Οι ήρωες και οι ηρωίδες του 1940 και η σημερινή νεολαία
Μιχάλης Στούκας

Μιχάλης Στούκας

Οι ήρωες και οι ηρωίδες του 1940 και η σημερινή νεολαία

Συμπληρώνονται σε λίγες μέρες 85 χρόνια από την 28η Οκτωβρίου 1940, οπότε με το «Όχι» ("C’ est la guerre") του Ιωάννη Μεταξά στον Ιταλό πρεσβευτή Γκράτσι ξεκίνησε ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος 1940-1941

Αν μελετήσει κάποιος φωτογραφίες, αλλά και ντοκιμαντέρ της εποχής, θα νομίσει ότι οι Ελληνίδες και οι Έλληνες ξεχύθηκαν στους δρόμους των μεγάλων πόλεων ανεμίζοντας γαλανόλευκες σημαίες πανηγυρίζοντας, σαν να έχει επιτευχθεί κάτι πολύ σημαντικό για την Ελλάδα, ενώ, τουλάχιστον στην Αθήνα, οι επιστρατευμένοι που κρέμονται σαν τα τσαμπιά από τα τρένα χαμογελούν,σαν να πηγαίνουν εκδρομή. Ενδόμυχα βέβαια γνώριζαν ότι ίσως ήταν η τελευταία φορά που είδαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα ή ότι μπορεί να επέστρεφαν από το μέτωπο ακρωτηριασμένοι. Όπως έχω αναφέρει και σε άρθρο για τους «διάσημους» της εποχής που έσπευσαν να πολεμήσουν, δεν υπήρξαν ούτε φυγομαχίες, ούτε βύσματα, ούτε λουφαδόροι. Βέβαια δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς έγινε σε όλη την Ελλάδα, αλλά δεν αναφέρονται πουθενά, κατά την έναρξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, μαζικές λιποταξίες.

Όπως είναι γνωστό, μετά τις αρχικές ιταλικές επιτυχίες στο μέτωπο της Ηπείρου, λόγω και του αριστοτεχνικού σχεδιασμού από τον Χαράλαμπο Κατσιμήτρο της αμυντικής γραμμής στον άξονα Καλαμά-Ελαίας, από το Ιόνιο, ως το σημερινό Καλπάκι δηλαδή, ο Ελληνικός Στρατός, πέρασε στην αντεπίθεση, καταδίωξε τους Ιταλούς, που ηττήθηκαν και στην Πίνδο, μία ακόμα κομβική τοποθεσία, πέρα από τα ελληνοαλβανικά σύνορα. Ο Στρατός μας μπήκε θριαμβευτικά στη Βόρεια Ήπειρο, την ίδια ώρα που οι Ιταλοί και οι σύμμαχοί τους Αλβανοί υποχωρούσαν πανικόβλητοι. Μόνο η, εκτός αρχικού σχεδιασμού, γερμανική εισβολή στη χώρα μας άλλαξε τα δεδομένα και οδήγησε στην συνθηκολόγηση της Ελλάδας. Ο Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, στον οποίο θα είναι αφιερωμένο ένα από τα επετειακά άρθρα μας, δυστυχώς αμαύρωσε τη φήμη του με τη συμμετοχή του στη δωσιλογική κυβέρνηση Τσολάκογλου για 5,5 περίπου μήνες. Μετά την απελευθέρωση καταδικάστηκε ως δωσίλογος σε 5,5 χρόνια ειρκτής (έτσι ονομαζόταν τότε η ποινή της κάθειρξης), έλαβε χάρη για το υπόλοιπο της ποινής του το 1949 και αποκαταστάθηκε αναδρομικά το 1953. Όμως ο Ευρυτάνας στρατιωτικός ως τον θάνατό του το 1962 έφερε τη «ρετσινιά» του δωσίλογου. Τα γεγονότα ήταν νωπά και ο κόσμος δεν συγχωρούσε εύκολα…

Βέβαια, δεν πολέμησε μόνος του στο μέτωπο ο Χ. Κατσιμήτρος, Διοικητής της θρυλικής 8ης Μεραρχίας Ηπείρου, που από το 2012 έχει «εκπέσει» σε Μηχανοποιημένη Ταξιαρχία και με τις πολιτικές που ακολουθούν κάποιοι εμμονικοί θα καταλήξει σε Λόχο Ηπείρου… Πρόκειται, για όσους δεν γνωρίζουν, για τη Μεραρχία που απελευθέρωσε το Παρανέστι Δράμας, την Ξάνθη και την Κομοτηνή το 1913. Παρέμεινε στη Θράκη ως το 1917 και από το 1918 εδρεύει στα Ιωάννινα. Το 1940 οι περισσότεροι άνδρες της ήταν Ηπειρώτες. Πολέμησαν φυσικά για την Ελλάδα, αλλά και για τα ίδια τους τα σπίτια και τις οικογένειές τους. Δεν ήταν όμως μόνο Γιαννιώτες, αλλά και Αρτινοί, Θεσπρωτοί και Πρεβεζάνοι. Σημαντική ήταν η παρουσία και των Αιτωλοακαρνάνων, ιδιαίτερα από την περιοχή του Βάλτου, με παράδοση αιώνων στις πολεμικές συγκρούσεις.

Η ιταλική επίθεση δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Ειδικά μετά τον τορπιλισμό της «Έλλης» στην Τήνο στις 15 Αυγούστου 1940, όλα έδειχναν ότι ήταν θέμα ημερών. Και στην περιοχή της Ηπείρου, τουλάχιστον από το 1939, γίνονταν οχυρωματικά έργα, τόσο από την κυβέρνηση Μεταξά, στα παραμεθόρια χωριά, όσο και στη γραμμή άμυνας που είχε σχεδιάσει ο Κατσιμήτρος. Πώς αντιμετώπιζαν όμως τον επικείμενο πόλεμο οι Έλληνες; Υπήρχε φόβος από την πλευρά τους; Ενδεικτική για το κλίμα που επικρατούσε είναι η αφήγηση των αείμνηστων Τάσου Χαλκιά (1914-1992), ενός από τους μεγαλύτερους κλαρινίστες της Ελλάδας, Ευριπίδη Φάκου, λαουτιέρη και Ματθαίου (Μάνθου) Σταυρόπουλου, που με το ντέφι του και τη φωνή του άφησε εποχή. Οι επιστρατευμένοι οργανοπαίκτες συγκεντρώθηκαν στο Μπιζντούνι (σήμερα Ελεούσα) Ιωαννίνων. Στη συνέχεια, μετακινήθηκαν στο χωριό Τσερβάρι (σήμερα Ελαφότοπος), στο Ζαγόρι όπου και έκαναν καταυλισμό.

Εκεί, ο Λοχαγός Αγαθοκλής Κωνσταντινίδης είπε στον μεγάλο κλαρινίστα: «Χαλκιά, φύλα το κλαρίνο σαν τα μάτια σου για να πάρουμε χορό στα Τίρανα…». Το κλίμα στον καταυλισμό ήταν εορταστικό. Οι Χαλκιάς, Φάκος και Σταυρόπουλος, μαζί με τον βιολιστή Σπύρο Ζούμπα που είχε φύγει από τη ζωή, όταν έδωσαν τη συνέντευξη οι άλλοι τρεις έφτιαξαν ένα συγκρότημα και έπαιζαν στους άλλους στρατιώτες. Το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου 1940, ανήμερα του Αγίου Δημητρίου, αξιωματικοί και οπλίτες συγκεντρώθηκαν σε ένα μαγαζί στο Τσερβάρι και γλέντησαν μέχρι τη 1.30 π.μ. περίπου. Ο Λοχαγός Κωνσταντινίδης ζήτησε να ξεκινήσουν με το «βαρύ» ηπειρώτικο του γάμου «Τρώτε για να πίνουμε» και συνέχισαν με τα «τραγούδια του χάρου» και άλλα. Ο Μάνθος Σταυρόπουλος είπε ότι αυτά τα τραγούδια ήταν συμβολικά: «Πάμε για πόλεμο και βλέπουμε… Δεν ξέρουμε αν θα ζήσουμε για να ξαναδούμε τις οικογένειές μας…». «Είχαμε γίνει όλοι τάπα στο μεθύσι» αφηγήθηκε ο Τάσος Χαλκιάς. Λίγες ώρες αργότερα ξημέρωσε η 27η Οκτωβρίου 1940. Μία μόνο μέρα πριν την έναρξη του πολέμου. Και όμως, λίγα χιλιόμετρα μακριά από τα ελληνοαλβανικά σύνορα, κάποιοι Έλληνες που δεν ήξεραν αν θα ζουν μετά από λίγες μέρες, διασκέδαζαν. Νέα παιδιά, 26 ετών τότε, ο Τάσος Χαλκιάς, σχεδόν συνομήλικοί του και οι άλλοι, παντρεμένοι με παιδιά, πολλοί από αυτούς.

Όταν έχεις αυτή την ψυχολογία πώς να δειλιάσεις; Πώς να σκεφτείς ότι οι Ιταλοί είναι περισσότεροι και άρτια εξοπλισμένοι; Από τις διηγήσεις αυτών των μεγάλων Ηπειρωτών οργανοπαικτών φαίνεται ξεκάθαρα η ψυχολογία τους. Αυτή, σε μεγάλο βαθμό έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ελληνική νίκη που προκάλεσε αίσθηση διεθνώς. Δεν ήταν όμως μόνο προπολεμική αυτή η στάση των Ελλήνων. Αμερικανός δημοσιογράφος, παρών σε μάχες Ελλήνων και Ιταλών μιλά με θαυμασμό για τους στρατιώτες μας.

«Ποτέ δεν είδα στρατιώτες να γλεντούν τον πόλεμο και τις κακουχίες όσο οι Έλληνες. Ο Ελληνικός στρατός έχει το υψηλότερο ηθικό παρά τη λάσπη, τη βροχή και τα χιόνια. Είναι άντρες με σιδερένιους μυς και θερμή καρδιά».

Η συντριπτική πλειοψηφία των εφέδρων στρατιωτών ήταν απλά, νέα παιδιά, χωρίς ιδιαίτερες γραμματικές γνώσεις, μεγαλωμένα, συνήθως, με πολλά ακόμα αδέλφια σε φοβερά δύσκολες συνθήκες. Είχαν όμως αγάπη για την πατρίδα, πίστη για τη νίκη («το κλαρίνο… για χορό στα Τίρανα»), πολλούς μπαρουτοκαπνισμένους αξιωματικούς, κάποιοι από αυτούς είχαν πολεμήσει στους Βαλκανικούς Πολέμους και τη Μικρά Ασία, και ενθουσιασμό. Και, μαζί με αυτούς και οι ηρωικές «γυναίκες της Πίνδου». Μητέρες πολλών παιδιών οι περισσότερες, τα οποία τα άφηναν μόνα τους ή στους παππούδες και τις γιαγιάδες των παιδιών και έκαναν πράγματα αδιανόητα για τη σημερινή νεολαία.

Κλείσιμο
Στρατιώτες που πολέμησαν το 1940-41, σε αφηγήσεις τους μιλούν με θαυμασμό για τις γυναίκες της Πίνδου. «Τι διαφορά με τις πόλεις», γράφει στο Ημερολόγιό του ο Αργύρης Μπαλατσός. Γυναίκες που μετέφεραν φορτία που δεν μπορούσαν ούτε τα μουλάρια να κουβαλήσουν, άλλες (ανάμεσά τους και μια 88χρονη) μετέφεραν πυρομαχικά, άλλες έμπαιναν με γυμνά πόδια στα παγωμένα νερά του Καλαμά και του Δρίνου και σχημάτιζαν ανθρώπινες αλυσίδες για να βοηθήσουν τους άνδρες του Μηχανικού στην κατασκευή γεφυρών. Κανείς δεν τις υποχρέωσε, δεν έπαιρναν διαταγές από κανέναν. Μόνο από τους εαυτούς τους και την αγάπη τους για την Ελλάδα… (και για τις γυναίκες της Πίνδου θα έχουμε ειδικό άρθρο)

Τι συγκρίσεις να κάνουμε με τη σημερινή νεολαία; Ευχόμαστε ολόψυχα να μην χρειαστεί να βρεθούν στη θέση των παππούδων ή και των προπαππούδων τους. Πόσοι θα είχαν τα κότσια των ανθρώπων που αναφέραμε; Πόσοι θα προφασίζονταν διάφορες αιτίες για να αποφύγουν τη στράτευση; Κι αν γινόταν μια σύναξη, ανάλογη με αυτή στο Τσερβάρι σήμερα, δύο μέρες πριν τον πόλεμο, θα βλέπαμε τατουαζάτους, με μπάφο, με τα κινητά στα χέρια και dj να παίζουν τραπ… Το να προσπαθήσουμε να κάνουμε σύγκριση των «γυναικών της Πίνδου» με τις σημερινές γυναίκες, νέες και μεγαλύτερες, δεν έχει βέβαια κανένα νόημα…

Δεν φταίνε όμως εξ ολοκλήρου τα παιδιά. Τι διαπαιδαγώγηση πήραν από την οικογένεια και τα σχολεία τους; Όταν τα έχεις όλα έτοιμα, γιατί να παιδεύεσαι; Όταν την ελληνική κοινωνία διαπερνά σήμερα οριζόντια, κάθετα και διαγώνια μία απαξίωση για την πατρίδα, μία άποψη ότι δεν πρέπει να κοπιάσεις για να ανταμειφθείς, όταν στα 18 σου έχεις αυτοκίνητο κι όταν ο κόσμος σου είναι τα σόσιαλ μίντια, τι συγκρίσεις να κάνουμε με το 1940; Εντάξει, ο κόσμος αλλάζει ραγδαία, η ύπαιθρος με σκληραγωγημένους ανθρώπους έχει ερημώσει, οι πόλεμοι δεν κερδίζονται με «αέρα» και μάχες σώμα με σώμα. Οφείλουμε όμως να σκύψουμε ευλαβικά το κεφάλι σε όσους πολέμησαν πριν 85 χρόνια. Να διδαχτούμε από τα παραδείγματά τους και να καταλάβουμε ότι τίποτα δεν είναι αδύνατο, όταν πιστεύεις σε αυτό. Και μερικοί απάτριδες, αργυρώνητοι επήλυδες και μπαρουφολόγοι, ας σκεφτούν ότι κάποιοι και κάποιες έδωσαν τη ζωή τους ή ένα μέρος από το σώμα τους, για να μπορούν τώρα αυτοί να κάνουν αντεθνικά κηρύγματα και να κατηγορούν για φασισμό και εθνικισμό αυτούς και αυτές που μεγάλωσαν με άλλες αρχές, αγαπούν την Ελλάδα, όσο κι αν τους πληγώνει και αν χρειαστεί δεν θα διστάσουν να κάνουν τα πάντα γι’ αυτή…
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Δείτε Επίσης