Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ μπλόκαρε σήμερα μία προσπάθεια, της οποίας που ηγούνταν δύο Καθολικές επισκοπές, για την ίδρυση του πρώτου θρησκευτικού charter
σχολείου με κρατική χρηματοδότηση στην Οκλαχόμα -μια υπόθεση-ορόσημο για τα θρησκευτικά δικαιώματα στην εκπαίδευση, που αμφισβήτησε τον συνταγματικό διαχωρισμό
Εκκλησίας και
Κράτους.
Σύμφωνα με διεθνή μέσα ενημέρωσης, όπως το Reuters, ο Guardian, οι New York Times και η Washington Post, μεταξύ άλλων, με ψήφους 4-4, το Ανώτατο Δικαστήριο κράτησε σε ισχύ την απόφαση κατώτερου δικαστηρίου, η οποία εμπόδιζε τη δημιουργία του Καθολικού εικονικού σχολείου St. Isidore of Seville. Το κατώτερο δικαστήριο είχε κρίνει ότι το προτεινόμενο σχολείο παραβιάζει την Πρώτη Τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος, η οποία περιορίζει τη συμμετοχή του κράτους σε
θρησκευτικά ζητήματα.
Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ είναι κομβική, γιατί «βάζει φρένο» στην κρατική χρηματοδότηση θρησκευτικών σχολείων. Δηλαδή, δεν επιτρέπει να πληρώνουν οι φορολογούμενοι για σχολεία που κάνουν θρησκευτικό μάθημα, προστατεύοντας έτσι το συνταγματικό όριο ανάμεσα στο Κράτος και την Εκκλησία. Αν περνούσε αυτό το σχολείο, θα άνοιγε ο δρόμος, ώστε κι άλλες θρησκείες να ζητούν χρήματα από το κράτος για να διδάσκουν τα «πιστεύω» τους σε παιδιά. Πρόκειται για μια νίκη υπέρ της ουδετερότητας του δημόσιου συστήματος παιδείας.
Η συντηρητική δικαστής Έιμι Κόνι Μπάρετ αυτοεξαιρέθηκε από την υπόθεση, αφήνοντας το δικαστήριο με οκτώ μέλη, αντί για το σύνολο των εννέα. Η Μπάρετ υπήρξε καθηγήτρια στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Notre Dame, η οποία εκπροσωπεί τους διοργανωτές του σχολείου. Όταν το Ανώτατο Δικαστήριο καταλήγει σε ισοψηφία, υπερισχύει η απόφαση του κατώτερου δικαστηρίου.
Οι δικαστές δεν παρείχαν αιτιολόγηση για την απόφασή τους στο ανυπόγραφο πόρισμα και δεν αποκαλύφθηκε πώς ψήφισε το κάθε μέλος, αν και εκτιμάται ότι οι τρεις φιλελεύθεροι δικαστές υποστήριξαν τη διατήρηση του μπλόκου -γεγονός που δημιουργεί ερωτήματα για το ποιος εκ των συντηρητικών συναίνεσε. Οι υποστηρικτές των θρησκευτικών charter σχολείων αναμένεται να φέρουν εκ νέου ανάλογη υπόθεση στο Ανώτατο Δικαστήριο, ελπίζοντας ότι η Μπάρετ δεν θα αυτοεξαιρεθεί και ότι ως θρησκευόμενη συντηρητική θα στηρίξει τη δημόσια χρηματοδότηση τέτοιων σχολείων.
Τι είναι τα charter schools και ποια η διαφορά του St. Isidore
Τα charter schools λειτουργούν συνήθως υπό ιδιωτική διαχείριση και παρουσιάζουν καινοτόμα εκπαιδευτικά μοντέλα, όπως μικρά τμήματα ή εξειδικευμένο πρόγραμμα σπουδών. Ωστόσο, στην Οκλαχόμα θεωρούνται δημόσια σχολεία και χρηματοδοτούνται από το κράτος.
Το St. Isidore σχεδιάστηκε από την Καθολική Αρχιεπισκοπή της Οκλαχόμα Σίτι και τη Μητρόπολη της Τούλσα ως εικονικό σχολείο για όλες τις βαθμίδες, από νηπιαγωγείο έως λύκειο. Το σχέδιο περιλάμβανε ενσωμάτωση της θρησκείας στο πρόγραμμα, κάτι που θα το καθιστούσε το πρώτο θρησκευτικό charter σχολείο στις ΗΠΑ. Το σχολείο δεν λειτούργησε ποτέ, λόγω νομικών προσφυγών.
Αντιδράσεις και πολιτικές τοποθετήσεις
Ο Δημοκρατικός πολιτειακός βουλευτής της Οκλαχόμα, Μίκι Ντόλενς, έγραψε στο X ότι η απόφαση αποτελεί μια «σημαντική νίκη για τη θρησκευτική ελευθερία».
Η Επιτροπή Δημοκρατικών για την Εκπαίδευση στη Βουλή ανέφερε: «Τα δημόσια charter schools, όπως όλα τα δημόσια σχολεία, οφείλουν να συμμορφώνονται με το Σύνταγμα. Η σημερινή απόφαση επιβεβαιώνει ότι οι φορολογούμενοι δεν μπορούν να χρηματοδοτούν θρησκευτικά charter schools».
Το Ίδρυμα για τον Διαχωρισμό Κράτους και Θρησκείας εξέφρασε ικανοποίηση, τονίζοντας ότι «ο αγώνας δεν τελείωσε», καθώς, όπως ανέφερε, «οι δυνάμεις που προσπαθούν να υπονομεύσουν τη δημόσια εκπαίδευση και τις συνταγματικές ελευθερίες, ήδη ανασυντάσσονται».
Η πλευρά των υπερασπιστών του σχολείου
Η συντηρητική οργάνωση νομικής υπεράσπισης Alliance Defending Freedom, που είχε στηρίξει τη δημιουργία του St. Isidore, δήλωσε απογοητευμένη από την απόφαση. Ο επικεφαλής νομικός σύμβουλος, Τζιμ Κάμπελ, τόνισε σχετικά: «Οι γονείς και τα παιδιά της Οκλαχόμα αξίζουν περισσότερες επιλογές στην εκπαίδευση, όχι λιγότερες. Η ισοψηφία δεν δημιουργεί νομικό προηγούμενο, δίνοντας τη δυνατότητα στο δικαστήριο να επανεξετάσει την υπόθεση στο μέλλον».
Η υπόθεση έφερε στο προσκήνιο τη σύγκρουση μεταξύ των δύο θρησκευτικών διατάξεων της Πρώτης Τροπολογίας: η ρήτρα περί «ίδρυσης» απαγορεύει στην κυβέρνηση να υποστηρίζει κάποια θρησκεία ή τη θρησκεία γενικά, ενώ η ρήτρα περί «ελεύθερης άσκησης» προστατεύει το δικαίωμα των πολιτών να ασκούν ελεύθερα τη θρησκεία τους.
Ενδοπολιτική αντιπαράθεση στην Οκλαχόμα
Ο Ρεπουμπλικανός Γενικός Εισαγγελέας της Οκλαχόμα, Τζέντνερ Ντράμοντ, είχε προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο της πολιτείας για να μπλοκάρει το St. Isidore, τονίζοντας ότι έχει καθήκον «να αποτρέψει το είδος της κρατικά χρηματοδοτούμενης θρησκείας, που ήθελαν να αποτρέψουν οι ιδρυτές του Συντάγματος». Αντίθετα, υπέρ του σχολείου τάχθηκαν ο Ρεπουμπλικανός κυβερνήτης της Οκλαχόμα, Κέβιν Στιτ, και η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ.
Οι επικριτές υποστήριξαν ότι η ίδρυση θρησκευτικών charter schools θα επέβαλε στους φορολογούμενους να χρηματοδοτούν θρησκευτικό προσηλυτισμό και θα υπονόμευε την αρχή της μη διάκρισης, καθώς τα σχολεία αυτά θα μπορούσαν να αποκλείσουν υπαλλήλους, που δεν ακολουθούν τις δογματικές τους αρχές. Το 2023, οι διοργανωτές είχαν εκτιμήσει ότι το St. Isidore θα κόστιζε στους φορολογούμενους της Οκλαχόμα έως 25,7 εκατ. δολάρια μέσα στην πρώτη πενταετία της λειτουργίας του.
Η απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου της Οκλαχόμα
Το 2023, το Ανώτατο Δικαστήριο της Οκλαχόμα, με ψήφους 6-2, μπλόκαρε το σχολείο, χαρακτηρίζοντάς το «κρατικό όργανο», που λειτουργεί ως «αντιπρόσωπος του κράτους» στην παροχή δημόσιας εκπαίδευσης.
Το δικαστήριο έκρινε ότι το σχέδιο παραβίαζε τη ρήτρα περί ίδρυσης, καθώς το St. Isidore θα απαιτούσε από τους μαθητές να συμμετέχουν σε θρησκευτική διδασκαλία και δραστηριότητες, ενώ ταυτόχρονα θα χρησιμοποιούσε κρατικά χρήματα για τη χρηματοδότηση του θρησκευτικού του προγράμματος -παραβιάζοντας τη συνταγματική πρόνοια.
Οι υπέρμαχοι του σχολείου αντέτειναν ότι το δικαστήριο της Οκλαχόμα έκανε λάθος, χαρακτηρίζοντας το St. Isidore ως κυβερνητική οντότητα, καθώς λειτουργεί ιδιωτικά και η σύμβαση με το κράτος δεν το καθιστά όργανο της δημόσιας διοίκησης. Επιπλέον, υποστήριξαν ότι η άρνηση της πολιτείας να εγκρίνει το σχολείο αποκλειστικά λόγω του θρησκευτικού του χαρακτήρα συνιστά διάκριση, βάσει της ρήτρας για την ελεύθερη άσκηση θρησκείας.
Η απόφαση της Πέμπτης αποτέλεσε έκπληξη, δεδομένου ότι το Ανώτατο Δικαστήριο έχει τα τελευταία χρόνια εκδώσει αποφάσεις που διευρύνουν τα θρησκευτικά δικαιώματα.