Ο «φιλικός κοκκινομάλλης καλλιτέχνης της γειτονιάς», που μετατρέπει την πολυτέλεια σε τολμηρή τέχνη και τον λατρεύουν brands-κολοσσοί, είναι ερωτευμένος με τη Θεσσαλονίκη όπου έχει εγκατασταθεί, αφού πρώτα γύρισε τον κόσμο
Συνέντευξη στον Λευτέρη Τρίγκα
Ο Omiros Bitton είναι ζωγράφος, illustrator, ένας ολόκληρος πολύχρωμος κόσμος από μόνος του. Εχοντας συνεργαστεί με κολοσσούς όπως οι Tiffany & Co., Louis Vuitton, Rolex και Aston Martin, γεφυρώνει το κλασικό με το μοντέρνο, την παράδοση με την τεχνολογία, το glamorous με το παιχνιδιάρικο. Με bold χρώματα, φανταχτερούς ήρωες και μια αστείρευτη αγάπη για την πολυτέλεια, δημιουργεί έργα που μοιάζουν βγαλμένα από έναν κόσμο όπου όλα είναι πιο φωτεινά, πιο αισιόδοξα και πιο τολμηρά. Ειδικές εκδόσεις, σκίτσα πάνω σε επώνυμες τσάντες, κόμικ για αλυσίδες εστιατορίων, πίνακες για το φουαγιέ εμβληματικών ξενοδοχείων, μέχρι και καπό σε πανάκριβα αυτοκίνητα, όλα τα τα υπογράφει ως «your friendly neighborhood red-headed artist».
«Μεγάλωσα στο Κολόμπους του Οχάιο, δύο ώρες μακριά από τη Νέα Υόρκη, αλλά δεν έμεινα ποτέ για πολύ σε ένα μέρος. Ο πατέρας μου δούλευε στη Νέα Υόρκη και ταξιδεύαμε διαρκώς. Περάσαμε χρόνια στη Γερμανία, στην Αυστρία, στην Ελβετία, στη Γαλλία... Hταν σαν μια ατέλειωτη ταινία του Γουές Αντερσον», περιγράφει ο Ελληνοαμερικάνος Ομηρος, που το 2017 βρέθηκε στο Σαν Φρανσίσκο για σπουδές στις Καλές Τέχνες και την Εικονογράφηση, με στάσεις στο Μιλάνο, στο Παρίσι και το Μονακό. «Ηταν μια εποχή γεμάτη πειραματισμούς. Στην Αμερική σε βομβαρδίζουν με pop culture από παντού - τα κόμικς της Marvel, οι neon πινακίδες, τα drive-in cinema. Ολα αυτά έγιναν DNA μου».
Θυμάται ότι πάντα σχεδίαζε, πάνω σε ό,τι έβρισκε. «Η καλύτερη φίλη της μητέρας μου ήταν ζωγράφος και στα πέντε μου χρόνια την παρακολουθούσα να ζωγραφίζει πορτρέτα και λουλούδια με απόλυτη μαεστρία. Ηταν κάτι μαγικό για μένα». Σήμερα, η τέχνη του είναι μια μείξη αυτού του κλασικού ρομαντισμού με μια φουτουριστική pop αισθητική. «Η καλλιτεχνική μου φιλοσοφία είναι να μετατρέπω την καθημερινότητα σε κάτι εξαιρετικό.
Ουσιαστικά, το έργο μου είναι ένα μωσαϊκό όλων όσων είμαι, μέσα από μια μοναδική οπτική: μια γιορτή του κλασικού και του σύγχρονου, ένας φόρος τιμής στην κληρονομιά όσων προηγήθηκαν και μια πρόσκληση για εξερεύνηση του μέλλοντος της καλλιτεχνικής έκφρασης. Βλέπω την τέχνη ως μια γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον, τη φαντασία και την πραγματικότητα. Θέλω κάθε έργο μου να αποπνέει θετική ενέργεια, κομψότητα και διαχρονικότητα».
Εχοντας σπουδάσει τόσο την παραδοσιακή όσο και την digital ζωγραφική, βλέπει τις δύο τεχνικές ως αλληλένδετες. «Η παραδοσιακή ζωγραφική σού δίνει πλούσιες υφές, χειροποίητες λεπτομέρειες και μια αίσθηση ζεστασιάς. Από την άλλη, το digital σου επιτρέπει να πειραματιστείς χωρίς όρια, να παίξεις με δυναμικές συνθέσεις. Μαζί, δημιουργούν κάτι που είναι ταυτόχρονα οργανικό και καινοτόμο». Η αγάπη του για το luxury είναι εμφανής. «Δεν βλέπω τη συνεργασία με μεγάλες φίρμες ως συμβιβασμό, είναι φυσική εξέλιξη. Η πολυτέλεια δεν είναι απλά χρυσά λογότυπα.
Είναι αποκλειστικότητα, αυθεντικότητα, λεπτομέρεια. Κάθε έργο μου, ακόμα και σε ένα πολυτελές brand, πρέπει να έχει την προσωπική μου σφραγίδα». Το πιο συναρπαστικό στοιχείο της σύμπραξης της pop art με την υψηλή αισθητική; «Η στιγμή που το απρόβλεπτο γίνεται iconic. Οταν παίρνεις κάτι κλασικό, όπως ένα μπουκάλι σαμπάνιας ή ένα ρολόι, και του δίνεις νέα ζωή με τρόπο τολμηρό, αλλά ταυτόχρονα διαχρονικό». Πώς κρατά ζωντανή τη δημιουργικότητά του σε έναν κόσμο που επιμένει να «μαυρίζει»; «Με τροφοδοτεί αυτό που οι Γάλλοι ονομάζουν “joie de vivre”, η χαρά της ζωής δηλαδή. Κάθε χαμόγελο, κάθε χρώμα, κάθε στιγμή είναι μια σπίθα έμπνευσης. Προσπαθώ να βλέπω τον κόσμο με μια παιδική περιέργεια, είτε μέσα από ταξίδια, είτε μέσα από μικρές καθημερινές απολαύσεις.
Η τέχνη είναι παντού, αρκεί να ξέρεις πού να κοιτάξεις». Αν και έχει ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, η Θεσσαλονίκη τον κέρδισε ολοκληρωτικά και πλέον ζει εκεί. Ο Λευκός Πύργος με την πανοραμική θέα, η Νέα Παραλία με τον ήχο των κυμάτων και φυσικά τα γλυκά του «Choureal» είναι μερικά από τα στέκια του. «Λατρεύω τα πάντα εδώ. Είναι ένα μοναδικό μείγμα Ανατολής και Δύσης. Η Θεσσαλονίκη έχει την ενέργεια της μεγάλης πόλης, αλλά και την αίσθηση κοινότητας ενός μικρού χωριού. Περπατάς στον δρόμο και όλοι σου χαμογελούν, σου λένε “Καλημέρα”. Αυτό δεν το βρίσκεις εύκολα».
Μιλώντας για επιρροές, αναφέρει μια εκλεκτική λίστα: «Απορροφάς λίγο από όλους όσους συναντάς. Από τον Βίνσεντ βαν Γκογκ, τον Ρέμπραντ και τον Κλιμτ, μέχρι τον Σταν Λι, τον Γουόλτ Ντίσνεϊ και την Κοκό Σανέλ. Οι πιο εμβληματικοί δημιουργοί, είτε στη μόδα, είτε στην τέχνη, είτε στη λογοτεχνία, είχαν πάντα αυτό το θράσος να επαναπροσδιορίσουν την αισθητική της εποχής τους. Αυτό θαυμάζω». Και ποιος είναι ο απόλυτος καλλιτεχνικός του στόχος; «Να δημιουργήσω τέχνη που θα παραμείνει iconic για δεκαετίες. Και αν μιλάμε για όνειρα, θα ήθελα να συνεργαστώ με την Aegean Airlines. Είναι ένα brand που συμβολίζει την ελληνική υπερηφάνεια και αριστεία. Επίσης, θα μου άρεσε να συμμετάσχω στο Mad Walk.
Εχει αυτή την τολμηρή αισθητική που πάντα με ενθουσίαζε». Τι έρχεται στη συνέχεια; Δεν μου αποκάλυψε πολλά, αλλά τολμώ να πω ότι ο Omiros Bitton πλέον θα βρίσκεται μπροστά μας συχνότερα. «Ετοιμάζω μια σειρά εκθέσεων στην Ευρώπη σε συνεργασία με τη Swarovski και μια γκαλερί στη Μαδρίτη. Μόλις ολοκλήρωσα ένα πολυτελές project στο Λος Αντζελες και συνεχίζω τις συνεργασίες μου με high-end brands. Ανυπομονώ να μοιραστώ τα επόμενα κεφάλαια αυτού του δημιουργικού ταξιδιού με τον κόσμο!»