25 χρόνια μετά τη δολοφονία Σόντερς: Η αρχή του τέλους για τη 17Ν και τα ερωτήματα μετά τη σύλληψη Ξηρού
Η εκτέλεση του Βρετανού ταξίαρχου στη λεωφόρο Κηφισίας το 2000 αποτέλεσε σημείο καμπής για τις προσπάθειες εξάρθρωσης της 17 Νοέμβρη- Τα μοιραία λάθη των τρομοκρατών και η εμπλοκή των βρετανικών αστυνομικών υπηρεσιών
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Εδώ και 25 χρόνια, κάθε 8η Ιουνίου είναι μια μαρτυρική μέρα για την οικογένεια Σόντερς.
Για την ακρίβεια, όσους απέμειναν από την οικογένεια του Βρετανού στρατιωτικού ακολούθου στην Αθήνα, που στις 8 Ιουνίου 2000 εκτελέστηκε εν ψυχρώ από τους τρομοκράτες-δολοφόνους της «17 Νοέμβρη» στη λεωφόρο Κηφισίας, στο ρεύμα της καθόδου, στο ύψος του πρώτου φαναριού της Φιλοθέης, μέσα στο πρωινό ασφυκτικό μποτιλιάρισμα, μπροστά στα μάτια πολλών οδηγών και επιβατών άλλων αυτοκινήτων.
Ηταν 8 παρά 20 το πρωί όταν ο 53χρονος Στίβεν Σόντερς έφτανε στο σημείο, έχοντας ξεκινήσει 40 λεπτά νωρίτερα από την Κηφισιά οδηγώντας μόνος του, χωρίς συνοδεία φρουρών, το λευκό αυτοκίνητο του μάρκας Rover.
ΟΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΕΣ: Δύο μέλη της «17 Νοέμβρη», που επέβαιναν σε μοτοσικλέτα, πλησίασαν το αυτοκίνητο του Σόντερς στη λεωφόρο Κηφισίας, στο ύψος του Ψυχικού, και τον πυροβόλησαν. Οδηγός της μοτοσικλέτας ήταν ο Σάββας Ξηρός με συνοδηγό τον Δημήτρη Κουφοντίνα. Στην απολογία του στη δίκη ο Σάββας Ξηρός είπε ότι «για την ενέργεια αυτή η οργάνωση έβγαλε προκήρυξη την οποία είχε συντάξει ο “Λάμπρος” (σ.σ.: Γιωτόπουλος) από πριν και ο “Λουκάς” (σ.σ.: Κουφοντίνας) την είχε δακτυλογραφήσει στον υπολογιστή»
Το φανάρι άναψε κόκκινο. Το αυτοκίνητο σταμάτησε. Αλλά ήταν «κόκκινο» για τη ζωή του. Η τραγική εκτέλεσή του εξελίχθηκε μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα. Μια μηχανή, με δύο άτομα επιβαίνοντες, πλεύρισε το Rover από τη θέση του συνοδηγού. Μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα ξεκίνησαν και τελείωσαν όλα. Ο επιβάτης της μηχανής πυροβόλησε τον Σόντερς με ένα G-3, το οποίο όμως μπλόκαρε.
Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ: Ηταν 8 παρά 20 το πρωί, όταν ο 53χρονος Στίβεν Σόντερς σταμάτησε στο φανάρι της Φιλοθέης, στη λεωφόρο Κηφισίας. Οδηγούσε μόνος του, χωρίς συνοδεία φρουρών, το λευκό αυτοκίνητό του μάρκας Rover. Μια μηχανή, με δύο άτομα επιβαίνοντες, πλεύρισε το Rover από τη θέση του συνοδηγού. Ο επιβάτης της μηχανής πυροβόλησε τον Σόντερς με ένα G-3, το οποίο όμως μπλόκαρε. Αστραπιαία ο οδηγός της με ένα 45άρι θέρισε στην κυριολεξία τον Βρετανό
Ο ΒΡΕΤΑΝΟΣ ΤΑΞΙΑΡΧΟΣ: Στην προκήρυξη με την οποία η 17Ν ανέλαβε την ευθύνη της δολοφονίας αποδιδόταν στον Σόντερς κεντρική ευθύνη για τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Ομως ο Σόντερς δεν είχε καμία συμμετοχή, πόσο μάλλον ρόλο, στις εν λόγω νατοϊκές επιχειρήσεις. Το 2002 οι «Times» του Λονδίνου, επικαλούμενοι πηγές της ΕΛ.ΑΣ., ανέφεραν ότι ένας κρατούμενος είχε ομολογήσει ότι ο στόχος της 17Ν ήταν ένας Αμερικανός αξιωματικός με το ίδιο επώνυμο
Κλείσιμο
Αστραπιαία ο οδηγός της με ένα περίστροφο -που δύο χρόνια μετά αποδείχτηκε πως ήταν 45άρι, το ακόμη άγνωστης τύχης- θέρισε στην κυριολεξία τον Βρετανό με απόλυτη ψυχραιμία.
Ακολούθησαν τρόμος, πανικός γύρω. Το λευκό αυτοκίνητο γέμισε από τα αίματα του αξιωματικού. Προτού καν το φανάρι γίνει πράσινο, οι δύο δολοφόνοι είχαν εξαφανιστεί. Με τέσσερις σφαίρες στην κοιλιά και στα χέρια, ο βαρύτατα τραυματισμένος Σόντερς μεταφέρθηκε γρήγορα στον «Ερυθρό Σταυρό» και μπήκε στο χειρουργείο με ακατάσχετη αιμορραγία. Οι γιατροί δεν μπόρεσαν να τον σώσουν. Υπέκυψε κατά τη διάρκεια της επέμβασης. Αργότερα, η «17 Νοέμβρη» ανέλαβε την ευθύνη της εκτέλεσης. Ηταν η τελευταία του «κόκκινου» κύκλου της.
Σημείο καμπής
Ομως, η 8η Ιουνίου 2000 έμελλε να αποδειχθεί ένα σημείο καμπής για τις προσπάθειες των Αρχών για την εξάρθρωση της «17 Νοέμβρη». Η επιλογή του θύματος αποδείχτηκε ολέθρια γιατί άλλαξε άρδην το σκηνικό στο τοπίο των ερευνών. Ο τότε πρωθυπουργός της Βρετανίας Τόνι Μπλερ απαίτησε από τον Κώστα Σημίτη -κι εκείνος το αποδέχτηκε- την άμεση εμπλοκή των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών στις έρευνες για τη «17 Νοέμβρη».
Σχεδόν αμέσως, ήρθαν στην Αθήνα πράκτορες της Σκότλαντ Γιαρντ και της MI6 αλλάζοντας σχεδόν τα πάντα που ίσχυαν μέχρι τότε όσον αφορά τις μεθόδους δράσης και τις τεχνικές που χρησιμοποιούσε η ελληνική Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία. Ολες οι επιθέσεις της 17Ν -δολοφονικές, απόπειρες δολοφονιών, ληστείες, τοποθετήσεις εκρηκτικών μηχανισμών, το υλικό των προκηρύξεων, αλλά και όλα τα λίγα μεν, σημαντικά όμως ευρήματα-ίχνη που είχαν αφήσει οι τρομοκράτες σε κάποιες επιθέσεις- μπήκαν ξανά στο κοινό μικροσκόπιο. Με τον βρετανικό φακό, πιο διεισδυτικό λόγω συνθηκών, καθώς κουβαλούσε την εμπειρία δεκαετιών στην αντιμετώπιση του ΙRΑ.
Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ: Η επιλογή του Σόντερς ως στόχου αποδείχθηκε ολέθρια για τη 17Ν. Η ανάμειξη της Σκότλαντ Γιαρντ και της MI6 -που κουβαλούσαν εμπειρία δεκαετιών από την αντιμετώπιση του ΙRΑ- άλλαξε όλο το σκηνικό στο τοπίο των ερευνών. Οι Βρετανοί πρόσφεραν αφειδώς την τεχνογνωσία τους στην ελληνική Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία και πρότειναν έναν επικοινωνιακό πόλεμο κατά της 17Ν, με έντονη προβολή του ανθρώπινου πόνου των συγγενών των θυμάτων. Στη φωτογραφία η γυναίκα του Σόντερς, Χέδερ, και οι κόρες του, Νίκολα και Κάθριν
Ολες οι επιθέσεις επανεξετάστηκαν, αποτυπώθηκαν σε όλες τους τις λεπτομέρειες, ακόμη και σε εκείνες που έμοιαζαν παντελώς ασήμαντες, τα υπάρχοντα ισχνά στοιχεία του προφίλ των πιθανών δραστών σιγά-σιγά εμπλουτίστηκαν, αξιολογήθηκαν με διευρυμένα κριτήρια οι καταθέσεις μαρτύρων, καθώς και τα περιστατικά όπου πιθανολογούνταν ότι οι Αρχές ήρθαν πρόσωπο με πρόσωπο με κάποιους από τους τρομοκράτες, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Οπως της Λουίζης Ριανκούρ, αλλά και της ανταλλαγής πυρών στα Σεπόλια.
Ακόμη, με βρετανική προτροπή άρχισε η συστηματική αποδόμηση της δήθεν φιλολαϊκής εικόνας των τρομοκρατικών οργανώσεων. Μέχρι ένα χρονικό σημείο -και ιδίως αρχικά- με τις εκτελέσεις αστυνομικών-βασανιστών της χούντας που είχαν μείνει ατιμώρητοι η 17Ν επιχειρούσε την ηθική νομιμοποίηση των δολοφονιών που διέπραττε.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να υπάρχει ένα είδος ιδιότυπης κάλυψης της τρομοκρατικής οργάνωσης, καθώς κάποια στόματα που ήξεραν ορισμένα πράγματα παρέμεναν ερμητικά κλειστά διστάζοντας να καταθέσουν στις Αρχές. Οι Βρετανοί πρότειναν και οι Ελληνες αποδέχτηκαν τη μεθόδευση ενός επικοινωνιακού πολέμου κατά της 17Ν, με έντονη προβολή του ανθρώπινου πόνου των συγγενών των θυμάτων από τι τρομοκρατικές ενέργειές τους.
Ο μάρτυρας «Χι»
Στη μετατόπιση της κοινής γνώμης συνέβαλε και η επιθετική τακτική του τότε υπουργού Δημόσιας Τάξης Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Ο ίδιος στο βιβλίο του «Στον ίδιο δρόμο» περιγράφει πώς αυτή «ώθησε ανθρώπους που στο παρελθόν είχαν ταχθεί ενεργά στο πλευρό των τρομοκρατών να αμφισβητήσουν τις προηγούμενες ιδέες τους και να νιώσουν ότι το όλο εγχείρημα, βασισμένο στις δολοφονίες, οδηγούσε σε αδιέξοδο». Αποκάλυψε δε την εμφάνιση του περίφημου πληροφοριοδότη -τον αποκαλεί «Χι»- που άλλαξε «τον ρου αυτής της ιστορίας και οδήγησε στην εξάρθρωση της 17Ν».
Αφενός για συγκεκριμένα πρόσωπα με συμμετοχή στη 17Ν, όπως για τον άνθρωπο «με το κουλό χέρι» -τον Παύλο Σερίφη- που είχε συμμετάσχει στη δολοφονία του Γουέλς. Κυρίως, όμως, καθώς αποκάλυψε τον τρόπο σκέψης, το πολιτικό και ψυχικό υπόβαθρο των ανθρώπων αυτών και μέσα από τις περιγραφές περιστατικών φωτογράφισε πρόσωπα για τα οποία υπήρχαν ενδείξεις από την πλευρά της Αστυνομίας.
Ετσι, ταυτοποιήθηκε ο Βασίλης Τζωρτζάτος, ο οποίος είχε προσαχθεί το 1992 στην Ασφάλεια όταν παρακολουθούσε τον Αμερικανό στρατιωτικό ακόλουθο Μακιντάιρ και αφέθηκε ελεύθερος λόγω έλλειψης στοιχείων. Οδήγησε επίσης στο να βεβαιωθεί ότι ο «Ψηλός», όπως τον αποκαλούσε ο «Χι» θεωρώντας πως ήταν ο αρχηγός της οργάνωσης, ήταν όντως ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος.
Ορισμένοι γνώστες του παρασκηνίου της εποχής εκείνης εκτιμούν πως ακόμη κι αν δεν είχε σκάσει στα χέρια του Σάββα Ξηρού η βόμβα που προόριζε η 17Ν για τη Hellas Flying Dolphins στις 29 Ιουνίου 2002, τα πράγματα είχαν πάρει πια τον δρόμο τους. Η εξάρθρωση της 17Ν ήταν πια θέμα χρόνου, αργά ή γρήγορα θα γινόταν πραγματικότητα. Απλώς το μοιραίο λάθος επιτάχυνε το χρονικό μιας προαναγγελθείσας εξιχνίασης. Μάλιστα, από ένα χρονικό σημείο και μετά, μπαίνοντας το 2002, μια διάχυτη φήμη είχε απλωθεί και ενισχυόταν ότι επίκεινται γεγονότα, δηλαδή συλλήψεις τρομοκρατών.
Η αλληλουχία των λαθών
Το λάθος της 17Ν με την επιλογή του Σόντερς ως στόχου δεν ήταν το πρώτο στην ιστορία της τρομοκρατικής οργάνωσης, αλλά αποδείχτηκε καθοριστικής σημασίας. Αν και το σχέδιο οργανώθηκε αριστοτεχνικά και εκτελέστηκε με απόλυτη επιτυχία, με τους εκτελεστές να δίνουν ρεσιτάλ ακρίβειας και κυνισμού, εντούτοις εκ των υστέρων επιβεβαιώθηκε ότι δεν ήξεραν καν την ταυτότητα του θύματος, ενώ αμφισβητήθηκε ακόμη και το αν τελικά δολοφόνησαν το πρόσωπο που στην πραγματικότητα είχαν στοχεύσει.
Στην απολογία του στη δίκη ο Σάββας Ξηρός, αφού περιέγραψε την ειδεχθή δολοφονία του Σόντερς, προσέθεσε ότι «για την ενέργεια αυτή η οργάνωση έβγαλε προκήρυξη την οποία είχε συντάξει ο “Λάμπρος” (σ.σ.: Γιωτόπουλος) από πριν και ο “Λουκάς” (σ.σ.: Κουφοντίνας) την είχε δακτυλογραφήσει στον υπολογιστή. Επειδή δεν γνωρίζαμε το όνομα του θύματος από πριν -το πληροφορηθήκαμε από τις ειδήσεις- το πρόσθεσε ο “Λουκάς” στην προκήρυξη».
Στην προκήρυξη με την οποία η 17Ν ανέλαβε την ευθύνη της δολοφονίας αποδιδόταν στον Σόντερς κεντρική ευθύνη για τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία και ότι στάλθηκε στην Ελλάδα πριν από τις επιχειρήσεις με συγκεκριμένες αρμοδιότητες: Ομως ο Σόντερς δεν είχε καμία συμμετοχή στις νατοϊκές επιχειρήσεις στην πρώην Γιουγκοσλαβία.
Λίγες ημέρες μετά τον κύριο όγκο των συλλήψεων των μελών της 17Ν, στις 24 Ιουλίου 2002, οι «Times» του Λονδίνου, επικαλούμενοι πηγές της ΕΛ.ΑΣ., ανέφεραν ότι ένας κρατούμενος είχε ομολογήσει ότι ο στόχος που είχε σκοπό να εξουδετερώσει η 17Ν με το χτύπημα της 8ης Ιουνίου του 2000 ήταν άλλος.
Ηταν ένας Αμερικανός αξιωματικός με το ίδιο επώνυμο, ο οποίος πράγματι είχε εμπλακεί στον σχεδιασμό των αεροπορικών πληγμάτων του ΝΑΤΟ κατά την εκστρατεία στο Κοσσυφοπέδιο, με μόνιμη βάση του το Αβιάνο της Ιταλίας, αλλά επισκεπτόταν την Ελλάδα ως μέλος μιας νατοϊκής ομάδας σχεδιασμού. Ενδεικτικό της σύγχυσης των τρομοκρατών είναι και το ότι στην προκήρυξή της η 17Ν χαρακτήριζε απερίφραστα τον ταξίαρχο Στίβεν Σόντερς «πτέραρχο της Αεροπορίας» ενώ ήταν αξιωματικός του Στρατού Ξηράς - και δη του Πεζικού.
«Εχουμε τη “17 Νοέμβρη”»
Ο επίλογος των μοιραίων λαθών της 17Ν γράφτηκε με το πιο καθοριστικό όλων τη νύχτα του Σαββάτου της 29ης Ιουνίου 2002. Στις 22.25, πίσω από τα εκδοτήρια της Hellas Flying Dolphins στο λιμάνι του Πειραιά, ένας 40χρονος άνδρας τραυματίστηκε σοβαρά όταν ένας εκρηκτικός μηχανισμός που μετέφερε εξερράγη στα χέρια του. Ηταν ο Σάββας Ξηρός. Μεταφέρθηκε στον «Ευαγγελισμό» βαριά τραυματισμένος. Οι γιατροί τον έσωσαν.
«ΕΧΟΥΜΕ ΤΗ “17 ΝΟΕΜΒΡΗ”»: 29 Ιουνίου 2002. Στις 22.25, πίσω από τα εκδοτήρια της Hellas Flying Dolphins στο λιμάνι του Πειραιά, ένας 40χρονος άνδρας τραυματίστηκε σοβαρά όταν ένας εκρηκτικός μηχανισμός εξερράγη στα χέρια του. Ηταν ο Σάββας Ξηρός. Δίπλα του βρέθηκε σακίδιο με ένα 38άρι που χρησιμοποιήθηκε σε άλλη επίθεση της οργάνωσης. «Εχουμε τη “17 Νοέμβρη”», ήταν η κουβέντα του αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ. Φώτη Νασιάκου προς τον προϊστάμενό του υπουργό Μιχάλη Χρυσοχοΐδη λίγη ώρα αργότερα. Στη φωτογραφία μαζί με τον αρχηγό της Αντιτρομοκρατικής Στέλιο Σύρο
Σε ένα διπλανό παγκάκι είχε αφήσει ένα σακίδιο μέσα στο οποίο βρέθηκε ένα 38άρι όπλο, που μεταφέρθηκε αμέσως στα Εγκληματολογικά Εργαστήρια της ΕΛ.ΑΣ. Από τον σειριακό αριθμό του, τον 100367, οι αστυνομικοί διαπίστωσαν ότι πρόκειται για το περίστροφο του αστυνομικού Χρήστου Μάτη που είχε δολοφονηθεί το 1984 κατά τη διάρκεια ληστείας στην Εθνική Τράπεζα Πετραλώνων.
Η 17Ν δεν ανέλαβε ποτέ την ευθύνη της δολοφονίας. Ομως από τη βαλλιστική ανάλυση προέκυψε ότι το συγκεκριμένο περίστροφο χρησιμοποιήθηκε αργότερα σε επτά δολοφονικές ενέργειές της. «Εχουμε τη “17 Νοέμβρη”», ήταν η κουβέντα του αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ. Φώτη Νασιάκου προς τον προϊστάμενό του υπουργό Χρυσοχοΐδη λίγη ώρα αργότερα.
Τα αναπάντητα ερωτήματα
Η σύλληψη του Σάββα Ξηρού, ωστόσο, συνοδεύτηκε από παράδοξα γεγονότα, που με τη σειρά τους δημιούργησαν ερωτήματα, ορισμένα εκ των οποίων παρέμειναν έκτοτε αναπάντητα. Το να εκραγεί ο μηχανισμός στα χέρια του προφανώς και συνιστούσε ασυγχώρητο και καταδικαστικό λάθος, όμως υπήρχαν πιθανότητες να του να συμβεί.
Το να έχει όμως μαζί του ο Ξηρός ένα από τα εμβληματικά όπλα των εκτελέσεων της 17Ν δεν έχει λογική εξήγηση. Ακόμη, στο σακίδιό του βρέθηκε μια αρμαθιά με δεκάδες κλειδιά, ανάμεσα στα οποία κι εκείνα από τις γιάφκες στις οδούς Πάτμου στα Πατήσια και Δαμάρεως στο Παγκράτι. Γιατί όμως ο Ξηρός κουβαλούσε μαζί του αντικείμενα που θα μπορούσαν να τον ενοχοποιήσουν, όπως και έγινε;
Αναπάντητο εξάλλου παραμένει το ερώτημα τι απέγιναν κάποια εμβληματικά στοιχεία-κομμάτια της δράσης της 17Ν. Οταν οι άνδρες της Αντιτρομοκρατικής εισέβαλαν στις γιάφκες της οργάνωσης βρήκαν πολλά όπλα -ανάμεσά τους και το G-3 της δολοφονίας του Σόντερς-, εκρηκτικά, σημειώσεις, προκηρύξεις, ακόμα και τη σημαία της 17Ν.
Οχι όμως το ιστορικό 45άρι που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στην εκτέλεση του Ρίτσαρντ Γουέλς, τη σφραγίδα της οργάνωσης, καθώς και την πρώτη γραφομηχανή, που μάλιστα δεν έγραφε ολόκληρο το γράμμα «Ρ». Δεν βρέθηκαν ποτέ. Κανείς δεν έμαθε την τύχη τους. Επιπλέον, ουδείς γνωρίζει αν υπάρχουν και πού κάποια (και πόσα) χρήματα από το ταμείο της οργάνωσης.
Παράλληλα, πλανάται το ερώτημα αν υπάρχουν κάποια ασύλληπτα μέλη της οργάνωσης και ποια είναι αυτά. Ενας αριθμός αποτυπωμάτων από τις δύο γιάφκες δεν ταυτοποιήθηκε. Μεταξύ αυτών και το αποτύπωμα που βρέθηκε στη γιάφκα της Δαμάρεως, ίδιο με ένα που έχει εντοπιστεί στην κατοικία του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου στους Λειψούς. Ακόμη, δύο δείγματα γενετικού υλικού από τις γιάφκες που ανήκουν σε έναν άνδρα και μία γυναίκα.
Αγνωστη εξάλλου παραμένει η ταυτότητα της γυναίκας που δεδομένα συμμετείχε στην πρεμιέρα της 17Ν με τη δολοφονία του σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα Γουέλς. Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο «ΘΕΜΑ», ο Αμερικανός πρώην πράκτορας της CIA Τζον Κυριάκου μιλώντας στον Διονύση Θανάσουλα εκτίμησε ότι «υπάρχουν ασύλληπτα 4-5 μέλη της 17Ν, στη συντριπτική πλειονότητά τους άνδρες και μία τουλάχιστον γυναίκα, αυτή που έλαβε μέρος στη δολοφονία του Γουέλς. Αν ζει, θα πρέπει να είναι πλέον περίπου 75 ετών».
Η La Roche-Posay γιορτάζει 50 χρόνια δερματολογικής φροντίδας προσφέροντας καινοτόμες λύσεις που συνδυάζουν ορατά αποτελέσματα και σεβασμό στην επιδερμίδα.