Λεωνίδας Χριστόπουλος: Η νέα εποχή του ελληνικού θεάματος
Ο διευθύνων σύμβουλος του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου Οπτικοακουστικών Μέσων & Επικοινωνίας (ΕΚΚΟΜΕΔ) σηματοδοτεί την επόμενη μέρα της χώρας στον ευρωπαϊκό κόσμο της δημιουργίας
Ο Λεωνίδας Χριστόπουλος, ως πρώην γενικός γραμματέας Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Απλούστευσης Διαδικασιών στο υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, είναι ο άνθρωπος που συντέλεσε στη δημιουργία του gov.gr, το ψηφιακό εργαλείο που περιόρισε τις περιπέτειες του Ελληνα στους διαδρόμους των δημόσιων υπηρεσιών ως ένας post-millenial ήρωας του Κάφκα. Σήμερα, από τη θέση του διευθύνοντα συμβούλου του ΕΚΚΟΜΕΔ-Creative Greece, εργάζεται ώστε να αναδείξει την Ελλάδα σε έναν σημαντικό παίκτη στη δημιουργική βιομηχανία της Ευρώπης. Τον συναντήσαμε στο κτίριο του παλιού Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, στο Ψυχικό.
Gala: Ποια είναι η καθημερινότητά σας ως διευθύνων σύμβουλος του ΕΚΚΟΜΕΔ-Creative Greece; Λεωνίδας Χριστόπουλος: Η καθημερινότητά μου ορίζεται από την ίδια την καθημερινότητα της κινηματογραφικής και οπτικοακουστικής βιομηχανίας σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, καθώς πρέπει να βρίσκομαι σε μια διαρκή εγρήγορση και επικοινωνία με τους παραγωγούς και τους ανθρώπους της αγοράς του οπτικοακουστικού χώρου για να αναδείξουμε από κοινού τη χώρα ως προορισμό κατάλληλο για οπτικοακουστικές παραγωγές. Αυτό συμπεριλαμβάνει πολλά πράγματα. Για παράδειγμα, την εκτενή συνεργασία που έχουμε με σωματεία και ενώσεις του χώρου (παραγωγοί, ΜΜΕ κ.ά.) για τη δημιουργία πιο αποτελεσματικών χρηματοδοτικών εργαλείων, αλλά και τη συνεχή προσπάθεια που κάνουμε προκειμένου να αναδειχθεί ο οπτικοακουστικός και δημιουργικός τομέας ως ένας βασικός πυλώνας οικονομικής δραστηριότητας της Ελλάδας, στον οποίο αξίζει να επενδύσουμε ως χώρα. Ή τη συνεχή παρακολούθηση παγκόσμιων τάσεων, όπως η επίδραση των τεχνολογικών εξελίξεων στον οπτικοακουστικό τομέα. Γιατί, για να είμαστε ανταγωνιστικοί ως χώρα, πρέπει οπωσδήποτε να σχεδιάζουμε και να υλοποιούμε δράσεις για την ενσωμάτωση τέτοιων νέων τεχνολογιών στην οπτικοακουστική παραγωγή, την ανάδειξη όλου του πολιτιστικού και δημιουργικού τομέα μας μέσα από τις νέες οπτικοακουστικές τεχνολογίες αλλά και την προστασία των δημιουργών από τις αρνητικές συνέπειες π.χ. της Τεχνητής Νοημοσύνης ή της πειρατείας στο Διαδίκτυο. Πρέπει η Πολιτεία να είναι προετοιμασμένη για τα πάντα.
Και για τα θετικά και για τα αρνητικά. Μεγάλη τάση είναι και η περιβαλλοντική βιωσιμότητα. Το «green shooting», δηλαδή, που λαμβάνει υπόψη το περιβαλλοντολογικό αποτύπωμα των οπτικοακουστικών παραγωγών.
G.: Υπάρχει κάποια πρόβλεψη για τους νέους δημιουργούς στην Ελλάδα; Λ.Χρ.: Βεβαίως, φιλοδοξώ να δημιουργήσουμε πολιτικές, ειδικά εργαλεία, ειδικές δομές, για τους νέους ανθρώπους που θέλουν να δημιουργήσουν. Ως χώρα, έχουμε πάρα πολύ καλό ανθρώπινο δυναμικό στην οπτικοακουστική παραγωγή, στο animation, στο gaming. Υπάρχουν νέοι που κάνουν πρωτοποριακές δουλειές και χρειάζονται στήριξη, visibility και networking. Πρέπει να επικεντρωθούμε σε αυτό το κομμάτι για να έχουμε και brain-gain, αφού πολλοί από αυτούς τους δημιουργούς μας φεύγουν στο εξωτερικό. Γι’ αυτό δημιουργήσαμε το Creative Hub - τον Δημιουργικό Κόμβο μέσω του οποίου θέλουμε να εφαρμόσουμε αυτές τις πολιτικές.
G.: Ποιες χώρες θεωρούμε ως ανταγωνίστριες στον οπτικοακουστικό τομέα; Λ.Χρ.: Κάποιος εκ των πραγμάτων θα έλεγε πως είναι γειτονικές χώρες. Αυτό όμως που έχουμε καταφέρει με αυτές τις χώρες είναι να έχουμε μια κοινή πολιτική. Ακριβώς επειδή ανοίγει η αγορά και επειδή πολλές παραγωγές από την Αμερική υλοποιούνται στην Ευρώπη, θέλουμε να εφαρμόσουμε το «ισχύς εν τη ενώσει». Από το 2000 έχει δημιουργηθεί ένα δίκτυο με χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, το See Cinema Network. Αυτό έχει ενεργοποιηθεί περαιτέρω πλέον. Η ταινία «Glass Onion» με τον Ντάνιελ Κρεγκ, για παράδειγμα, έκανε τα εξωτερικά της γυρίσματα στο Πόρτο Χέλι, ενώ παράλληλα στη Σερβία πραγματοποιήθηκαν τα εσωτερικά γυρίσματα της ταινίας. Εκεί το λένε καθαρά: «Χτίζουμε στούντιο γιατί δεν έχουμε τοπία». Εμείς από την άλλη, έχουμε ωραία τοπία.
G.: Πώς μπορεί να είναι κανείς δίκαιος στην επιλογή ενός καινούριου ταλέντου; Λ.Χρ.: Ως κρατικός φορέας, δουλειά μας είναι να δημιουργούμε τις συνθήκες για να αναδειχθούν νέοι δημιουργοί και νέα ταλέντα. Η καλλιτεχνική δουλειά τους δεν κρίνεται από εμάς, αλλά από εξωτερικούς εμπειρογνώμονες του χώρου. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν χρηματοδοτικά εργαλεία για τους νέους δημιουργούς, για την πρώτη ταινία ενός νέου δημιουργού. Για μένα, το θέμα είναι η πρόσβαση σε αυτά. Η λογική μας είναι τον επόμενο χρόνο να δημιουργήσουμε ένα κέντρο εξυπηρέτησης νέων δημιουργών που θα τους βοηθά στην πρόσβαση στα χρηματοδοτικά μας προγράμματα.
G.: Υπάρχει δυνατότητα εξαγωγής ελληνικών σειρών και ταινιών, όπως συνέβαινε πρόσφατα με τις αντίστοιχες τουρκικές; Λ.Χρ.: Βεβαίως. Πλέον οι ελληνικές παραγωγές κινούνται σε υψηλά επίπεδα κι όλο κι ανεβαίνουν. Σε αυτό έχει συμβάλει η χρηματοδότηση του πρώην κέντρου κινηματογράφου και του πρώην ΕΚΟΜΕ. Και βέβαια βλέπουμε πλέον πολλές ελληνικές ταινίες στα διεθνή φεστιβάλ, και συμβάλλουμε στην προώθησή τους. Γι’ αυτό επιμένω πως ο κινηματογραφικός και οπτικοακουστικός τομέας, πέραν της πολιτιστικής και καλλιτεχνικής του αξίας, έχει πολλές αναπτυξιακές προοπτικές για τη χώρα.
G.: Ποιο είναι το όραμα πίσω από τη σύσταση του Creative Greece; Λ.Χρ.: Πως η Ελλάδα μπορεί να γίνει ένα από τα πιο σημαντικά οπτικοακουστικά hubs της Ευρώπης γιατί έχει τους δημιουργούς, έχει τις τοποθεσίες και έχει και το μεράκι να το κάνει. Και μπορεί να κερδίσει πολλά από αυτό. Με επίκεντρο τον κινηματογράφο και τον οπτικοακουστικό τομέα θέλουμε να στηρίξουμε και άλλες μορφές δημιουργίας στην Ελλάδα. Για παράδειγμα, η μόδα, η μουσική, η διαφήμιση, η φωτογραφία συνδέονται με τον οπτικοακουστικό τομέα. Αλλά και με τη χρήση της οπτικοακουστικής τεχνολογίας για την ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, όπως ανέφερα.
G.: Τι εισπράττετε από την επαφή με τους μεγάλους ξένους παραγωγούς; Λ.Χρ.: Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για την Ελλάδα, ιδιαίτερα από τότε που δημιουργήθηκε το cash rebate, το οποίο έγινε αρκετά ελκυστικό κι ανταγωνιστικό εργαλείο για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων σε σχέση με τα αντίστοιχα διεθνή. Επίσης έχουμε ιδανικά locations και έμπειρους τεχνικούς. Είναι επομένως ευκαιρία να έρθουν στην Ελλάδα. Η χώρα προβάλλεται μέσα από την ταινία, με θετικό αντίκτυπο στον τουρισμό, την απασχόληση αλλά και σε άλλους τομείς όπως η ναυτιλία ή ο αγροτικός τομέας. Υπάρχει θετική προδιάθεση για την Ελλάδα σε όλο τον κόσμο.
G.: Υπάρχει κάποιο παράδειγμα ξένης παραγωγής που στηρίξατε; Λ.Χρ.: To «House of David» που γυρίζεται ήδη στην Ελλάδα. Το «Τρίγωνο της Θλίψης» που κέρδισε στο Φεστιβάλ των Καννών, το «Glass Onion» που προβλήθηκε στο Netflix, η σειρά «Τεχεράνη» της Apple TV που κέρδισε βραβεία Emmy, η «Ελληνική Σαλάτα» της Amazon Prime, το «Rise» της Disney+ για τη ζωή του Αντετοκούνμπο, το «So long, Marianne», μια υπέροχη ιστορία για τη ζωή του Λέοναρντ Κοέν στην Υδρα και, βέβαια, το «Maria» για τη ζωή της Μαρίας Κάλλας. Και πολλές ακόμη που ήρθαν και που θα έρθουν.