«Το πρωί ανθίζει. Πριν το μεσημέρι μαραίνεται»
Διαπιστώνεται τα τελευταία έτη η τάση για επικράτηση αυστηρής κατασταλτικής πολιτικής. Την τάση αυτή διαμορφώνει η υπερβολή και δυναστεύουν οι περιστάσεις
Στις δημοκρατικές κοινωνίες κυριαρχεί η αντιπαράθεση κάθε είδους ηθικής. Παρατηρείται έξαρση των μειοψηφιών (διεκδικούν τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους και εμφορούνται από το πάθος της διαφοροποιήσεως). Φαίνεται να καταρρέει το consensus. Η εικόνα της εγκληματικότητας που παρουσιάζει ο τύπος (όχι στο σύνολό του) κυριαρχείται μονότονα από κατακλυσμιαίες προοπτικές. Σαν να πρόκειται για φαινόμενο της εποχής μας. Είναι; Ο Martin Madam έγραφε στην St James Chronicle την 9/11/1784 «…αν οι κλοπές συνεχίσουν να αυξάνουν ο αριθμός των κλεπτών θα ξεπεράσει τον αριθμό αυτών που κλέβονται…». Διαχρονικά η δημοσιογραφική υπερβολή έχει εμπορικό χαρακτήρα. Απασχολεί πάντοτε μια «επιεικής» ποινή και μια «πρόωρη» αποφυλάκιση. Δεν απασχολεί το ίδιο μια εξοντωτική ποινή και μια άδικη παραμονή στη φυλακή.
Αποστολή του νομοθέτη είναι να πείθει την κοινή γνώμη. Οφείλει να μην παρασύρεται από αυτήν. Η ηθική της συγκυρίας και η ορμέμφυτη ανάγκη για τιμώρηση εξεγείρουν το «κοινό περί δικαίου αίσθημα». «Κράτος Δικαίου» όμως σημαίνει να αποτελεί η ποινική υπόθεση αντικείμενο της Πολιτείας και των θεσμικών οργάνων αυτής. Η ποινική αξίωση της Πολιτείας απαντά στο «κακό» με ένα άλλο κακό. Με αυτό τον τρόπο επισωρεύεται: το κακό… Η απαίτηση για αυστηρότερη τιμώρηση δεν αποκαθιστά τη νομιμότητα, δεν επαναφέρει τα πράγματα στην προτέρα κατάσταση και σίγουρα δεν εξισορροπεί εποικοδομητικά. Εξυπηρετεί την εκδικητική διάθεση έναντι του πράξαντος. Εκτονώνει την ηθική αποδοκιμασία. Προσφέρει την χαρά της μάχης και την άγρια ικανοποίηση της εκδίκησης.
Ο Πλάτων χαρακτήριζε το έγκλημα «ξυμφορά». Είναι πράγματι συμφορά για την κοινωνία, διότι διαρρηγνύει τους κοινωνικούς δεσμούς και διαταράσσει την ασφάλεια του πολίτη. Αλλά και από την πλευρά του εγκληματία είναι συμφορά, διότι ανακόπτει την κοινωνική και προσωπική του ολοκλήρωση. Στην περίοδο της Ιστορίας που αποκαλείται «Μεσαίωνας» το έγκλημα ομοίαζε προς την αμαρτία και συνεπαγόταν την, με κάθε τίμημα, τιμωρία. Η έκρηξη της Αναγέννησης - περίοδος του Διαφωτισμού διαμόρφωσε τις συνθήκες για το κοινωνικό συμβόλαιο. Μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα ο ποινικός κολασμός ισοδυναμούσε με «ζοφερή γιορτή», μια δημόσια σκηνή βασανισμού του σώματος του καταδίκου. Στις αρχές του 19ου αιώνα διατυπώθηκε νέα θεωρία για το έγκλημα και την ποινή. Αποτέλεσμά της υπήρξε η σταδιακή κατάργηση των βασανιστηρίων. Η νέα θεωρία υπαινίχθηκε ότι ο βασανισμός συγγενεύει ύποπτα με το έγκλημα. Η αγριότητα του βασανισμού εξοικείωνε τον θεατή με την βαναυσότητα. Το ίδιο το έγκλημα καθιστούσε τον δήμιο - φονέα… Για τους θιασώτες της θανατικής καταδίκης δόθηκε από τον Beccaria το μακρινό 1764 η απάντηση: «…το έγκλημα της ανθρωποκτονίας που είναι φρικτό, διαπράττεται από το ίδιο το κράτος εν ψυχρώ και χωρίς τύψεις…».
Ο Ποινικός Κώδικας (διαδέχθηκε τον Ποινικό Νόμο που είχε διαδεχθεί το Απάνθισμα των Εγκληματικών) υπήρξε νομοθέτημα πλήρες και ανθεκτικό στον χρόνο. Η ανθεκτικότητα στον χρόνο οφείλεται και στην ομοιογένεια, τότε, της ελληνικής κοινωνίας. Πνευματική βάση του υπήρξε η αποφασιστική εξατομίκευση της μεταχείρισης. Το έτος 2019 μετά από σποραδικές, αποσπασματικές παρεμβάσεις τέθηκε σε ισχύ ο νέος Ποινικός Κώδικας που τροποποιήθηκε έκτοτε αρκετές φορές ακόμη πριν προλάβει να παραγάγει αποτελέσματα. Η πλημμυρίδα των νομοθετικών αυτών πρωτοβουλιών δεν λειτουργεί, διότι δεν μπορεί ούτε να την παρακολουθήσει ούτε και να την κατανοήσει ο πολίτης. Ας μην διερωτώμεθα γιατί απαξιώνεται η νομοθετική πρωτοβουλία. Ας μην διαμαρτυρόμεθα γιατί περιφρονείται ο νόμος.
Εξυπηρετεί η αυστηροποίηση των ποινών; Του ερωτήματος αυτού προηγείται η απάντηση στο ερώτημα: προς τι ο κολασμός. Οφείλει η νομοθετική εξουσία να χαράξει την κατευθυντήρια πνευματική γραμμή. Η γενική και ειδική πρόληψη έχουν σκοπό να διαπλάσσουν την ποινή κατά τρόπο κοινωνικώς σκόπιμο (να αποβεί αποτελεσματικό μέσον μειώσεως ή και αναχαιτίσεως της εγκληματικότητας). Η απάντηση στο ερώτημα έχει κληροδοτηθεί από τον Πλάτωνα στο Ελληνικό έθνος αλλά και στην παγκόσμια κοινότητα. Την αντλεί κανείς από τους Νόμους «…Δίκην δε έκαστος προς εκάστω τω κακουργήματι σωφρονιστύος ένεκα ξυνεπομένην προσεκτίσατω.ουχ ένεκα του κακουργήσαι διδούς την δίκην, ου γαρ το γεγονός αγένητον έσται ποτέ, του δε εις τον αύθις ένεκα χρόνον ή το παράπαν μισήσαι την αδικίαν αυτόν τε και τους ιδόντας αυτόν δικαιούμενον ή λωφήσαι μέρη πολλά της τοιαύτης ξυμφοράς…».
Το 1823 η αγγλική νομοθεσία μετρούσε 223 εγκλήματα που επαπειλούσαν την θανατική καταδίκη. Αυτό ουδόλως περιόρισε το έγκλημα. Η γκιλοτίνα στην Γαλλία δεν περιόρισε το έγκλημα. Η πρόβλεψη και επιβολή θανατικής ποινής στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν απέτρεψε το έγκλημα ακόμη και σήμερα.
Η βεβαιότητα ότι θα επέλθει η τιμωρία αποτρέπει από το έγκλημα, όχι η βαναυσότητα του κολασμού. Η ίδια η καταδίκη στιγματίζει τον δράστη. Η ουσία της ποινής δεν έγκειται στην τιμωρία, αλλά στον σωφρονισμό. Η ποινή επιδρά στην καρδιά, στη βούληση, στη σκέψη.
Λύση δεν αποτελεί η αυστηροποίηση των ποινών.
Λύση αποτελεί
O μέγας Χωραφάς έχει χαρακτηρίσει σκοτεινή, παγερή την περιοχή του εγκλήματος. Όμως το ψύχος της περιοχής αυτής πολεμά η θαλπωρή του πνεύματος που έχει οδηγό την πλατωνική σκέψη «…ου γαρ επί κακώ δίκη γίγνεται ουδεμία γενομένη κατά νόμον δυοίν δε θάττερον απεργάζεται σχεδόν η γαρ βελτίονα ή μοχθηρότερον ήττον εξειργάσατο τον την δίκην παρασχόντα…»
Αποστολή του νομοθέτη είναι να πείθει την κοινή γνώμη. Οφείλει να μην παρασύρεται από αυτήν. Η ηθική της συγκυρίας και η ορμέμφυτη ανάγκη για τιμώρηση εξεγείρουν το «κοινό περί δικαίου αίσθημα». «Κράτος Δικαίου» όμως σημαίνει να αποτελεί η ποινική υπόθεση αντικείμενο της Πολιτείας και των θεσμικών οργάνων αυτής. Η ποινική αξίωση της Πολιτείας απαντά στο «κακό» με ένα άλλο κακό. Με αυτό τον τρόπο επισωρεύεται: το κακό… Η απαίτηση για αυστηρότερη τιμώρηση δεν αποκαθιστά τη νομιμότητα, δεν επαναφέρει τα πράγματα στην προτέρα κατάσταση και σίγουρα δεν εξισορροπεί εποικοδομητικά. Εξυπηρετεί την εκδικητική διάθεση έναντι του πράξαντος. Εκτονώνει την ηθική αποδοκιμασία. Προσφέρει την χαρά της μάχης και την άγρια ικανοποίηση της εκδίκησης.
Ο Πλάτων χαρακτήριζε το έγκλημα «ξυμφορά». Είναι πράγματι συμφορά για την κοινωνία, διότι διαρρηγνύει τους κοινωνικούς δεσμούς και διαταράσσει την ασφάλεια του πολίτη. Αλλά και από την πλευρά του εγκληματία είναι συμφορά, διότι ανακόπτει την κοινωνική και προσωπική του ολοκλήρωση. Στην περίοδο της Ιστορίας που αποκαλείται «Μεσαίωνας» το έγκλημα ομοίαζε προς την αμαρτία και συνεπαγόταν την, με κάθε τίμημα, τιμωρία. Η έκρηξη της Αναγέννησης - περίοδος του Διαφωτισμού διαμόρφωσε τις συνθήκες για το κοινωνικό συμβόλαιο. Μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα ο ποινικός κολασμός ισοδυναμούσε με «ζοφερή γιορτή», μια δημόσια σκηνή βασανισμού του σώματος του καταδίκου. Στις αρχές του 19ου αιώνα διατυπώθηκε νέα θεωρία για το έγκλημα και την ποινή. Αποτέλεσμά της υπήρξε η σταδιακή κατάργηση των βασανιστηρίων. Η νέα θεωρία υπαινίχθηκε ότι ο βασανισμός συγγενεύει ύποπτα με το έγκλημα. Η αγριότητα του βασανισμού εξοικείωνε τον θεατή με την βαναυσότητα. Το ίδιο το έγκλημα καθιστούσε τον δήμιο - φονέα… Για τους θιασώτες της θανατικής καταδίκης δόθηκε από τον Beccaria το μακρινό 1764 η απάντηση: «…το έγκλημα της ανθρωποκτονίας που είναι φρικτό, διαπράττεται από το ίδιο το κράτος εν ψυχρώ και χωρίς τύψεις…».
Ο Ποινικός Κώδικας (διαδέχθηκε τον Ποινικό Νόμο που είχε διαδεχθεί το Απάνθισμα των Εγκληματικών) υπήρξε νομοθέτημα πλήρες και ανθεκτικό στον χρόνο. Η ανθεκτικότητα στον χρόνο οφείλεται και στην ομοιογένεια, τότε, της ελληνικής κοινωνίας. Πνευματική βάση του υπήρξε η αποφασιστική εξατομίκευση της μεταχείρισης. Το έτος 2019 μετά από σποραδικές, αποσπασματικές παρεμβάσεις τέθηκε σε ισχύ ο νέος Ποινικός Κώδικας που τροποποιήθηκε έκτοτε αρκετές φορές ακόμη πριν προλάβει να παραγάγει αποτελέσματα. Η πλημμυρίδα των νομοθετικών αυτών πρωτοβουλιών δεν λειτουργεί, διότι δεν μπορεί ούτε να την παρακολουθήσει ούτε και να την κατανοήσει ο πολίτης. Ας μην διερωτώμεθα γιατί απαξιώνεται η νομοθετική πρωτοβουλία. Ας μην διαμαρτυρόμεθα γιατί περιφρονείται ο νόμος.
Εξυπηρετεί η αυστηροποίηση των ποινών; Του ερωτήματος αυτού προηγείται η απάντηση στο ερώτημα: προς τι ο κολασμός. Οφείλει η νομοθετική εξουσία να χαράξει την κατευθυντήρια πνευματική γραμμή. Η γενική και ειδική πρόληψη έχουν σκοπό να διαπλάσσουν την ποινή κατά τρόπο κοινωνικώς σκόπιμο (να αποβεί αποτελεσματικό μέσον μειώσεως ή και αναχαιτίσεως της εγκληματικότητας). Η απάντηση στο ερώτημα έχει κληροδοτηθεί από τον Πλάτωνα στο Ελληνικό έθνος αλλά και στην παγκόσμια κοινότητα. Την αντλεί κανείς από τους Νόμους «…Δίκην δε έκαστος προς εκάστω τω κακουργήματι σωφρονιστύος ένεκα ξυνεπομένην προσεκτίσατω.ουχ ένεκα του κακουργήσαι διδούς την δίκην, ου γαρ το γεγονός αγένητον έσται ποτέ, του δε εις τον αύθις ένεκα χρόνον ή το παράπαν μισήσαι την αδικίαν αυτόν τε και τους ιδόντας αυτόν δικαιούμενον ή λωφήσαι μέρη πολλά της τοιαύτης ξυμφοράς…».
Το 1823 η αγγλική νομοθεσία μετρούσε 223 εγκλήματα που επαπειλούσαν την θανατική καταδίκη. Αυτό ουδόλως περιόρισε το έγκλημα. Η γκιλοτίνα στην Γαλλία δεν περιόρισε το έγκλημα. Η πρόβλεψη και επιβολή θανατικής ποινής στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν απέτρεψε το έγκλημα ακόμη και σήμερα.
Η βεβαιότητα ότι θα επέλθει η τιμωρία αποτρέπει από το έγκλημα, όχι η βαναυσότητα του κολασμού. Η ίδια η καταδίκη στιγματίζει τον δράστη. Η ουσία της ποινής δεν έγκειται στην τιμωρία, αλλά στον σωφρονισμό. Η ποινή επιδρά στην καρδιά, στη βούληση, στη σκέψη.
Λύση δεν αποτελεί η αυστηροποίηση των ποινών.
Λύση αποτελεί
- η ενίσχυση των διωκτικών μηχανισμών, των μηχανισμών κοινωνικού ελέγχου,
- η ενίσχυση θεσμών, όπως η υφ’ όρον απόλυση και η πραγματική επιτήρηση του απολυθέντος κατά τον χρόνο της δοκιμασίας, η υποστήριξή του προκειμένου να εξεύρει θέση στην αγορά εργασίας.
- η πλήρωση οργανικών θέσεων σε όλες τις δικαιοδοτικές βαθμίδες της Δικαιοσύνης και η πρόσληψη δικαστικών υπαλλήλων (ο Δικηγόρος είναι χρήσιμος εν προκειμένω)
- η δημιουργία και νέων οργανικών θέσεων λόγω της αύξησης της δικαστικής ύλης.
- Η αναβάθμιση της υλικοτεχνικής υποδομής και άμεση εφαρμογή νέων τεχνολογιών στα δικαστήρια.
- η δημιουργία ειδικών καταστημάτων (εντός ή και εκτός φυλακών) για τους προσωρινά κρατούμενους που, για πρώτη φορά, διατάσσεται ο εγκλεισμός τους, ώστε να αποφεύγεται ο συγχρωτισμός τους με «βετεράνους του εγκλήματος».
- η αύξηση του αριθμού των ανακριτών που δεν θα πρέπει να απασχολούνται σε οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα πέραν του ανακριτικού τους έργου.
- ο περιορισμός του αριθμού των, αυθημερόν, εκδικαζομένων ποινικών υποθέσεων.
- η μη απασχόληση των δικαστών της έδρας σε άλλα καθήκοντα κατά τη διάρκεια εκδικάσεως του πινακίου των υποθέσεων.
- η εκ βάθρων εξυγίανση του σωφρονιστικού μας συστήματος με στόχο την κοινωνική επανένταξη του εγκληματία (συμμετοχή του Δικηγόρου στην επιτήρηση μετά την έκτιση της ποινής και την υφ’ όρον απόλυση).
O μέγας Χωραφάς έχει χαρακτηρίσει σκοτεινή, παγερή την περιοχή του εγκλήματος. Όμως το ψύχος της περιοχής αυτής πολεμά η θαλπωρή του πνεύματος που έχει οδηγό την πλατωνική σκέψη «…ου γαρ επί κακώ δίκη γίγνεται ουδεμία γενομένη κατά νόμον δυοίν δε θάττερον απεργάζεται σχεδόν η γαρ βελτίονα ή μοχθηρότερον ήττον εξειργάσατο τον την δίκην παρασχόντα…»
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα