Η Αρχαία Ελληνική γλώσσα στη σύγχρονη εκπαίδευση
Ευγενία Μανωλίδου

Ευγενία Μανωλίδου

Η Αρχαία Ελληνική γλώσσα στη σύγχρονη εκπαίδευση

Η συζήτηση για τη θέση των Αρχαίων Ελληνικών στο ελληνικό σχολείο αναζωπυρώνεται συχνά, άλλοτε με υπερβολική συναισθηματικότητα και άλλοτε με την τάση να περιοριστεί η διδασκαλία τους σε γενικόλογες πληροφορίες για την αρχαιότητα

Η πραγματικότητα, ωστόσο, απαιτεί έναν πιο σύνθετο και νηφάλιο τρόπο προσέγγισης. Η ελληνική γλώσσα είναι μορφή σκέψης και μέσο κατανόησης της πολιτισμικής συνέχειας. Αυτό υπενθυμίζουν και πρόσφατες παρεμβάσεις, όπως εκείνες των ακαδημαϊκών Ρεγκάκου, Παπαγγελή και Νεχαμά, οι οποίοι επισημαίνουν ότι η γλωσσική παιδεία δεν μπορεί να υποκατασταθεί από πληροφοριακά αποσπάσματα. Χρειάζεται μέθοδο, συνέπεια και μια παιδαγωγική προσέγγιση που να συνδέει τη γλώσσα με την κατανόηση του κόσμου της.

Στη δημόσια συζήτηση εμφανίζεται όλο και συχνότερα η θέση ότι το μάθημα πρέπει να απλοποιηθεί σε μια «πολιτισμική εισαγωγή» στα αρχαιοελληνικά γράμματα, απαλλαγμένη από γλωσσική ανάλυση. Η πρόταση αυτή, όσο καλοπροαίρετη και αν φαίνεται, στο δικό μου το μυαλό δεν συνάδει με τη φύση της φιλολογικής επιστήμης. Η κλασική φιλολογία προϋποθέτει εξοικείωση με το κείμενο. Η μελέτη του αρχαίου λόγου δεν μπορεί να μετατραπεί σε αφηγηματική περίληψη της ιστορίας των ιδεών. Η ανάδειξη νέων φιλολόγων, ερευνητών και μεταφραστών είναι αδύνατο να επιτευχθεί χωρίς τη στοιχειώδη γλωσσική υποδομή που πρέπει να παρέχεται ήδη στο επίπεδο του σχολείου. Η διεθνής βιβλιογραφία (Beard 2014, Morwood 2010, Cartledge 2016) έχει επανειλημμένα τονίσει ότι η γλωσσική άσκηση αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της κριτικής σκέψης.

Το κρίσιμο, λοιπόν, ερώτημα δεν είναι αν «πρέπει» να διδάσκονται όλοι οι μαθητές στο ίδιο επίπεδο, αλλά πώς το εκπαιδευτικό σύστημα μπορεί να προσφέρει πολλαπλές διαδρομές μάθησης. Η εμπειρία άλλων ευρωπαϊκών χωρών προσφέρει ενδιαφέροντα παραδείγματα. Στην Ιταλία, τα Licei Classici παραμένουν ένας από τους ισχυρότερους θεσμούς ανθρωπιστικής παιδείας στην Ευρώπη, προσφέροντας συνδυασμό των κλασικών γλωσσών, φιλοσοφίας, ιστορίας και λογοτεχνίας, με σαφή προσανατολισμό προς τις κλασικές σπουδές. Στη Γαλλία, οι classes préparatoires littéraires και τα αντίστοιχα προγράμματα των λυκείων ενισχύουν την προετοιμασία μαθητών που επιθυμούν να ακολουθήσουν φιλολογικές και ανθρωπιστικές σπουδές, με τη γλώσσα να παραμένει κεντρικό εργαλείο. Στη Γερμανία, τα Gymnasien που προσφέρουν Latinum και Graecum διατηρούν απαιτητικές γλωσσικές προδιαγραφές, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο τα GCSE και A-Level στα Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά λειτουργούν ως υψηλού επιπέδου εξεταστικοί μηχανισμοί.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η βρετανική πρωτοβουλία Classics for All, η οποία στηρίζεται στις μελέτες της Edith Hall και του Henry Stead για τον κοινωνικό ρόλο της κλασικής γραμματείας. Το πρόγραμμα εισάγει Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά σε δημόσια σχολεία από το δημοτικό, κυρίως σε ευάλωτες περιοχές, ώστε να ενισχύσει την αυτοεκτίμηση, τη γλωσσική ικανότητα και την κριτική σκέψη μαθητών που υπό άλλες συνθήκες δεν θα είχαν πρόσβαση σε τέτοια μορφωτικά αγαθά. Γι᾽αυτό και λέγεται «… for all», για όλους. Αντίστοιχα στις ΗΠΑ, εκπαιδευτικά ιδρύματα όπως το Paideia Institute, το Ralston College και πολλά charter schools εντάσσουν τις κλασικές γλώσσες σε προγράμματα ευρείας πρόσβασης, θεωρώντας ότι η κλασική παιδεία μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός κοινωνικής κινητικότητας.

Η ιστορική αυτή παράδοση δεν είναι ξένη προς τον ελληνικό πολιτισμό. Οι Φιλέλληνες του 19ου αιώνα, αλλά και μεταγενέστερες μορφές της ευρωπαϊκής σκέψης, δεν προσέγγισαν την ελληνική γραμματεία ως εξειδικευμένο επιστημονικό πεδίο, αλλά ως τρόπο ηθικής, πολιτικής και πνευματικής καλλιέργειας. Δεν απαιτούσαν απόλυτη τελειότητα στη γραμματική για να αναγνωρίσουν την αξία της ελληνικής σκέψης. Έβλεπαν στην κλασική παιδεία έναν αποτελεσματικό τρόπο διάπλασης χαρακτήρων και όχι ένα επάγγελμα.

Σε αυτό το πλαίσιο, χρειάζεται να διακρίνουμε τις δύο τάσεις: τη «γερμανική» φιλολογική παράδοση του 19ου αιώνα - η οποία ανέπτυξε υψηλά εξειδικευμένα κριτικά εργαλεία, αλλά όχι παιδαγωγικές προσεγγίσεις για εφήβους, στην οποία εικάζω πως οι δύο ακαδημαϊκοί Α. Ρεγκάκος και Θ. Παπαγγελής αναφέρονται - και τις νεότερες, ευρωπαϊκές παιδαγωγικές που εντάσσουν τη γλωσσική μάθηση σε ένα ευρύτερο ανθρωπιστικό και διδακτικό πλαίσιο, προσέγγιση Α. Νεχαμά. Σήμερα, οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής υιοθετούν ένα υβριδικό μοντέλο: διατηρούν τη γλωσσική άσκηση ως αναγκαίο θεμέλιο, αλλά την εντάσσουν σε μια ευρύτερη παιδαγωγική που ενθαρρύνει τη συμμετοχή, τη βιωματική μάθηση και τη σταδιακή πρόσβαση στην πολυπλοκότητα του κειμένου και ως εκ τούτου, η γλώσσα διδάσκεται ως μία ζωντανή πνευματική πρακτική και πολλές φορές, βιωματικά, δηλαδή μιλώντας και παίζοντας χρησιμοποιώντας τη.

Η Ελλάδα θα μπορούσε να επωφεληθεί από αυτή τη διττή στρατηγική. Για τους μαθητές που δεν επιθυμούν να ακολουθήσουν κλασικές σπουδές, χρειάζεται ένα μάθημα που να εισάγει με σαφήνεια στον πολιτισμικό ορίζοντα της αρχαιότητας, χωρίς υπερβολικές τεχνικές απαιτήσεις, όπως διατύπωσε και ο κ. Παπαγγελής με τη φράση «τα Αρχαία Ελληνικά δεν είναι για όλους». Η φράση αυτή επισημαίνει την ανάγκη διαφοροποίησης της γλωσσικής εκπαίδευσης, χωρίς να αναιρεί το γεγονός – όπως υπενθυμίζει και ο Καθηγητής Νεχαμάς, στην πρόσφατη συνέντευξή του στην Athens Voice – ότι η φιλοσοφία και οι ανθρωπιστικές επιστήμες αφορούν τελικά όλον τον κόσμο. Με την ίδια λογική, κανείς δεν θα υποστήριζε την κατάργηση της κλασικής μουσικής ή των ωδείων επειδή δεν απευθύνονται σε όλους. Η την κατάργηση των μαθημάτων κλασικού μπαλέτου. Το ίδιο ισχύει και για τις κλασικές σπουδές: για τους μαθητές που ενδιαφέρονται να συνεχίσουν σε αυτό το πεδίο, η ύπαρξη ενός ισχυρού κλασικού λυκείου, αναλόγου των ευρωπαϊκών προτύπων, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την προετοιμασία μελλοντικών φιλολόγων και ερευνητών. Η δημιουργία ή η αναβάθμιση τέτοιων θεσμών είναι αναγκαία, αν η χώρα μας επιθυμεί να διατηρήσει τη συνέχεια της φιλολογικής της παράδοσης.

Σε μια εποχή ταχυτάτων τεχνολογικών και κοινωνικών μετασχηματισμών, η συζήτηση για τον εκσυγχρονισμό της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών είναι επιτακτική. Αφορά τον τρόπο με τον οποίο μορφώνεται και διαμορφώνεται ο σύγχρονος πολίτης και πάνω από όλα, ο τρόπος σκέψης του. Η γλωσσική καλλιέργεια, η εξοικείωση με απαιτητικά κείμενα και η δυνατότητα κριτικής και αναλυτικής σκέψης ώστε να μην παραδίδεται ο νέος άνθρωπος άβουλα στις παραινέσεις της Τεχνητής Νοημοσύνης, αποτελούν δεξιότητες απαραίτητες στον 21ο αιώνα. Η πρόκληση δεν είναι να περιθωριοποιηθούν τα Αρχαία Ελληνικά, αλλά να ενσωματωθούν σε ένα εκπαιδευτικό πλαίσιο που συνδυάζει την επιστημονική ακρίβεια με τη σύγχρονη παιδαγωγική.

Κλείσιμο
Σε τελική ανάλυση, η συζήτηση για τα Αρχαία Ελληνικά αφορά τη συνέχεια μιας παιδείας που κράτησε όρθιο τον ελληνικό κόσμο από τη ρωμαϊκή εποχή έως σήμερα και ενέπνευσε γενιές Φιλελλήνων, οι οποίοι δεν μελετούσαν ελληνικά για να συμμετέχουν σε «συσσίτια», αλλά επειδή αναγνώριζαν στη γλώσσα αυτή έναν τρόπο σκέψης που διαμόρφωνε τον ίδιο τον άνθρωπο. Ο Ρωμαίος φιλόσοφος Κικέρων έγραψε πως, αν οι θεοί συνομιλούσαν μεταξύ τους, θα μιλούσαν ελληνικά. Και σε μία μόνον πρόταση, συνόψισε τη λογική, την ακρίβεια και τη διανοητική πειθαρχία που ενσωματώνει η γλώσσα μας, αλλά και την υπέρμετρη αγάπη ανθρώπων που εξύψωσαν την ελληνική γλώσσα με τρόπο αντάξιο της βαθιάς πνευματικής της παράδοσης.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Best of Network

Δείτε Επίσης