Να τα πούμε;
Ευγενία Μανωλίδου

Ευγενία Μανωλίδου

Να τα πούμε;

Σε λίγες ημέρες, οι παιδικές φωνές θα γεμίσουν και πάλι τις γειτονιές, αναγγέλλοντας την έλευση των Χριστουγέννων

Τα κάλαντα είναι ένα έθιμο τόσο οικείο, ώστε συχνά το θεωρούμε αυτονόητο. Έχουμε όμως ποτέ αναρωτηθεί πόσο βαθιά στους αιώνες εκτείνεται αυτή η πρακτική; Ποια είναι η σύνδεσή της με την αρχαία ελληνική τελετουργία και με ποιους δρόμους ιστορικούς, γλωσσικούς και πολιτισμικούς έφτασε έως τις ημέρες μας; Ας δούμε μαζί τη διαδρομή ενός εθίμου που συμπυκνώνει τη συνέχεια της ελληνικής γλώσσας, της κοινωνικής μνήμης και της τελετουργικής έκφρασης του ετησίου κύκλου.

Τα κάλαντα, όπως επιβιώνουν έως σήμερα στη συλλογική εμπειρία των Χριστουγέννων αποτελούν τον νεότερο κρίκο μιας μακραίωνης τελετουργικής αλυσίδας, που ξεκινά από την αρχαιότητα και διατρέχει αδιάσπαστα τη ρωμαϊκή, τη βυζαντινή και τη νεότερη ελληνική παράδοση. Στον πυρήνα τους ανήκουν στους λεγομένους «ἀγερμούς», δηλαδή στα εποχιακά άσματα περιφοράς, κατά τα οποία ομάδες - κυρίως παιδιών με ζωντανούς και τους δύο γονείς - επισκέπτονται τα σπίτια της γειτονιάς, απαγγέλλουν ευχές για ευφορία και ευημερία και εισπράττουν συμβολική ανταπόδοση. Η ίδια η λέξη «ἀγερμός» προέρχεται από το ρήμα «ἀγείρω», «συγκεντρώνω, συναθροίζω», ρίζα που συναντούμε και σε λέξεις όπως «ἀγορά» αλλά και «συναγερμός», δηλώνοντας εξαρχής τη σύνδεση λόγου, κοινότητας και συλλογικής πράξης.

Ήδη στην αρχαία ελληνική παράδοση, οι αγερμοί συνδέονται άρρηκτα με τον ετήσιο κύκλο, τη γονιμότητα της γης και την ευημερία του οίκου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η «εἰρεσιώνη», το στολισμένο κλαδί ελιάς που περιέφεραν παιδιά, στολισμένο με μαλλί προβάτου (ἔριον) και καρπούς, ως φορέα ευχών αφθονίας. Οι στίχοι που τη συνοδεύουν είναι αποκαλυπτικοί: «Εἰρεσιώνη σύκα φέρει καὶ πίονας ἄρτους καὶ μέλι ἐν κοτύλῃ καὶ ἔλαιον…». Η ευφορία δηλώνεται μέσω συγκεκριμένων αγαθών, που συγκροτούν έναν συμβολικό κατάλογο επιβίωσης, ασφάλειας και κοινωνικής ισορροπίας. Παράλληλα, η αρχαία παράδοση δεν αποκρύπτει τη λογική της ανταπόδοσης, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του τελετουργικού. Στους στίχους που αποδίδονται στον Όμηρο (Vita Herodotea), οι καλαντιστές δηλώνουν με σαφήνεια: «Εἰ μέν τι δώσεις, εἰ δὲ μή, οὐχ ἐστήξομεν· οὐ γὰρ συνοικήσοντες ἐνθάδ᾿ ἤλθομεν» (Δώσε μας και κάτι … δεν ήρθαμε εδώ για να συγκατοικήσουμε!) Η ευχή ολοκληρώνεται μόνο με την προσφορά, στοιχείο που επανεμφανίζεται σχεδόν αυτούσιο στα νεότερα κάλαντα: «Δώστε μας και τον κόκορα, δώστε μας και την κότα, δώστε μας και πέντε-έξι αυγά, να πάμε σ’ άλλη πόρτα». Η ομοιότητα είναι θεματική, δομική, αλλά και ουσιαστική, αφού αποκαλύπτει την αδιαμφισβήτητη συνέχεια του εθίμου.

Ο Πλούταρχος, στον βίο του Θησέα, προσθέτει μια κρίσιμη διάσταση κοινωνικού συμβολισμού, συνδέοντας την ειρεσιώνη με τα Πυανέψια και την κοινή τράπεζα. Περιγράφει πώς οι σωθέντες από τον Μινώταυρο Αθηναίοι ένωσαν όσα τρόφιμα τους απέμειναν, τα έβρασαν σε κοινή χύτρα και συνέφαγαν όλοι μαζί, ενώ παράλληλα περιέφεραν την εἰρεσιώνη «διὰ τὸ λῆξαι τὴν ἀφορίαν». Οι αγερμοί επομένως, τα σημερινά κάλαντα, είναι για εμάς τους Έλληνες τελετουργίες μνήμης, συνοχής και μετάβασης σε έναν νέο κύκλο ζωής. Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, το έθιμο συνδέεται με τις Καλένδες, την αρχή του μήνα και του έτους, από όπου προέρχεται και η ονομασία «κάλαντα». Στο Βυζάντιο, εντάσσεται οργανικά στο Δωδεκαήμερο, αποκτώντας χριστιανικό περιεχόμενο χωρίς να απολέσει τη βασική του δομή: περιφορά, παινετικός λόγος, ευχή για τον οίκο και ανταπόδοση. Έτσι, από την αρχαία ευχή για «πίονας ἄρτους» έως τη νεότερη ευχή «να μη ραγίσει πέτρα», τα κάλαντα συνεχίζουν να λειτουργούν ως φορείς συλλογικής μνήμης και πολιτισμικής συνέχειας.

Η ένταξη αυτής της γνώσης στην εκπαίδευση προσφέρει στα παιδιά κάτι πολύτιμο: μέσα από τα κάλαντα, τη γλώσσα και τα έθιμα, τα παιδιά κατανοούν βιωματικά τη συνέχεια του ελληνικού πολιτισμού, καλλιεργούν συμβολική σκέψη, ιστορική συνείδηση και αίσθηση του ανήκειν. Σε μια εποχή όπου η Τεχνητή Νοημοσύνη παρέχει άμεση πληροφορία και αυτοματισμό, τέτοιες εμπειρίες ενισχύουν τις βαθιά ανθρώπινες δεξιότητες της ερμηνείας, της μνήμης και της σχέσης με τον άλλον. Όταν η μάθηση γίνεται λόγος, μουσική, κίνηση και συμμετοχή, τα παιδιά δεν απομνημονεύουν, αλλά αναγνωρίζουν το παρελθόν ως ζωντανό παρόν και αναλαμβάνουν, συνειδητά πλέον, τη σκυτάλη της συνέχειας.

Από τους αρχαίους αγερμούς και την εἰρεσιώνη έως τα σημερινά κάλαντα του Δωδεκαημέρου και τον στολισμό του Χριστουγεννιάτικου δέντρου, διαγράφεται η ίδια μακραίωνη αλυσίδα ευχών, λόγου και συμβολικών πράξεων, που διατρέχει τον χρόνο χωρίς να χάνει τον πυρήνα της. Παρά τις αλλαγές στο ιστορικό και θρησκευτικό πλαίσιο, η ουσία παραμένει αναλλοίωτη: η περιφορά του λόγου, η ευχή για ευφορία και ευημερία, η ανταπόδοση και, πάνω απ’ όλα, η αναγνώριση της κοινότητας ως φορέα μνήμης και συνέχειας. Τα κάλαντά μας αποτελούν ζωντανό τεκμήριο πολιτισμού, που μεταδίδεται από γενιά σε γενιά και υπενθυμίζει ότι η παράδοση είναι μία ενεργή πράξη συμμετοχής σε μια ιστορία που εξακολουθεί να γράφεται.

Εὔχομαι ὑμᾶς ὀλβίους καὶ ὑγιεῖς εἶναι. Εἰς ἔτη πολλά!

Η Ευγενία Μανωλίδου είναι μουσικός και διευθύντρια της Σχολής Αρχαίων Ελληνικών «Ελληνική Αγωγή.»
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Δείτε Επίσης