Εξελίξεις με την υπόθεση θανάτου του 26χρονου Θανάση Νικολάου ο οποίος στις 29 Σεπτεμβρίου 2005 είχε βρεθεί νεκρός κάτω από γέφυρα στο χωριό
Άλασσα, κοντά στη Λεμεσό της
Κύπρου.
Η κατάληξη της τελευταίας
θανατικής ανάκρισης είχε οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι ο Θανάσης Νικολάου που το 2005 υπηρετούσε την θητεία του στον στρατό,
δολοφονήθηκε με
στραγγαλισμό.
Ακολούθησε διορισμός ποινικών ανακριτών, ένας εκ των οποίων ήταν ο αντιστράτηγος εν αποστρατεία της ΕΛΑΣ Λάμπρος Παππάς, με μακρά εμπειρία σε θέματα ανθρωποκτονιών. Η ποινική ανάκριση οδήγησε σε εισηγήσεις για άσκηση ποινικών διώξεων εναντίον του ιατροδικαστή και πρώην βουλευτή Πανίκου (Παναγιώτη) Σταυριανού και αστυνομικών και στρατιωτικών που φέρονταν να συγκάλυψαν την
δολοφονία. Οι φυσικοί αυτουργοί λόγω παρέλευσης μεγάλου χρονικού διαστήματος από το έγκλημα δεν κατέστη δυνατόν να ταυτοποιηθούν.
Ο Γενικός Εισαγγελέας της Κύπρου απέρριψε το πόρισμα των ανακριτών Λάμπρου Παππά και Θανάση Αθανασίου και αποφάσισε να μην προχωρήσει σε
καμία ποινική δίωξη, θεωρώντας πως δεν υπάρχει επαρκές μαρτυρικό υλικό για να αποδειχθεί η διάπραξη ποινικών αδικημάτων στο
δικαστήριο.
Η υπόθεση αυτή απασχολεί την κυπριακή κοινή γνώμη εδώ και 20 χρόνια, με τις αρμόδιες Αρχές (αστυνομία,
εισαγγελία, υπουργείο Άμυνας) να υιοθετούν το σενάριο της
αυτοκτονίας. Ωστόσο μετά από επιμονή της οικογένειας του26χρονου Θανάση Νικολάου αλλά και καταδικαστική απόφαση του ΕΔΑΔ για πλημμελή διερεύνηση από τις κυπριακές αρχές, η Γενική Εισαγγελία αναγκάστηκε να ανοίξει ξανά την υπόθεση με το αποτέλεσμα να είναι ουσιαστικά το ίδιο. Δηλαδή, παραδοχή ότι ο 26χρονος δολοφονήθηκε αλλά κανείς δεν πρόκειται να κάτσει στο εδώλιο του κατηγορούμενου.
Το πόρισμα των ανακριτών
Το πόρισμα των ποινικών ανακριτών, Λάμπρου Παππά και Θανάση Αθανασίου, που παραδόθηκε στις 12 Μαρτίου 2025, επιβεβαίωνε ότι ο θάνατός οφείλεται σε εγκληματική ενέργεια, (ανθρωποκτονία με στραγγαλισμό). Σύμφωνα με το πόρισμα, ο θάνατος του Νικολάου δεν ήταν
αυτοκτονία, όπως αρχικά είχε χαρακτηριστεί, αλλά
δολοφονία. Υπήρξαν ενδείξεις ότι ο Θανάσης πιθανότατα δολοφονήθηκε αλλού και η σορός του μεταφέρθηκε κάτω από τη γέφυρα της Άλασσας στη Λεμεσό για να φανεί ως αυτοκτονία. Επιπλέον, υπήρξαν υποψίες ότι μπορεί να βασανίστηκε πριν τον θάνατό του, καθώς η σορός του έφερε σπασμένα οστά και ρήξη ζωτικών οργάνων.
Το πόρισμα περιέγραφε απαράδεκτες συνθήκες στη στρατιωτική μονάδα όπου υπηρετούσε ο Θανάσης, με έντονο εκφοβισμό (
bullying), καψώνια, απειθαρχία, χρήση και διακίνηση
ναρκωτικών, καθώς και απουσία ελέγχου από τους αξιωματικούς. Αναφερόταν ότι ο Θανάσης γνώριζε για αυτές τις παράνομες δραστηριότητες και είχε ζητήσει μετάθεση από τη μονάδα του μία ημέρα πριν βρεθεί νεκρός, πιθανότατα επειδή αποτελούσε απειλή για όσους εμπλέκονταν.
Οι ανακριτές επέρριπταν σοβαρές ευθύνες στον ιατροδικαστή Πανίκο Σταυριανό για ελλιπή διερεύνηση και πρώιμο αποκλεισμό της εγκληματικής ενέργειας, με πιθανά αδικήματα όπως παραμέληση καθήκοντος, έκδοση ψευδούς πιστοποιητικού, καταστροφή αποδεικτικού υλικού και παροχή ψευδών πληροφοριών. Η αρχική έρευνα της Αστυνομίας χαρακτηριζόταν ως πρόχειρη, ανεύθυνη και πλημμελής.
Για πρώτη φορά, το πόρισμα απέδιδε ευθύνες σε δύο ανώτερους αξιωματικούς του Στρατού για παραμέληση καθηκόντων, καθώς δεν αντέδρασαν στις αναφορές για την κατάσταση στη στρατιωτική μονάδα.
Οι ανακριτές υποψιάζονταν ότι η δολοφονία συνδέεται με την πρόθεση να φιμωθεί ο Θανάσης, ώστε να μην αποκαλύψει την κατάσταση με τα ναρκωτικά και την απειθαρχία στη μονάδα.
Παρά την επιβεβαίωση της ανθρωποκτονίας, το πόρισμα δεν εντόπιζε επαρκή στοιχεία για την ταυτοποίηση συγκεκριμένων δραστών, λόγω του χρόνου που έχει περάσει (20 χρόνια) και της απώλειας κρίσιμων αποδεικτικών στοιχείων.
Μητέρα: Επαγγελματική συγκάλυψη
Στην πρόθεση της Γενικής Εισαγγελίας να μην ασκήσει ποινικές διώξεις η μητέρα του 26χρονου στρατιώτη δήλωσε πως οι θεσμοί «συνεχίζουν να μας ταλαιπωρούν και να μην απονέμουν δικαιοσύνη για την οφθαλμοφανή δολοφονία του
παιδιού μας».
Όπως είπε στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων, «προκλητικά, για 20 χρόνια, προστατεύουν αυτούς που συγκάλυψαν το έγκλημα, αντί να τους οδηγήσουν στο εδώλιο του κατηγορουμένου και έφτασαν στο σημείο να πετούν στα σκουπίδια τα δυο πορίσματα των ποινικών ανακριτών Μάτσα – Αλεξόπουλου και Παπά – Αθανασίου, αλλά και το πόρισμα της 3ης θανατικής ανάκρισης, μόνο και μόνο για να μην παραδεχθούν τα εγκληματικά τους λάθη».
Εξέφρασε δε τη θέση ότι «μέχρι και σήμερα ακόμα, η Νομική Υπηρεσία, με θράσος χιλίων πιθήκων, προστατεύει και δικαιολογεί τη θέση του ιατροδικαστή Σταυριανού, που εξέδωσε πόρισμα μέσα σε δέκα λεπτά στη σκηνή, προτού κάνει νεκροψία και προτού γίνουν οι βασικές έρευνες», σημειώνοντας ότι «ήταν εξαιτίας αυτού που καταδικάστηκε η Κύπρος, από το ΕΔΑΔ, για πλημμελή διερεύνηση».
Είπε ακόμη πως «η διαφθορά τελικά δεν έχει όρια, ακόμα και στο θάνατο ενός αθώου παιδιού, με αρχές και αξίες, που ήρθε από την άλλη άκρη της γης και πήγε οικειοθελώς να υπηρετήσει την πατρίδα των γονιών του» και πρόσθεσε ότι «το βαρέλι της διαφθοράς και της μπόχας, ειδικά από την Νομική Υπηρεσία δεν έχει πάτο ούτε τέλος».
Λέγοντας πως «αυτοί που δολοφόνησαν το παιδί μου ήταν ερασιτέχνες, όπως αποδείχθηκε επιστημονικά, αλλά επαγγελματίες είναι αυτοί που συγκάλυψαν και συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να συγκαλύπτουν το έγκλημα», η Ανδριάνα Νικολάου τόνισε πως «αυτοί έχουν εγκληματήσει περισσότερο και συνεχίζουν να εγκληματούν εις βάρος της κοινωνίας, της δικαιοσύνης αλλά και της Κυπριακής Δημοκρατίας».
Εκφράζοντας την ελπίδα ότι η κοινωνία δεν θα μείνει «με τα χέρια σταυρωμένα», υπογράμμισε πως «μόνο ο ξεσηκωμός του κόσμου θα φέρει τη σωτηρία σε αυτόν τον τόπο».