρούσε η ανάγνωση το γέλιο γινόταν όλο και πιο έντονο… Οι σελίδες αυξάνονταν  και κάποια στιγμή ένιωσα την αίσθηση που έχει κάποιος όταν γελά στην  διάρκεια μιας κηδείας. Αν λοιπόν μου ζητούσατε  να υπογραμμίσω ποιο είναι το κυρίαρχο στοιχείο που θα ωθούσε  τον αναγνώστη να διαβάσει το νέο  δημιούργημα του Γρηγόρη  θα έλεγα ανεπιφύλακτα πως είναι η ικανότητά του να εναλλάσσει το γέλιο με το δάκρυ, τον πόνο με τη χαρά τη δύναμη  με την αδυναμία και αυτά τα αντιθετικά ζεύγη να μπορεί να τα εξισορροπεί με το δικό του, ξεχωριστό τρόπο. Ο Γρηγόρης σαρκάζει την κρίση και γελάει μαζί της, γιατί ξέρει  καλά ότι έρεισμα της είναι κάθε ηθικοπλαστική φαινομενικότητα. Με το στιλέτο του λοιπόν χτυπά κατάστηθα τον καθωσπρεπισμό και την κατ’ επίφασιν αξιακή κοινωνία.

Στον αντίποδα αναδεικνύει  ανθρώπους του περιθωρίου, αποδιοπομπαίους μιας αποσαρθρωμένης κοινωνίας που βιάστηκε να  απομακρύνει ό,τι  μολύνει τη δική της πλασματική πραγματικότητα. Στην κορυφή αυτών βρίσκεται η Μπία που μέχρι τα πενήντα της χρόνια ήταν κωφάλαλη και για να επιβιώσει όντας απορριπτέα αναγκάζεται πολλές φορές να συμβιβαστεί να υποχωρήσει ακόμα και να ταπεινωθεί. Άλλωστε όπως λέει «όταν συνομιλείς με γαλαξίες και νιώθεις ότι είσαι μια κουκκίδα ζωής στο άπειρο σύμπαν, η ταπείνωση είναι επιβεβλημένη».

Η Μπία γίνεται το εξιλαστήριο θύμα και αυτό είναι συνειδητή επιλογή. Ως νέα Αντιγόνη τολμά να αναμετρηθεί με την εξουσία, χωρίς να δειλιάσει. Γενναία τραβά προς το τέλος. Στη σκέψη όμως ότι  η ποινή της μπορεί να είναι η μόνωση σε ένα μακρινό τόπο λυγίζει και αναθεματίζει την εξορία. Έχει βαθιά ριζωμένη την άποψη ότι η εξορία είναι χειρότερη και από το θάνατο. Γι’ αυτήν ο πολίτης υπάρχει μόνο μέσα στα όρια της πόλης έστω κι αν αυτή η πόλη είναι μια φυλακή.  όπως λέει « Ακόμα και στην κόλαση υπάρχουν φίλοι, συγγενείς εκατομμύρια αμαρτωλοί σαν και σένα να πεις δυο κουβέντες… Μόνο η μοναξιά δεν αντέχεται, όπου κι αν είσαι.».

Προχωράει λοιπόν αγέρωχη, υπερασπίστρια  των κατατρεγμένων και έχοντας απέναντι της έναν ισχυρό αντίπαλο έναν καθοδηγητή συνειδήσεων ένα όργανο προπαγάνδας, τον πάτερ Ιερεμία. Αυτός παραβαίνοντας συνεχώς  τους όρους της συμφωνίας επιχειρεί μέσω του γλωσσικού οργάνου  να ευνουχίσει τη σκέψη και την κρίση όσων αισθάνονται ανασφαλείς απέναντι σ΄ οποιοδήποτε κολοσσό της κοινωνικής ,πολιτικής ή θρησκευτικής εξουσίας.

Ας μη βιαστούμε όμως να προβούμε σε απλουστευτικές γενικεύσεις ισχυριζόμενοι ότι ο Γρηγόρης πυροβολεί τους θρησκευτικούς ιεράρχες. Και  αυτό γίνεται καταφανές όταν διαπιστώνουμε ότι βάζει τους  άλλους ιερείς να μην αποδέχονται τις μεθόδους του Πάτερ Ιερεμία. Τον κατηγορούν αλλά σιωπούν, γιατί φοβούνται. Όπως ο τραγικός χορός όπου σπανίως δρα αποφασιστικά σπανίως προβαίνει σε ενέργειες που προωθούν την εξέλιξη της ιστορίας, τηρούν σχετική απόσταση και απλώς σχολιάζουν τα γεγονότα, σχεδόν σαν ανεξάρτητοι παρατηρητές.

   Βέβαια το έργο θα παρέμενε μια ημιτελής κατασκευή δε θα μπορούσε να σταθεί από μόνο του και μόνο με την δημόσια εξομολόγηση σε μια πλατεία. Γι’ αυτό το λόγο επιστρατεύτηκαν πλήθος ιστορικών στοιχείων αλλά και στοιχείων της φύσης αψύχων και εμψύχων. Χαρακτηριστικά το πηγάδι γίνεται καθρέφτης κάτοπτρο αυτοσυνείδησης και ενδοσκόπησης. Το πινέλο, εργαλείο καλλιτέχνη, γίνεται   μέσο αυτογνωσίας,  αποκάλυψης και τελικά απελευθέρωσης .

Μη βιαστείτε λοιπόν να κρίνετε αυτό το συγγραφικό πόνημα με όπλο τις αισθήσεις σας. Προσπαθήστε  να το ανιχνεύσετε αποκρυπτογραφώντας αυτό που λανθάνει που κρύβεται. Μόνο έτσι θα σας αποκαλυφθεί η αλήθεια του έργου μόνο έτσι θα αντιληφθείτε ότι τελικά όσο κι αν το τίμημα είναι η θυσία, η κάθαρση επέρχεται. Για άλλη μια φορά λοιπόν ο Γρηγόρης Χαλιακόπουλος  μας εκπλήσσει θετικά γράφοντας ένα ανατρεπτικό, τολμηρό μα πάνω από όλα συναρπαστικό μυθιστόρημα. Και γι’ αυτό σας προτείνω  ανεπιφύλακτα να το διαβάσετε.    

          
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Best of Network

Δείτε Επίσης