Είναι στεγαστική πολιτική ένα τεχνητό «κραχ» στα ακίνητα;
Η αγορά ακινήτων βρίσκεται όλο και περισσότερο στο επίκεντρο πολιτικής αντιπαράθεσης, με αιχμή το μείζον πρόβλημα της έλλειψης προσιτής στέγασης και την απουσία συνολικής και συγκροτημένης στεγαστικής πολιτικής
Η κυβέρνηση προωθεί ορισμένα μέτρα, μάλλον αποσπασματικά, με κεντρική ιδέα ότι εάν ενισχυθεί η προσφορά ακινήτων, θα υποχωρήσουν οι αξίες αγοράς τους, αλλά και τα ενοίκια, που έχουν ανέβει τα τελευταία χρόνια. Για τον λόγο αυτόν προχωρά σε μέτρα τα οποία έχουν στόχο να ενισχύσουν την προσφορά ακινήτων, με όλο και περισσότερα αντικίνητρα, απαγορεύσεις και αυξημένη φορολογία για τη βραχυχρόνια μίσθωση. Σχεδιάζονται επίσης διευκολύνσεις για τις τράπεζες και τις εισπρακτικές εταιρείες προκειμένου να πουλήσουν ακίνητα που αγόρασαν οι ίδιες σε πλειστηριασμούς τους οποίους επέσπευσαν σε βάρος δανειοληπτών με κόκκινα δάνεια.
Είναι ερώτημα, όμως, κατά πόσο τέτοια μέτρα συνδέονται με τις πραγματικές αιτίες της έλλειψης προσιτής στέγης, κατά πόσο θα αποδώσουν, αλλά και ποιες θα είναι οι παράπλευρες συνέπειες. Με άλλα λόγια, ποιοι θα πληρώσουν το μάρμαρο, ποιοι θα ωφεληθούν και κατά πόσο θα λυθεί το πρόβλημα.
Η βραχυχρόνια μίσθωση στη δημόσια πολιτική συζήτηση ενοχοποιείται γενικώς -και διαισθητικά- για την αύξηση των ενοικίων, παρόλο που ειδικές έρευνες παρουσιάζουν στοιχεία τα οποία υποδεικνύουν το αντίθετο.
Σε πρόσφατη έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου της Αθήνας επισημαίνεται ότι η διαθεσιμότητα κατοικιών επηρεάζεται σημαντικά λιγότερο από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις σε σχέση με τα 2,28 εκατομμύρια κενά σπίτια που υπάρχουν τη δεδομένη στιγμή στη χώρα. Σημειώνεται επίσης ότι οι βραχυχρόνιες μισθώσεις συνεισφέρουν στην ελληνική οικονομία με δραστηριότητα ύψους 3,25 δισ. ευρώ και υποστηρίζοντας περισσότερες από 100.000 θέσεις εργασίας το 2023.
Αλλη έρευνα, του τμήματος οικονομικών αναλύσεων της Eurobank, βρήκε ότι ο αριθμός των καταλυμάτων βραχυχρόνιων μισθώσεων αυξήθηκε κατά 24,7% το 2024 και ανήλθε στις 215.000, ενώ ο μέσος αριθμός κλινών αυξήθηκε στις 952.300, δηλαδή κατά 23,3%. Σημειώνεται, επίσης, ότι την περίοδο 2022-2024 ο αριθμός των ξενοδοχείων αυξήθηκε ελάχιστα από 10.087 μονάδες σε 10.104, ενώ οι κλίνες αυξήθηκαν μόνο 1%, από 883.000 σε 892.000.
Και αυτά σε μια περίοδο που οι αφίξεις ανέβηκαν από 27,8 εκατ. το 2022 σε 35,9 εκατ. το 2024, δηλαδή 8,1 εκατ. περισσότερες.
Το συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι η βραχυχρόνια μίσθωση αποτέλεσε καταλύτη για την αύξηση του τουρισμού στην Ελλάδα, «καθώς αύξησε σημαντικά το απόθεμα κλινών στο σύνολο της χώρας και κατά συνέπεια τη δυνατότητα φιλοξενίας επιπλέον τουριστών».
Θα περίμενε κάποιος ότι τέτοια έρευνα θα είχε γίνει από το υπουργείο Τουρισμού, αλλά το τελευταίο περιορίζεται στο να εισηγείται στο οικονομικό επιτελείο όλο και πιο περιοριστικά μέτρα για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, όπως μαθαίνουμε.
Υπάρχει επίσης το δεδομένο ότι από την αρχή του 2025 που απαγορεύτηκε η έκδοση νέων αδειών βραχυχρόνιας μίσθωσης στο κέντρο της Αθήνας δεν υπήρξε ευνοϊκή επίδραση στις μακροχρόνιες μισθώσεις.
Παρόλο, όμως, που η απαγόρευση ήταν αναποτελεσματική, θα ανανεωθεί και το επόμενο έτος, ενώ ίσως να επεκταθεί και σε άλλες περιοχές, πέραν του κέντρου της Αθήνας.
Το οξύμωρο είναι ότι η απαγόρευση αφορά τις κατεξοχήν τουριστικές περιοχές της πρωτεύουσας, οι οποίες λειτουργούν ως τουριστική βιτρίνα και επιταχυντής για τον τουρισμό σε ολόκληρη τη χώρα και, κατά τεκμήριο, δεν προσφέρονται για φτηνή κατοικία σε κανένα μέρος του κόσμου.
Η λογική συνέπεια αντικινήτρων και των απαγορεύσεων για τη βραχυχρόνια μίσθωση είναι ότι θα ανέβουν οι τιμές και τα κέρδη των ξενοδοχείων. Αυτός είναι και ο λόγος που οι ξενοδόχοι πιέζουν συστηματικά εναντίον της βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Είναι ερώτημα, όμως, κατά πόσο τέτοια μέτρα συνδέονται με τις πραγματικές αιτίες της έλλειψης προσιτής στέγης, κατά πόσο θα αποδώσουν, αλλά και ποιες θα είναι οι παράπλευρες συνέπειες. Με άλλα λόγια, ποιοι θα πληρώσουν το μάρμαρο, ποιοι θα ωφεληθούν και κατά πόσο θα λυθεί το πρόβλημα.
Η βραχυχρόνια μίσθωση στη δημόσια πολιτική συζήτηση ενοχοποιείται γενικώς -και διαισθητικά- για την αύξηση των ενοικίων, παρόλο που ειδικές έρευνες παρουσιάζουν στοιχεία τα οποία υποδεικνύουν το αντίθετο.
Σε πρόσφατη έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου της Αθήνας επισημαίνεται ότι η διαθεσιμότητα κατοικιών επηρεάζεται σημαντικά λιγότερο από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις σε σχέση με τα 2,28 εκατομμύρια κενά σπίτια που υπάρχουν τη δεδομένη στιγμή στη χώρα. Σημειώνεται επίσης ότι οι βραχυχρόνιες μισθώσεις συνεισφέρουν στην ελληνική οικονομία με δραστηριότητα ύψους 3,25 δισ. ευρώ και υποστηρίζοντας περισσότερες από 100.000 θέσεις εργασίας το 2023.
Αλλη έρευνα, του τμήματος οικονομικών αναλύσεων της Eurobank, βρήκε ότι ο αριθμός των καταλυμάτων βραχυχρόνιων μισθώσεων αυξήθηκε κατά 24,7% το 2024 και ανήλθε στις 215.000, ενώ ο μέσος αριθμός κλινών αυξήθηκε στις 952.300, δηλαδή κατά 23,3%. Σημειώνεται, επίσης, ότι την περίοδο 2022-2024 ο αριθμός των ξενοδοχείων αυξήθηκε ελάχιστα από 10.087 μονάδες σε 10.104, ενώ οι κλίνες αυξήθηκαν μόνο 1%, από 883.000 σε 892.000.
Και αυτά σε μια περίοδο που οι αφίξεις ανέβηκαν από 27,8 εκατ. το 2022 σε 35,9 εκατ. το 2024, δηλαδή 8,1 εκατ. περισσότερες.
Το συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι η βραχυχρόνια μίσθωση αποτέλεσε καταλύτη για την αύξηση του τουρισμού στην Ελλάδα, «καθώς αύξησε σημαντικά το απόθεμα κλινών στο σύνολο της χώρας και κατά συνέπεια τη δυνατότητα φιλοξενίας επιπλέον τουριστών».
Θα περίμενε κάποιος ότι τέτοια έρευνα θα είχε γίνει από το υπουργείο Τουρισμού, αλλά το τελευταίο περιορίζεται στο να εισηγείται στο οικονομικό επιτελείο όλο και πιο περιοριστικά μέτρα για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, όπως μαθαίνουμε.
Υπάρχει επίσης το δεδομένο ότι από την αρχή του 2025 που απαγορεύτηκε η έκδοση νέων αδειών βραχυχρόνιας μίσθωσης στο κέντρο της Αθήνας δεν υπήρξε ευνοϊκή επίδραση στις μακροχρόνιες μισθώσεις.
Παρόλο, όμως, που η απαγόρευση ήταν αναποτελεσματική, θα ανανεωθεί και το επόμενο έτος, ενώ ίσως να επεκταθεί και σε άλλες περιοχές, πέραν του κέντρου της Αθήνας.
Το οξύμωρο είναι ότι η απαγόρευση αφορά τις κατεξοχήν τουριστικές περιοχές της πρωτεύουσας, οι οποίες λειτουργούν ως τουριστική βιτρίνα και επιταχυντής για τον τουρισμό σε ολόκληρη τη χώρα και, κατά τεκμήριο, δεν προσφέρονται για φτηνή κατοικία σε κανένα μέρος του κόσμου.
Η λογική συνέπεια αντικινήτρων και των απαγορεύσεων για τη βραχυχρόνια μίσθωση είναι ότι θα ανέβουν οι τιμές και τα κέρδη των ξενοδοχείων. Αυτός είναι και ο λόγος που οι ξενοδόχοι πιέζουν συστηματικά εναντίον της βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Ομως τι συνέπειες θα έχει συνολικά για τον τουρισμό και την Ελλάδα ως προορισμό η υπερβάλλουσα ζήτηση που δεν θα καλύπτεται από τα ξενοδοχεία;
Με τα δεδομένα αυτά, είναι αμφίβολο ότι οι επιμέρους παρεμβάσεις στη βραχυχρόνια μίσθωση θα έχουν θετικά αποτελέσματα για την αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος. Αντίθετα, πιθανότατα θα έχουν επιπτώσεις σε μεγάλη μερίδα ιδιοκτητών ακινήτων, αλλά και στον τουρισμό, παρότι θα ευνοήσουν τα κέρδη των ξενοδόχων.
Σε συνδυασμό δε με τη μαζική διάθεση από τις τράπεζες και τις εισπρακτικές εταιρείες ακινήτων που αποκτήθηκαν μέσω πλειστηριασμών, τα μέτρα μπορεί να προκαλέσουν από σοκ έως κραχ στην αγορά ακινήτων -και μάλιστα προσχεδιασμένο- σε μια περίοδο που κινείται ανοδικά χωρίς ακόμα να έχει ανακτήσει τις συντριπτικές απώλειες που είχε την περίοδο των μνημονίων.
Το στεγαστικό πρόβλημα μπορεί και πρέπει να αντιμετωπιστεί στρατηγικά με συνολικό σχεδιασμό και χωροθέτηση περιοχών για να ενισχυθεί η κατασκευή νέων κατοικιών, με ουσιαστικά φορολογικά κίνητρα για τη μακροχρόνια μίσθωση και γενναίες επιδοτήσεις από το κράτος για τη στέγαση κυρίως των νέων ανθρώπων.
Με τα δεδομένα αυτά, είναι αμφίβολο ότι οι επιμέρους παρεμβάσεις στη βραχυχρόνια μίσθωση θα έχουν θετικά αποτελέσματα για την αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος. Αντίθετα, πιθανότατα θα έχουν επιπτώσεις σε μεγάλη μερίδα ιδιοκτητών ακινήτων, αλλά και στον τουρισμό, παρότι θα ευνοήσουν τα κέρδη των ξενοδόχων.
Σε συνδυασμό δε με τη μαζική διάθεση από τις τράπεζες και τις εισπρακτικές εταιρείες ακινήτων που αποκτήθηκαν μέσω πλειστηριασμών, τα μέτρα μπορεί να προκαλέσουν από σοκ έως κραχ στην αγορά ακινήτων -και μάλιστα προσχεδιασμένο- σε μια περίοδο που κινείται ανοδικά χωρίς ακόμα να έχει ανακτήσει τις συντριπτικές απώλειες που είχε την περίοδο των μνημονίων.
Το στεγαστικό πρόβλημα μπορεί και πρέπει να αντιμετωπιστεί στρατηγικά με συνολικό σχεδιασμό και χωροθέτηση περιοχών για να ενισχυθεί η κατασκευή νέων κατοικιών, με ουσιαστικά φορολογικά κίνητρα για τη μακροχρόνια μίσθωση και γενναίες επιδοτήσεις από το κράτος για τη στέγαση κυρίως των νέων ανθρώπων.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα