Σον Πεν στο Gala: Το σενάριο του «Μια μάχη μετά την άλλη» το εξέλαβα σαν δώρο
Συνέντευξη του βραβευμένου με δύο Oσκαρ ηθοποιού, ο οποίος βάζει πλώρη για το τρίτο αγαλματίδιο με την εκρηκτική ερμηνεία του στη νέα ταινία «Μια μάχη μετά την άλλη» που έχει κάνει τους κριτικούς να παραμιλάνε
Ο Σον Πεν υπήρξε πάντα ένα παράδοξο του Χόλιγουντ: ένας ηθοποιός ικανός να δώσει ερμηνείες που κόβουν την ανάσα, αλλά και ένας άνθρωπος που βρέθηκε πολλές φορές στο επίκεντρο σκανδάλων και αντιπαραθέσεων. Για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες, η ζωή του ξεδιπλώθηκε ως μια σειρά από αντιφατικές αφηγήσεις, στις οποίες συνυπήρχαν οι θριαμβευτικές, πολυβραβευμένες ερμηνείες του μαζί με τα καλά καταγεγραμμένα, θυελλώδη κεφάλαια εκτός της οθόνης.
Κι όμως, υπάρχει μία αλήθεια για τον Πεν που ακόμα και οι σκληρότεροι επικριτές του παραδέχονται: όταν αφοσιώνεται σε έναν ρόλο, χάνεται μέσα του με μια ένταση που λίγοι μπορούν να φτάσουν. To αποδεικνύουν άλλωστε τα δύο Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου που έχει κερδίσει μέσα σε διάστημα μόλις πέντε ετών, για το «Μυστικό Ποτάμι» (2004) και το «Milk» (2009).
Στα 65 του, ο Αμερικανός πρωταγωνιστής δεν δείχνει διάθεση να λειάνει το παρελθόν του. Αντίθετα, στη νέα του ταινία «Μια μάχη μετά την άλλη» μοιάζει να θέλει να το κοιτάξει κατάματα, με όχημα μια ιστορία που λειτουργεί σαν συνέχεια, αλλά και σαν απολογισμός. Υποδυόμενος τον συνταγματάρχη Λόκτζο, που καταδιώκει ανελέητα στις σκονισμένες γωνιές της Αμερικής τον παλιό εχθρό του, τον αντάρτη που ενσαρκώνει ο Λεονάρντο ΝτιΚάπριο, ο Πεν βρίσκεται ήδη σε θέση φαβορί για τα επερχόμενα Όσκαρ, αν κρίνουμε από τις διθυραμβικές κριτικές που έχει λάβει η ταινία στις ΗΠΑ.
Δείτε το τρέιλερ του «Μια μάχη μετά την άλλη»
Πέρα από την κινηματογραφική του πορεία, η προσωπική ζωή του Σον Πεν έχει βρεθεί στο μικροσκόπιο τόσο συχνά όσο και η καριέρα του. Παντρεύτηκε δύο φορές, πρώτα με τη Μαντόνα τη δεκαετία του 1980 και αργότερα με την ηθοποιό Ρόμπιν Ράιτ, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά. Και οι δύο γάμοι κατέληξαν σε θορυβώδεις χωρισμούς, ενώ οι δυσκολίες τους τον έκαναν πρωτοσέλιδο. Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Πεν δέχθηκε κριτική για τα ξεσπάσματά του στην προσωπική του ζωή, αλλά και για τις συχνά αμφιλεγόμενες πολιτικές του τοποθετήσεις. Παρ’ όλα αυτά, έχει αναγνωριστεί για την ανθρωπιστική του δράση, ιδιαίτερα για την προσφορά του στην ανοικοδόμηση της Αϊτής μετά τον σεισμό του 2010, μέσω του ιδρύματός του.
Ακόμα και σε μια καριέρα σημαδεμένη από αναταράξεις, ο Σον Πεν λέει πως η μάχη που αξίζει να παρακολουθήσουμε είναι εκείνη που δίνει στην οθόνη. Μιλήσαμε με τον ίδιο για τη δεύτερη συνεργασία του με τον σκηνοθέτη Πολ Τόμας Άντερσον μετά το «Πίτσα γλυκόριζα», αλλά και τη σχέση με τους συμπρωταγωνιστές του.
Gala: Τι σας τράβηξε το ενδιαφέρον στο «Μια μάχη μετά την άλλη»;
Σον Πεν: Αυτό το σενάριο το εξέλαβα σαν δώρο. Ο Πολ είναι ένας ξεχωριστός σκηνοθέτης και σεναριογράφος, και φίλος μου εδώ και χρόνια. Είχαμε μιλήσει πολλές φορές με σκοπό να συνεργαστούμε και είχα δουλέψει μαζί του για λίγο στο «Πίτσα γλυκόριζα», οπότε, πριν καν διαβάσω την πρώτη σελίδα, είχα μεγάλες προσδοκίες και την πεποίθηση ότι θα είναι κάτι που θα θέλω να κάνω. Ο Πολ είναι τόσο αυθεντικός και καθώς διάβαζα άρχισα να γελάω με τον τρόπο που προσέγγιζε την ιστορία. Ηταν επίκαιρο, γραμμένο με ελευθερία και ενθουσιασμό, γεμάτο εξαιρετικούς χαρακτήρες. Ενα σενάριο που δεν μπορούσες να αφήσεις από τα χέρια σου. Ηξερα επίσης ότι συμμετείχε ο Λίο και δεν είχαμε δουλέψει ποτέ μαζί, παρόλο που κάνουμε παρέα από τότε που ήταν περίπου 15 χρόνων. Τον παρακολουθώ να εξελίσσεται σε σπουδαίο ηθοποιό, κάτι που ήδη ήταν όταν έκανε τις «Αγεφύρωτες σχέσεις». Νομίζω ότι τηλεφώνησα αμέσως στον Πολ και τον ρώτησα: «Πού θες να πάω;».
G.: Πώς ήταν, λοιπόν, αυτή η δεύτερη συνεργασία σας τώρα;
Σ.Π.: Νομίζω ότι μερικές φορές οι άνθρωποι χρησιμοποιούν λέξεις όπως η «ιδιοφυΐα» πολύ εύκολα, αλλά υποψιάζομαι ότι ο Πολ είναι όντως ιδιοφυΐα. Έχει ξεκάθαρο όραμα, αλλά στο πλατό νιώθεις απόλυτη ελευθερία και θάρρος να προσφέρεις τις δικές σου ιδέες. Είναι σαν να έχει ένα μυστικό και ξέρει ότι θα ανακαλύψεις τον χαρακτήρα όπως εκείνος ελπίζει. Είναι πολύ συγκεκριμένος, αλλά έχει αυτό το χάρισμα να επικοινωνεί αβίαστα και απλώς τον εμπιστεύεσαι και ανυπομονείς να δεις τι θα κάνει με αυτό που του δίνεις. Μου αρέσει να εκπλήσσομαι με το τι θα δω στο τέλος της ημέρας, τι θα κάνει ο Πολ, και αυτή η ταινία με κάνει να γελάω κάθε φορά. Την έχω δει αρκετές φορές και δεν είναι ακριβώς κωμωδία, είναι κάτι μοναδικό. Ακόμα και στις πιο βασανιστικές στιγμές, έχει μια αίσθηση χιούμορ, γιατί είναι μια ματιά μέσα από ένα πρωτότυπο μυαλό. Και νομίζω ότι δεν βλέπουμε αρκετά τέτοια πράγματα στον κινηματογράφο. Πιστεύω ότι όλοι απολαμβάνουν κάτι φρέσκο.
G.: Πώς μεταφέρεις στην οθόνη έναν χαρακτήρα που είναι και τρομακτικός και αστείος ταυτόχρονα;
Σ.Π.: Αυτό είναι κάτι που οφείλεται στον Πολ. Είναι το σημείο στο οποίο βασίστηκα περισσότερο πάνω του, γιατί δεν ήμουν πάντα σίγουρος. Ενας σκηνοθέτης μπορεί να σου μεταδώσει το όραμά του, αλλά όταν είναι τόσο λεπτομερές, μόνο ένας άνθρωπος στον κόσμο μπορεί να το δει ολόκληρο μέχρι να το δούμε όλοι στην αίθουσα. Μπορούσα να τον κοιτάξω μετά από μια λήψη και να πω: «Περισσότερο; Λιγότερο; Τι;». Και μου απαντούσε αμέσως. Ήξερε τι ήθελε κι εμείς το κάναμε.
G.: Θα μας πείτε κάτι και για τις ερμηνείες του Λεονάρντο ΝτιΚάπριο και του Μπενίσιο ντελ Τόρο;
Σ.Π.: Ο Λίο έχει τεράστιο ταλέντο και συγκεντρώνεται απόλυτα στον ρόλο. Ήταν συναρπαστικό να τον παρακολουθείς. Είναι τέλειος για τα σενάρια του Πολ, γιατί μπορεί να πάει όσο μακριά ή όσο βαθιά χρειαστεί. Τον αγαπώ. Και, κρίνοντας από τις ερμηνείες του Μπενίσιο, πιστεύω ότι είναι από τους πιο συναρπαστικούς ηθοποιούς που έχουν εμφανιστεί στην οθόνη. Είναι από τους πιο ευρηματικούς ηθοποιούς που έχω δει και είναι πραγματικά ένας από τους αγαπημένους μου στον κινηματογράφο.
G.: Πώς γυρίσατε τις σκηνές δράσης;
Σ.Π.: Με ενδιέφερε πολύ το πώς θα προσέγγιζε ο Πολ τη δράση. Ήταν σημαντικό για μένα να δω πώς θα το χειριζόταν ένας άνθρωπος με τη δική του ματιά στον κινηματογράφο. Και όπως όλα όσα κάνει, κι αυτό έχει πρωτοτυπία, δεν είναι αντιγραφή. Πάντα ήταν καλός στο κάστινγκ, αλλά η στελέχωση του συνεργείου του είναι εξίσου σημαντική. Αφιέρωσαν πολύ χρόνο για να τα σκεφτούν όλα αυτά. Και η μουσική, επίσης: ο τρόπος που χειρίζεται τον τόνο της ταινίας μέσω της μουσικής είναι πάντα καθοριστικός και νομίζω ότι έγινε υπέροχα σε αυτή την περίπτωση. Η ταινία σε συγκινεί, κάτι που δεν το περιμένεις απαραίτητα. Πιστεύω ότι θα αγγίξει πολλούς ανθρώπους.
G.: Πώς θα περιγράφατε, λοιπόν, την ταινία σε κάποιον που δεν έχει την παραμικρή ιδέα;
Σ.Π.: Θα έλεγα απλώς ότι είναι μια ταινία του Πολ Τόμας Άντερσον και τίποτε άλλο. Τίποτα. Απλώς να πάει να τη δει
Φωτογραφίες: afp/visualheallas.gr.getty images/ideal image
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr